today-is-a-good-day
17.3 C
Athens

Αυλή

Ήλθε και η αυλή στο προσκήνιο, επειδή βλέπουμε, αν και φθινόπωρο, μέρες γεμάτες φως, ηλιόλουστες, οπότε μπορούμε να βγούμε έξω, να περπατήσουμε, να απολαύσουμε την ευδία, στον υπαίθριο χώρο που ονομάζεται έτσι. Αυτός ο τόπος περιπάτου καλείται αλλιώς αίθριο, προαύλιο ή αύλειος χώρος.

Της Σοφίας Μουρούτη Γεωργάνα

Καλή θα ήταν μια φθινοπωρινή βροχούλα, αλλά αυτή συνεπάγεται το κλείσιμο μέσα και δεν επιτρέπει τον προαυλισμό, που επιθυμούν διακαώς οι κρατούμενοι στις φυλακές.

Κάποιοι θέλουν την αυλή και για άλλους λόγους. Έμειναν μέσα, γιατί ήταν ασθενείς. Νιώθουν, επομένως, την ανάγκη να αναπνεύσουν έξω στην πλακόστρωτη ή τσιμεντένια αυλή και να μετρήσουν με το βλέμμα τον αυλόγυρο.

Την αυλή αγαπούν κυρίως οι μαθητές που από τα παράθυρα, την ώρα του μαθήματος, την καμαρώνουν και δε βλέπουν την ώρα να τρέξουν, να κουβεντιάσουν, να διασκεδάσουν στην ανοιχτή αγκαλιά της.

Με την αυλή ασχολούνται και οι αρχαιολόγοι. Εκείνοι μάλιστα έχουν ιδιαίτερους επιστημονικούς χαρακτηρισμούς για τις αυλές. Τις ονομάζουν περίστυλες, αν περιβάλλονται από κίονες, ψηφιδωτές, αν είναι καλυμμένες με πολύχρωμες ψηφίδες.

Αυλή επιθυμούν να έχουν οι πολιτικοί, να περιβάλλονται από αυλοκόλακες, πρόσωπα που αποτελούν το στενό τους κύκλο. Αυλή είχαν κυρίως οι μονάρχες, ακόλουθους, ευνοουμένους ή αυλικούς. Η βυζαντινή αυλή είχε συγκεκριμένο εθιμοτυπικό, το οποίο καθόριζαν οι αυλάρχες. Η αυλή φρόντιζε να μη δυσαρεστεί το βασιλιά, επομένως αυτονόητο ήταν να υπάρχουν οι αυλόδουλοι, αυτοί που έκαναν τα πάντα, για να είναι αρεστοί στον ηγεμόνα. Μια σειρά λεκτικών τύπων καταγράφει ο Στέφανος Κουμανούδης, που πλάστηκαν μέχρι το 1900 και σχετίζονται με την τότε περίοδο της βασιλείας. Αυλοσύμβουλοι, αυλοθεράποντες και αυλοκοπία μερικές από αυτές. Αν αφαιρέσουμε το πρώτο τους συνθετικό, μπορούν άνετα να χρησιμοποιηθούν, για να περιγράψουν δικές μας καταστάσεις.

Και οι απλοί, κοινοί θνητοί, όταν είναι νάρκισσοι, καλλιεργούν και δημιουργούν τη δική τους αυλή. Περιβάλλονται από πρόσωπα που γυρίζουν γύρω τους, ως φερέφωνά τους, ως εκφραστές της ιδεολογίας τους.

Αυλή είναι και η κατοικία του βασιλιά.

Θα τριγυρίσουμε λίγο στην αυλή της ετυμολογίας της αυλής, λέγοντας ότι είναι ομηρική λέξη (αὐλὴ ή αὖλις), από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα *aw-/ που είχε τη σημασία του διανυκτερεύω, κοιμάμαι. Έτσι, η αυλή ήταν τόσο το κατάλυμα για τη νύχτα, κατάλληλο για ζώα ή για ανθρώπους όσο και ο εσωτερικός χώρος, γύρω από το ανάκτορο, την οικία ή το ιερό, όπου διέμεναν  οι υπηρέτες. Τόπος για ύπνο, λοιπόν, η αυλή. Κοιμόμαστε, όταν είμαστε κουρασμένοι. Γι’ αυτό την ινδοευρωπαϊκή ρίζα της αυλής συναντάμε και στο αγγλικό weary, τον εξαντλημένο.

Στα ομηρικά κείμενα, που απεικονίζουν κυρίως τον πολιτισμό των μυκηναϊκών χρόνων, βλέπουμε και την μέσαυλον, το χώρο εκείνο, μετά την αυλή που οδηγούσε στο γυναικωνίτη. Στα σπίτια της εποχής εκείνης, στην αυλή, υπήρχε και ο βωμός του Ἑρκείου Διός (Ἕρκος = ο περίβολος), του Δία που προστάτευε την οικογένεια. Στο βωμό αυτό συγκεντρωνόταν η οικογένεια, για να προσευχηθεί.

Στα αρχαία κείμενα αὐλή, ήταν, επίσης, η εξοχική κατοικία, η ἔπαυλις. Αυτή τη λέξη χρησιμοποιούμε και εμείς, για να αναφερθούμε σε μια πολυτελή, κατοικία, μακριά από το κέντρο της πόλης, χτισμένη, στην κυριολεξία, επί της αυλής, έπαυλη επομένως. Οι επαύλεις έχουν ωραίους αυλότοιχους, παλιά πέτρινους, σήμερα σιδερένιους για περισσότερη προστασία.

Πριν κλείσουμε την αυλόθυρα του λήμματός μας, να θυμίσουμε ότι στην ίδια οικογένεια με την αυλή είναι και ο καταυλισμός των δύστυχων προσφύγων που δοκιμάζονται μακριά από τις εστίες τους.

*Η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα είναι φιλόλογος και διδάσκει στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ