21.9 C
Athens

Η οικονομική και γεωπολιτική επίπτωση των δασμών 50% του Τραμπ στην Ε.Ε. – Γράφει ο Δημήτρης Απόκης

Στις 23 Μαΐου 2025, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε μια σαρωτική επιβολή δασμών 50% σε όλες τις εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), με ισχύ από την 1η Ιουνίου, εκτός εάν τα προϊόντα κατασκευάζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επικαλούμενος εμπορικό έλλειμμα που ξεπερνά τα 250 δισεκατομμύρια δολάρια και αποτυχημένες διαπραγματεύσεις, ο Τραμπ επανέλαβε ότι η Ε.Ε. δημιουργήθηκε για να εκμεταλλευτεί οικονομικά τις ΗΠΑ. Αυτή η κίνηση, σηματοδοτεί μια σημαντική κλιμάκωση στις εμπορικές εντάσεις ΗΠΑ-Ε.Ε., με βαθιές επιπτώσεις για τις οικονομίες της Ε.Ε. και την γεωπολιτική επιρροή του μπλοκ. Οι δασμοί απειλούν να διαταράξουν την οικονομική σταθερότητα, να επιβαρύνουν τις διατλαντικές σχέσεις και να αποδυναμώσουν την παγκόσμια επιρροή της Ε.Ε. σε μια περίοδο αυξημένης αβεβαιότητας.

Του Δημήτρη Γ. Απόκη*

Οικονομικές Επιπτώσεις στις Οικονομίες της ΕΕ

Η οικονομία της Ε.Ε., που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές, αντιμετωπίζει σοβαρό πλήγμα από τους δασμούς 50%. Το 2023, η ΕΕ εξήγαγε αγαθά αξίας 532 δισεκατομμυρίων ευρώ (585 δισεκατομμύρια δολάρια) στις ΗΠΑ, που αντιπροσωπεύουν το 21% των εξαγωγών της εκτός Ε.Ε. Οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη αγορά εξαγωγών αγαθών της Ε.Ε., και ένας δασμός 50% θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά αυτό το εμπόριο. Σύμφωνα με οικονομικά μοντέλα, ένας δασμός 10% των ΗΠΑ προβλεπόταν να μειώσει το ΑΕΠ της ευρωζώνης κατά 0,2-0,3 ποσοστιαίες μονάδες, με τη Γερμανία να αντιμετωπίζει συρρίκνωση 1,1%. Ένας δασμός 50% ενισχύει αυτή την επίδραση, πιθανώς μειώνοντας το ΑΕΠ της Ε.Ε. κατά 1-2% μόνο τον πρώτο χρόνο, ωθώντας την Ευρώπη πιο κοντά σε ύφεση.

Η Γερμανία, για παράδειγμα, η οικονομική υπερδύναμη της Ε.Ε., είναι ιδιαίτερα ευάλωτη. Η αυτοκινητοβιομηχανία της, βασικός πυλώνας της οικονομίας, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αγορές των ΗΠΑ. Το 2023, η Γερμανία εξήγαγε αγαθά αξίας 157 δισεκατομμυρίων ευρώ στις ΗΠΑ, με τα αυτοκίνητα και τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων να αποτελούν σημαντικό μερίδιο. Ένας δασμός 50% θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές των αυτοκινήτων στις ΗΠΑ κατά 4.000-5.000 δολάρια, μειώνοντας τη ζήτηση και πλήττοντας σκληρά γερμανικούς κατασκευαστές όπως η Volkswagen και η BMW. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι το ΑΕΠ της Γερμανίας θα μπορούσε να συρρικνωθεί κατά 1,5-2% υπό αυτούς τους δασμούς, με επιπτώσεις σε αλυσίδες εφοδιασμού σε Ιταλία, Ισπανία και Ανατολική Ευρώπη.

Μικρότερες οικονομίες με υψηλές εξαγωγές ως προς το ΑΕΠ, όπως η Ιρλανδία και η Ολλανδία, αντιμετωπίζουν δυσανάλογους κινδύνους. Ο φαρμακευτικός τομέας της Ιρλανδίας, που εξάγει σε μεγάλο βαθμό στις ΗΠΑ, θα μπορούσε να δει μειωμένη ανταγωνιστικότητα, ενώ οι ολλανδικές γεωργικές εξαγωγές ενδέχεται να αντιμετωπίσουν προβλήματα λόγω αυξημένων δαπανών. Οι δασμοί επιδεινώνουν επίσης τα υπάρχοντα οικονομικά προβλήματα, καθώς η Ευρώπη παλεύει με στασιμότητα ανάπτυξης (0,2% το 2024) και μια επισφαλή ανάκαμψη από την ενεργειακή κρίση που πυροδοτήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει ήδη υποβαθμίσει τις προβλέψεις για τις καθαρές εξαγωγές για το 2025, και οι πληθωριστικές πιέσεις από υψηλότερες δαπάνες εισαγωγών θα μπορούσαν να περιορίσουν τη νομισματική χαλάρωση, πνίγοντας περαιτέρω την ανάπτυξη.

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές αντέδρασαν γρήγορα. Μετά την ανακοίνωση του Τραμπ, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια κατέρρευσαν, με τον DAX της Γερμανίας και τον CAC 40 της Γαλλίας να πέφτουν σημαντικά. Η αβεβαιότητα οδήγησε τις εταιρείες να αναστείλουν επενδύσεις, επιδεινώνοντας την οικονομική επιβράδυνση. Οι κυβερνήσεις σε Γερμανία, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία ανακοίνωσαν «ασπίδες δασμών» 50 δισεκατομμυρίων ευρώ για τη στήριξη των επιχειρήσεων, αλλά οι περιορισμένοι προϋπολογισμοί, ήδη επιβαρυμένοι από αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες, περιορίζουν το εύρος της δημοσιονομικής ανακούφισης. Η Moody’s προειδοποίησε για αυξημένο κίνδυνο ύφεσης, με τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία να υποβαθμίζουν τις προβλέψεις ανάπτυξης.

Γεωπολιτικές Συνέπειες για την Ε.Ε.

Πέρα από την οικονομία, οι δασμοί υπονομεύουν την γεωπολιτική επιρροή της Ε.Ε. σε μια κρίσιμη στιγμή. Η Ε.Ε. έχει από καιρό τοποθετηθεί ως υπέρμαχος του εμπορίου που βασίζεται σε κανόνες και πολυμερισμό, αλλά η ενέργεια του Τραμπ αμφισβητεί αυτό το πλαίσιο. Στοχεύοντας το εμπορικό πλεόνασμα της Ε.Ε. και επικρίνοντας το σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) ως αθέμιτο εμπόδιο, ο Τραμπ επιδιώκει να αποδυναμώσει την οικονομική μόχλευση του μπλοκ και να επιβάλει παραχωρήσεις. Αυτή η προσέγγιση εκμεταλλεύεται τις διαιρέσεις εντός της Ε.Ε., καθώς κράτη-μέλη όπως η Γαλλία και η Ιταλία εκφράζουν ανησυχίες για αντίποινα σε συγκεκριμένους τομείς, όπως το κρασί και το μπέρμπον.

Οι δασμοί επιβαρύνουν επίσης τις διατλαντικές σχέσεις, έναν ακρογωνιαίο λίθο της γεωπολιτικής στρατηγικής της Ε.Ε. Η ευρύτερη ατζέντα του Τραμπ «Πρώτα η Αμερική», που περιλαμβάνει σκεπτικισμό προς το ΝΑΤΟ και μειωμένη υποστήριξη για την Ουκρανία, ασκεί επιπλέον πίεση στην Ε.Ε. να διεκδικήσει την αυτονομία της. Η ικανότητα της Ε.Ε. να συντονίσει μια ενιαία απόκριση είναι κρίσιμη, αλλά η εσωτερική διχόνοια—εμφανής στις συζητήσεις για τη στόχευση προϊόντων των ΗΠΑ όπως το μπέρμπον—περιπλέκει αυτή την προσπάθεια. Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν έχει υποστηρίξει διαπραγματεύσεις και μια συμφωνία μηδενικών δασμών, αλλά η απόρριψη της διπλωματίας από τον Τραμπ υπέρ της οικονομικής πίεσης περιορίζει τη διαπραγματευτική ισχύ της Ε.Ε.

Παγκοσμίως, οι δασμοί αποδυναμώνουν τη θέση της Ε.Ε. σε σχέση με άλλες δυνάμεις. Καθώς οι ΗΠΑ αποσυνδέονται από την Κίνα και επιβάλλουν δασμούς 104% στα κινεζικά αγαθά, η Κίνα μπορεί να εκτρέψει εξαγωγές στην Ευρώπη, πλημμυρίζοντας τις αγορές και υπονομεύοντας τις τοπικές βιομηχανίες. Οι προσπάθειες της Ε.Ε. να διαφοροποιήσει το εμπόριο μέσω συμφωνιών με το Μερκοσούρ ή χώρες της ASEAN αντιμετωπίζουν εμπόδια, καθώς οι παγκόσμιοι εμπορικοί εταίροι αντιμετωπίζουν επίσης τους δασμούς των ΗΠΑ. Αυτή η δυναμική κινδυνεύει να περιθωριοποιήσει την Ε.Ε. σε μια κατακερματισμένη παγκόσμια οικονομία, μειώνοντας την ικανότητά της να διαμορφώνει διεθνείς εμπορικούς κανόνες.

Επιπλέον, οι δασμοί υπογραμμίζουν τις δομικές αδυναμίες της Ε.Ε. Ο πρώην Πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι έχει ζητήσει 750-800 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, αλλά ο πολιτικός κατακερματισμός και οι δημοσιονομικοί περιορισμοί εμποδίζουν τέτοιες φιλοδοξίες. Οι δασμοί μπορεί να αναγκάσουν την Ε.Ε. να επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις στην ενιαία αγορά και να εμβαθύνει τη νομισματική ολοκλήρωση, αλλά αυτά τα μέτρα απαιτούν χρόνο και συναίνεση, που και τα δύο είναι σε έλλειψη. Εν τω μεταξύ, η Ε.Ε. κινδυνεύει να χάσει επιρροή καθώς χώρες όπως η Ινδία και το Βιετνάμ διαπραγματεύονται διμερείς συμφωνίες με τις ΗΠΑ για να μετριάσουν τις επιπτώσεις των δασμών.

Μια Πορεία Προς τα Εμπρός;

Η Ε.Ε. αντιμετωπίζει μια λεπτή ισορροπία. Τα αντίποινα σε δασμούς, όπως το προτεινόμενο πακέτο 26 δισεκατομμυρίων ευρώ σε αγαθά των ΗΠΑ, κινδυνεύουν να κλιμακώσουν τον εμπορικό πόλεμο και να βλάψουν τους καταναλωτές. Η διπλωματία παραμένει η προτιμώμενη οδός, αλλά η σκληρή προσέγγιση του Τραμπ περιπλέκει τις διαπραγματεύσεις. Η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης μέσω δημοσιονομικών κινήτρων και η διαφοροποίηση των εμπορικών συνεργασιών θα μπορούσαν να αμβλύνουν το πλήγμα, αλλά αυτά τα μέτρα απαιτούν συντονισμένη δράση. Η Ε.Ε. πρέπει επίσης να εκμεταλλευτεί την ενιαία αγορά της για να ενισχύσει την ανθεκτικότητα, όπως τόνισε η Φον ντερ Λάιεν, αποκαλώντας την «την άγκυρα της σταθερότητάς μας».

Συμπερασματικά, οι δασμοί 50% του Τραμπ αποτελούν σοβαρή απειλή για τις οικονομίες της Ε.Ε., κινδυνεύοντας με ύφεση και αποκαλύπτοντας ευπάθειες σε εξαγωγικά εξαρτώμενα έθνη όπως η Γερμανία. Γεωπολιτικά, οι δασμοί διαβρώνουν την επιρροή της Ε.Ε., επιβαρύνοντας τις διατλαντικές σχέσεις και αμφισβητώντας τον ρόλο της ως παγκόσμιου ηγέτη στο εμπόριο. Ενώ η Ε.Ε. διαθέτει εργαλεία για να μετριάσει τη ζημιά, η επιτυχία της εξαρτάται από την ενότητα και τη στρατηγική διορατικότητα στην πλοήγηση αυτού του ταραχώδους νέου τοπίου. Δυστυχώς και τα δυο απουσιάζουν.

*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο. 

** Η ανάλυση και τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις του συγγραφέα

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ