19.1 C
Athens

Εικόνες από τον λεηλατημένο πολιτισμό του Ιράκ στο Μουσείο Ακρόπολης

Ο Ιρακοαμερικανός καλλιτέχνης Μάικλ Ρακόβιτς θα εκθέσει έργα του από τις 12 Μαΐου στο Μουσείο Ακρόπολης. Η έκθεση “ALLSPICE – MICHAEL RAKOWITZ AND ANCIENT CULTURES” θα λειτουργεί μέχρι τις31 Οκτωβρίου και διοργανώνεται σε συνεργασία με τον Οργανισμό Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, στους χώρους περιοδικών εκθέσεων του Μουσείου Ακρόπολης, από τις 12 Μαΐου.

Για τις ανάγκες της έκθεσης το μουσείο αιτήθηκε έως τις 31 Οκτωβρίου 2025. Για τις ανάγκες της έκθεσης, τo Μουσείο Ακρόπολης αιτείται την προσωρινή εισαγωγή και δανεισμό δεκατριών αρχαίων έργων και 24 τόμων του «Ασσυριακού Λεξικού του Σικάγο» από το Institute for the Study of Ancient Cultures Museum του Πανεπιστημίου του Σικάγο. Στην έκθεση θα παρουσιάζονται επίσης 48 σύγχρονα έργα του καλλιτέχνη.

Το ΚΑΣ συμφώνησε με την διοργάνωση της έκθεσης, αλλά επειδή το λεξικό είναι του 20ού αιώνα, δήλωσε αναρμόδιο να συζητήσει για τον δανεισμό του- συζητά για δημιουργήματα έως το 1830. Το λεξικό θα έρθει, και θα συνεκτεθεί, καθώς αποτελεί σημαντικό έκθεμα. Το Ασσυριακό Λεξικό του Σικάγο σχεδιάστηκε για να παρέχει περισσότερα από απλές λεξιλογικές πληροφορίες, περισσότερα από ένα μοναδικό ισοδύναμο μεταξύ ακκαδικών και αγγλικών λέξεων. Παρουσιάζοντας κάθε λέξη σε ένα ουσιαστικό πλαίσιο, συνήθως με μια πλήρη και ιδιωματική μετάφραση, αναδημιουργεί το πολιτιστικό περιβάλλον και έτσι από πολλές απόψεις αναλαμβάνει τη λειτουργία μιας εγκυκλοπαίδειας. Το αρχικό του υλικό εκτείνεται χρονικά από την τρίτη χιλιετία π.Χ. έως τον πρώτο αιώνα μ.Χ., και σε γεωγραφική περιοχή από τη Μεσόγειο Θάλασσα στα δυτικά έως τα βουνά Ζάγκρος στα ανατολικά.

Το Ασσυριακό Λεξικό του Σικάγο, το οποίο ολοκληρώθηκε το 2010, έχει γίνει μια ανεκτίμητη πηγή για τη μελέτη των πολιτισμών της αρχαίας Εγγύς Ανατολής, της πολιτικής και πολιτιστικής τους ιστορίας, των επιτευγμάτων τους στις επιστήμες της ιατρικής, της αστρονομίας, των μαθηματικών, της γλωσσολογίας και της διαχρονικής ομορφιάς της ποίησής τους.

Ο Michael Rakowitz γεννήθηκε το 1973 στο Great Neck της Νέας Υόρκης. Ο καλλιτέχνης βασίζεται σε εκτεταμένη έρευνα για πολιτιστικά αντικείμενα και γεγονότα, προκειμένου να συνδυάσει σύνθετες ιστορίες και απίθανα σύμβολα στα γλυπτά, τις εγκαταστάσεις, τα συμμετοχικά εργαστήρια, τις ταινίες και τις αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις του. Η ιρακινοεβραϊκή κληρονομιά του και οι ζημιές που προκλήθηκαν από μακροχρόνιες συγκρούσεις μεταξύ Δύσης και Μέσης Ανατολής αποτελούν επίσης σημαντικές επιρροές για το έργο του.

Ασκεί κριτική στις συνεχιζόμενες δυνάμεις του αποικισμού, εφιστώντας την προσοχή όχι μόνο στην αξία των πολιτιστικών αντικειμένων που έχουν χαθεί, λεηλατηθεί ή καταστραφεί, αλλά και στους ανθρώπους που έχουν υποφέρει από τη συνεχιζόμενη βία. Το έργο του ζητά από τους θεατές να επανεξετάσουν τις σχέσεις μεταξύ φιλοξενίας και εχθρότητας, καθώς και προέλευσης και απαλλοτρίωσης, και να αντιμετωπίσουν τη συνενοχή των πολιτιστικών ιδρυμάτων και του κοινού σε γεωπολιτικά ζητήματα.

Το πιο σημαντικό έργο του Ρακόβιτς, « Ο αόρατος εχθρός δεν πρέπει να υπάρχει» (σε εξέλιξη από το 2007), χρησιμοποιεί παπιέ-μασέ φτιαγμένο από τις έντονα χρωματιστές συσκευασίες ιρακινών τροφίμων, όπως το σιρόπι χουρμάδων και τους χουρμάδες, μαζί με θραύσματα αραβόφωνων εφημερίδων. Με αυτό το υλικό, ο Ρακόβιτς δημιουργεί γλυπτά -αυτά που ο καλλιτέχνης αποκαλεί «φαντάσματα»- που χρησιμεύουν ως placeholders για τα πολιτιστικά αντικείμενα που λεηλατήθηκαν από το Μουσείο του Ιράκ στη Βαγδάτη μετά την αμερικανική εισβολή του 2003 και από ιστορικούς χώρους που αργότερα καταστράφηκαν από ομάδες όπως το ISIS. Αντιγράφοντας το μέγεθος και την εμφάνιση των πρωτοτύπων, τα έργα αυτής της σειράς κυμαίνονται από μικρές φιγούρες μέχρι ανάγλυφα τοίχων από το αρχαίο ασσυριακό παλάτι της Νιμρούντ και τη μνημειώδη ασσυριακή θεότητα που ονομάζεται λαμασού, την οποία ο καλλιτέχνης δημιούργησε για το Fourth Plinth, ένα δημόσιο έργο τέχνης στην πλατεία Τραφάλγκαρ του Λονδίνου. Ενσαρκώνοντας μια συνεχή δέσμευση για τη δημιουργία των περισσότερων από 8.000 μουσειακών αντικειμένων που λείπουν ή καταστράφηκαν, το έργο του Ρακόβιτς αντιστέκεται στις δυνάμεις της πολιτιστικής διαγραφής και επαναλαμβάνει συνεχώς πιθανές λύσεις απέναντι στις σημερινές πολιτικές και ανθρωπιστικές κρίσεις.

Ο Ρακόβιτς έλαβε πτυχίο Bachelor of Arts (BFA) από το Purchase College του Κρατικού Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και μεταπτυχιακό στις οπτικές σπουδές από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης. Ζει και εργάζεται στο Σικάγο.

Η επιμέλεια της έκθεσης έχει γίνει από την Διευθύντρια του Οργανισμού ΝΕΟΝ κ. Ελίνα Κουντούρη και τον Καθηγητή κ. Ν. Χρ. Σταμπολίδη. Μέσω της σύγχρονης παρουσίασης και διαλόγου αρχαίων έργων από το Μουσείο του Ινστιτούτου στο Σικάγο και σύγχρονων έργων του Ιρακινοαμερικανού καλλιτέχνη Michael Rakowitz, οι επιμελητές στοχεύουν στην ανάδειξη θεμάτων πολιτιστικής κληρονομιάς, της απώλειας αυτής στην πατρίδα του καλλιτέχνη (Ιράκ), αλλά και της αποκατάστασής της, της επιβίωσης πολιτισμού και της δημιουργίας πολιτισμού. Το έργο του καλλιτέχνη αναδεικνύει τα κοινά στοιχεία της πολιτισμικής κληρονομιάς, των αλληλεπιδράσεων και των ανακατατάξεων στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου και επιθυμεί να τονίσει την ανάγκη να ανακτήσουμε την κοινή πολιτιστική ιστορία της ανθρωπότητας.

Ο Ρακόβιτς είχε μετάσχει και σε άλλη έκθεση στην Ελλάδα, η οποία είχε γίνει στο πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο σε συνεργασία μεταξύ της Βουλής των Ελλήνων και του ΝΕΟΝ για τον εορτασμό της 200ής επετείου από την Ελληνική Επανάσταση.

Το έργο Charita Baghdad  του καλλιτέχνη εκτέθηκε ως  μια παρέμβαση στον συγκεκριμένο χώρο, σε διάλογο με τη Χάρτα της Ελλάδας του Ρήγα Φεραίου . Αυτό το έργο, που βρίσκεται σε εξέλιξη, αποτελείται από μια σχολιασμένη Χαγκάδα του Πάσχα του 1936, που ανήκει στην εβραϊκή κοινότητα Baghdadi, σε αυτό που σήμερα αποτελεί το σύγχρονο Ιράκ, από όπου κατάγεται η μητρική οικογένεια του καλλιτέχνη. Σχεδιασμένο σε μια συνεχιζόμενη συζήτηση με τη Δρ. Ella Habiba Shohat, μια θεωρητικό του πολιτισμού που κατάγεται από μια εβραϊκή οικογένεια Baghdadi, το Charita Baghdadi διερευνά τη γλωσσική σύγχυση γύρω από την ύπαρξη της «εβραϊκής-αραβικής».

Στην πραγματικότητα, το βιβλίο είναι γραμμένο με λειτουργικές εβραϊκές προσευχές, αλλά με οδηγίες και μετάφραση σε αραβικά-σε-εβραϊκά γράμματα. Αυτό καταδεικνύει πώς ο γραμματισμός (ανάγνωση και γραφή στα αραβικά) δεν ήταν προσβάσιμος σε όλους εκείνη την εποχή, και έτσι η εκπαίδευση προερχόταν μέσω του κοινοτικού κέντρου που ήταν η συναγωγή κατά τη διάρκεια αυτής της εποχής. Τα αραβικά-σε-εβραϊκά γράμματα λειτουργούσαν απλώς ως μεταγραφή της lingua-franca της αραβικής γλώσσας Baghdadi.

 Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ