today-is-a-good-day
20.6 C
Athens

Το παζλ των χθεσινών αποφάσεων της FED και τι δείχνουν οι δηλώσεις Πάουελ – Γράφει ο Δημήτρης Απόκης

Η χθεσινή ήταν μια σημαντική ημέρα για την οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών και για την διεθνή οικονομία με την ανακοίνωση από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών (FED) να αυξήσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης. Ταυτόχρονα, η τοποθέτησή του επικεφαλής της FED, Τζερόμ Πάουελ, ότι δεν προβλέπει αυτή τη στιγμή, αυξήσεις τον επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσεις στις επόμενες συναντήσεις της FED, έστειλε σε ξέφρενο ράλι το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, αλλά άνοιξε και μια συζήτηση κατά πόσο η πολιτική που έχει αποφασιστεί είναι η ενδεδειγμένη.

Του Δημήτρη Γ. Απόκη *

Δεν είναι τυχαίο ότι ο κ. Πάουελ ξεκίνησε την συνέντευξη τύπου μετά την ανακοίνωση της αύξησης των επιτοκίων, με κάτι εξαιρετικά ασυνήθιστο για Κεντρικό Τραπεζίτη των ΗΠΑ, απευθυνόμενος απευθείας στον αμερικανικό λαό.

«Θα ήθελα να επωφεληθώ της ευκαιρίας για να μιλήσω απευθείας με τον αμερικανικό λαό», δήλωσε ο Πάουελ κατά την έναρξη συνέντευξης Τύπου. «Ο πληθωρισμός είναι πολύ υψηλός και κατανοούμε τις δυσκολίες που προκαλεί, και κινούμαστε γρήγορα για να τον επαναφέρουμε.» Η κίνηση αυτή, δείχνει την πίεση που υφίσταται η FED, η οποία κατηγορείται ότι ολιγώρησε και δεν ενήργησε άμεσα έτσι ώστε να προλάβει τη ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού.

Η FED, η οποία αποφάσισε επίσης να αρχίσει να μειώνει τη συμμετοχή της, σε δημόσια ταμεία και τίτλους που καλύπτονται από ενυπόθηκα δάνεια από τον επόμενο μήνα, προσπαθεί να περιορίσει το θερμότερο πληθωρισμό από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Τότε, ο Κεντρικός Τραπεζίτης, Πώλ Βόλκερ, αύξησε τα επιτόκια στο 20% και συνέτριψε τόσο τον πληθωρισμό όσο και την ευρύτερη οικονομία στη διαδικασία. Η ελπίδα της FED αυτή τη φορά είναι ότι ο συνδυασμός του αυξανόμενου κόστους δανεισμού και της συρρίκνωσης του ισολογισμού θα προσφέρει μια ήπια προσγείωση που θα αποφύγει την ύφεση ενώ θα μειώσει τον πληθωρισμό, αν και ο Πάουελ άφησε να εννοηθεί ότι αυτό μπορεί να μην είναι δυνατό χωρίς να βλάψει την ανάπτυξη. «Ναι, μπορεί να υπάρχει κάποιος πόνος που σχετίζεται με την επιστροφή σε αυτό», δήλωσε ο Πάουελ.

Ο επικεφαλής της FED και το Διοικητικό Συμβούλιο, αντιμετώπισαν αυξανόμενες επικρίσεις ότι καθυστέρησαν να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό, ο οποίος τον Μάρτιο έφθασε σε υψηλό 40 ετών 8,5%, με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτή του Υπουργείου Εργασίας. Ο Πάουελ δήλωσε την Τετάρτη ότι η κεντρική τράπεζα προσαρμόζεται καθώς αλλάζουν τα δεδομένα, και θα συνεχίσει να το κάνει.

Οι αναλύσεις επισημαίνουν, ότι η FED θα αυξήσει κατά 50 μονάδες βάσης και στις επόμενες δύο συνεδριάσεις της, με το επιτόκιο των FED funds να υπερβαίνει την εκτίμηση ουδέτερου επιτοκίου των μελών της FOMC για περίπου 2,5% το τελευταίο τρίμηνο του έτους. Με τον ανακοινωθέν ρυθμό, οι επαναληπτικές εκλογές του ισολογισμού θα δουν το χαρτοφυλάκιο της FED να προσεγγίζει το προ πανδημίας μέγεθός του μέχρι το 2024.

Ο κ. Πάουελ ανέφερε, ότι οι αυξήσεις μισής μονάδας βρίσκονται στο τραπέζι για τις επόμενες δύο συνεδριάσεις πολιτικής και ανέφερε ότι οι αξιωματούχοι θα μπορούσαν στη συνέχεια να επιταχύνουν τον ρυθμό, σε αυξήσεις τετάρτων μονάδων από το Σεπτέμβρη, υπό την προϋπόθεση ότι οι πιέσεις στις τιμές έδειξαν σημάδια ψύξης. Αξιωματούχοι της FED, αναφέρουν ότι θέλουν να αυξήσουν τα επιτόκια μέχρι να φτάσουν στο επίπεδο που κανένας από τους δύο δεν επιταχύνει και δεν επιβραδύνει την οικονομία, γνωστό ως ουδέτερο επιτόκιο.

Ανέφερε επίσης, ότι «είναι σίγουρα πιθανό» η FED να αποφασίσει με την πάροδο του χρόνου ότι θα χρειαστεί να μεταφέρει τα επιτόκια σε επίπεδα που είναι περιοριστικά για την οικονομία. «Εάν απαιτούνται υψηλότερα ποσοστά, τότε δεν θα διστάσουμε να τα παραδώσουμε», δήλωσε ο Πάουελ, αν και σημείωσε ότι υπάρχει «ευρύ φάσμα εύλογων επιπέδων ουδέτερου», το οποίο οι αξιωματούχοι το Μάρτιο υπολόγισαν μεταξύ 2% και 3%.

Το στοίχημα της FED, είναι ότι με τη μείωση της ζήτησης με μια σταθερή πορεία προς υψηλότερα επιτόκια, οι αυξήσεις των τιμών θα διατηρηθούν υπό έλεγχο. Αλλά, όπως αναφέρουν έγκυροι αναλυτές, είναι επίσης μια επικίνδυνη στρατηγική, η οποία μπορεί να γίνει πιο δραματική αργότερα μέσα στο έτος εάν ο πληθωρισμός δεν μειωθεί.

Η στρατηγική της FED βασίζεται στην άποψη ότι οι πιέσεις από την πλευρά της προσφοράς είναι παροδικές και ότι η πραγματική πρόκληση θα είναι στο τέλος του καλοκαιριού. Εάν ο πληθωρισμός πρόκειται να παραμείνει άβολα πάνω από τον στόχο και το ποσοστό τους είναι κοντά στο ουδέτερο, το κρίσιμο ερώτημα που θέτουν αναλυτές είναι το ποια είναι η αντίδρασή της τότε.

Ο κ. Πάουελ, και αυτό δείχνει το πόσο απρόβλεπτη και ρευστή είναι η κατάσταση, αναγνώρισε στη συνέντευξη τύπου ότι πρόκειται για εξαιρετικά δύσκολη περίοδο, με πολλούς αστάθμητους παράγοντες.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τα συνεχιζόμενα λόκνταουν λόγω Covid στην Κίνα, εξακολουθούν να επηρεάζουν τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, κάτι που αναγνώρισε  ο επικεφαλής της FED, τονίζοντας ότι η FED, δεν έχει τα εργαλεία για να καταπολεμήσει τη ζήτηση από την πλευρά της προσφοράς και αντίθετα προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τα εργαλεία της για να εξισορροπήσει μια πολύ καυτή αγορά εργασίας.

Είναι σαφές, ότι ο κ. Πάουελ, θέλει να παρέχει προστατευτικά κιγκλιδώματα για το πόσο μακριά θα φτάσουν βραχυπρόθεσμα, αφήνοντας ταυτόχρονα περιθώρια για σύσφιξη μεσοπρόθεσμα, το οποίο είναι πολύ πιο επιθετικό από ότι πίστευαν οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην αγορά ακόμα και πριν από τρεις μήνες.

Ο συλλογικός αναστεναγμός ανακούφισης στις αγορές μετά τη δήλωση, ότι δεν υπάρχει σκέψη για αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης στις επόμενες συναντήσεις της FED, μπορεί να είναι βραχύβιος. Η ανησυχία σοβαρών αναλυτών είναι, ότι ελλείψει σκληρής δράσης, οι αγορές αντιμετωπίζουν έναν τοξικό συνδυασμό επίμονα υψηλού πληθωρισμού και βραδύτερης ανάπτυξης.

Σε κάθε περίπτωση, το συμπέρασμα που βγάζει κανείς από την χθεσινή ανακοίνωση της FED, και κυρίως τη συνέντευξη τύπου του κ. Πάουελ, είναι ότι διανύουμε μια πολύ ευμετάβλητη κατάσταση στη διεθνή οικονομία, που κανείς δεν γνωρίζει τι θα ξημερώσει αύριο. Και το κυριότερο είναι, ότι εάν αυτό επηρεάζει και δυσκολεύει την Αμερική τόσο πολύ, μπορούμε να φανταστούμε τη θύελλα που έρχεται στην Ευρώπη, η οποία υφίσταται σε εξαιρετικά μεγαλύτερο και πολύ πιο δυσμενή βαθμό τις επιπτώσεις από την γεωπολιτική και οικονομική κρίση, που έχουν προκαλέσει η Πανδημία και στην συνέχεια η κρίση στην Ουκρανία.

Κλείνοντας, ενδεικτική του τι θα ακολουθήσει είναι η δήλωσή του επικεφαλής της JP Morgan, Τζέημι Ντίμον, ο οποίος σε συνέντευξή του στο Bloomberg, ανέφερε ότι από εδώ και στο εξής το πιο κρίσιμο θέμα είναι η εθνική ασφάλεια. Μια δήλωση τεράστιας σημασίας για το πώς θα λειτουργεί το διεθνές σύστημα και η διεθνής οικονομία από εδώ και στο εξής.

* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, ειδικός σε θέματα Αμερικανικής Πολιτικής. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και του The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον, μέλος του The International Institute for Strategic Studies του Λονδίνου, και υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο. 

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ