today-is-a-good-day
14.5 C
Athens

Τα μουσεία «παγώνουν» παγκοσμίως, λόγω του κόστους ενέργειας

Το κόστος ενέργειας παγκοσμίως, «δαγκώνει» και τα μουσεία αρχίζουν να προβληματίζονται. Είναι αλήθεια πως κάθε  έκθεμα απαιτεί διαφορετικές  συνθήκες, θερμοκρασίας, φωτισμού, υγρασίας, για να παραμένει σε καλή κατάσταση. Αλλά, αυτά τα ενεργοβόρα συστήματα που εφαρμόζονται, ώστε το κλίμα σε κάθε αίθουσα, σε κάθε  προθήκη, να είναι σταθερό, κοστίζουν πλέον τρομακτικά. Τι να κάνουν λοιπόν;

Ο προβληματισμός δεν αφορά, προς το  παρόν τουλάχιστον, στα ελληνικά μουσεία, καθώς το κράτος καλύπτει τα έξοδα, αφορά όμως σε όλα τα μεγάλα μουσεία ανά την υφήλιο. «Οι διαχειριστές των μουσείων στην Ευρώπη (σ.σ. τα Διοικητικά Συμβούλια) αναρωτιούνται πλέον αν οι κανόνες για τη συντήρηση εκθεμάτων πρέπει να είναι τόσο αυστηροί» λένε οι New York Times.

Από τότε που ιδρύθηκαν τα πρώτα δημόσια μουσεία τον 18ο αιώνα, ένας από τους κύριους ρόλους τους ήταν η προστασία των έργων τέχνης και των αντικειμένων που εκθέτουν. Στις μέρες μας, πολλά από αυτά τα ιδρύματα απασχολούν ομάδες άριστα εκπαιδευμένων συντηρητών για να διασφαλίσουν ότι οι παλιοί  πίνακές τους δεν θα ξεφτίσουν, τα μεταλλικά γλυπτά τους δεν θα σκουριάσουν και τα ξύλινα αντικείμενα τους δεν θα μουχλιάσουν.

Τα περισσότερα δυτικά μουσεία έχουν επίσης εγκαταστήσει ακριβά και πολύπλοκα συστήματα κλιματισμού για να βοηθήσουν στη διατήρηση των έργων. Αυτές οι τεχνολογίες που καταναλώνουν ενέργεια, συμπεριλαμβανομένων των κλιματιστικών μονάδων και των αφυγραντήρων, συνήθως λειτουργούν 24 ώρες το 24ωρο, σημειώνει η εφημερίδα.

Και τώρα, έχουμε δύο κακά προς αντιμετώπιση: τα συστήματα αυτά, βλάπτουν το κλίμα, πρώτον. Η ενέργεια είναι πολύ ακριβή, δεύτερον.

Το Guggenheim Bilbao επί παραδείγματι, αποφάσισε να επιτρέψει λιγότερη χρήση μηχανημάτων κλιματισμού και υγρασίας και προβλέπει ότι θα εξοικονομήσει περίπου 21.800 δολάρια το μήνα. Ποσό καθόλου μικρό εάν πολλαπλασιαστεί επί 12. Δεν θα έχουν πρόβλημα και στις επόμενες εκθέσεις τους- αν εξαιρεθεί ένας πίνακας του Κοκόσκα, για τον οποίο το μουσείο που θα τον δανείσει θέτει όρους σταθερού κλίματος. Το Μουσείο αποφάσισε πως δεν θα κάνει πίσω, και στην ανάγκη δεν θα τον δανειστεί.

Αλλα μεγάλα μουσεία, όπως το Rijksmuseum, στην Ολλανδία, χαλάρωσε επίσης τα πρότυπά του, αφού, όμως, έκανε μήνες δοκιμών, οι οποίες απέδειξαν πως οι αλλαγές αυτές δεν θέτουν σε κίνδυνο αντικείμενα που βρίσκονται στη φροντίδα τους.

Ωστόσο, στις αίθουσες των περιοδικών εκθέσεων, όπου υπάρχουν δάνεια από άλλα μουσεία, εξακολουθούν να ισχύουν τα παλιά, αυστηρά πρότυπα. Οι συμφωνίες δανείου με άλλα μουσεία και ιδιώτες συλλέκτες σημαίνουν ότι αυτές οι γκαλερί πρέπει να παραμείνουν με αυστηρά ελεγχόμενο κλίμα, εμποδίζοντας τα ιδρύματα στην προσπάθειά τους να μειώσουν τους λογαριασμούς ενέργειας και τις εκπομπές ρύπων.

Το 2021, το Πρωσικό Ίδρυμα Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ο οργανισμός που διαχειρίζεται πολλά από τα μεγάλα μουσεία του Βερολίνου, ανακοίνωσε τον στόχο να γίνουν αυτά ουδέτερα ως προς το αποτύπωμα άνθρακα μέχρι το 2035 — που σημαίνει ότι τα μουσεία του θα πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων κλιματισμού. Ο Gero Dimter, αντιπρόεδρος του ιδρύματος, είπε ότι καθώς οι τιμές της ενέργειας εκτινάχτηκαν στα ύψη στη Γερμανία, τα μουσεία του μείωσαν τους θερμοστάτες τους περίπου στους 19 βαθμούς Κελσίου. Αλλά αυτό δεν μπορούσε να εφαρμοστεί στις αίθουσες με δανεικά εκθέματα.

Πέρυσι, το μουσείο Gemäldegalerie  δεν μπόρεσε να μειώσει τις θερμοκρασίες σε μια έκθεση έργων του Ντονατέλλο, λόγω δανειακών συμβάσεων.

Η ιδέα ότι η τέχνη πρέπει να εκτίθεται σε περιβάλλον ελεγχόμενο από το κλίμα είναι σχετικά νέα, λέει ο Southwick, πρώην συντηρητής λίθου στα Μουσεία του Βατικανού. Αριστουργήματα κρέμονταν σε μη θερμαινόμενες εκκλησίες ή παλάτια, είπε. Μερικά από τα πρώτα μουσεία που υιοθέτησαν τεχνολογίες ελέγχου του κλίματος ήταν στις Ηνωμένες Πολιτείες, με την Πινακοθήκη του Πανεπιστημίου Yale να εγκαθιστά ένα σύστημα θέρμανσης με ατμό το 1874.

Οι έλεγχοι θερμοκρασίας και υγρασίας έγιναν κοινός τόπος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πρόσθεσε,  ειδικά όταν συντηρητές στο Βρετανικό Μουσείο και την Εθνική Πινακοθήκη στο Λονδίνο, δημοσίευσαν μια σειρά από βιβλία με μεγάλη επιρροή που προδιαγράφουν τις συνθήκες για την προστασία των αριστουργημάτων σε αυτή την ψυχρή, υγρή πόλη. Σύντομα, αυτά τα ιδανικά «βγήκαν εκτός πλαισίου και εφαρμόστηκαν παντού», είπε, προσθέτοντας ότι τελικά έγιναν το πρότυπο για τα δάνεια μουσείων.

Τώρα, τα μουσεία στην Αυστραλία και τη Νιγηρία πρέπει να πληρούν τα ίδια πρότυπα με τα μουσεία στο Λονδίνο και το Πίτσμπουργκ για να δανειστούν έργα, είπε ο Southwick, παρόλο που τα κλίματα σε αυτά τα μέρη είναι εντελώς διαφορετικά.

Τον Δεκέμβριο, η βρετανική κυβέρνηση, ανέστειλε τις ελάχιστες απαιτήσεις θερμοκρασίας για μουσεία που χρηματοδοτούνται από το κράτος. Στόχος, η περικοπή δαπανών κατά τη διάρκεια ενός κρύου χειμώνα. Η αναστολή, η οποία διαρκεί έως τις 31 Μαρτίου, «δεν αναμενόταν να έχει αρνητικό αντίκτυπο στις εισπράξεις και στα δανειακά στοιχεία», δήλωσε κυβερνητικός εκπρόσωπος σε δήλωση. (Ναι, το Βρετανικό Μουσείο είναι ανάμεσα σε αυτά…)

Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ