today-is-a-good-day
17.6 C
Athens

Οι άγκυρες δεν ωφελούν – Η ποιητική συλλογή της Ρίτσας Μασούρα

Ποιήματα που μοιάζουν με επιστολές που δεν έφτασαν ποτέ στους παραλήπτες τους, κάτι σαν τους πίνακες του Γιάννη Ψυχοπαίδη που κοσμούν το εξώφυλλο της ποιητικής συλλογής και ανήκουν στη σειρά έργων “ Το γράμμα που δεν έφτασε.”
Λέξεις που γίνονται γέφυρες και μεταγγίζουν κομμάτια ψυγής . Σιωπές και παύσεις που κρύβουν συναισθήματα , το παρελθόν που παραμένει δυνατό και ένα σήμερα που απλώνεται γυμνό χωρίς φτιασιδώματα.
Η πραγματικότητα μέσα από τη ματιά μιας γυναίκας που όπως η ίδια λέει αλλιώς την περίμενε κι αλλιώς της βγήκε.

Γράφει η Μαρία Ε. Δημητρίου

Σε μια εποχή αξιακών κρίσεων η ποίηση μοιάζει με δυναμίτη που αναταράσσει τα λιμνάζοντα νερά της συνείδησης μας . Και αν λένε ότι μια εικόνα ισούται με χίλιες λέξεις , μια λέξη μπορεί να εμπεριέχει μια ολόκληρη ζωή .

Η δημοσιογράφος Ρίτσα Μασούρα με την πρώτη της ποιητική συλλογή, δημοσιογραφεί ποιητικά ή αλλιώς μετουσιώνει σε ποίηση αυτά που σκέφτεται και γράφει, αυτά που πληγώνουν την ίδια, αυτά που πληγώνουν όλους.

Προαναγγελθέν έγκλημα

Ένα μικρό παράθυρο
με θέα το φωταγωγό της πολυκατοικίας.
Ανάμεσα στις γρίλιες
ένα γυναικείο πρόσωπο
ανέκφραστο σαν επιθανάτια μάσκα.

Κάτω, στο δάπεδο του φωταγωγού
το κλάμα ενός μωρού
χανόταν ανάμεσα στα θορυβώδη δελτία των 8.

Ώσπου το μωρό σιώπησε.
Το γυναικείο πρόσωπο
τραβήχτηκε απ’ τις γρίλιες.

Έμεινε μόνο το σκοτάδι
να συντροφεύει ένα προαναγγελθέν έγκλημα.

Στο διπλανό παράθυρο
μια μάνα χάιδευε τρυφερά
το μωρό της.

Έρωτες νόμιμοι .
Έρωτες παράνομοι.

Ποιος θα μπορούσε
νάναι ο δικαστής;

– Μετά από πολλά χρόνια στη δημοσιογραφία και την ενασχόληση με το γραπτό λόγο ποια ήταν αυτή η ανάγκη που σας οδήγησε να εκφραστείτε με στίχους ;

Νομίζω ότι πάντα υπήρχε μέσα μου μια τάση να εκφράζομαι έξω από τη δημοσιογραφική νόρμα. Απόδειξη ότι τα Πρόσωπα – η στήλη που με συνόδευσε σε όλη τη δημοσιογραφική μου καριέρα- είχαν ψήγματα λογοτεχνίας. Η απόσταση επομένως που θεωρητικά θα’ πρεπε να καλύψω δεν ήταν μεγάλη ή στα δικά μου μάτια δεν φάνταζε μεγάλη. Κι όταν εκεί στην αρχή της κρίσης ένιωσα να πνίγομαι από δεκάδες μικρά και μεγάλα ανοίγματα ζωής ξεκίνησα μια πορεία προς τον στίχο. Άτακτα ενδεχομένως, αλλά κάποια στιγμή αισθάνθηκα ότι ήμουν εγώ, εντελώς αυθεντική πίσω από τους στίχους. Κατά έναν περίεργο τρόπο περιέγραφα κομμάτια της ζωής μου, συχνά οδυνηρά. Ό,τι έγραφα, το πέταγα στο συρτάρι. Στο κάτω κάτω δεν ήμουν ποιήτρια, ούτε προλάβαινα πια να γίνω. Η ζωή όμως έχει τις δικές της νόρμες ή τις δικές της συντεταγμένες. Τυχαία ανέβασα μερικά κομμάτια μου στο facebook και είδα ότι οι διαδικτυακοί φίλοι δεν τα προσπερνούσαν. Κάποιο – κάθε φορά διαφορετικό – τους άγγιζε. Έτσι ξεκίνησε η πορεία μου προς την «έκδοση». Απλά, χωρίς απαιτήσεις, χωρίς εξάρσεις, χωρίς ανταλλάγματα. Μέσω της εκδότριας Σύσσης Καπλάνη που βρήκε πολλά από τα ποιήματα μου κατάθεση ψυχής. Εν τέλει εκ των υστέρων θεωρώ ότι προσπαθούσα να απαλλαγώ από δεύτερες ή τρίτες σκέψεις και εν μέρει από τις ενοχές μου. Τις ενοχές ενός ανθρώπου που αλλιώς τα είχε υπολογίσει στη ζωή κι αλλιώς του βγήκαν.

– Η ποίηση για μένα αποτελεί την κορωνίδα του γραπτού λόγου, γιατί με λίγες λέξεις μπορείς να μεταφέρεις μεγάλα νοήματα. Πόση προίκα από εμπειρίες και γνώσεις πρέπει να κουβαλάει ένας άνθρωπος για να γίνει ποιητής;

Υπάρχουν άνθρωποι που ξεκινούν σε νεαρή ηλικία να γράφουν. Άλλοι πάλι σκαλίζουν την ψυχή τους για χρόνια, πολλά χρόνια μέχρι να τη ματώσουν, μέχρι να ‘ρθει εκείνη η ήρεμη η βίαιη στιγμή της έκθεσης και της πιθανής λύτρωσης. Αλλά αναρωτιέμαι, αν δεν έχεις βιώματα, αν δεν έχεις δυνατές εμπειρίες ζωής, τι θα μπορούσες να γράψεις ;

– Ο τίτλος της ποιητικής συλλογής είναι “ Οι άγκυρες δεν ωφελούν ” και στο ομώνυμο ποίημα κάπου μέσα λέτε ότι “οι άνθρωποι πρέπει να νιώθουν ελεύθεροι να φεύγουν ..” Γιατί επιλέξατε αυτόν το συγκεκριμένο τίτλο για να προσδιορίσετε τη συλλογή σας και πόσο ελεύθεροι είναι στην πραγματικότητα οι άνθρωποι για να μπορούν να φεύγουν τη στιγμή που θέλουν;

Χμ, τι να σας απαντήσω σε αυτό, τώρα; Πρέπει να ξεδιπλώσω την ιστορία μου. Ήμουν μόλις 33 ετών όταν σκοτώθηκε ο σύζυγός μου. Εκείνος ήταν 38 χρόνων. Κάναμε κι εμείς, όπως κι άλλοι πολλά όνειρα δίπλα στις βάρκες που αγκυροβολούσαν στο κοντινό λιμανάκι. Πολλές φορές συναγωνιζόμασταν ( ανταγωνιζόμασταν;) για την καλύτερη φωτογραφία μιας άγκυρας, ώσπου στο τέλος ξενυχτούσαμε ανάμεσα σε τρυφερούς διαπληκτισμούς, «όχι, η δική μου φωτογραφία αποδίδει σωστά το βάθος», «όχι, η δική μου αποδίδει καλύτερα την αλμύρα της θάλασσας» και διάφορα τέτοια. Έτσι λοιπόν όταν εκείνος «έφυγε», ήταν σαν να σηκώθηκαν οι άγκυρες – ένα είδος αντίστασης σε ώρα απόλυτης νηνεμίας. Το ίδιο βράδυ του θανάτου του – σκοτώθηκε εν ώρα καθήκοντος καθ’ οδόν προς τη Θεσσαλονίκη για να καλύψει κομματική συγκέντρωση της Νέας Δημοκρατίας – σκέφτηκα ότι ήταν γραφτό να «φύγει». Ένα τροχαίο έφταιξε σαν όλα τα τροχαία. Νομίζω ότι τη δεδομένη στιγμή ήταν μια πολύ εύκολη δικαιολογία. Οι λυγμοί δεν είχαν βρει το χρόνο να απλωθούν στην οικουμένη. Από την άλλη, μπορεί εκείνος πράγματι να ελευθερώθηκε από τα γήινα, μπορεί να ήταν έτοιμος να φύγει – δεν το ξέρω – αλλά ποτέ δεν θα μάθω αν κάποια στιγμή θα έφευγε από μένα εν ζωή, αν θα με εγκατέλειπε δηλαδή, ή αν εγώ θα τον εγκατέλειπα. Αυτή είναι η έννοια του «Οι Άγκυρες δεν Ωφελούν». Ο,τι είναι να γίνει, κάποια στιγμή θα γίνει. Λόγω ηλικίας επιτρέψτε μου αυτή την σκέψη.

-Ένας τίτλος που περιέχει πολύ συναισθηματική φόρτιση και είναι απόλυτα βιωματικός. Από την άλλη όμως αυτή η ελευθερία φυγής σε πολλές περιπτώσεις, δεν κρύβει και μια υποψία προδοσίας ; Γιατί συνήθως στη ζωή δεν είμαστε μόνοι μας, αλλά πορευόμαστε μαζί με άλλους ανθρώπους . Αυτό το “ να μπορώ να φεύγω” όσο λυτρωτικό κι αν ακούγεται, δεν είναι ταυτόχρονα και εγωιστικό ;

Ναι, είναι, αν μιλάμε για κανονικές συνθήκες ζωής. Προφανώς είναι εγωιστικό, αλλά ο άνθρωπος παραμένει εγωιστικό ον. Οι κοινωνικοί κανόνες και τα κατά καιρούς πλαίσια είναι αυτά που τον συγκρατούν ή τον οδηγούν να προδίδει εν αγνοία του άλλου. Στο κάτω κάτω χρειάζεται να είναι πολύ ξεκάθαρος κάποιος μέσα του και παράλληλα να διαθέτει θάρρος για να ανοίξει μια πόρτα και να φύγει. Δεν είναι εν προκειμένω το εγωιστικό στοιχείο προβεβλημένο. Δεν μπορείς να είσαι υποχείριο κανενός αν δεν το αντέχεις, αν θεωρείς ότι βιάζεσαι ποικιλοτρόπως καθημερινώς. Τώρα βέβαια μιλώ εκ του ασφαλούς. Η δική μου περίπτωση είναι πολύ διαφορετική, οπότε βάλτε τα όλα σε εισαγωγικά, αν αυτό σας βολεύει.

– Στο ποίημα “ κι ήταν ο Δαίδαλος μαζί σου.” μιλάτε για τα όρια τα οποία δεν πρέπει να ξεπερνάμε γιατί θα έρθει η τιμωρία. Οι μεγαλύτερες ανακαλύψεις και διαπιστώσεις όμως της κάθε εποχής από τον Σωκράτη έως το Γαλιλαίο ξεπερνούσαν τα όρια της εποχής τους. Είναι αυτοί οι άνθρωποι που ξεπερνούν το μέσο όρο όπως αναφέρετε στο ποίημα σας ;

Ναι, αυτοί είναι. Αυτοί που δεν ακολουθούν την πεπατημένη, που ρισκάρουν, που ζουν διαρκώς μικρές επαναστάσεις, που δεν συμβιβάζονται με τα τετριμμένα της ζωής και την άγρια, όπως συχνά λέω, κανονικότητα. Αν δεν ρισκάρεις, αν δεν περάσεις τα όρια, αν δεν καείς, δεν θα προχωρήσεις ή δεν θα δώσεις τη δυνατότητα στους άλλους να προχωρήσουν. Πάντα κάποιος θα θυσιάζεται, πάντα κάποιος θα χάνει και μάχες και πολέμους. Αν ψάξουμε πίσω την ιστορία, θα συναντήσουμε πολλούς ανθρώπους που έζησαν ξέφρενα σε όλους τους τομείς. Φουλ τα γκάζια, λοιπόν και η τιμωρία ας έρθει, άλλωστε η τιμωρία ανθρώπινο δημιούργημα δεν είναι και αυτή ;

-Ένα μεγάλο μέρος της ποιητικής σας συλλογής αναφέρεται στην κρίση την οικονομική και αξιακή που περνά η χώρα. Πόσο σας επηρέασε αυτή η κατάσταση σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο;

Ως δημοσιογράφος γνώριζα από την πρώτη στιγμή προς τα που βαδίζαμε και μάλιστα πολλές φορές σε κείμενά μου είχα, τρόπον τινα, προβλέψει την πορεία μας, αν και επικεντρωνόμουν περισσότερο στην ελληνική αβελτηρία. Οπότε έζησα στο δημοσιογραφικό πετσί μου τα πάντα κι ύστερα στην προσωπική μου ζωή. Λέω πολλά σε κάποια από τα ποιήματα μου. Έζησα απολύσεις, συνταξιοδοτήσεις, αδικίες, μειώσεις σε μισθούς, σε συντάξεις, είδα επαίτες με γραβάτες, είδα πρόσφυγες σε δραματικές καταστάσεις, είδα δεκάδες ΜΚΟ να προσπαθούν να προσφέρουν βοήθεια – υπάρχουν και καλές ΜΚΟ – είδα το πιάνο της γιαγιάς να φεύγει από το σπίτι. Και τι δεν είδα! Θυμάμαι ότι έτρεχα στους δρόμους και φωτογράφιζα τη Σόλωνος με τα κλειστά μαγαζιά, έκανα απανωτές αναρτήσεις στο facebook, αναρτούσα σχόλια με αποδέκτες πρωθυπουργούς, υπουργούς, βουλευτές… Ήμουν σε διαρκή παροξυσμό και ομολογώ ότι πέρασα σε φάση επαγγελματικής αφασίας. Πέρασαν αρκετά χρόνια για να συνειδητοποιήσω ότι η κρίση είχε έρθει για να μείνει. Η κοινωνία διαλύθηκε, αλλά δεν ξεσηκώθηκε. Κι αυτό γιατί δεν ήθελε να το πιστέψει και παράλληλα πάλευε να κρατήσει και το πιο μικρό του κεκτημένο.

– Κάτι που με εντυπωσίασε είναι ο τρόπος που διαπιστώνετε την έλλειψη αλληλεγγύης, που ίσως υπήρχε σε άλλες εποχές, με έναν σκληρό τρόπο, που καταγράφονται στα ποιήματα “Χέρια Δωσίλογων” και “ Πλατεία Κλαυθμώνος .” Θεωρείτε ότι η εποχή μας είναι τόσο τρομακτικά ψυχρή και άνευ συναισθημάτων;

Η αλληλεγγύη είναι μια παρεξηγημένη έννοια. Πολλές φορές εκπορεύεται από τις ενοχές μας. Δεν είναι ουσιαστική, τουλάχιστον σε μεγάλη κλίμακα. Εξαιρέσεις πολλές. Αλλά εκτιμώ ότι οι άνθρωποι στην εποχή μας είναι αρκετά περιχαρακωμένοι, ζουν σε περίκλειστα τείχη από επιλογή, κι ας τους βλέπουμε στο δρόμο να φωνασκούν, να χορεύουν, να γελούν. Έπειτα, η έννοια της εμπιστοσύνης έχει εξανεμιστεί, δεν έχει βάσεις να στηριχθεί, όλα αισθάνομαι ότι είναι στον αέρα, Δεν διατείνομαι ότι λείπουν τα συναισθήματα. Προφανώς και είναι γύρω μας. Επιμένω όμως ότι ένας διάχυτος κυνισμός ανιχνεύεται πολύ πιο εύκολα πια στην ατμόσφαιρα και να γίνω σαφής, δεν πιστεύω ότι η κρίση μας έκανε…καλύτερους ανθρώπους. Όχι. Αντιθέτως έβγαλε στην επιφάνεια βίαια στοιχεία που επιμελώς κρύβαμε γιατί δεν είχαμε λόγους να τα εκθέσουμε.

– Η απώλεια και ο έρωτας άλλοτε μαζί και άλλοτε χωριστά κρατούν ένα μεγάλο κομμάτι στη συλλογή σας . Ο Καζαντζάκης είχε γράψει “ αγαπώ θα πει χάνομαι.”
Τελικά ο έρωτας είναι ένας μικρός θάνατος;

Πώς αλλιώς ; Ναι, ο έρωτας είναι κάθε φορά ένας μικρός θάνατος σε όλες τις ηλικίες. Αυτή η τάση μας να φανταζόμαστε τον άλλον όπως τον θέλουμε, αυτή η φυγή από την πραγματική εικόνα του άλλου, αυτή η ανάγκη να κρατηθούμε απ’ τη ζωή – χωρίς τον έρωτα τι θα ήταν η ζωή, αναρωτιέται ο ποιητής – όλα μαζί συνθέτουν έναν έρωτα μικρό ή μεγάλο που όμως είναι θνησιγενής. Γιατί δεν το παραδεχόμαστε ; Άλλο η αγάπη. Αυτή θέλει τεράστια προσπάθεια για να εκδηλωθεί και να επιβιώσει. Όσο για την απώλεια, δεν μπορείς να πεις πολλά. Η ζωή εμπεριέχει την απώλεια σε όλες της τις εκφάνσεις και ουαι σε εκείνον που δεν το αποδέχεται νωρίς. Όταν το ξέρεις, ενδεχομένως μπορείς να θωρακίσεις κάπως τον εαυτό σου. Κακά τα ψέματα. Η απώλεια και ο έρωτας μου θυμίζουν αργεντίνικο τανγκό, τη στιγμή που στο τέλος ο άνδρας σκύβει πάνω από τη γυναίκα που σχεδόν ακουμπάει στο πάτωμα. Ένα είδος εξουσιαστικής νομοτέλειας, ίσως.

– Το τελευταίο ποίημα της συλλογής σας αναφέρεται στη μητέρα σας και στη σχέση που είχατε. Πρόσφατα είδα την ταινία “Οι Δύο Πάπες” και κάπου εκεί αναφέρεται η φράση “ να κτίζεις γέφυρες και όχι τείχη .” Αν είχατε πάλι την ευκαιρία, θα προσεγγίζατε διαφορετικά αυτή τη σχέση ή πιστεύετε ότι δεν αρκεί μόνο η θέληση για να έρθουν δύο άνθρωποι κοντά;

Ναι, ποτέ δεν αρκεί η μια πλευρά να θέλει. Πολλές φορές όμως δεν βρίσκεις τον τρόπο. Το χάσμα των γενεών ήταν έντονο στη δική μου εποχή και η μητέρα μου ως άριστη εκπαιδευτικός με ιδιαίτερο κύρος είχε πάρα πολλές απαιτήσεις. Στα παιδικάτα μου υπήρχε ακόμη ο φόβος της οικογένειας και ο φόβος των πρέπει. Ήταν πολλά τα πρέπει και πολλά τα εμπόδια που οι γονείς ύψωναν προς τα παιδιά τους κι ύστερα όλος αυτός ο τεράστιος όγκος αυστηρότητας είχε εξελιχθεί σε καθημερινότητα. Εμείς ως οικογένεια ζήσαμε με τείχη και δεν θυμάμαι να υπήρξε ποτέ η δυνατότητα για γέφυρες. Οπότε δεν ξέρω πώς θα μπορούσα να αντιμετωπίσω σήμερα μια σχέση που ανήκει τόσο πολύ στο χθες…

– Χάσατε το σύντροφο σας και πατέρα των παιδιών σας σε πολύ νεαρή ηλικία , πως ήταν η ζωή για μια γυναίκα, εργαζόμενη που έπρεπε να μεγαλώσει μόνη της δύο παιδιά και μάλιστα αγόρια και αν εσείς στη δική σας οικογένεια, ακολουθήσατε διαφορετικό μοτίβο από αυτό που ζήσατε εσείς ως παιδί σε σχέση με τη μητέρα σας .
Ναι, η αλήθεια είναι ότι η ζωή δείχνει πολλές φορές να μη σε θέλει. Κι ενώ είχα βολευτεί σε ένα ροζ συννεφάκι, ξαφνικά όλα άλλαξαν. Σε μια νύχτα και μόνο κλήθηκα να αναλάβω διπλούς και τριπλούς ρόλους – μητέρα και πατέρας μαζί, συν τη φροντίδα των γονιών. Δεν υπήρξε διάστημα παρηγορίας, ούτε με χάιδεψε κανείς. Αν σε αυτά προσθέσω και την επαγγελματική μου προσπάθεια στην ΕΡΤ και στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ,τότε θα έλεγα – αλλά σε παλιότερους χρόνους – ότι ήμουν μια σούπερ γούμαν. Εκ των υστέρων θα το μάζευα, γιατί στη διαδρομή μου είδα δεκάδες, εκατοντάδες σούπερ γυναίκες που πάλευαν για πολύ πιο δύσκολα πράγματα. Το να μεγαλώσω δύο αγόρια ομολογώ ότι δεν ήταν το ευκολότερο έργο στον κόσμο, αν μάλιστα σκεφτεί κανείς τα περίεργα δημοσιογραφικά ωράρια και τις υποχρεώσεις. Άρα, τα προβλήματα πολλά, μια πληγωμένη οικογένεια, ένα μικρό άρρωστο παιδί. Μόνη πάλεψα και μόνη τους πέρασα όσα μηνύματα μπορούσα περισσότερα. Κάποτε ήμουν η μαμά τους, έγινα η μάνα, η μητέρα και τώρα είμαι η φίλη που της μιλάνε για όσα θέλουν να της μιλάνε, που είμαι γι’ αυτά ο σάκος του μποξ. Δεν ξέρω αν θα άλλαζα ποτέ το μοτίβο που τα μεγάλωσα. Δεν το νομίζω. Όσον αφορά αυτό που με ρωτάτε αν μιμήθηκα τη δική μου μητέρα, όχι δεν το έκανα. Ίσως κατά διαστήματα υπήρξα αυστηρή, αλλά δικαιολογούσα τη στάση μου με δυνατά επιχειρήματα ώστε στα παιδιά, ειδικά στην εφηβεία να μη μένουν τεράστια κενά. Γιατί, κενά πάντα θα υπάρχουν και πάντα θα γίνεται προσπάθεια από την πλευρά του γονιού να τα καλύψει. Άλλοτε με επιτυχία, άλλοτε όχι.

– Και κάτι τελευταίο, στο ποίημα σας “ Επιβίωση “ γράφετε “ Τώρα οι αναμνήσεις πιάνουν περισσότερο χώρο από τα όνειρα .” Στα δικά σας όνειρα χωράει μια δεύτερη ποιητική συλλογή τώρα που οι λέξεις έχουν πάρει τη σειρά τους ;
Ε, ναι. Λογικό είναι όσο μεγαλώνεις να βλέπεις τα πράγματα σαν ανεστραμμένη πυραμίδα. Όσο για τα σχέδιά μου, θα προτάξω το κλασσικό: «όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, ο Θεός γελάει». Παρ’ όλα αυτά, έχω αρκετό υλικό στο συρτάρι για μια ακόμη ποιητική συλλογή και παράλληλα σχεδιάζω να προχωρήσω στην έκδοση των Προσώπων – κείμενα που έχω γράψει στην Καθημερινή, αλλά με προσθαφαιρέσεις και σημειώσεις για γεγονότα που σημάδευσαν τη δεκαετία που θα επιλέξω να αναδείξω. Ελπίζω να τα καταφέρω. Ο Θουκυδίδης έλεγε οι καιροί ου μενετοί. `Ιδωμεν, λοιπόν!

Σας ευχαριστώ γι αυτό το άνοιγμα ψυχής και εύχομαι τα όνειρα σας να πιάσουν πολύ χώρο ακόμα στη ζωή σας .

Η Ρίτσα Μασούρα είναι δημοσιογράφος, διετέλεσε επί σειρά ετών αρχισυντάκτρια διεθνών ειδήσεων και ελεύθερου ρεπορτάζ στην εφημερίδα Καθημερινή , με 13ετή θητεία στη δημόσια τηλεόραση, freelance blogger στην Huffinfton Post.gr, διαχειρίστρια του ειδησεογραφικού -πολιτιστικού μαγκαζίνο Globalview.gr, μέλος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και social media freak.
Είναι απόφοιτος της Νομικής Αθηνών και διαθέτει πείρα σε θέματα Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχοντας πάρει συνεντεύξεις από προσωπικότητες του ευρωπαϊκού χώρου, όπως ο Ζισκάρ Ντ Εστέν , ο Λωράν Φαμπιούς, ο Αλαίν Ζυπέ, η Ελένη Γλυκατζή -Αλβελερ κ.α.
Δίδαξε ΜΜΕ και Κοινωνική Πραγματικότητα στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο της Αγίας Παρασκευής και στη Βιβλιοθήκη Λασκαρίδη στον Πειραιά.
Είναι μητέρα δύο αγοριών.
“ Οι άγκυρες δεν ωφελούν “ είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φίλντισι.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ