today-is-a-good-day
12.9 C
Athens

Μια ιστορία από τη Μακεδονία: Ο Τέλος Άγρας

*Γράφει ο ιστορικός Στέφανος Καβαλλιεράκης 

Αν ο Παύλος Μελάς είναι η πιο εμβληματική μορφή του Μακεδονικού Αγώνα, ο Τέλος Άγρας ή Καπετάν Άγρας ή Σαραντέλος ή Σαράντος Αγαπηνός απο τους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας αλλά γέννηση στο Ναύπλιο το 1880 είναι η μορφή που ενσωμάτωσε τον Μακεδονικό Αγώνα στο δημόσιο ιστορικό υποσυνείδητο αφού είναι ο κεντρικός πρωταγωνιστής στα Μυστικά του Βάλτου της Π. Δέλτα.

Ανήκει στη περίφημη φουρνιά ευέλπιδων των αρχών του 20ου αιώνα δλδ στη φουρνιά των αξιωματικών που εντάχθηκαν στο στράτευμα μετά τον “ατυχή” πόλεμο του 1897 και την ταπεινωτική ήττα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η γενιά εκείνη των αξιωματικών έψαχνε τρόπο να εξιλεωθεί και η ενεργή εμπλοκή της στο Μακεδονικό έμοιαζε το κατάλληλο πεδίο.

Στη Μακεδονία πήγε εθελοντικά κατόπιν επανειλημμένων δικών του προσπαθειών, ενώ οι ανώτεροί του δεν του έδιναν άδεια, λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Τελικά τού έδωσαν την άδεια. Τον Σεπτέμβριο του 1906, αυτός αρχηγός με καπετάνιο τον Γεώργιο Τηλιγάδη και δώδεκα ευζώνους Ρουμελιώτες φεύγουν με ιστιοφόρο από το Τσάγεζι (το σημερινό Στόμιο) της Λάρισας για τη Μακεδονία.

 

Μαζί με το σώμα του Άγρα, το Γενικό Προξενείο Θεσσαλονίκης αποστέλλει στη λίμνη των Γιαννιτσών δύο ακόμα νεοσυγκροτηθέντα ελληνικά σώματα, τα σώματα του Υπολοχαγού του Πεζικού Σάρρου Κωνσταντίνου (Κάλα) και Ανθυποπλοίαρχου Δεμέστιχα Ιωάννη (Νικηφόρου) με εικοσιπέντε άνδρες ο καθένας. Πρωταρχική αποστολή των σωμάτων ήταν η απομάκρυνση των βουλγαρικών συμμοριών από τη λίμνη, οι οποίες είχαν εγκατασταθεί με ισχυρές δυνάμεις στο νοτιοδυτικό τμήμα της, έτσι ώστε να μπορεί να αποτελέσει βάση εξόρμησης και κέντρο ανεφοδιασμού των ελληνικών σωμάτων για τις περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας. Έδρα και ορμητήριο του θα έχει την Λίμνη των Γιαννιτσών. Ο Άγρας ανέλαβε να εκδιώξει τους Κομιτατζήδες από τον Βάλτο.

Ο Τ. Άγρας ανάμεσα στον Υπολοχαγό του Πεζικού Σάρρο Κωνσταντίνο (Κάλα) και τον Ανθυποπλοίαρχο Δεμέστιχα Ιωάννη (Νικηφόρου) το 1906

Ο Βάλτος ήταν μία τεράστια περιοχή 100 τετραγωνικών χιλιομέτρων νότια των Γιαννιτσών. Λάσπη, πυκνοί καλαμιώνες μαζί με βούρλα και ραγάζι, ψηλό ως δύο μέτρα. Τα φυλλώματα των φυτών ήταν τόσο πυκνά που δεν έβλεπες πέρα από λίγα μέτρα. Κουνούπια, ψάρια, χέλια, αλλά και βατράχια και βδέλλες, το κάθε είδος κατά μυριάδες, αποτελούσαν τον πλούτο του βυθού. Νερόκοτες, αγριόπαπιες, αγριόχηνες και άλλα υδρόβια πουλιά έβρισκαν άσυλο στη λίμνη. Ο βούρκος ανέδυε αναθυμιάσεις αποπνικτικές. Η ζωή μέσα στη λίμνη ήταν πραγματικό μαρτύριο. Το καλοκαίρι οι ελώδεις πυρετοί οργίαζαν. Δεν υπήρχε κάτοικος της λίμνης που να μην έχει προσβληθεί. Οποιοσδήποτε μετά από λίγους μήνες έφευγε απ’ το Βάλτο με θανατηφόρο ελονοσία και τους ρευματισμούς, που γρήγορα τον οδηγούσαν στο θάνατο ή τον κάρφωναν για πολλά χρόνια στο κρεβάτι του πόνου και της φθοράς. Γι’ αυτό κανένας Μακεδονομάχος, λένε, δεν είχε αντέξει να μείνει στη Λίμνη των Γιαννιτσών πάνω από έξι μήνες, εκτός από τον ντόπιο οπλαρχηγό, τον Καπετάν Γκόνο Γιώτα, που άντεξε μέσα εκεί όλα τα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα.

Οι Βούλγαροι μετά την αποτυχία της Επανάστασης του Ίλιντεν το 1903 που πνίγηκε στο αίμα από τους Τούρκους, καταδιωκόμενοι από τα τουρκικά αποσπάσματα βρήκαν καταφύγιο στη λίμνη. Έτσι σιγά σιγά εκτόπισαν τους ντόπιους ψαράδες. Ο Άγρας, λοιπόν, ανέλαβε να τους εκδιώξει από το Βάλτο. Προκαλώντας τους να αναμετρηθούν μαζί του, κατάφερε να καταλάβει την περίφημη Καλύβα των Βουλγάρων, γνωστή με το όνομα Κούγκα. Με την βοήθεια του ντόπιου σώματος τού καπετάν Γκόνου Γιώτα, πρόσβαλε το Ζερβοχώρι που ήταν το ορμητήριο των Κομιτατζήδων.

Στις 14 Νοεμβρίου του 1906 εξορμά για να καταλάβει την κεντρική Βουλγάρικη Καλύβα του Ζερβοχωρίου. Καθώς όμως δεν είχε επαρκή δύναμη για να προκαλέσει αντιπερισπασμό στις γειτονικές βουλγάρικες καλύβες, βρέθηκε ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά, οι απώλειες ήταν τρεις σύντροφοι του Άγρα νεκροί και τρεις τραυματίες, καθώς και ο ίδιος ο Άγρας, ο οποίος τραυματίστηκε στον δεξιό ώμο και στο δεξί χέρι.

Τελικά πέφτει θύμα της παγίδας του βοεβόδα Ζλατάν ο οποίος δήθεν ήθελε να προσχωρήσει στην ελληνική πλευρά και τον είχε προσεγγίσει για αυτό το σκοπό μέσω του Ναουσαίου εμπόρου Ζαφείριου Λόγγου εκ των βασικών χρηματοδοτών του Μακεδονικού Αγώνα. Ακολούθησαν αρκετές συναντήσεις των δύο αντρών πριν την τελευταία συνάντηση της 3ης Ιουνίου του 1907. Εκείνη τη μέρα, οι κομιτατζήδες της ΕΜΕΟ, Κασάπτσε, Χαντούρη και Ζλατάν, παραβαίνοντας τις συμφωνίες, συνέλαβαν τον Άγρα και τον Ναουσαίο οπλαρχηγό Αντώνη Μίγγα, ενώ οι υπόλοιποι από τη συνοδεία αφέθηκαν αργότερα ελεύθεροι. Τους διαπόμπευσαν ως δήθεν αιχμαλώτους, δεμένους και ξυπόλυτους, στα χωριά της περιοχής, με σκοπό να αναπτερώσουν το ηθικό των κομιτατζήδων.

Ο Τ. Άγρας και ο Α.Μίγγας νεκροί

Τη νύχτα της 7ης Ιουνίου, τους απαγχόνισαν μεταξύ των χωριών Τέχοβο (Καρυδιά) και Βλάδοβο (Άγρας). Το γεγονός τάραξε τους Έλληνες και έδωσε νέα ώθηση στον Μακεδονικό αγώνα καθώς ο θάνατος του θεωρήθηκε προδοτικός .
Η λαϊκή παράδοση κατέγραψε τον θάνατο του Τέλλου Άγρα με πολλά τραγούδια ακόμα και με σλαβόφωνα μοιρολόγια.

«Νέμας μάικα, ζλάτνο τσέτνο, να τα πλάτσι; (Δεν έχεις μάνα, γλυκό παιδί, για να σε κλάψει;)
Νέμας σέστρα, ντα τα ζάλια; (Δεν έχεις αδερφή, να σε πενθήσει;)»

Αλλά και «Μην είδατε τον αρχηγό, τον καπετάνιο Άγρα;
Εψές προψές τον είδαμε στης Νιάουσας τα μέρη,
Γιώργης Χασαπ’ ς, τον γέλασε και μηαμπεσιά τον κάναν,
Κι απάνω εις το Βλάντοβο στην καρυδιά τον βαλαν,» .

Τα λόγια του Ζαχαρία Παπαντωνίου για τον χαμό του Άγρα παραμένουν όμως ιδιαίτερα συγκινητικά:
Τα περιστέρια ένα πρωί δεν είχανε χαρά ήταν στην στέγη ενός σπιτιού και κλαίγανε και στο διαβάτη λέγανε: Αλίμονο που χάσαμε δύο ανήσυχα φτερά! Να μην τα πήρε ο άνεμος; Μην ξαποσταίνουν κάπου; Μην έπεσαν στη γης; Τ’ αδέρφι μας δεν φαίνεται και τώρα πως θα πάμε; Άσπρο καράβι, όλα μαζί, στον αέρα της αυγής; Κι ένας μικρός κορυδαλλός τραγούδησε απ’ το ύψος. Να μην το περιμένετε, τι δεν θα ξαναρθή . Πολύν καιρό εχάρηκεν αξένοιαστο μαζί σας, μα ήρθεν η ώρα της οργής, η ώρα να υψωθή. Περιστεράκι μια βραδυά κοιμήθηκ’ αυτού κάτου, και την αυγή εξύπνησε αητός. Έχετε γειά ! Πήγε ψηλά κι ευφραίνει τα ματωμένα του φτερά στη βρύση του φωτός. …

 

*Ο Στέφανος Καβαλλιεράκης είναι ιστορικός, Δρ. Μεσογειακών και Ανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ