today-is-a-good-day
15.2 C
Athens

Προστασία για το  Πεισιστράτειο Τείχος της Ελευσίνας που είχε ωμές πλίνθους

Εφτασε μέχρι τις μέρες μας, τουλάχιστον κάποια τμήματά του, παρότι ήταν κατασκευασμένο από ευτελή υλικά. Αν πάντως θέλουμε να παραδοθεί  και σε επόμενες γενιές, τότε το πεισιστράτειο τείχος, εκείνο που στην αρχαιότητα προστάτευε την Αθήνα όπως και την Ελευσίνα, θα πρέπει να προστατευθεί καλύτερα από ό,τι μέχρι σήμερα. Στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο έφτασε μελέτη για την αντικατάσταση των στεγάστρων του πεισιστράτειου στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας. Το «μυστικό» των προβλημάτων; Είχε κατασκευαστεί από ωμές πλίνθους!

Η λατρεία Δήμητρας και Κόρης (Περσεφόνης) φαίνεται πως ξεκίνησε κατά τους πρωτογεωμετρικούς χρόνους, περί τον 8ο αιώνα π.Χ. αν και η Δήμητρα ήταν μάλλον μυκηναϊκή θεά, δηλαδή αρχαιότερη. Το ιερό ήταν καλά προστατευμένο με τείχος, όπως όλα τα ιερά εκείνης της περιόδου.

Η δημοφιλία της Δήμητρας στα χρόνια του Πεισίστρατου ήταν μεγάλη, οπότε και το ιερό μεγάλωσε και τεχίστηκε. Το Τελεστήριο, που είχε οικοδομηθεί επί Σόλωνα, γίνεται μεγαλύτερο με νέο οικοδόμημα. Αυτό, διαθέτει έναν εντυπωσιακό οχυρωματικό περίβολο, που εξασφαλίζει την προστασία του ιερού και διατηρεί τη μυστικότητα των λατρευτικών τελετών. Κάτι απαραίτητο για τα φημισμένα «Ελευσίνεια Μυστήρια» για τα οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα σήμερα, τόσο καλά φυλάχθηκε το μυστικό τους.

Το Πεισιστράτειο Τείχος, λοιπόν, με το οποίο στο τέλος του  6ου αιώνα π.Χ. τειχίζεται για πρώτη φορά τόσο η πόλη της Ελευσίνας όσο και το Ιερό, κατασκευάστηκε ακολουθώντας σε κάποια τμήματα τη γραμμή αυτού του προγενέστερου τείχους, το οποίο περιοριζόταν στην ανατολική περιοχή του Ιερού, ενώ επεκτάθηκε τόσο στο βορειοδυτικό όσο και στο νοτιοδυτικό τμήμα του.

Η σημασία του στην οικοδομική τεχνολογία είναι μεγάλη, καθώς αποτελεί ένα από τα ελάχιστα σωζόμενα παραδείγματα οχυρωματικών κατασκευών από ωμοπλίνθους (πλίνθους που δεν είχαν ψηθεί).

Σύμφωνα με την τοπική εφορεία αρχαιοτήτων, το κατώτερο τμήμα του, ύψους περίπου 1,2μ., ήταν κατασκευασμένο κατά το πολυγωνικό σύστημα τοιχοποιίας με μεγάλους λίθους από ελευσινιακό γκρίζο ασβεστόλιθο («λιθολόγημα»).

Η ανωδομή του ήταν κτισμένη με τετράγωνες πλίνθους από λάσπη και άχυρο, στεγνωμένες στον ήλιο (ωμόπλινθοι). Στο ψηλότερο τμήμα του υπήρχε η πάροδος, ο διάδρομος όπου περιπολούσαν οι φρουρές. Σε κανονικά διαστήματα ήταν ενισχυμένο με ψηλούς πύργους συμπαγείς στη βάση, κατασκευασμένους με το ίδιο σύστημα δόμησης.

Στα χρόνια του Κίμωνα (α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ.), με την επέκταση της  υπάρχουσας οχύρωσης προς τα βορειοανατολικά, το Πεισιστράτειο Τείχος λειτούργησε ως διατείχισμα, ενώ στα νοτιοανατολικά συνέχισε να αποτελεί το εξωτερικό τείχος του Ιερού.

Η επέκταση που ακολούθησε στα χρόνια του Περικλή (5ος αιώνας π.Χ.), κάλυψε το ανατολικό τμήμα του και συνέχισε να λειτουργεί μόνο στο νότιο τμήμα.

Με την κατασκευή του Λυκούργειου Τείχους (4ος αι. π.Χ.), ενσωματώθηκε  σε αυτό και το νότιο τμήμα του. Πλέον, παρέμενε εμφανές και λειτουργούσε ως διατείχισμα στην περιοχή της Κιμώνειας επέκτασης και στην περιοχή της πύλης βόρεια του Ιερού.

Η Πεισιστράτεια Πύλη που βρισκόταν στην πορεία της Πομπικής οδού προς το Τελεστήριο, στο ύψος του Πλουτωνείου και αποτελούσε την εξωτερική πύλη του Ιερού, παρέμεινε έως τα ρωμαϊκά χρόνια, συγκεκριμένα έως το 40 π.Χ., όπου και καλύφθηκε για την οικοδόμηση των Μικρών Προπυλαίων.

Ηταν γνωστό από καιρό στην Διεύθυνση Αναστήλωσης Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού πως οι ωμές πλίνθοι ήταν ένα υλικό το οποίο ολοένα και χανόταν με τον χρόνο και τα καιρικά φαινόμενα. Όπως είχε πει η τότε έφορος αρχαιοτήτων Αθηνών Ελένη Μπάνου,

τα τείχη ήταν δυσανάγνωστα, γιατί έχουν αλλεπάλληλες φάσεις. Προσθέτοντας ότι πρέπει να επιλεγεί κάποια φάση,  «συντηρώντας και τα στοιχεία των υπολοίπων». Εν τέλει, επιλέχθηκε η πεισιστράτεια φάση.

Στο ΚΑΣ κατατέθηκε αρχιτεκτονική μελέτη των στεγάστρων των σωζόμενων τμημάτων ωμοπλινθοδομών του Πεισιστράτειου τείχους και μελέτη της στατικής επάρκειας των στεγάστρων τους.

Οι ειδικοί σημειώνουν πως το Πεισιστράτειο Τείχος της Ελευσίνας γνώρισε τρεις διαφορετικές συνθήκες λειτουργίας στην μακραίωνη ιστορία του: α) ως οχυρωματικός περίβολος, β) ως ανάλημμα και ως τμήμα επίχωσης και γ) ως ανεσκαμμένο κατάλοιπο μερικώς ή πλήρως εκτεθειμένο. Εκατό και πλέον χρόνια μετά την αποκάλυψή τους, οι αρχικά σαφείς όγκοι έχουν σε πολλές θέσεις απωλέσει σημαντικό μέρος της μάζας τους ενώ οι αρμοί είναι δυσδιάκριτοι.

Τα υπάρχοντα στέγαστρα δεν παρέχουν την απαιτούμενη προστασία, ιδίως έναντι πλάγιας βροχόπτωσης, αλλά και λόγω διαφόρων κατασκευαστικών ατελειών. Δεν είναι σε θέση να παραλάβουν μια πλαγιοκάλυψη και συνεπώς θα πρέπει να αντικατασταθούν με νέα. Για τα νέα ισχύει ό,τι και πριν: περιορισμοί στις θέσεις θεμελίωσης, λόγω στενής γειτνίασης με αρχαιολογικά κατάλοιπα. Επί τη  ευκαιρία θα καταργηθούν τα θεμέλια  που βρίσκονται επί του Πεισιστράτειου τείχους ή σε επαφή με αυτό. Επίσης, θα πρέπει να συνυπάρχουν αρμονικά οι γραμμές τους με το αρχαίο.

Οι κατασκευές δεν θα έχουν ενιαίο ύψος. Θα αποτελούνται από μεταλλικά στοιχεία και θα έχουν στέγες μικρής καμπυλότητας, για να μην παραπέμπουν σε μορφές που υπήρξαν στην αρχαιότητα.

Ενας από τους στόχους της μελέτης είναι και η ανάδειξη της δεύτερης εισόδου που διέθετε η πεισιστράτεια οχύρωση. Από αυτήν σώζονται δύο Παραστάδες, οι οποίες δεν διακρίνονται με τη σημερινή θέση και μορφή των στεγάστρων.

Για την πλαγιοκάλυψη του μνημείου προτείνεται η χρήση υαλοπινάκων σε σύστημα σημειακής στήριξης. Οι υαλοπίνακες που προτείνονται, έχουν πλάτος 1,00 μ. και μήκος τέτοιο ώστε να στηρίζονται σημειακά στους κατακόρυφους άξονες των υποστυλωμάτων. Επειδή υπήρξε προβληματισμός σχετικά με τον αερισμό του μνημείου, την πιθανή συγκέντρωση υγρασίας, καθώς και τις πιθανές επιπτώσεις από την απευθείας πρόσπτωση των ηλιακών ακτίνων στην υλική υπόσταση του μνημείου λήφθηκαν επιπλέον αποφάσεις, ώστε να αποφευχθούν νέα προβλήματα.

Αγγελική Κώττη

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ