today-is-a-good-day
21.3 C
Athens

Ένα «Κοράλλι» για τον Χριστόφορο Λιοντάκη – Στην Εταιρεία Κρητικών Μελετών το αρχείο του

Ένα τεύχος περιοδικού με αφιέρωμα στο έργο του και μια δωρεά εκ μέρους της νόμιμης κληρονόμου του στην Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών φέρνουν ξανά στη μνήμη μας τον Χριστόφορο Λιοντάκη. Αυτόν τον σημαντικό ποιητή της Γενιάς του 70, που «έφυγε»  από κοντά μας τον Ιούλιο του 2019.

Το νέο τεύχος του περιοδικού «Κοράλλι», υπ’ αριθμ 33-34, το οποίο μπορείτε να βρείτε στα βιβλιοπωλεία, περιλαμβάνει αφιέρωμα στον Χ. Λ. Σε αυτό, γράφουν οι Γιώργος Βέης, Τιτίκα Δημητρούλια, Μάρω Δούκα, Νίκος Ερηνάκης, Μαρία Ευσταθιάδη, Αντώνης Καρτσάκης, Νίκος Μαθιουδάκης, Γιώργος Μαρκόπουλος, Μαριλίζα Μητσού, Δημήτρης Περοδασκαλάκης, Θεοδόσης Πυλαρινός, Παναγιώτης Ροϊλός, Γιάννης Χάρης και Κώστας Χατζηαντωνίου. (Επιμέλεια αφιερώματος: Νίκος Μαθιουδάκης – Κώστας Χατζηαντωνίου).

Η ανιψιά του Δέσποινα Λιοντάκη δώρισε το αρχείο του πολυβραβευμένου ποιητή και μεταφραστή στην Εταιρεία Κρητικών Μελετών πριν από λίγους μήνες. Η δωρεά έγινε με πρωτοβουλία της και με πρωτοβουλία των υπευθύνων του Αρχείου, των φιλολόγων Αντώνη Καρτσάκη και Δημήτρη Περοδασκαλάκη οι οποίοι το παρέδωσαν έχοντας ήδη προχωρήσει σε μια πρώτη ειδολογική ταξινόμησή του.

Περιέχει επιστολές, χειρόγραφες σημειώσεις, κριτικές για το έργο του, έργα μεταφρασμένα από τον ίδιο, τετράδια με σημειώσεις και ανέκδοτα ποιήματα, τρεις ανέκδοτες ανθολογίες ποιημάτων, φωτογραφικό υλικό, επιστολικά δελτάρια, αποκόμματα εφημερίδων για την ποίηση της γενιάς του ’70, συνεντεύξεις του σε εφημερίδες, σημειωματάρια και προσωπικά διοικητικά έγγραφα.

Ο Χριστόφορος Λιοντάκης ήταν ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της σύγχρονης Ελλάδας και από τους σπουδαιότερους της Κρήτης, όπως και ένας χαρισματικός άνθρωπος ο οποίος αφιερωνόταν στους άλλους.

 

Ο Χριστόφορος Λιοντάκης είχε γεννηθεί το 1945 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Ανήκει στην αποκαλούμενη Γενιά του ’70, μαζί με άλλους συγγραφείς που άρχισαν να δημοσιεύουν τα έργα τους κατά τη δεκαετία του 1970, και κυρίως προς το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.

Ξεκινώντας από ένα μικρό χωριό της Κρήτης, το Ίνι στην Ανατολική Μεσσαρά έφθασε στην Αθήνα μέσα στη δικτατορία για να σπουδάσει Νομικά και αργότερα στο Παρίσι για μαθήματα Φιλοσοφίας του Δικαίου. Αγάπησε όμως από νωρίς την ποίηση και δέθηκε μαζί της, εκδίδοντας το πρώτο του βιβλίο το 1973. «Στον πένθιμο περίγυρο των παιδικών μου χρόνων  – ήταν τότε λίγα τα χαμόγελα και η τρυφερότητα κρυμμένη – η φύση έγινε το πρώτο μου καταφύγιο, διαφυγή στη θλίψη. Ίσως λοιπόν σ’ αυτό το θαύμα να συντελέστηκε η επαφή μου με την ποίηση», όπως γράφει ο ίδιος.

Σημαντική θέση στο έργο του κατέχουν ο έρωτας και μύθος, ζωντανεύοντας πρόσωπα που αναδύονται στη σύγχρονη πραγματικότητα με στόχο τη συναίρεση του χρόνου μέσα από την κατάλυση των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, το προσωπικό και το συλλογικό.

Αγαπούσε πολύ τον Παπαδιαμάντη στον οποίο επανερχόταν συχνά και μέσα από το έργο του (Ο ερωτικός Παπαδιαμάντης) , αγαπούσε τον Ρεμπώ και γενικότερα τη γαλλική ποίηση, που μετέφρασε με αφοσίωση- γι’ αυτό άλλωστε το υπουργείο Πολιτισμού της Γαλλίας τον έχρισε Ιππότη της Τάξεως Γραμμάτων και Τεχνών. Αγαπούσε όμως και τις τέχνες, το θέατρο, τον κινηματογράφο, τη μουσική. Ποιήματά του μάλιστα μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος.

Λιτοδίαιτος, ασκητής σχεδόν όσον αφορά τα υλικά, γεμάτος πλούτο και λυρισμό στο πνεύμα και τη γραφή. Όπως έγραψε «Η ποίηση αποκαλύπτει τις αθέατες όψεις και τις άδηλες αναλογίες του κόσμου. Σπάζοντας την κρούστα της σύμβασης που έχει οδηγήσει την ψυχή στο λήθαργο, ενεργοποιώντας τον αδρανή πλούτο των εικόνων βοηθά τον άνθρωπο να δραπετεύσει».

Γλυκός, ήπιος άνθρωπος με ψυχή ενός βασανισμένου παιδιού αλλά και με κρητική λεβεντιά,  μαχητικός μέχρι το τέλος της ζωής του, πάλεψε σκληρά και γενναία με τον Θάνατο μέχρι αυτός να καταφέρει να τον νικήσει.   «Λυρικός ποιητής του ερωτικού λόγου» όπως εύστοχα χαρακτηρίστηκε, με τη ματιά του πάντοτε «πυρπολημένη», ο Χριστόφορος Λιοντάκης συνελάμβανε κάθε «μαγικό ελάχιστο» χωρίς να παύει να είναι δραματικός ποιητής.

Αφησε σπουδαίο έργο πίσω του. Καθώς «καμιά ομορφιά/ δεν έμεινε αμέτοχη της λύπης» πολλά ποιήματά του έτρεφαν την ομορφιά των στίχων τους από τη λύπη της μνήμης. Από τη λύπη που γεννά η θύμηση του παρελθόντος. Από τη λύπη για το χαμό αγαπημένων προσώπων, της μητρικής τρυφερότητας και αυτοθυσίας, στιγμών ακριβών και εικόνων  της φύσης, ιδίως την άνοιξη. Η αίσθηση της χαμένης αρχαίας ομορφιάς αυτού του τόπου. Από τη λύπη που γεννά το σήμερα.

Ως ποιητής δεν ήταν κλεισμένος στον πύργο του. Θλιβόταν για την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει ο κόσμος, μακρινός και κοντινός του, για την κατάπτωση της κοινωνίας,  την ασχήμια και την εξαθλίωση της Αθήνας των τελευταίων ετών, το δράμα των μεταναστών. Γιατί πάνω απ’ όλα ίσως αγαπούσε τον «άλλον». Ο ίδιος τόνιζε: «Σε οποιοδήποτε κοινωνικό περιβάλλον μπορεί να ανθίσει η ποίηση, ακόμα και στο πιο σκληρό. Εξαρτάται από τις συνθήκες και τις ευαισθησίες που έχει αναπτύξει το κάθε άτομο».

Το 2000 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή ποιημάτων του «Με το φως» που δημοσιεύθηκε το 1999. Επίσης, για την ίδια συλλογή ποιημάτων έλαβε το βραβείο του διακεκριμένου λογοτεχνικού περιοδικού «Διαβάζω». Το Γαλλικό Υπουργείο Πολιτισμού του απένειμε το μετάλλιο του Ιππότη της Τάξεως των Τεχνών και των Γραμμάτων, ενώ ο Δήμος Ηρακλείου  το Λογοτεχνικό Βραβείο Νίκος Καζαντζάκης. Το 2012 του απονεμήθηκε  το Βραβείο Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του ποιητικού του έργου.

Ηταν ένας από τους βασικούς οργανωτές του Επιστημονικού Συμποσίου Επιρροές του Ελύτη που πραγματοποιήθηκε στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης στις 11-13 Νοεμβρίου του 2011. Η ανακοίνωσή του με τίτλο Η μεγάλη συνάντηση, στην οποία εξετάζει την ποιητική σχέση του Οδυσσέα Ελύτη με τον Arthur Rimbaud, συμπεριλαμβάνεται στην έκδοση της Ε.Κ.Ι.Μ. Επιρροές του Ελύτη: Πεπραγμένα Επιστημονικού Συμποσίου στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης (Ηράκλειο, 2014).

Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ