today-is-a-good-day
19.6 C
Athens

Μεταξύ Τραμπ – ακροδεξιάς και παγκόσμιου χάους – Γράφει ο Δημήτρης Απόκης

Παρακολουθώντας τις τελευταίες εβδομάδες την αρθρογραφία στα διεθνή συστημικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, την ομιλία του Αμερικανού προέδρου, Τζο Μπάιντεν, ενώπιον της ολομέλειας του Κογκρέσου, και δηλώσεις ευρωπαίων ηγετών, είναι ξεκάθαρα αντιληπτό ότι το επιχείρημα, ενόψει της κρίσιμης εκλογικής διαδικασίας των ευρωεκλογών, αλλά και του κομβικού γεγονότος, για τις μελλοντικές γεωπολιτικές και γεωοικονομικές εξελίξεις, των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι ότι η πορεία προς ένα παγκόσμιο χάος είναι προτιμότερη, από την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ, στο Λευκό Οίκο και την έλευση αυτό που ανεδαφικά αποκαλούν ακροδεξιά στην Ευρώπη.

Του Δημήτρη Γ. Απόκη *

Πολύ απλά, εκείνο που μας λέει η συντριπτική πλειοψηφία των συστημικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, η πλειοψηφία των ηγετών, μειοψηφικών πλέον κυβερνήσεων, στην Ευρώπη, αλλά και ο νυν Αμερικανός Πρόεδρος είναι, ότι ο Τραμπ και η δήθεν ακροδεξιά, αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο για την Αμερική και τη Δύση ευρύτερα, από ότι ο Σι Τζινπίνγκ, ο Πούτιν, ο Κιμ Γιονγκ Ουν, ο Αλί Χαμενεΐ, η Χαμάς, η Χεζμπολάχ και οι Χούθι, συνολικά.

Πρόκειται πραγματικά για ένα εντυπωσιακό και ταυτόχρονα άξιο ανάλυσης, που ξεπερνά τα δεδομένα του αντικειμένου των διεθνών σχέσεων, της γεωπολιτικής, της γεωοικονομίας, και αγγίζει τα όρια της ψυχιατρικής, επιχείρημα.

Ας δούμε λοιπόν ψύχραιμα, και πάνω από όλα με κοινή λογική, κατά πόσο αυτό το επιχείρημα έχει βάση. Ακόμα και στην περίπτωση που όλοι αυτοί έχουν δίκιο, αναφορικά με τον κίνδυνο από την επιστροφή του Τραμπ και την έλευση της δήθεν ακροδεξιάς στην Ευρώπη, για την Αμερική και τη Δύση ευρύτερα, οι πολιτικές που εφαρμόζουν στο εσωτερικό της Αμερικής, στο εσωτερικό των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών, αλλά κυρίως η πολιτική της Ουάσιγκτον και το ευρωπαϊκό αλαλούμ, στην εξωτερική πολιτική, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οδηγούν στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκουν. Βοηθούν και καθιστούν ανάγκη την επιστροφή Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο και την ενίσχυση αυτών των κομμάτων που αποκαλούν ακροδεξιά.

Αντί να εξηγήσουν στους ψηφοφόρους, γιατί η παγκόσμια κατάσταση έχει επιδεινωθεί τόσο δραματικά κατά τη διάρκεια της προεδρίας Μπάιντεν και υπό το υφιστάμενο σύστημα Βρυξελλών και μειοψηφικών κυβερνήσεων στην Ευρώπη, και τι προτείνουν να κάνουν για να μπει ένα φρένο σε αυτή τη ζοφερή ολίσθηση, το πρόβλημα τους είναι η επιστροφή του Τραμπ, η έλευση της δήθεν ακροδεξιάς και η τάχα μου καταστροφή που θα επέλθει εάν συμβεί.

Η πικρή αλήθεια για όλους αυτούς όμως, είναι ότι όχι μόνο η Αμερικανοί ψηφοφόροι, αλλά και η πλειοψηφία των ευρωπαίων ψηφοφόρων, όλο και περισσότερο, κάνοντας μια αναδρομή στα χρόνια της προεδρίας Τραμπ και βλέποντας τις θέσεις αυτών των συντηρητικών κομμάτων, ανησυχούν λιγότερο για την επιστροφή του και την ενίσχυσή τους, από ότι αυτό που μοιάζει όλο και περισσότερο με μια παγκόσμια μετατόπιση προς γενικευμένη ανάφλεξη.

Όλο και περισσότερο οι δημοσκοπήσεις δείχνουν, ότι η προσέγγιση που εφαρμόζεται από την κυβέρνηση Μπάιντεν, τις Βρυξέλλες και την πλειοψηφία των κυβερνήσεων στην Ευρώπη, στην εσωτερική και στην εξωτερική πολιτική, δεν εμπνέει καμία εμπιστοσύνη σε μια όλο και αυξανόμενη πλειοψηφία των πολιτών. Η διαχείριση της πολιτικής στα σύνορα, η διαχείριση της παράνομης μετανάστευσης, η διαχείριση της κρίσης στη Μέση Ανατολή, η αντιμετώπιση της Κίνας, η διαχείριση του πολέμου στην Ουκρανία, η αντιμετώπιση του Ιράν, οι ουτοπικές πράσινες πολιτικές στη ενέργεια και όχι μόνο, οι οικονομικές πολιτικές, αποδοκιμάζονται όλο και περισσότερο.

Ακόμη χειρότερα για αυτούς, καθώς η παγκόσμια κρίση γίνεται όλο και πιο θερμή, οι ψηφοφόροι ενδιαφέρονται περισσότερο για την εξωτερική πολιτική και αντιλαμβάνονται πόσο άρρηκτα συνδεδεμένη είναι πλέον με την εσωτερική πολιτική και την καθημερινότητά τους.

Βλέπουμε μια αγωνιώδη προσπάθεια να περάσουν μια πλασματική εικόνα ευημερίας, αλλά και μια ελπίδα από την πλευρά τους, ότι η πλασματική και σίγουρα όχι δεδομένη πτώση του πληθωρισμού, θα αλλάξει τις αντιλήψεις των ψηφοφόρων, αναφορικά με την ηγεσία τους και τις πολιτικές που εφαρμόζουν. Δυστυχώς, τα γεγονότα και η κοινή λογική, δείχνουν ότι όταν πρόκειται για παγκόσμια γεγονότα, οι προοπτικές είναι πιο σκοτεινές.

Πριν από τις επερχόμενες κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, ο Πούτιν είναι πλέον εξαιρετικά απίθανο να χάσει στην Ουκρανία. Η κατάσταση στα νότια σύνορα της Αμερικής, η λαθρομετανάστευση, και οι πληγές που προκαλούν στους πολίτες και την κοινωνία όχι μόνο δεν θα βελτιωθούν, αλλά βαίνουν προς ραγδαία επιδείνωση. Η κρίση στη Μέση Ανατολή είναι απίθανο να βελτιωθεί και ο κίνδυνος ευρύτερου πολέμου είναι πραγματικός. Η Κίνα, θα συνεχίσει να δοκιμάζει την Αμερική και τη Δύση. Όλα αυτά έχουν δραματική επίπτωση στη ζωή των πολιτών.

Σε αυτό το πλαίσιο, η ρητορική στρατηγική και η προσέγγιση που εφαρμόζεται από το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα στην Ουάσιγκτον και τη Δύση, με ελάχιστες, μέχρι στιγμής, εξαιρέσεις, ότι όλα πάνε καλά και ο μόνος κίνδυνος είναι μια επιστροφή του Τραμπ και η άνοσος της δήθεν ακροδεξιάς, είναι ένα μεγάλο και πιθανότατα μοιραίο πολιτικό λάθος.

Τι πραγματικά λένε στους ψηφοφόρους; Ότι τέσσερα ακόμη χρόνια του κ. Μπάιντεν, μια συνέχεια στο υφιστάμενο σύστημα των Βρυξελλών, και επιβίωση των μειοψηφικών κυβερνήσεων στην Ευρώπη, δηλαδή, άλλα τέσσερα χρόνια διευρυνόμενου πολέμου, αυξανόμενων απειλών και περισσότερου συνοριακού και εσωτερικού χάους, είναι κάτι λογικό και πρέπει να γίνει αποδεκτό από τους πολίτες για να μην επιστρέψει ο Τραμπ και η ακροδεξιά στην Ευρώπη.

Ειλικρινά, εάν πραγματικά έχει απομείνει έστω και ένα ψήγμα κοινής λογικής, είναι δυνατόν να αγοράσει κανείς σε Αμερική και Ευρώπη, αυτή τη ρητορική και αυτό το επιχείρημα;

Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ