today-is-a-good-day
20.1 C
Athens

Ερη Ρίτσου στο ThePresident: Στα παραμύθια τίποτα παράξενο ή απίθανο δεν είναι αφύσικο

Συνέντευξη στην Αγγελική Κώττη

«Αφιερωμένο σ’ όλα τα παιδάκια που αγαπούν τα ζωάκια και που σαν μεγαλώσουν θ’ αγαπούν τη ζωή και τον άνθρωπο» είναι το νέο παραμύθι της Ερης Ρίτσου «Η υπόσχεση του παιδιού» (εκδόσεις Κέδρος. Εικονογράφηση: Ερση Σπαθοπούλου). Πρόκειται για ένα ακόμα υπέροχο παραμύθι, που η συγγραφέας έπλασε με αγάπη και που είναι γεμάτο ζωντάνια και βαθιά συναισθήματα.

«Μια φορά, ένας σοφός πολύ γέρος πεταλούδος μου ’χε πει το ίδιο πράγμα. Πως οι άνθρωποι δεν ξέρουν η ζωή πως είναι θαύμα», είπε μια μέρα η πεταλούδα συζητώντας με την καλή της φίλη την αρκούδα.

Όμως δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι. Και το παιδί της ιστορίας μας θα δώσει μια υπόσχεση στα ζώα και στα πουλιά του δάσους, που τόσο αγαπά.

Η υπόσχεση του παιδιού είναι η υπόσχεση κάθε παιδιού και κάθε νέας γενιάς να φτιάξουν έναν κόσμο καλύτερο. Έναν κόσμο όπου θα υπάρχει σεβασμός και αγάπη για όλα τα πλάσματα πάνω στη γη, γιατί κάθε ζωντανή ύπαρξη είναι μοναδική και πολύτιμη.

Κάθε συζήτηση με την Ερη Ρίτσου είναι απολαυστική. Η συγγραφέας, που γεννήθηκε το 1955 στο Bαθύ και μεγάλωσε στο Kαρλόβασι της Σάμου, κόρη της γιατρού Γαρυφαλιώς Γεωργιάδου-Pίτσου και του ποιητή Γιάννη Pίτσου, περνά πλέον τον περισσότερο καιρό στο νησί, ως συνταξιούχος. Εκεί, μετέχει στην πολιτική και κοινωνική ζωή, κολυμπά τη θάλασσα και φροντίζει ζωάκια που δεν παίρνουν φροντίδα από αλλού.

Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και εργάστηκε στην Eθνική Tράπεζα της Eλλάδας. Έχει μια κόρη, τη Λητώ, και πολλούς καλούς φίλους, όπως λέει η ίδια.

– Η υπόσχεση του παιδιού, είναι για παιδιά 4 ετών και άνω. Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να απευθύνεται κανείς σε τόσο μικρές ηλικίες. Σε παιδιά που μόλις γνωρίζουν τον κόσμο γύρω τους και έχουν μόλις κατακτήσει τη γλώσσα. Θυμάστε την κόρη σας 4 ετών;

Και την κόρη μου θυμάμαι και μπορώ να πω, κι ας ακουστεί υπερβολικό, πως και τον εαυτό μου θυμάμαι σε κείνη την ηλικία. Και ναι, έχετε δίκιο, τα παιδιά βρίσκονται στα πρώτα στάδια ανακάλυψης του κόσμου γύρω τους και σίγουρα το όργανο επικοινωνίας τους, η γλώσσα, δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένο,  όμως διαθέτουν ένα εκπληκτικό αισθητήριο που τους επιτρέπει να αντιλαμβάνονται ακόμα και τα πράγματα που θεωρητικά δεν θα τους είναι κατανοητά.  Επιπλέον στις μέρες μας έχει αλλάξει πολύ ο τρόπος με τον οποίο μεγαλώνουν τα παιδιά.  Στα χρόνια που εγώ ήμουν παιδί, ο κόσμος των μεγάλων ήταν αποκλεισμένος για τα παιδιά.  Όταν η γιαγιά μου είχε επισκέψεις στο σπίτι εμένα με έστελναν να παίξω.  Σήμερα τα παιδιά συμμετέχουν στη ζωή των ενηλίκων και τόσο οι κοινωνικές αλλαγές όσο και η είσοδος της τεχνολογίας στη ζωή μας τους προσφέρουν πολύ περισσότερες παραστάσεις από πολύ μικρή ηλικία. Δε νομίζω λοιπόν πως παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερη δυσκολία ο τρόπος με τον οποίο απευθύνεται κανείς σε τόσο μικρά παιδιά.  Ουσιαστικά είναι σαν να απευθύνεσαι σε ενήλικες απλώς λες αυτά που θες να πεις με πιο απλό λεξιλόγιο.  Δε θα χρησιμοποιήσεις για παράδειγμα το ρήμα «επιδαψιλεύω» για να πεις πως ο κυρ Αρκούδος πρόσφερε πλουσιοπάροχα στην κυρά Αρκούδα του όλα τα καλά του δάσους.  Γράφεις απλώς πως ο κυρ Αρκούδος ήταν καλός κουβαλητής και φρόντιζε να μη λείπει τίποτα απ’ την αγαπημένη του κυρά Αρκούδα.

– Διάβασα στα σχόλια στο fb ότι κάποια διαδικτυακή σας φίλη δηλώνει πως το αγόρασε για τα εγγόνια της που ζουν στο εξωτερικό και χαίρεται που μαθαίνουν τη γλώσσα από εσάς. Φαντάζομαι, όπως και ο πατέρας σας, δεν κάνατε καμία έκπτωση στις λέξεις…

 

Νομίζω πως κανένας μας δεν κάνει εκπτώσεις στις λέξεις γιατί αλλιώς δε θα μπορούσε να πει αυτά που θέλει να πει.  Απλώς, όπως είπα και πιο πάνω, φροντίζει ώστε οι λέξεις που χρησιμοποιεί να είναι κατανοητές απ’ τα παιδιά και, που και που, βάζει στο κέντημα και καμμιά πιο «δύσκολη» λέξη, που ο γονιός  ή ο παππούς που τους διαβάζει το παραμύθι θα εξηγήσει στα παιδιά, πλουτίζοντας έτσι το λεξιλόγιό τους.  Όσο για το σχόλιο της φίλης στο Facebook είναι απ’ αυτά που μου προξενούν μεγάλη χαρά, γιατί φυσικά είναι μεγάλη χαρά να σου λένε πως αυτά που γράφεις, εκτός από διασκεδαστικά είναι και χρήσιμα για τα παιδιά.

– Η φιλία μιας αρκούδας και μιας πεταλούδας δεν είναι βέβαια κάτι συνηθισμένο. Σας ελκύει ο σουρεαλισμός, που, άλλωστε βρίσκουμε και στα παραδοσιακά παραμύθια;

Μα το ωραίο στα παραμύθια είναι πως τίποτα παράξενο ή απίθανο δεν είναι αφύσικο.  Η άμαξα μπορεί να γίνει κολοκύθα τα μεσάνυχτα και το ζυμάρι να γίνει παιδάκι.  Μια πεταλούδα μπορεί να είναι φίλη με μιαν αρκούδα και να δείχνει πως πλάσματα εντελώς διαφορετικά μπορεί να συνδέονται με φιλία, ακριβώς όπως και τα παιδάκια στο σχολείο μπορεί να είναι φίλοι με άλλα παιδάκια που έρχονται από άλλες χώρες, άλλους πολιτισμούς, με άλλη γλώσσα ή άλλο χρώμα.  Η φιλία έχει να κάνει με τα κοινά που μας συνδέουν τελικά κι όχι με το αν φαινόμαστε διαφορετικοί στη μορφή.

– Στη συνέχεια του βιβλίου, ένα μικρό παιδί συναντιέται με την πεταλούδα και της δίνει μια υπόσχεση για όλα τα ζώα και τα πουλιά του δάσους, που τόσο αγαπά ότι θα φτιάξουν έναν κόσμο καλύτερο. Εξακολουθείτε, δηλαδή, να πιστεύετε στον άνθρωπο. Εννοείται πως παίζει ρόλο και η ιδεολογία σας. Πώς παντρεύετε την τελευταία με τη δημιουργία σας;

Ανεξαρτήτως ιδεολογίας δεν υπάρχει κανείς γονιός που να θέλει τα παιδιά του να μεγαλώσουν σε ένα κόσμο χειρότερο από αυτόν που ζούμε.  Όλοι ονειρευόμαστε έναν κόσμο καλύτερο για τις μελλοντικές γενιές.  Η ιδεολογία έχει να κάνει με το πώς θεωρούμε πως θα είναι καλύτερος αυτός ο μελλοντικός κόσμος.   Αν το δει κανείς αντικειμενικά, χωρίς προκαταλήψεις, θα αντιληφθεί πως βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου είναι να πάψει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.  Η απλή αυτή αλήθεια όμως θολώνεται από χιλιάδες ψέματα που κατασκευάζονται για να μπερδέψουν τα πράγματα.

Είμαι σίγουρη πως όποιος κι αν ρωτηθεί αν του αρέσει να τον εκμεταλλεύονται θα απαντήσει αρνητικά.  Είμαι σίγουρη πως όποιος κι αν ρωτηθεί αν είναι διατεθειμένος να πολεμήσει και να πεθάνει για ν’ αποκτήσει η τάδε ή η δείνα εταιρεία τον ορυκτό πλούτο της Ουκρανίας, θα απαντήσει αρνητικά.  Όμως κανένας δε θα κάνει τέτοιες ερωτήσεις.  Αντίθετα θα μιλήσουν στον κόσμο για «ευκαιρίες» και για «πατρίδες».

Ναι, πιστεύω στον άνθρωπο.  Πιστεύω στο καλό που έχουμε μέσα μας.  Λίγο μόνο ν’ ακονίσουμε το μυαλό μας, λίγο μόνο ν’ αποκτήσουμε μια πιο καθαρή ματιά…  Ξέρετε γράφοντας ή κάνοντας πράγματα βγάζει κανείς αυτό που έχει μέσα του.  Έτσι στα παραμύθια μου δεν υπάρχει «πάντρεμα» ιδεολογίας και δημιουργίας.  (Η τέλεση γάμου απαιτεί προετοιμασίες και προσπάθεια.)  Υπάρχει απλώς αυθόρμητη έκφραση των ανησυχιών και της πίστης μου.

– Χρειάστηκε προσπάθεια για να μη γίνει το παραμύθι διδακτικό ή το βγάζετε αυθόρμητα, ως χαρακτήρας;

Δεν «το ‘χω» με τη διδαχή και τις συμβουλές.  Δεν δίνω ποτέ συμβουλές σε κανένα και δεν έδωσα ποτέ στην κόρη μου.  Έλεγα απλώς πάντα την άποψή μου και το τι πίστευα εγώ πως είναι καλύτερο να γίνεται σε κάθε περίπτωση κι έλεγα στο παιδί μου να το σκεφτεί.  Φυσικά ο γονιός βάζει όρια.  Όμως ποτέ δεν έβαλα κάποια απαγόρευση χωρίς να εξηγήσω τους λόγους.  Στα παιδιά δεν λειτουργεί το «θα το κάνεις επειδή στο λέω» λειτουργεί πως «θα το κάνεις γι’ αυτό και γι’ αυτό τον λόγο». Οσο για τις συμβουλές, δυστυχώς η πείρα δεν μεταφέρεται.  Αν γινόταν αυτό θα είχαμε όλοι μας γλυτώσει από πολλούς μπελάδες αλλά κανείς «παθαίνει για να μάθει».  Έχοντας αυτό στο νου μου και στα παραμύθια μου λέω με όσο πιο διασκεδαστικό τρόπο μπορώ αυτά που εγώ πιστεύω ελπίζοντας πως τα παιδιά θα βρουν στα λόγια μου αυτά που τους ταιριάζουν, θα τα ζυμώσουν μέσα τους και θα κρατήσουν ό,τι είναι καλό γι’ αυτά.

– Σας έλεγαν παραμύθια ο πατέρας και η μητέρα σας; Ειδικά εκείνος, τα παρουσίαζε όπως τα ξέρουμε ή έκανε και δικές του «παρεμβάσεις;»

Δούλευαν και οι δυο τους πάρα πολύ και δεν είχαν ελεύθερο χρόνο.  Τα βράδια όταν η μητέρα μου γύρναγε σκοτωμένη απ’ τις επισκέψεις στους εξωτερικούς ασθενείς, μου διάβαζε παραμύθια όσο δεν ήμουν σε θέση να διαβάσω μόνη μου.  Μέσα στη μέρα αγγάρευα τους παππούδες να κάνουν αυτή τη δουλειά.  Όσο για τον πατέρα μου, ζούσαμε μακριά και μόνο όταν πήγαινα στην Αθήνα άκουγα μαγνητοφωνημένο σε ένα μεγάλο μαγνητόφωνο με μπομπίνες το παραμύθι που έλεγε σε συνέχειες στο βαφτιστήρι του τον Φώτη, «Η αρκούδα με τα μπικουτί».  Όταν  ο πατέρας μου ερχόταν στη Σάμο, υπήρχαν πιο ενδιαφέροντα πράγματα να κάνουμε.  Με μάθαινε τους χορούς που ήταν της μόδας στην Αθήνα, όπως τσα τσά και χάλι γκάλι και με μάθαινε να ζωγραφίζω.

– Η εικονογράφηση, τόσο ταιριαστή για το βιβλίο σας, τι του προσθέτει;

Η εικονογράφηση είναι βασικό συστατικό στα παιδικά βιβλία.  Είναι αυτή που αναδεικνύει το παραμύθι και το κάνει πιο ελκυστικό.  Ειδικά στις μέρες μας όπου ζούμε την κυριαρχία της εικόνας, το παιδί γοητεύεται από την εικόνα που βλέπει πριν ακούσει το λόγο. Υπήρξα πολύ τυχερή με τη ζωηρή, φωτεινή, χαρούμενη εικονογράφηση της Έρσης Σπαθοπούλου, που με τα χρώματά της ζωηρεύει τον λόγο μου και την ευχαριστώ γι’ αυτό.

– Και τώρα, τι γράφετε;

Τώρα τεμπελιάζω κατά την προσφιλή μου συνήθεια.

(σ.σ. αυτό το τελευταίο, μη το πάρετε τοις μετρητοίς. Ολο και κάτι λογοτεχνικό ή μη «σκαρώνει» πάντοτε…)

Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ