today-is-a-good-day
23.5 C
Athens

Μεταπτυχιακά: Μόδα ή ανάγκη;

*Του Ανδρέα Σιδηρόπουλου

Είναι το μεταπτυχιακό «μόδα»; Ή ανάγκη που επιβάλλεται από τους κανόνες της αγοράς; Υποβαθμίζεται το πρώτο πτυχίο, ή αναβαθμίζεται το επίπεδο των νέων που διεκδικούν μία θέση εργασίας; Όποια και αν είναι η προσέγγιση είναι γεγονός ότι η ραγδαία αύξηση του αριθμού των μεταπτυχιακών δημιουργεί μία νέα εικόνα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έχει επεξεργαστεί η Ελληνική Στατιστική Αρχή στο ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 έκαναν μεταπτυχιακές σπουδές 66.295 άτομα, αριθμός που ήταν κατά 25,2% μεγαλύτερος σε σχέση με το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016, όταν οι φοιτητές σε μεταπτυχιακά τμήματα ήταν 52.946. Ενδεικτικό για να αντιληφθούμε την τάση είναι το ότι στο ακαδημαϊκό έτος 2011-2012 οι μεταπτυχιακοί φοιτητές ήταν 32.255, δηλαδή οι μισοί σε σχέση με εκείνους του έτους 2016-2017.

Η αύξηση του αριθμού των μεταπτυχιακών φοιτητών είναι ραγδαία και μάλιστα σε μία περίοδο κρίσης, γεγονός που επιτρέπει να βγουν πολλά συμπεράσματα ως προς τα κίνητρα και τους στόχους των νέων που επιδιώκουν την αναβάθμιση των ακαδημαϊκών τίτλων που έχουν στο βιογραφικό τους. Ένα στοιχείο στο οποίο επίσης αξίζει να σταθεί κάποιος σε σχέση με την εικόνα των μεταπτυχιακών σπουδών είναι ότι οι γυναίκες υπερτερούν. Στο ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 οι γυναίκες που έκαναν μεταπτυχιακές σπουδές ήταν 40.185 έναντι 26.110 ανδρών. Το μεγάλο ενδιαφέρον για μεταπτυχιακές σπουδές ερμηνεύεται ως ενδεικτικό της διάθεσης των νέων να βγουν στην αγορά εργασίας με τα περισσότερα δυνατά εφόδια, ή να ενισχύσουν τις θέσεις τους στην αγορά, σε μία περίοδο που αλλάζουν τα ζητούμενα και τα δεδομένα στο εργασιακό πεδίο.

«Ο πήχης ανέβηκε», δηλώνει στο Πρακτορείο ο καθηγητής Μάριος Νότας, χαρακτηρίζοντας τη μεγάλη ζήτηση για προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών ως «παράπλευρο όφελος» από την περίοδο της κρίσης.

Επισημαίνοντας τον μεγάλο αριθμό ήδη εργαζόμενων που αποφασίζουν να επενδύσουν στα μεταπτυχιακά, ο αναπληρωτής καθηγητής Κωνσταντίνος Μουρλάς, σημειώνει ότι έχει γίνει κατανοητό πως «πως σε μια κοινωνία της γνώσης, της τεχνολογίας και της εξειδίκευσης απαιτούνται πολλές και διεπιστημονικές δεξιότητες και γνώσεις, μοντέρνες και πάντα ανανεωμένες,  που όλες μαζί συνδυαστικά θα οδηγήσουν ένα άτομο στην επαγγελματική του επιτυχία».

Η Γεωργία Τσαντοπούλου, με πτυχίο ΤΕΦΑΑ έκανε μεταπτυχιακό στην αθλητική βιομηχανική, πιστεύοντας ότι «είναι πολύ σημαντικό να εξελίσσεσαι και να μη μένεις στάσιμος».

Η Μάντη Περσάκη, επίσης πτυχιούχος ΤΕΦΑΑ, δηλώνει ότι με την ολοκλήρωση των μεταπτυχιακών σπουδών αισθάνεται «πιο ασφαλής, πιο ολοκληρωμένη και με προοπτική συνεχούς εξέλιξης και διάκρισης στη δουλειά μου».

O Αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Ιωάννης Θεοδωράκης χαρακτηρίζει «φυσιολογική» την αύξηση των μεταπτυχιακών στην Ελλάδα και επισημαίνει στο Πρακτορείο ότι η εξειδίκευση στην εποχή μας είναι κάτι αναγκαίο, ενώ και τα χαμηλά δίδακτρα- εν προκειμένω στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας – είναι ένα σημαντικό κίνητρο για τους νέους που σκέφτονται το μεταπτυχιακό. Συγκεκριμένα, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ενώ το 2012 υπήρχαν 34 μεταπτυχιακά σήμερα υπάρχουν 53 και μέχρι το τέλος του χρόνου θα φτάσουν τα 56, στα οποία θα προστεθούν άλλα 12 από το ΤΕΙ Θεσσαλίας  μετά τη συνένωση των δύο εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

Ο αριθμός των μεταπτυχιακών που προσφέρουν τα ελληνικά πανεπιστήμια και ΤΕΙ ξεπερνάει τα 1000.

«Oυδέν κακόν αμιγές καλού», σχολιάζει ο Μάριος Νότας, Επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Επικοινωνίας (Συνέργεια του Αυστριακού δημόσιου πανεπιστημίου DUK με το Eρευνητικό Κέντρο Αθηνά, το Ιδρυμα Α. Β. Μπότση και το Εργαστήριο Επικοινωνίας και Τεχνολογίας ΜΜΕ του ΕΜΠ) . Και εξηγεί ότι στη διάρκεια της κρίσης «μεγάλος αριθμός νέων και όχι μόνον, επένδυσε χρόνο (και σε μερικές περιπτώσεις χρήμα) στις Μεταπτυχιακές του Σπουδές. Αυτόματα ο πήχης ανέβηκε. Και εικάζω πως αυτό είναι ένα ‘παράπλευρο όφελος’ της απεχθούς αυτής περιόδου, για την κοινωνία μας. Έχει γίνει συνείδηση στους πολίτες πως α) η σωρευόμενη επαγγελματική και ακαδημαϊκή γνώση είναι πολύ πιο ογκώδης, απ’ ότι διδάσκεται σε μία συνήθη 4ετία πρώτου κύκλου πανεπιστημιακών σπουδών και β) πως σε μια κοινωνία γνώσης με ραγδαίους ρυθμούς προόδους, για ‘να κάνεις την διαφορά’, απαιτούνται όχι μόνον μεταπτυχιακές σπουδές αλλά κάτι περισσότερο: Δια βίου εκπαίδευση. Σε αυτό το περιβάλλον το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Επικοινωνίας (Συνέργεια Ευρωπαϊκών δημοσίων οντοτήτων, ενεργών στην Ανωτάτη Παιδεία, την Έρευνα και τις Γλωσσικές Τεχνολογίες), κλήθηκε να προσφέρει Μεταπτυχιακές Σπουδές σε Επικοινωνία και Τεχνολογία (ΠΜΣ Ποιοτική Δημοσιογραφία και Νέες Τεχνολογίες και ΠΜΣ Διαχείριση Περιεχομένου και Στρατηγική Επικοινωνίας).. Ήταν ευχάριστη έκπληξη το ότι τα τμήματά μας, τα τελευταία 10 χρόνια συναποτελούνται από νέους πτυχιούχους και καταξιωμένους στον χώρο τους επαγγελματίες. Όπως και το ότι η μέση ηλικία των φοιτητών/ερευνητών πλησιάζει τα 40. Αυτό λέει κάτι για την ‘ορμή’ που έχουν πλέον τόσο οι νεοεισερχόμενοι στον εργασιακό στίβο επιστήμονες, όσο και οι ενεργοί, με σημαντικά αξιώματα, συνάδελφοί τους. Η Ελλάδα αλλάζει προς το καλύτερο. Και μαζί της (αν όχι προϋπόθεση) είναι η στάση όλων μας, προς αλλήλους. Ως καλύτερα εκπαιδευμένα, ενεργά, υπεύθυνα μέρη, ενός βέλτιστου Όλου».

Η Δέσποινα Κωνσταντινίδη μόλις πήρε το πτυχίο της από τη Νοσηλευτική αποφάσισε να συνεχίσει με μεταπτυχιακό και συγκεκριμένα να εξειδικευτεί στην επείγουσα και εντατική νοσηλευτική. «Αποφάσισα να κάνω το μεταπτυχιακό μου για την περεταίρω εξειδίκευση. Πιστεύω ότι είναι ένας τρόπος να δουλέψω σε νοσοκομείο στο κομμάτι που μου αρέσει, που είναι οι μονάδες εντατικής θεραπείας όπου ζητούν εξειδικευμένο προσωπικό. Θέλω να εξελίξω το επάγγελμα μου όσο μπορώ», δηλώνει στο Πρακτορείο η Δέσποινα και επισημαίνει: «δεν το έκανα για την οικονομική απολαβή, καθώς ξέρω ότι στο χώρο αυτόν υπάρχει ταβάνι στο μισθό. Το έκανα γιατί αγαπάω αυτή τη δουλειά και θέλω να γίνω όσο καλύτερη μπορώ».

Στο ΕΚΠΑ, όπου κάνει το μεταπτυχιακό η Δέσποινα, συνολικά λειτουργούν 183 Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών, από τα οποία τα 24 δεν έχουν κανένα κόστος για τον φοιτητή.

Ο Κωνσταντίνος Μουρλάς, αναπληρωτής καθηγητής και διευθυντής Εργαστηρίου Νέων Τεχνολογιών στην Επικοινωνία, την Εκπαίδευση και τα ΜΜΕ στο ΕΚΠΑ, δηλώνει στο Πρακτορείο ότι «η αύξηση του αριθμού των μεταπτυχιακών προγραμμάτων δείχνει το μεγάλο ενδιαφέρον των πανεπιστημιακών τμημάτων να επενδύσουν στην εκπαίδευση σε εξειδικευμένα και απαιτητικά αντικείμενα όχι μόνο έρευνας αλλά και αντικείμενα που προκύπτουν από την ίδια την αγορά». «Τα μεταπτυχιακά προγράμματα των πανεπιστημίων της Ελλάδας αποτελούν έναν από τους βασικούς πυλώνες της έρευνας, όπου ερευνητικά αποτελέσματα των μελών ΔΕΠ και των νέων διδακτόρων  επιστρέφουν πίσω στην εκπαίδευση, ανατροφοδοτούν τις επόμενες γενιές επιστημόνων  και καλλιεργούν την καινοτομία και την αριστεία», τονίζει ο Κωνσταντίνος Μουρλάς, προσθέτοντας ότι η αύξηση του αριθμού των μεταπτυχιακών δεν βελτιώνει τα οικονομικά των μελών ΔΕΠ, «αφού ο νέος νόμος κάνει πρακτικά αδύνατη την επιπλέον αμοιβή τους, αλλά ούτε και τα οικονομικά των τμημάτων, αφού το μεγαλύτερο ποσοστό από τα έσοδα των διδάκτρων κατευθύνονται για κάλυψη αναγκών των Ιδρυμάτων αλλά και των υποτροφιών προς τους ίδιους τους φοιτητές. Αντίθετα, πολλά από τα δίδακτρα παρέχονται ως αμοιβή στους νέους διδάκτορες και επιστήμονες που αποφοιτούν από τα ελληνικά ΑΕΙ, δίνοντάς τους την ευκαιρία να διδάξουν στα πανεπιστήμιά μας, να αποκτήσουν την πρώτη τους προϋπηρεσία ελαττώνοντας έτσι τη διαρροή του έμψυχου πλούτου αυτής της χώρας (brain drain)».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ