Σε μία διαπροσωπική μας σχέση που στηρίζεται στην επιλογή μας και όχι γιατί έτυχε, καθένας έχει δικά του κριτήρια. Παρατηρεί αν ταιριάζει με τον άλλον και όσο περισσότερο γνωρίζονται αν μπορούν να συνυπάρξουν.
Της Μίκας Πανάγου*
Μιλάμε σήμερα κυρίως για φιλικές ή ερωτικές σχέσεις που επενδύουμε συναισθηματικά και δεσμευόμαστε όσο επιτρέπουμε και με τον τρόπο που μάθαμε να μας αγαπάνε από παιδιά. Αν λοιπόν μας έχουμε βιώσει αγάπη με όρους κάπως έτσι θα το συνεχίσουμε κι εμείς στη δική μας ζωή. Αν είσαι καλό παιδί θα σε αγαπάω, αν ακούς τον μπαμπά θα σε αγαπάω, αν φας όλο το φαγητό σου, αν μαζέψεις τα παιχνίδια σου και αν δεν; Τότε δεν θα με αγαπάς; Αν δεν καταφέρω να μπω στο καλούπι σου τότε θα με απορρίψεις και θα έχω αποτύχει. Μπορεί βέβαια να υποκρίνομαι ότι γίνομαι αυτό που θες, να πιέζομαι και να θυμώνω όταν μένω μόνος γιατί θα καταπιέζω αυτό που θέλω να είμαι. Σε μία έξω οικογενειακή σχέση θα προσελκύομαι πιθανών από χειριστικούς ανθρώπους που θα με αγαπάνε όταν κάνω αυτό που θέλουν, όμως αντίστοιχα μπορεί να γίνω εγώ ο γονιός που με μεγάλωσε με προϋποθέσεις και να ζητάω αποδείξεις για να πειστώ για τα συναισθήματα του άλλου.
Υπάρχει και η σκληρή αγάπη όπου είναι σχεδόν απαγορευτικό να επιβραβεύουμε όσα πετυχαίνει ο άλλος και μονίμως να ζητάμε κι άλλα. Να έχουμε προσδοκίες και όνειρα επενδυμένα σε κάποιον αφού εμείς δεν τα καταφέραμε. Το αποτέλεσμα οι σχέσεις που έχουμε να απαιτούν από εμάς μονίμως να κάνουμε πράγματα, να υπάρχει μια συνεχή κριτική και να γίνονται παρατηρήσεις, φυσικά με αγάπη, για να γίνουμε καλύτεροι. Και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να έχουμε τον γονεϊκό ρόλο και να ασκούμε κριτική στον φίλο ή σύντροφο μας για όσα κάνει αφού δεν πληρούν τις δικές μας προϋποθέσεις. Τα όρια μαθαίνονται σε παιδιά ακριβώς για να ξέρουν πότε να πουν όχι, να μην αλλοιώνουν την προσωπικότητα τους για κανέναν αλλά αντίστοιχα να μην παραβιάζουν οι ίδιοι τους άλλους. Το να αγαπάμε κάποιον δεν μας δίνει το δικαίωμα να τον αλλάξουμε. Η αποδοχή είναι ένας όρος άγνωστος για πολλούς σε αντίθεση με τον σχολιασμό και την επιβολή της γνώμης μας που το συναντάμε όλο και περισσότερο γύρω μας.
Οι σχέσεις δεν είναι στρατόπεδα εξουσίας ούτε ανταγωνισμού. Είναι για το μαζί, την αλληλεπίδραση και για να στηρίζει ο ένας τον άλλον. Το να κουβαλάμε γονεϊκούς ρόλους παντού μας μπλοκάρει από το να απολαμβάνουμε πράγματα και αν δεν συμφωνούμε ή μας βγάζει αρνητικά συναισθήματα κάποιος να θυμόμαστε ότι βρισκόμαστε εκεί από επιλογή και όχι επειδή έτυχε.Ας εστιάσουμε στο δικό μας μέσα, να δουλέψουμε με εμάς ώστε να συμβιώσουμε με τους άλλους. Από το να βγάζουμε απλά θυμό για όλα όσα συμβαίνουν ας δούμε πώς μπορούμε να γίνουμε μέρος της αλυσίδας της κοινωνίας μας καινά προσφέρουμε ένα λιθαράκι στην μετακίνηση που χρειάζεται. Να μην σιωπούμε εκεί που δεν πρέπει και να μιλάμε μόνο εκεί που νιώθουμε οικεία.
Όταν βλέπουμε ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια να μην εθελοτυφλούμε γιατί έτσι είναι το σύστημα. Το να έχει ανάγκη κάποιος από ψυχολογική και ψυχιατρική στήριξη δεν είναι έγκλημα, θα γίνει όμως αν πάλι σφυράνε αδιάφορα και το θεωρούμε κακό. Ν
α σταματήσουμε για λίγο να είμαστε δικαστές, αστυνόμοι, γιατροί, ψυχολόγοι, δάσκαλοι και ας γίνουμε άνθρωποι με γνώμονα το δικό μας καλό αλλά και του συνόλου. Το σύστημα είμαστε εμείς οι ίδιοι και όχι άλλοι. Αυτό που είμαστε σήμερα είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, πολλών επιρροών και ερεθισμάτων άρα αυτό που θα γίνουν τα παιδιά αύριο θα έχει δικά μας ίχνη και στίγματα.
* Η Μίκα Πανάγου είναι κοινωνική λειτουργός με εκπαίδευση στη συστημική οικογενειακή θεραπεία – Facebook – Instagram


