today-is-a-good-day
20.9 C
Athens

Εκκολάπτω

Το εντυπωσιακό στη γλώσσα είναι ότι η κάθε λέξη έχει τη δική της ιστορία, μια ξεχωριστή πορεία στο χρόνο. Συνδέεται με άλλες λέξεις, εμφανίζεται στις συγγενείς γλώσσες, πορεύεται την προσωπική της πορεία. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με το ρήμα ἐκκολάπτω

Γράφει η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα

Η αρχική σημασία του ήταν αποξέω, διαγράφω, εξαλείφω. Ο Δημοσθένης, ο ρήτορας της αρχαιότητας και φανατικός υπέρμαχος της αντιμακεδονικής παράταξης στην Αθήνα, κάνει λόγο για ψήφισμα που ἐκκολάπτει ἡ Βουλή,  για απόφαση, δηλαδή, που καταργεί με την ψήφο της η Βουλή των 500. Τα ψηφίσματα χαράσσονταν σε ξύλινες ή πέτρινες πλάκες. Συνεπώς η αναθεώρησή τους ή η αντικατάστασή τους με ένα καινούργιο προϋπόθετε την απόξεσή τους με ένα αιχμηρό αντικείμενο, τη διαγραφή ή αλλιώς την ἐκκόλαψίν τους. Δεν υπήρχε η τεχνολογία, για να κάνουμε ντιλίτ (delete) και να τελειώνουμε με τις παλιές αποφάσεις.

Εκτός, όμως, από το ἐκκολάπτειν των ψηφισμάτων υπήρχε και το ἐκκολάπτειν των πουλιών. Αυτά τι ακριβώς έκαναν; Έξυναν με το ράμφος τους το κέλυφος των αυγών και έβγαινε ο νεοσσός. Ξεκλωσσούσαν, σταματούσαν το κλώσσημα, όπως θα λέγαμε σήμερα. 

Αυτή ακριβώς τη διαδικασία περιγράφει και το σημερινό ρήμα εκκολάπτω, βοηθώ το νεοσσό να βγει από το αυγό. Κάνουμε λόγο, επίσης, για εκκολαπτήρια και εκκόλαψη. Έχουμε εκκολαπτήρια αυγών, ακόμα και βασιλισσών μελισσών. Ο νεοσσός που εκκολάπτεται διαμορφώνεται. Γι’ αυτό, λοιπόν, το εκκολάπτω σημαίνει δίνω μορφή σε κάτι, οδηγώ στο στάδιο της πραγμάτωσης. 

Μια πλευρά της επικαιρότητας μέσα από το πρίσμα της εκκόλαψης, θα μπορούσε να αποδοθεί ως εξής: Τα πρόσφατα αποτελέσματα των Πανελλαδικών εξετάσεων θα δώσουν την ευκαιρία στους μέχρι πρότινος μαθητές να γίνουν εκκολαπτόμενοι γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί και πολλά άλλα. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση προσπαθούν να πατάξουν την αδιαφάνεια που έχει εκκολάψει τη διαφθορά.

Το εντυπωσιακό με το ρήμα αυτό είναι ότι αποτελεί σύνθετη λέξη από την πρόθεση ἐκ- και το κολάπτω (=τρυπώ, τσιμπώ). Έτσι είναι συγγενής ετυμολογικά με τον κόλαφο (= ισχυρό χτύπημα, χαστούκι), το ράμφισμα του δρυοκολάπτη, με την κολοβή ουρά της αλεπούς, τα κλάσματα που είναι σπασμένοι αριθμοί και το εργαλείο που σπάζει τους βώλους στο χώμα, τη δικέλλα. Αλλά και η γνωστή μας εκκλησιαστική τελετή, η αρτοκλασία, το κόψιμο των άρτων σε κομμάτια, ομόρριζη του εκκολάπτω είναι. Μερικές γιαγιάδες στην εκκλησία την λένε λανθασμένα αρτοπλασία, γιατί δε θέλουν να προφέρουν το -κλασία, επειδή ηχεί άσχημα στα αυτιά τους, τους φέρνει στο νου κάτι άλλο. Αυτό το κάτι άλλο, όμως, δεν είναι ακριβώς εκείνο που νομίζουν, αλλά το ρήμα κλάω – κλῶ, που έχει την έννοια του κόβω, τεμαχίζω.

Είπαμε πολλά και σώνει, ας λαλήσει κι άλλο αηδόνι, που λέει ο σοφός λαός μας. Μέσα στα πολλά, ας πούμε άλλο ένα, το συνώνυμο του εκκολάπτω, που είναι το επωάζω και του εκκολάπτομαι, τα διαμορφώνομαι και προαλείφομαι.

Η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα είναι φιλόλογος και διδάσκει στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ