Αφορμή για το σημερινό λεκτικό μας πόνημα αποτέλεσε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο με τίτλο «Mέλισσες: Διώχνουν τους ελέφαντες από τις ράγες των τρένων», που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα μας. Εμείς δε θα ασχοληθούμε με τις πραγματικές δεξιότητες του συμπαθέστατου και αρχαιότατου εντόμου, αλλά θα λεξιλογήσουμε γι΄ αυτές.
Γράφει η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα
Ἡ μέλιττα, τῆς μελίττης ή μέλισσα, μελίσσης ο αρχικός λεκτικός τύπος, πολύ παλιά λέξη, ήδη ομηρική, ινδοευρωπαϊκή, *μέλιτ-ja. Μάλιστα το μέλι που βγάζει η μέλισσα απαντάται στις πινακίδες της γραμμικής Β γραφής, την πρώτη γραφή της ελληνικής γλώσσας. Σίγουρα, οι Μυκηναίοι εμπορεύονταν το μέλι, που το έγραφαν me-ri. Αυτό ήλθε ως εμάς, αλλά πήγε και στις άλλες γλώσσες τις ινδοευρωπαϊκές, mel, – llis λατινικά, miel γαλλικά και ισπανικά και πάει λέγοντας.
Μια ματιά στο μελίσσι των παλιότερων ελληνικών μας δείχνει ότι ο τύπος μέλισσα δήλωνε και τις άγριες μέλισσες που ζούσαν στα κοιλώματα των βράχων, αλλά και τις ήμερες, αυτές των κυψελών.
Προσφιλές έντομο στην αρχαιότητα, δεμένο με την καθημερινή ζωή του Έλληνα, έδωσε τη βάση για τη δημιουργία λέξεων και φράσεων μελάτων, γεμάτων μέλι.
Παραθέτουμε δύο:
- ὥσπερ μέλιττα τὸ κέντρον ἐγκαταλιπών (Πλάτ. Φαίδων 91 C) : σαν μέλισσα που άφησε το κεντρί της, παροιμία που λεγόταν για ανθρώπους είρωνες και δηκτικούς που ο λόγος τους τσιμπούσε.
- ὄνος ἐν μελίτταις (Κράτης ἐν «Τόλμαις» 6.): γάιδαρος ανάμεσα σε μέλισσες, δηλαδή ακαλλιέργητος μέσα σε ευγενικούς, γουρούνι σε σαλόνι, θα λέγαμε σε λιγότερο κομψά ελληνικά.
Μέλιττες αποκαλούσαν τους ποιητές που τραγουδούσαν όμορφα τα κάλλη της φύσης, τις αγνές ιέρειες θεοτήτων, για παράδειγμα της θεάς Δήμητρας.
Πολύ ενδιαφέρουσες μελισσολέξεις των παλιών ελληνικών ήταν ὁ μελισσήεις, ο γεμάτος από μέλισσες, ἡ και ὁ μελισσόθριξ, που περιέγραφε το χρώμα μαλλιών, όμοιο με το χρώμα των μελισσών και μια άλλη λέξη για την κυψέλη, η μελισσοφάτνη.
Γλυκαθήκαμε για τα καλά, αλλά ας πάμε πάρα πέρα, στα νεοελληνικά δικά μας.
Η μέλισσα οργανώνεται σε σμήνος ή σε σμάρι, σύμφωνα με τα λεξικά παράγει το μέλι, το κερί, το μελισσοκέρι, αλλά και το βασιλικό πολτό. Η μέλισσα βουίζει και γίνεται παράδειγμα εργατικότητας.
Περνά, περνά η μέλισσα, ένα από τα παιχνίδια των παιδικών χρόνων κινητοποιεί τη φαντασία, για να θυμηθεί ένα πλήθος μελισσολέξεων, το μελισσοβότανο, τη μελισσοθεραπεία, το μελισσοκέρι, μελισσόκηπο, μελισσολόι, μελισσοκόμο, το μελισσοτρόφο, ακόμα και τη σπάνια λέξη, τον τρόπο οργάνωσης των μελισσών, τη μελισσόσφαιρα.
Η μέλισσα είναι αγαπημένη των ποιητών. Παραθέτουμε ενδεικτικά μερικούς στίχους:
- Το ΄να μου χέρι κρατεί μέλισσα θεόρατη, τ΄ άλλο στον αέρα πιάνει πεταλούδα που δαγκάνει (Οδυσσέας Ελύτης, Ο ΗΛΙΟΣ Ο ΗΛΙΑΤΟΡΑΣ – Κορίτσι).
- Τι γυαλόπετρες φούχτες, τι καλάθια φρέσκες μέλισσες και σταμνιά φουσκωτά όπου άκουγες ββββ να σου βροντάει ο αιχμάλωτος αέρας. (Οδυσσέας Ελύτης, ΤΟ ΦΩΤΟΔΕΝΔΡΟ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ).
- Γνώρισα τη φωνή των παιδιών την αυγή πάνω σε πράσινες πλαγιές ροβολώντας χαρούμενα σα μέλισσες και σαν τις πεταλούδες με τόσα χρώματα. (Γιώργος Σεφέρης, ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ).
*Η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα είναι φιλόλογος και διδάσκει στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας