Με αιχμές για «αδιανόητη παραβίαση του δικαστικού απορρήτου», το οποίο όπως είπε δεν μπορεί να ελέγξει ο ίδιος και επιφέρει πλήγμα στο ΣτΕ, υπέβαλλε την παραίτησή του, εμφανώς συγκινημένος και συναισθηματικά φορτισμένος, ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Νικόλαος Σακελλαρίου.
Σε έκτακτη συνέντευξη τύπου που παραχώρησε στους δημοσιογράφους, ο κ. Σακελλαρίου ανακοίνωσε την παραίτηση του από την θέση του επικεφαλής του Ανωτάτου Δικαστηρίου και πως έχει ήδη υποβάλλει την παραίτησή του στον Υπουργό Δικαιοσύνης.

Αιτία της παραίτησης του ήταν, σύμφωνα με τον ίδιο, η πρόσφατη διαρροή πληροφοριών από την διάσκεψη που αφορούσε στην συνταγματικότητα των περικοπών στις συντάξεις με τον νόμο Κατρούγκαλου.
Ο κ. Σακελλαρίου, ωστόσο, υπερασπίστηκε ανοικτά την απόφαση του ΣτΕ, επισημαίνοντας πως ο κίνδυνος περαιτέρω μείωσης των συντάξεων είναι ορατός και θα έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη εξαθλίωση όλων των συνταξιούχων. “Ευελπιστούμε ότι το ζήτημα θα αντιμετωπιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο από την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη”, πρόσθεσε.
Αυτό που προκάλεσε εντύπωση είναι πως ο παραιτηθείς πρόεδρος του ΣτΕ έκανε λόγο και για πλήρη κυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού.
Η διαρροή που οδήγησε στην παραίτηση – βόμβα τον κ. Σακελλαρίου που αφορούσε σε απόφαση του Συμβουλίου που έκρινε ως συνταγματικές τις περικοπές στις συντάξεις και έγινε τα ξημερώματα του περασμένου Σαββάτου.
Ολόκληρη η ανακοίνωση παραίτησης του κ. Σακελλαρίου:
«Στην απόφασή μου αυτή κατέληξα μετά την πρόσφατη παραβίαση του απορρήτου της διασκέψεως του Δικαστηρίου σχετικά με το νέο ασφαλιστικό σύστημα και την εύλογη αναταραχή που προκάλεσε σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Η αδιανόητη όσο και απαράδεκτη αυτή παραβίαση του δικαστικού απορρήτου, την οποία αντικειμενικά αδυνατώ να ελέγξω, επέφερε καίριο πλήγμα στην αξιοπιστία και το κύρος του θεσμού του Συμβουλίου της Επικρατείας και δεν μου επιτρέπει, πλέον, να εξακολουθήσω να ασκώ τα δικαστικά μου καθήκοντα με την δέουσα ηρεμία και νηφαλιότητα.
Η σημερινή απόφασίς μου – έστω και αν απέχει λίγες μόνον ημέρες από την υποχρεωτική αποχώρησή μου από την υπηρεσία δεν παύει – όσο επιβεβλημένη και αν είναι – να αποτελεί μία πολύ επώδυνη απόφαση, για μένα που διανύω το 42ο έτος της δικαστικής μου σταδιοδρομίας, έχοντας αφιερώσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου στην υπηρεσία του Συμβουλίου της Επικρατείας, έναν θεσμό, τον οποίο αγαπώ και θα συνεχίσω να αγαπώ μέχρι το τέλος της ζωής μου.
Έχω τη συνείδησή μου ήσυχη, διότι δεν αποχωρώ αμαχητί, αφού όλα αυτά τα χρόνια αγωνίσθηκα, με τη βοήθεια του Θεού, τον αγώνα τον καλό.
Τη στιγμή, όμως, αυτή η σκέψις μου στρέφεται στους απλούς πολίτες, που είναι τα θύματα των μνημονίων και της κλιμακούμενης επικυριαρχίας του οικονομικού παράγοντος επί του θεσμικού, οι αντοχές των οποίων συνεχώς δοκιμάζονται από τα αλλεπάλληλα οικονομικά μέτρα, που λαμβάνονται με την επίκληση του λεγομένου δημοσιονομικού συμφέροντος και που συνεπάγονται υπέρογκες γι αυτούς επιβαρύνσεις, λόγω του σωρευτικού τους χαρακτήρος.
Ήδη, από την εποχή του πρώτου μνημονίου, ορισμένοι συνάδελφοί μου μεταξύ των οποίων και εγώ, είχαμε, με τις μειοψηφίες μας επισημάνει, τη μή συμβατότητα των ρυθμίσεων του μνημονίου με το Σύνταγμα και είχαμε, εγκαίρως, προειδοποιήσει, χωρίς δυστυχώς να εισακουστούμε, για την επερχόμενη πλήρη επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού, που επηρέασε, καίρια, το σύνολο σχεδόν της κρατικής δράσεως και σηματοδότησε την συνακόλουθη υποχώρηση του Κράτους Δικαίου και του Κοινωνικού Κράτους.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι αντοχές όλων μας δοκιμάσθηκαν ακόμη περισσότερο από τα νεώτερα μνημόνια που επέβαλαν τη λήψη και νέων επώδυνων οικονομικών μέτρων, που συνοδεύθηκαν από τις συνεχείς μειώσεις μισθών και συντάξεων.
Οι καταστάσεις αυτές, οδήγησαν το Δικαστήριο στην έκδοση σειράς αποφάσεων της Ολομελείας του σχετικά με την μή περαιτέρω μείωση των συντάξεων και την θεσμική θωράκιση των προσώπων, που είναι επιφορτισμένα με βασικές αποστολές του Κράτους, όπως η εθνική άμυνα, η ασφάλεια, η υγεία, η παιδεία και η δικαιοσύνη.
Φρονούμε, ότι τα δικαστικά αυτά προηγούμενα και οι εγγυήσεις που ετέθησαν με αυτά, δέν μπορούν, χωρίς να παραβιάζεται το Σύνταγμα, να αγνοηθούν ούτε, πολύ περισσότερο, να παρακαμφθούν από το νομοθέτη, με το πρόσχημα της καταρτίσεως ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος μέσω του επανυπολογισμού όλων, των μέχρι σήμερα, απονεμηθεισών συντάξεων – πράγμα που θέτει τους ήδη συνταξιούχους σε καθεστώς πλήρους ανασφαλείας, κατά παράβαση της αρχής της εμπιστοσύνης – και μέσω της εισαγωγής, σε συνάρτηση, πάντοτε, με τον επανυπολογισμό, ενός νέου τρόπου υπολογισμού των εφεξής απονεμομένων συντάξεων, μέτρα που οδηγούν, με μαθηματική ακρίβεια, σε περαιτέρω μείωση του ύψους των συντάξεων, το οποίο, όμως, έχει ήδη διαμορφωθεί, μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές τους, σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο.
Σε αντίθετη περίπτωση, εκτιμούμε, ότι είναι πλέον ή ορατός ο κίνδυνος περαιτέρω μειώσεως του ύψους των απονεμομένων συντάξεων, με τελικό αποτέλεσμα την πλήρη εξαθλίωση όλων των συνταξιούχων.
Αναμφιβόλως, ευρισκόμεθα προ μιας πολύ δυσχερούς καταστάσεως, η οποία, όμως, ευελπιστούμε ότι θα αντιμετωπισθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, για μία ακόμη φορά, από την ανεξάρτητο ελληνική Δικαιοσύνη, στην οποία μετακυλίεται, παγίως, από την εκάστοτε πολιτική εξουσία, η επίλυσις των πιο σημαντικών προβλημάτων της Χώρας.
Εκφράζουμε, τέλος, τη βεβαιότητα ότι « έχουν γνώσιν οι φύλακες» και ότι οι δικαστικοί λειτουργοί του Συμβουλίου της Επικρατείας θα αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, ανταποκρινόμενοι στην ιστορική παράδοση του Σώματος.
Επομένως, πρέπει όλοι να εξακολουθήσουμε να εμπιστευόμεθα την Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, τελούντες πάντοτε εν πλήρη επιγνώσει του γεγονότος, ότι «Υπάρχουν ακόμη δικασταί εις τας Αθήνας».
Αθήνα, 16 Μαΐου 2018
Νικόλαος Καρόλου Σακελλαρίου
Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας»
Οι πόλεμοι της Μέσης Ανατολής (a)
*Του Στέφανου Καβαλλιεράκη
Στον 20ο αιώνα τέσσερις πόλεμοι διαμόρφωσαν το σημερινό status qvo στη Μ. Ανατολή ανάμεσα σε Ισραηλινούς και Άραβες. Οι τρεις από τους τέσσερις πολέμους κατέληξαν με νικητή τους Ισραηλινούς κάτι που τους επέτρεψε να δημιουργήσουν ανεξάρτητο κράτος και να εδραιώσουν τη θέση τους στη περιοχή. Θα εξετάσουμε τους δύο στο πρώτο άρθρο σήμερα και τους άλλους δύο σε επόμενο άρθρο.
Ι. 15 Μαίου 1948: ο « πόλεμος της ανεξαρτησίας» για τους ισραηλινούς, η « μέρα της καταστροφής» για τους παλαιστίνιους
Στις 14 Μαΐου 1948, ανακοινώθηκε η ίδρυση του Ισραήλ με πρόεδρο τον Χαΐμ Βάισμαν και πρωθυπουργό τον Δαβίδ Μπεν Γκουριόν. Ο αραβικός κόσμος, όμως, δεν ήταν διατεθειμένος να δεχθεί τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ σε μια περιοχή που πίστευε ότι του ανήκε. Στις 15 Μαΐου, μία μόλις ημέρα μετά την ανακήρυξη της ίδρυσης του Ισραήλ, στρατιωτικές δυνάμεις της Αιγύπτου, της Ιορδανίας, του Λιβάνου, του Ιράκ και της Συρίας επιτέθηκαν εναντίον του νεοσύστατου κράτους. Ο πρώτος αραβοϊσραηλινός πόλεμος είχε μόλις ξεκινήσει. Οι Ισραηλινοί εκμεταλλεύτηκαν τη διάσπαση των Αράβων και κυρίως μεταξύ των Ιορδανών και του βασιλιά της Ιορδανίας που ονειρευόταν « τη Μεγάλη Συρία» που θα περιελάμβανε την Ιορδανία, τη Συρία, τον Λίβανο και παλαιστινιακά εδάφη και της Αιγύπτου. Όταν οι Ιορδανοί εξασφάλισαν τα εδάφη δυτικά του Ιορδάνη άφησαν τους Αιγύπτιους ακάλυπτους. Η επικράτηση του Ισραήλ ήταν ολοκληρωτική: η έρημος του Νεγκέβ, στα νότια, και η περιοχή της Γαλιλαίας, στον Βορρά, είχαν τεθεί υπό τον πλήρη έλεγχο του ισραηλινού στρατού, που πλέον είχε περάσει τα σύνορα με τον Λίβανο.
Η Ελλάδα ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που το 1947 είχε ψηφίσει στον ΟΗΕ εναντίον της ίδρυσης του κράτους του Ισραήλ. Τα γενικότερα ελληνικά συμφέροντα στη Μέση Ανατολή και στα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων και Αντιοχείας, καθώς και ο φόβος αντιποίνων εις βάρος της ελληνικής κοινότητας της Αλεξάνδρειας, οδήγησαν την κυβέρνηση Σοφούλη στην απόφαση να αντιταχθεί στη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Όμως σε ελληνικό έδαφος έλαβαν χώρα οι τελικές διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Το καλοκαίρι του 1948, και ενώ ήταν σαφές ότι τα πέντε αραβικά κράτη δεν μπορούσαν να επικρατήσουν στρατιωτικά του Ισραήλ, ξεκίνησαν στη Ρόδο διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών για την υπογραφή ανακωχής. Οι εργασίες αυτής της διάσκεψης πραγματοποιήθηκαν στο ξενοδοχείο «Των Ρόδων» και οδήγησαν στην ίδρυση του κράτους του Ισραήλ.
Επικεφαλής της αποστολής του ΟΗΕ ήταν ο Σουηδός κόμης Φόλκε Μπερναντότε, ο οποίος, τελικά, παρά την επιτυχία της διάσκεψης, πλήρωσε με τη ζωή του τις συνομιλίες, αφού δολοφονήθηκε από Εβραίους εξτρεμιστές στην Ιερουσαλήμ το 1948.
Αυτή η σύσκεψη αποτέλεσε γεγονός ιδιαίτερης πολιτικής σημασίας και δέσποσε στη διεθνή πολιτική σκηνή για αρκετούς μήνες, προβάλλοντας το νησί της Ρόδου, διεθνώς, καθώς την ώρα που η Μέση Ανατολή ταλανιζόταν από αιματηρές συγκρούσεις, στο ξενοδοχείο γίνονταν διαβουλεύσεις με στόχο την ειρήνη. Οι ξένοι ανταποκριτές χαρακτήριζαν τότε τη Ρόδο «όαση της ειρήνης». Με πρωτοβουλία του τότε μητροπολίτη Ρόδου, Τιμόθεου, πραγματοποιήθηκε θεία παράκληση για την επίτευξη ειρήνης στον Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού. Μπερναντότε, Άραβες, Ισραηλινοί, πολιτικές και στρατιωτικές Αρχές, με επικεφαλής τον γενικό διοικητή Δωδεκάνησου, Νικόλαο Μαυρή, γονατίζουν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας παρακαλώντας για το «θαύμα» στους Αγίους Τόπους.
Στις 11 Ιανουαρίου του 1949 (και αφού τον Σεπτέμβριο είχε δολοφονηθεί ο κόμης Μπερναντότε) ο Αμερικανικός μεσολαβητής του ΟΗΕ, δρ. Ραλφ Μπαντς, φτάνει στο ξενοδοχείο «Των Ρόδων», ενώ την επομένη φτάνουν και οι αντιπρόσωποι του Ισραήλ και της Αιγύπτου για το ζήτημα της ανακωχής στην Παλαιστίνη.
Στις 24 Φεβρουάριου 1949 υπογράφεται στην Παλαιστίνη η ιστορική συνθήκη ανακωχής μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ, ενώ στις 3 Απριλίου 1949 υπογράφεται στο ξενοδοχείο «Των Ρόδων» το πρωτόκολλο ανακωχής μεταξύ Υπεριορδανίας και Ισραήλ, με τη μεσολάβηση του δρ. Μπαντς, ο οποίος αργότερα θα τιμηθεί με το Νόμπελ Ειρήνης και θα γίνει ο πρώτος αφροαμερικανός που θα το λάβει.
Το Ισραήλ προσάρτησε εδάφη πέραν εκείνων που ορίζονταν στο σχέδιο των Ηνωμένων Εθνών του 1947, καθώς και τη μισή Ιερουσαλήμ, ενώ η Αίγυπτος και η Ιορδανία επεκτάθηκαν στη Λωρίδα της Γάζας και στη Δυτική Οχθη αντίστοιχα. Έως τα τέλη του 1948, περίπου 750.000 Παλαιστίνιοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους και έγιναν πρόσφυγες. Το παλαιστινιακό κράτος, που προέβλεπε η αρχική απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 1947 του ΟΗΕ, ουδέποτε εμφανίστηκε στον χάρτη της Μέσης Ανατολής.
Έτσι τον Μάρτιο του 1949 και η Ελλάδα αναγνώρισε de facto το Ισραήλ, οι σχέσεις των Αθηνών με την Ιερουσαλήμ δεν αποκαταστάθηκαν πλήρως παρά μόνο το 1990, όταν η ελληνική πλευρά, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, προχώρησε στην de jure αναγνώριση του ισραηλινού κράτους.
ΙΙ. 1956: Η κρίση του Σουέζ
Η κρίση στο Σουέζ το 1956 αποτελεί καμπή στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της Μέσης Ανατολής. Δύο ισχυρές αποικιοκρατικές ευρωπαϊκές δυνάμεις, η Βρετανία και η Γαλλία, σε συνεργασία με το Ισραήλ, επενέβησαν στρατιωτικά στην Αίγυπτο με σκοπό να ανατρέψουν τον νέο πρόεδρο της χώρας, Τζαμάλ Αμπντ αλ Νάσερ. Η κρίση γρήγορα έλαβε διεθνείς διαστάσεις και απείλησε την παγκόσμια ειρήνη. Αν και η πολεμική αυτή διένεξη δεν ενέπλεξε τόσο άμεσα Ισραηλινούς και Άραβες προετοίμασε την μεγάλη πολεμική σύρραξη του 1967 και καλλιέργησε το έδαφος για τη μεγάλη ρήξη Αιγύπτου και Ισραήλ αφου οδήγησε στη πολιτική ριζοσπαστικοποίηση του νασερικού καθεστώτος στην Αίγυπτο.
Στις 27 Σεπτεμβρίου 1955 ο Νάσερ ανακοίνωσε τη συμφωνία αγοράς σοβιετικών οπλικών συστημάτων από την Τσεχοσλοβακία, προκαλώντας ενθουσιασμό στον αραβικό κόσμο και έντονη ανησυχία στη Δύση και το Ισραήλ. Για πρώτη φορά ένας Αραβας ηγέτης τολμούσε να ξεφύγει από τη δυτική κηδεμονία. Παρά τη στρατιωτική συμφωνία με την Τσεχοσλοβακία, ο Νάσερ δεν διέκοψε τους δεσμούς του με τη Δύση. Η συνεχής όμως και αυξανόμενη ένταση με τη στροφή του Νάσερ προς τη Κίνα και την ενίσχυση αντιδυτικών καθεστώτων οδήγησε και στην εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ από μεριάς Αιγυπτίων τον Ιούλιο του 1956, δλδ της διώρυγας που συνέδεε τη Μεσόγειο με την Ερυθρά θάλασσα απαγορεύοντας στους Ισραηλινούς να τη χρησιμοποιούν.
Η κρίση στο Σουέζ σηματοδότησε την κατάρρευση του προπολεμικού αποικιοκρατικού συστήματος και το τέλος της πολιτικής και οικονομικής κυριαρχίας των ευρωπαϊκών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Οι συνέπειές της ήταν σημαντικές για όλους τους εμπλεκόμενους σ’ αυτή. Το νασερικό καθεστώς αύξησε τη δημοτικότητά του και ριζοσπαστικοποιήθηκε. Ο ίδιος ο Νάσερ αναδείχτηκε σε αδιαμφισβήτητο ηγέτη των Αράβων και πρωταγωνιστή στον αγώνα τους για ελευθερία και ανεξαρτησία. Οι παραδοσιακές αραβικές ηγεσίες ταυτίστηκαν με την αποικιοκρατία και το Ισραήλ και ανατράπηκαν. Ο αραβικός εθνικισμός θριάμβευσε.
Στις 29 Οκτωβρίου το Ισραήλ εισέβαλε στο Σινά, την επομένη οι Αγγλο-γάλλοι ζήτησαν από το Ισραήλ και την Αίγυπτο να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από τη διώρυγα και στις 31 ανήγγειλαν την επικείμενη στρατιωτική τους επέμβαση. Οι Αμερικανοί αντέδρασαν έντονα. Αν και δεν πίστευαν στη δυνατότητα συνεργασίας με τον Νάσερ, δεν ήθελαν να ταυτιστούν με την αποικιοκρατική κληρονομιά των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ απευθύνθηκε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και ζήτησε να αποσυρθούν οι Ισραηλινοί από την Αίγυπτο και τα μέλη του ΟΗΕ να αποφύγουν κάθε απειλή ή χρήση βίας. Βρετανία και Γαλλία προέβαλαν βέτο, αλλά στις 2 Νοεμβρίου οι ΗΠΑ έφεραν το θέμα και στη Γενική Συνέλευση, η οποία ενέκρινε πρόταση για τον τερματισμό των εχθροπραξιών και την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων.
Η Βρετανία και η Γαλλία γνώρισαν μεγάλη πολιτική και διπλωματική ήττα, αφού το κύρος τους ως Μεγάλες Δυνάμεις καταρρακώθηκε. Η αμερικανική είσοδος στη μεσανατολική σκηνή επισημοποιήθηκε με τη διακήρυξη του Δόγματος Αϊζενχάουερ τον Ιανουάριο του 1957 – ένα τρίπτυχο μεσανατολικό πρόγραμμα οικονομικών παροχών, στρατιωτικής βοήθειας και προστασίας από τον σοβιετικό «επεκτατισμό».
Η Αμερική εισέρχεται στο χώρο της Μέσης Ανατολης, το Ισραήλ και η Αίγυπτος θα είναι οι πρωταγωνιστές των δύο επόμενων μεγάλων πολεμικών συγκρούσεων.
*Ο Στέφανος Καβαλλιεράκης είναι ιστορικός, Δρ. Μεσογειακών και Ανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου.