O νεαρός πολεμιστής που θάφτηκε στην Πύλο με όλα τα όπλα του και με τα χρυσά και αργυρά του κοσμήματα και σκεύη, είχε γίνει είδηση σε όλο τον κόσμο. Η συγκλονιστική ανακάλυψη του τάφου μέσα στον οποίο «κοιμόταν» ο Γρύπας Πολεμιστής, όπως τον βάφτισαν οι ανασκαφείς, είχε χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού ως «η πιο εντυπωσιακή περίπτωση επίδειξης προϊστορικού πλούτου σε ταφικά μνημεία της Ηπειρωτικής Ελλάδας, που έχει έρθει στο φως τα τελευταία 65 χρόνια».
Ο χρόνος να δούμε τα ευρήματα, που έκτοτε συντηρούνται και μελετώνται, φτάνει. Η αναγκαία κτιριολογική αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός του Αρχαιολογικού Μουσείου Χώρας Μεσσηνίας, που γίνονται με πρόγραμμα ΕΣΠΑ, «κρύβουν» μια ωραία έκπληξη. Στο τέλος του 2023 το κέλυφος ολοκληρώνεται Όταν η έκθεση ολοκληρωθεί, τα μοναδικά ευρήματα από τον τάφο του αρχαίου πολεμιστή, θα εκτεθούν για πρώτη φορά. Είναι εξαιρετικά τέχνεργα, μεγάλης δεξιότητας και υψηλής αισθητικής, η εύρεση των οποίων είχε γοητεύσει ολόκληρο τον πλανήτη.
Η ανακατασκευή του Μουσείου Χώρας είναι έργο που υλοποιείται με προγραμματική σύμβαση η οποία έχει υπογραφεί από τον περιφερειάρχη Πελοποννήσου Παναγιώτη Νίκα, τον δήμαρχο Παναγιώτη Καρβέλα και είναι ενταγμένο στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα “Πελοπόννησος 2014-2020”, με το ποσό των 2.812.000 ευρώ. Στόχος του έργου, σύμφωνα με ενημέρωση από το Δήμο Πύλου – Νέστορος, είναι το κοινό να απολαμβάνει στο μέλλον μια μοναδική εμπειρία, ερχόμενο σε επαφή με την ιστορία της περιοχής.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Χώρας είναι ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά μουσεία της Ελλάδας, όπου εκτίθενται τα ευρήματα ανασκαφών που διεξήγαγαν εξέχοντες αρχαιολόγοι, όπως ο Σπυρίδων Μαρινάτος, ο Καρλ Μπλέγκεν και ο Γεώργιος Κορρές. Τα εκθέματά του χρονολογούνται στην πλειονότητά τους στη μυκηναϊκή περίοδο (1680 -1060 π.Χ. περίπου), αν και υπάρχουν και άλλα ευρήματα των ιστορικών χρόνων.
Το Συμβούλιο Μουσείων του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού έχει γνωμοδοτήσει κατά το παρελθόν ομόφωνα υπέρ της έγκρισης της μουσειολογικής μελέτης για την επανέκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Χώρας σύμφωνα με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας.
Όπως αναφέρεται από την Εφορεία: «Αναμφίβολα η έκθεση αποτελεί μία από τις πιο αντιπροσωπευτικές και χαρακτηριστικές σε πανελλαδικό επίπεδο για την παρακολούθηση της εξέλιξης του Μυκηναϊκού Πολιτισμού γενικότερα, την κατανόηση της ανακτορικής Μυκηναϊκής τέχνης και των ταφικών πρακτικών στη Μεσσηνία. Παρουσιάζονται ευρήματα που έχουν εντοπιστεί σε σημαντικές Μυκηναϊκές θέσεις, όπως ο αρχαιολογικός χώρος του Ανακτόρου του Νέστορος, αλλά και από θέσεις όπου έχουν ανασκαφεί ταφικά μνημεία, όπως Μεσοελλαδικοί τύμβοι και Μυκηναϊκοί θολωτοί, θαλαμωτοί και λακκοειδείς τάφοι.
Ξεχωρίζουν τα ευρήματα από ταφικά μνημεία στις θέσεις: Περιστέρια, Βολιμίδια, Ρούτση Μυρσινοχωρίου, Τραγάνα, Άγιος Ιωάννης Παπουλίων, καθώς και από το λόφο του Άνω Εγκλιανού.
Η υφιστάμενη έκθεση κρίθηκε πλέον απαρχαιωμένη και, ως εκ τούτου, η ανάγκη επανέκθεσης του αρχαιολογικού υλικού ήταν επιβεβλημένη.
Σύμφωνα με τη νέα μουσειολογική μελέτη, που εκπονήθηκε από το επιστημονικό προσωπικό της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας, προβλέπεται να αξιοποιηθούν συνολικά 4 εκθεσιακοί χώροι. Πρόκειται για τις τρεις (3) αίθουσες του υφιστάμενου αρχαιολογικού μουσείου και ακόμα μία (1) αίθουσα, που σχεδιάζεται να κατασκευαστεί ως προσθήκη στο υφιστάμενο μουσείο, έπειτα από ιδιωτική πολιτιστική χορηγία τόσο της μελέτης όσο και της κατασκευής της νέας αίθουσας.
Στην επανέκθεση θα συμπεριληφθούν ευρήματα τόσο από τις παλαιότερες ανασκαφές ελληνικών και ξένων ερευνητικών αποστολών όσο και από τις πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες στον λόφο του Εγκλιανού. Επιπλέον, για πρώτη φορά θα παρουσιαστούν στο κοινό τα νέα μυκηναϊκά ευρήματα της Μεσσηνίας από τον περίφημο τάφο του “Γρύπα Πολεμιστή”, αλλά και από τους νέους Θολωτούς Τάφους VI και VII που αποκαλύφθηκαν στο λόφο του Άνω Εγκλιανού. Στόχος της επανέκθεσης είναι να αναδείξει μέσα από ένα εύληπτο μουσειολογικό και μουσειογραφικό αφήγημα το κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό και πολιτισμικό υπόβαθρο της δυτικής Μεσσηνίας, που διαμόρφωσε τη γένεση και την εξέλιξη του Υστεροελλαδικού Πολιτισμού στην περιοχή».
Νεαρός, με μαύρα κατσαρά μακριά μαλλιά, καστανά μάτια και φρύδια, όμορφος, αρχοντικός, ήταν ο «Γρύπας Πολεμιστής», που βρέθηκε το 2015 σε τάφο του 1.500 π.Χ. στον ‘Ανω Εγκλιανό της Πύλου, δίπλα από το μυκηναϊκό ανάκτορο του Νέστορος. Ανασκαφείς ήταν οι αρχαιολόγοι Τζακ Ντέιβις και Σάρον Στόκερ του Πανεπιστημίου Σινσινάτι. Η επιμέλεια αλλά και η τύχη, τους βοήθησε να εντοπίσουν κάτι μοναδικό: Έναν ασύλητο, λακκοειδή τάφο με τον σκελετό άνδρα, ηλικίας 30 με 35 ετών, καθώς και περισσότερα από 1.400 μοναδικά αντικείμενα ως κτερίσματα για τη μετά θάνατο ζωή του.
«Από ό,τι φαίνεται ήταν όμορφος άνδρας, είχε λάβει μέρος σε μάχες αλλά πέθανε κατά πάσα πιθανότητα από ασθένεια. Τον έχουμε αποκαταστήσει με μακριά μαύρα μαλλιά, με βάση την αναπαράσταση πολεμιστή που βρέθηκε σε μία σφραγίδα στον τάφο και η οποία θα δημοσιευτεί του χρόνου» σημειώνει η δρ. Στόκερ. Και ο Τζακ Ντέιβις επιβεβαίωσε πως δεν βρέθηκε τραύμα στον σκελετό, επομένως μπορούν να υποστηρίξουν με βεβαιότητα πως δεν πέθανε σε μάχη. Εχει, μάλιστα, γίνει και ανασύσταση του προσώπου του από τους Lynne Schepartz και Tobias Houlton του Πανεπιστημίου του Ουιτγουότερσραντ στο Γιοχάνεσμπουργκ.
Από τα σημαντικότερα ευρήματα ήταν κοσμήματα μεγάλης τέχνης ανάμεσα στα οποία και τέσσερα σφραγιστικά δακτυλίδια, αντίστοιχα των οποίων βρίσκουμε στη μινωική Κρήτη. Οι αρχαιολόγοι ονομάζουν «σφραγιστικά», διότι χρησιμοποιούνταν για να σφραγίζονται γραπτές πινακίδες και αντικείμενα.
Το πρώτο δαχτυλίδι δείχνει σκηνή από ταυροκαθάψια, που γίνονταν στην Κρήτη και ήταν τελετουργικά αθλήματα. Το δεύτερο, φέρει παράσταση πέντε γυναικών με πλούσιο και περίτεχνο ντύσιμο σε παραθαλάσσιο ιερό, και είναι το δεύτερο σε μέγεθος χρυσό σφραγιστικό δαχτυλίδι που έχει βρεθεί. Ένα τρίτο απεικονίζει μια γυναικεία φιγούρα, μάλλον θεά, που κρατά ραβδί και πλαισιώνεται από δύο πουλιά στην κορυφή ενός βουνού. Το τέταρτο δαχτυλίδι δείχνει μια γυναίκα να προσφέρει κέρατο ταύρου σε μια θεά που κρατά καθρέφτη και κάθεται σε ψηλό θρόνο στη ράχη του οποίου είναι σκαρφαλωμένο ένα πουλί.
Πρόκειται για πραγματικά συγκλονιστικά ευρήματα. Το ύψος του κάθε δαχτυλιδιού δύσκολα ξεπερνά το ένα εκατοστό του μέτρου. Και μάλιστα, αιώνες πριν εφευρεθεί το μικροσκόπιο. Το βέβαιο είναι, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, πως οι άνθρωποι που τα είχαν αγοράσει από την Κρήτη όπως και η οικογένεια του νεκρού που τα τοποθέτησε μαζί του στον τάφο, ήξεραν καλά τι συμβόλιζαν.
Ο νεκρός είχε πλούτο, που φαίνεται από το ότι όλα τα αγγεία που τοποθετήθηκαν στον τάφο του, πάνω και γύρω από το ξύλινο φέρετρό του, ήταν μεταλλικά. Μπρούτζινα, ασημένια και χρυσά. Δεν υπήρξε αγγείο από πηλό, κάτι πολύ συνηθισμένο σε όλες τις κοινωνίες. Ούτε καν τα κύπελλα. Ακόμα και αυτά, ήταν χρυσά.
Μπρούτζινος ήταν και ένας καθρέφτης που εντοπίστηκε δίπλα του, και όπως είπε ο δρ Ντέιβις φαίνεται πως οι πολεμιστές χρησιμοποιούσαν ανάλογους καθρέφτες για τελετουργικό χτένισμα πριν από τη μάχη. Στην υπόθεση αυτή συνηγορεί και το ότι βρέθηκαν χτένες, μερικές από τις οποίες ήταν καμωμένες από ελεφαντόδοντο. Επάνω στον νεκρό βρέθηκαν επίσης πολλά κοσμήματα, ανάμεσα στα οποία μια μοναδικής τέχνης και αξίας χρυσή αλυσίδα.
Ο τάφος βρίσκεται δίπλα στο λεγόμενο Ανάκτορο του Νέστωρα, όπου οι ανασκαφείς, συνεχίζοντας τις έρευνες, εντόπισαν νεκροταφείο οικογένειας κυβερνητών της αρχαίας Πύλου.
Σε δύο τάφους που εντοπίστηκαν κοντά στον τάφο του Πολεμιστή, βρέθηκαν ανάμεσα σε άλλα ένα χρυσό δαχτυλίδι, το οποίο απεικονίζει δύο βοοειδή που πλαισιώνονται από στάχυα κριθαριού, όπως αναγνωρίστηκε από την καθηγήτρια Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Τάνια Βαλαμώτη, και ένα χρυσό μενταγιόν που απεικονίζει την κεφαλή της Αιγύπτιας Θεάς Άθωρ. Αυτή η ανακάλυψη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λαμβάνοντας υπόψη τον ρόλο που είχε στην Αίγυπτο ως προστάτιδα των νεκρών
Τα ευρήματα ήρθαν στο φως από συγκυρία, δεδομένου ότι η ανασκαφή του μέρους όπου ανακαλύφθηκε, δεν υπήρξε ποτέ στον προγραμματισμό της ομάδας. Αντιθέτως, ο στόχος ήταν η ανασκαφή ενός διπλανού αγροτεμαχίου στο οποίο υπήρξε ανασκαφική δραστηριότητα και στο παρελθόν. Σ’ αυτό ήλπιζαν ότι θα ανακαλύψουν οικιστικά κατάλοιπα που περιστοίχιζαν το Ανάκτορο του Νέστορος κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του, τον 13ο αιώνα π.Χ.
Οι αρχαιολόγοι παρατήρησαν ότι υπήρχαν συγκεντρωμένες πέτρες στο νοτιοανατολικό τμήμα του αγροτεμαχίου, καθώς και αρκετές μεγάλες πλάκες, πλησίον του Θολωτού Τάφου IV, με κάτι που ομοίαζε με κοιλότητα κάτω από αυτές. Με γνώμονα αυτή την παρατήρηση αλλά και τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά, προχώρησαν στην εκσκαφή τάφρων από άκρη εις άκρη της έκτασης.
Στα τέλη Μαΐου 2018, ήταν ξεκάθαρο ότι επαναλαμβανόταν το θαύμα όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του Τάφου του Γρύπα- Πολεμιστή το 2015: Βρέθηκαν πολύ σημαντικοί αλλά και εντελώς άγνωστοι τάφοι. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, επρόκειτο για δύο κυψελόσχημα ταφικά μνημεία που ονομάστηκαν Θολωτοί Τάφοι VI και VII.
Οι δρόμοι των Θολωτών Τάφων IV και VII του 2019, βρίσκονται παράλληλα με αυτούς του Θολωτού Τάφου IV που ανακάλυψε ο Μπλέγκεν. Ήταν φανερό ότι κατά μήκος του δρόμου που οδηγούσε από την Ακρόπολη και το Ανάκτορο του Νέστορος προς την Χώρα Τριφυλίας, είχε χτιστεί το πιο σπουδαίο νεκροταφείο από χωροταξική άποψη, την εποχή που ο Μυκηναϊκός Πολιτισμός πρωτοέπαιρνε σάρκα και οστά στην Ηπειρωτική Ελλάδα και κατά τη μετάβαση από τη Μέση στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Και οι τρεις θολωτοί τάφοι θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί όταν πέθανε ο Γρύπας-Πολεμιστής, κάτι που εγείρει ένα σημαντικό ερώτημα: Γιατί άραγε αυτός είχε ενταφιαστεί ξεχωριστά από τους άλλους και μόνος του;
Προφανώς, όπως εικάζουν διότι ο Γρύπας Πολεμιστής, υπό το πρίσμα τόσων πολλών εκφράσεων, τόσο στρατιωτικών όσο και θρησκευτικών συμβολισμών που αντιπροσωπεύονται στην εικονογραφία των αντικειμένων που ήταν θαμμένα μαζί του ήταν ένας Βασιλιάς (άναξ) της πρώιμης Μυκηναϊκής περιόδου. Εξαιτίας αυτής της ιεραρχίας εξηγείται το γεγονός του χωριστού ενταφιασμού του σε λακκοειδή τάφο, αντί για τους χώρους ταφής των Βασιλιάδων της Πύλου και των οικογενειών τους, που είναι οι διπλανοί θολωτοί τάφοι. Τόσο οι νέοι θολωτοί τάφοι όσο και ο Τάφος του Γρύπα Πολεμιστή χτίστηκαν τον 15ο αιώνα π.Χ., κατά την Υστεροελλαδική Περίοδο ΙΙΑ.
Οι δύο ανασκαφείς έχουν ζητήσει άδεια από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο για να ερευνήσουν και φέτος τη συγκεκριμένη περιοχή, αναζητώντας κάποιες διευκρινήσεις ακόμα.