28.8 C
Athens

«Αντίο» στον Βασίλη Παπαβασιλείου που «σφράγισε τα θεατρικά μας δρώμενα επί μισόν αιώνα»

Ηταν ένας από τους δύο ανθρώπους που καθόρισαν τη γενιά του και που άφησαν το στίγμα τους ανεξίτηλο. Ο Βασίλης Παπαβασιλείου, ένας από τους σημαντικότερους ανθρώπους του θεάτρου, έσβησε σε ηλικία 76 ετών. Ο Λευτέρης Βογιατζής κι εκείνος ήταν ορόσημα σε αυτή την τέχνη ων ερημιτών, των ασκητών, των βαθιά φωτισμένων. Η απώλεια και του δεύτερου πλέον, είναι ανυπολόγιστη.

Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, στην δήλωσή της μίλησε για «την απώλεια του Βασίλη Παπαβασιλείου, ενός μετεωρικού διανοητή, που καταλείπει πλατύ και βαθύ αποτύπωμα. Μαθητής του Κουν, ο Βασίλης Παπαβασιλείου σφράγισε, ως σκηνοθέτης, ηθοποιός και θεατρικός δάσκαλος, τα θεατρικά μας δρώμενα,  τον τελευταίο μισό αιώνα».

Μια σπάνια περίπτωση ανθρώπου, πολιτικά ενεργού,  ο Βασίλης Παπαβασιλείου αφήνει τεράστια παρακαταθήκη. Εμβληματική φιγούρα του θεάτρου μας, έπαιξε, σκηνοθέτησε, έγραψε, μετέφρασε, όλα με μεγάλη επιτυχία. Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, παρόλα αυτά επέμενε να είναι  «παρών»- όσο γινόταν. Βαθύτατα στοχαστικός, κριτικός ακόμα και σαρκαστικός, ευφυής και ταπεινός, αφοσιωμένος χωρίς περισπασμούς και όμως δηλώνοντας με τον δικό του τρόπο την παρουσία του στο «γίγνεσθαι» είναι από εκείνους που ήταν, παραμένουν και θα παραμείνουν αναντικατάστατοι.

Τον Μάιο του 2023, σε συνέντευξη του στην «Καθημερινή», είχε αναφερθεί στις ρίζες του: «Κατάγομαι από γονείς προσφυγικής γενιάς… Ο παππούς μου, από την πλευρά του πατέρα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωσή μου. Ήταν αρχιμανδρίτης και με έπαιρνε μαζί του στο ιερό. Όταν κάποιες Πόντιες διαμαρτυρήθηκαν πως “ο μικρός είναι λαϊκός, επιτρέπεται να μπαίνει στο ιερό;”, εκείνος απάντησε: “Μακάρι κι εμείς που εισερχόμεθα επισήμως να είχαμε την καθαρότητα της ψυχής του”».

Και στη LIFO έλεγε: «Ο παππούς μου ήταν συνομιλητής μου μέχρι τα 15 μου χρόνια, διότι ήρθε από τον Πόντο κουβαλώντας στο μπαούλο της προσφυγιάς τις εκδόσεις της Λειψίας: Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Αριστοφάνη με τη σφραγίδα “βιβλιοπωλείων Γεωργιάδου εν Τραπεζούντι, 1840”. Ήταν, δηλαδή, εξωελλαδίτης Έλληνας με μια ιδιαίτερη αδυναμία στη γλώσσα. Η σχέση μου μαζί του καθόρισε τη μετέπειτα πορεία μου. Ο άλλος άνθρωπος που θαύμαζα και λειτούργησε ως μοχλός τροποποίησης της ζωής μου ήταν ο Κουν. Γι’ αυτό πρέπει να θαυμάζουν οι άνθρωποι, για να ζήσουν πολλές ζωές μες στη ζωή τους. Διαφορετικά, ζεις μία ζωή και ούτε καν ολόκληρη, ζεις κλάσματα.»

Από την παιδική του ηλικία θυμόταν «την έλλειψη του ηλεκτρικού. Όχι ως στατικό στοιχείο της εμπειρίας της ζωής αλλά ως κάτι κατ’ εξαίρεσιν συνδεδεμένο με τις θερινές διακοπές στο χωριό της μητέρας και του πατέρα μου, που βρισκόταν στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, τα Κάτω Πορόια. Ήταν ένα στοιχείο που έβαζε τα πράγματα στη θέση τους, όταν το φυσικό φως τελείωνε και κάποιος έπρεπε να ανάψει τη λάμπα του πετρελαίου, κάτι πολύ διαφορετικό από το να ανάψεις απλώς έναν διακόπτη ηλεκτρικού. Είναι κάτι το οποίο φτιάχνει μια αίσθησης σύναξης, κοινότητας ανθρώπων. Το γεγονός ότι δεν ακούς δυνατές φωνές, ακούς χαμηλόφωνο τόνο, είναι πολύ ωραίο γιατί υπογραμμίζει το κουκούλιασμα και αναδεικνύει, επίσης, τη σημασία της φωνής.

Είναι μια αξία η φωνή. Για μένα όλο αυτό συνδεόταν με τον κύκλο της ημέρας: γυρίζουν τα ζώα από τη βοσκή, ακούγονται τα κουδούνια των αγελάδων και κλείνει ο κύκλος, ο οποίος, τηρουμένων των αναλογιών, είναι μια συμπύκνωση του κύκλου της ζωής. Και ήταν κάτι που με στιγμάτισε.»

Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1949, ο Παπαβασιλείου ξεκίνησε τις σπουδές του στην Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, όμως σύντομα τον κέρδισε η τέχνη της υποκριτικής. Εγγράφηκε στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, του μέγιστου Καρόλου Κουν, και αφιερώθηκε στο θέατρο.

Έδωσα εξετάσεις και πέρασα στην Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο τρίτο έτος λέω «δεν γίνεται, δεν μπορώ να συνεχίσω έτσι, άρα πρέπει να γίνει κάτι, πρέπει να ληφθούν κάποιες αποφάσεις», έλεγε στη LIFO. Την εποχή εκείνη και οι δικοί μου είχαν έρθει στην Αθήνα γιατί ο πατέρας μου είχε τοποθετηθεί στο υπουργείο, στην κεντρική υπηρεσία, και τους είπα «θα πάω στη δραματική σχολή». Είχα τελειώσει το δεύτερο έτος της Ιατρικής. Δεν ξέρω πόσο ευχάριστα ένιωσαν, φαντάζομαι πως θα είχαν μια αγωνία για τα πράγματα, αλλά δεν έφεραν αντίρρηση. Η αγωνία ήταν το λιγότερο μια εποχή που τέτοιες επιλογές εθεωρούντο ανορθόδοξες ως όρος επαγγελματικής αποκατάστασης. Τελικώς, πήγα στη δραματική σχολή και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.

Και συνέχιζε : «Ηθοποιός έγινα γιατί δεν μπορούσα να γίνω πολιτικός και σκηνοθέτης επειδή δεν μπορούσα να γίνω συγγραφέας. Το ναυάγιο δύο κλίσεων οδήγησε σε μια τρίτη. Και στην περίπτωση τη συγγραφική και στην περίπτωση του ηθοποιού υπάρχει αυτό το στοιχείο, δηλαδή η ματαίωση μιας κλίσης παράγει μιαν άλλη. Η ειρωνεία είναι ότι τα τελευταία χρόνια εξετέθην και ως συγγραφέας. Ποτέ μη λες ποτέ, υπάρχει αυτό το στοιχείο που είναι η ζωή και είναι εδώ για να μας διαψεύσει. Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μη λες. • Στο θέατρο πήγα αρχικά ως αναγνώστης. Με απασχολούσε το έντυπο όταν ήμουν 12 χρονών και είχα πάει στο πρακτορείο εφημερίδων για να πάρω τη «Διάπλαση των Παίδων» ή το «Ελληνόπουλο». Εκεί είδα το περιοδικό «Θέατρο» του Κώστα Νίτσου που είχε ένα εντυπωσιακό εξώφυλλο offset του Γιώργου Βακιρτζή. Το αγόρασαν κι έγινα φανατικός αναγνώστης του περιοδικού. Αργότερα έγινα και συνεργάτης του ‒έκανα μεταφράσεις‒, τη δεύτερη περίοδό του, μετά τη Μεταπολίτευση.

Εν τω μεταξύ, είχα κάνει το βήμα και είχα βρεθεί στο Θέατρο Τέχνης, στη δραματική σχολή. Ήθελα να πάω να βρω τον άνθρωπο που ήταν πίσω από δύο παραστάσεις που με στιγμάτισαν. Μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο είδα στη Θεσσαλονίκη τους Πέρσες του Αισχύλου και τους Όρνιθες του Αριστοφάνη το 1965. Όταν τελικώς έκανα το βήμα και εδήλωσα στους δικούς μου ότι θα με ενδιέφερε να ασχοληθώ με το θέατρο, κλασικά οι άνθρωποι μου είπαν: «Γιατί υπάρχει αυτό το πράγμα; Δεν πρέπει να πας στο πανεπιστήμιο, όπως όλος ο καλός ο κόσμος, αφού τα παίρνεις τα γράμματα; Και άμα είναι, μετά, μπορείς να ασχοληθείς και με το θέατρο». Τελικά, υποχώρησαν.

Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, υπηρέτησε το θέατρο με πάθος και συνέπεια, χαράζοντας νέους ερμηνευτικούς και σκηνοθετικούς δρόμους. Σκηνοθέτησε περισσότερες από τριάντα παραστάσεις, από αρχαίους τραγικούς μέχρι σύγχρονους συγγραφείς, όπως ο Σοφοκλής, ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος, ο Μαριβώ, ο Πιραντέλλο, ο Χόρβατ, ο Αναγνωστάκης, ο Μανιώτης και πολλοί άλλοι. Παράλληλα, επιδόθηκε με την ίδια αφοσίωση στη μετάφραση σημαντικών έργων, δίνοντας νέα πνοή σε κείμενα σπουδαίων δημιουργών όπως ο Γκολντόνι, ο Μποντ, ο Μπαρτ και ο Σαντ.

Ιδιαίτερα γνωστές είναι παραστάσεις που έφεραν την προσωπική του σφραγίδα, όπως τα: Τους Ζυγούς Λύσατε (2019), Η Ελένη του Γιάννη Ρίτσου (2017), Relax… Μινώτης (2017), Σιχτίρ ευρώ, μπουντρούμ δραχμή… θα πεις κι ένα τραγούδι, Ιφιγένεια εν Ταύροις του Γκαίτε, Ο Τυχοδιώκτης (βασισμένος στον Χουρμούζη), Του Κουτρούλη ο γάμος (2012), Κύκλωψ (2013), καθώς και δύο οπερέτες του Θεόφραστου Σακελλαρίδη.

Παρέμενε κοντά στους νέους και δίδασκε στο Τμήμα Θεατρολογίας του ΕΚΠΑ: «Μου κάνει καλό που συναναστρέφομαι νέους. Όμως παρατηρώ ότι έχουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δολοφονεί την όρεξη» σημείωνε στην «Καθημερινή».

Ο Βασίλης Παπαβασιλείου είχε τιμηθεί με τον τίτλο του Ιππότη των Γραμμάτων και των Τεχνών από τη Γαλλική Δημοκρατία, με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού της Γαλλίας, αναγνωρίζοντας έτσι τη συμβολή του στην προώθηση του θεάτρου σε διεθνές επίπεδο.

Για την Ελλάδα τόνιζε: «Κινδυνεύουμε να διορθωθούμε, ενώ θα ‘πρεπε να παραμείνουμε σ’ έναν βαθμό δημιουργικά αδιόρθωτοι. Η Ελλάδα είναι ένα ανέκδοτο, με τη διπλή σημασία της λέξης: κάτι πρωτότυπο και κάτι αστείο· κάτι που παράγει γέλιο. Τι είναι εν τέλει; Ένα τσαμπί σταφύλι στην κληματαριά της Ευρώπης που ακουμπάει μες στο αλμυρό νερό. Αυτό είναι η Ελλάδα. Δες στον χάρτη, μια κληματαριά η Ευρώπη· το σταφύλι, η Ελλάδα. Έχει τα πόδια της στο νερό. Τούτο σου λέει πως η σταθερότητα σού απαγορεύεται. Η πραγματικότητά σου και η μοίρα σου έχουν να κάνουν με τη ροή, με τον κυματισμό. Δεν μπορούμε να βάλουμε φράχτη στη θάλασσα. Δεν γίνεται.»

-Είναι κι ο Οδυσσέας στη μοίρα μας, παρατήρησε ο συνεντευξιάζων Χρήστος Αγγελάκος.

«Βεβαίως. Και δίνει μάχη με τον Καραγκιόζη. Οι δύο πυλώνες του εθνικού μας φαντασιακού: ο Οδυσσέας και η κίνηση, ο Καραγκιόζης και το καλύβι του. Αυτός είναι ο ανοιχτός λογαριασμός με τον οποίο χτυπιόμαστε από καταβολής του ελληνικού κράτους: ο Οδυσσέας και ο Καραγκιόζης.»

Η δήλωση της Λίνας Μενδώνη

Πληροφορούμενη την απώλεια του Βασίλη Παπαβασιλείου, η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη έκανε την ακόλουθη δήλωση:

Ο Πολιτισμός μας θρηνεί την απώλεια του Βασίλη Παπαβασιλείου, ενός μετεωρικού διανοητή, που καταλείπει πλατύ και βαθύ αποτύπωμα. Μαθητής του Κουν, ο Βασίλης Παπαβασιλείου σφράγισε, ως σκηνοθέτης, ηθοποιός και θεατρικός δάσκαλος, τα θεατρικά μας δρώμενα,  τον τελευταίο μισό αιώνα. Με τη βαθύτατη καλλιέργειά του, τη σπάνια λόγια σκευή του, θεμελιωμένη στην πληρέστατη εποπτεία όλων των πεδίων της τέχνης, τη διαρκή επαφή του με κλασικά αλλά και ανακαινιστικά ρεύματα, και, κυρίως, με την ανυποχώρητη αφοσίωση στην ουσία, στις αρχές και στην αποστολή της Τέχνης, ο Βασίλης Παπαβασιλείου διαμόρφωσε μια απόλυτα διακριτή προσωπική θεατρική προσέγγιση.

Τη μετουσίωσε σε εμβληματικές παραστάσεις που άφησαν εποχή, μεταβάλλοντας σημαντικά τις  θεατρικές προσλήψεις του κοινού,  ταυτόχρονα δημιουργώντας νέες ορίζουσες για το θέατρο. Άνθρωπος που συνδύαζε, όσο λίγοι, τη σκηνική πράξη και τον λόγο, ο Βασίλης Παπαβασιλείου υπήρξε  προσφιλής δάσκαλος και καθοδηγητής για όλους όσους είχαν το προνόμιο να δουλέψουν μαζί του. Ήταν ένας απολαυστικός συνομιλητής, με ιοβόλο χιούμορ και με μία μοναδική διεισδυτική, καυστικότατη άποψη για την πραγματικότητα.

Στην περίπτωση του Βασίλη Παπαβασιλείου, αυτό που συχνά λέγεται περί αναντικατάστατης απώλειας, αποτελεί κατ’ εξοχήν σχήμα λιτότητας. Γιατί η προσφορά του στον Πολιτισμό υπερβαίνει κατά πολύ το έργο του και το παράδειγμά του, ως αυθεντικού πνευματικού ανθρώπου, διαρκώς ανήσυχου και ασίγαστου, θα συνεχίσει να αποτελεί πρότυπο. Για μένα προσωπικά  αποτελεί απώλεια ενός πολύτιμου και ειλικρινούς φίλου μου.

Στους οικείους του, στους πολλούς φίλους του, τους συνεργάτες και μαθητές του απευθύνω ειλικρινέστατα συλλυπητήριά μου.

Η δήλωση του ΚΚΕ

«Αποχαιρετούμε με θλίψη τον σπουδαίο σκηνοθέτη, ηθοποιό, δάσκαλο Βασίλη Παπαβασιλείου, άνθρωπο με οξύ πολιτικό νου και βαθιά καλλιέργεια.

Έχοντας σκηνοθετήσει τριάντα παραστάσεις κλασικών και σύγχρονων συγγραφέων σε διάστημα τριάντα ετών και ασχολούμενος παράλληλα με τη μετάφραση θεατρικών και πεζών κειμένων, ο Βασίλης Παπαβασιλείου πίστευε ότι το θέατρο είναι σπουδαία τέχνη, σπουδαία στιγμή του ανθρώπου, ότι το θέατρο είναι μεγάλο όπλο όταν μεριμνούμε για την ανθρώπινη κατάσταση.

Το ΚΚΕ εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του» αναφέρει ανακοίνωση του κόμματος για την απώλεια του Βασίλη Παπαβασιλείου.

Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ