Με αφορμή την πρόσφατη συνέντευξη του Ντάνιελ Σούντγκρεν και τις αποκαλύψεις του περί «στημένων» αγώνων την περυσινή σεζόν (2024/25), ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού, Γιώργος Μαυρωτάς, φιλοξενήθηκε στο ραδιόφωνο του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ).
Ο 34χρονος Σουηδός αμυντικός, σε podcast για την ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας “Expressen”, τη Δευτέρα (3/11), αποκάλυψε ότι οι δύο αναμετρήσεις ανάμεσα σε Βόλο και Πανσερραϊκό, στη διαδικασία των Play Out, ήταν συμφωνημένο να ολοκληρωθούν με νίκες των γηπεδούχων, και μάλιστα με το ίδιο σκορ, 3-0. Λίγες ώρες αργότερα, η Εθνική Πλατφόρμα Αθλητικής Ακεραιότητας (Ε.Π.ΑΘΛ.Α.) ενημέρωσε πως ήδη από τον Μάιο είχε λάβει σχετικές αναφορές και μάλιστα τρεις για το ένα παιχνίδι και δύο για το άλλο, όπως ενημέρωσε ο κ. Μαυρωτάς.
«Οι αναφορές αυτές ήρθανε από τον Μάιο μέχρι και το τέλος Ιουνίου, ήρθανε τρεις για το ένα παιχνίδι και δύο για το άλλο» τόνισε ο ΓΓΑ και προσέθεσε σχετικά με τη διαδικασία που λειτουργεί η Ε.Π.ΑΘΛ.Α.: «Όταν έρχονται αυτές οι αναφορές στοιχηματικού περιεχομένου, αυτό που κάνουμε είναι να συλλέγουμε από εδώ, μέσω της Επιτροπής Ευρωπαϊκού Ελέγχου Παιγνίων, από τους Έλληνες παρόχους τα στοιχηματικά δεδομένα.
Να βλέπουμε αν αυτά που υπάρχουν στην αναφορά, τα αναφερόμενα δηλαδή ως ύποπτα στοιχήματα, αν εμφανίζονται και στις εδώ αναφορές, ας το πούμε από τους εδώ παρόχους. Από εκεί και πέρα, αν χρειαστούν και παραπάνω στοιχεία, δηλαδή αν θέλουμε να κάνουμε συγκρίσεις με άλλα παιχνίδια για να δούμε αν είναι μέσα στα πλαίσια της κανονικότητας ή όχι, τότε κρατάει λίγο παραπάνω η διαδικασία της παραγωγής ενός πορίσματος. Μπορεί να κρατήσει, δηλαδή, από ένα μήνα μέχρι έξι μήνες, αν χρειάζονται κάποια επιπλέον πράγματα.
Οι αναλυτές βλέπουν, για παράδειγμα, αν υπάρχουν και στοιχεία που δείχνουν ότι στον επίγειο στοιχηματισμό υπάρχει δραστηριότητα ύποπτη που, βέβαια, εκεί πέρα τα πράγματα μπορεί να είναι και τελείως ανώνυμα, δηλαδή να “σπάνε” τα δελτία κτλ. Όλα αυτά λοιπόν πρέπει να τα συμπεριλάβουμε στο πόρισμα που θα δημιουργήσουμε κι επειδή στη συγκεκριμένη περίπτωση υπήρχαν ουσιαστικά κάποιες τέτοιες ενδείξεις, γι’ αυτό και η ανάλυση έχει κρατήσει λίγο παραπάνω».
Στη συνέχεια, ο κ. Μαυρωτάς επεσήμανε την αναγκαιότητα να χρησιμοποιηθούν τα ήδη υπάρχοντα «εργαλεία», σε περίπτωση που κάποιοι αθλητές γίνονται γνώστες τέτοιων περιπτώσεων προσπάθειας χειραγώγησης αποτελεσμάτων.
«Εφόσον πέφτει στην αντίληψή τους κάτι τέτοιο, προτρέπουμε άπαντες να βγαίνουν και να το γνωστοποιούν. Έχουμε “εργαλεία” ώστε να το κάνουν ακόμα και ανώνυμα, δηλαδή υπάρχουν εφαρμογές όπως το “Red Button”, μια εφαρμογή που μοιράζει ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών/Ποδοσφαιριστριών (Π.Σ.Α.Π/Π) ή η πλατφόρμα της Ε.Π.ΑΘΛ.Α., η πλατφόρμα ανώνυμων αναφορών όπου μπορεί κάποιος αθλητής να κάνει εκεί μια καταγγελία χωρίς να βάλει το όνομά του, δίνοντας απλά κάποια στοιχεία τα οποία “φωτίζουν” το μέρος στο οποίο θα πρέπει να ψάξουμε.
Και αυτό είναι το αποτελεσματικό, δηλαδή εκείνη την ώρα που μπορεί να εξελίσσεται κάτι, να μπορέσουμε να δράσουμε μέσω της Ε.Π.ΑΘΛ.Α., η οποία δεν είναι μόνο Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, αλλά έχει μέσα και την Ελληνική Αστυνομία, έχει τον Αθλητικό Εισαγγελέα, την Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (Ε.Ε.Ε.Π.) και την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (Ε.Α.Τ.), όλοι, συντονισμένα και αποτελεσματικά».
Κι αφού ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού επέμεινε πως όλοι οι αθλητές, όπως και στην περίπτωση του Σούντγκρεν, θα πρέπει να χρησιμοποιούν άμεσα το “Red Button” ή το “Whistleblowing” (Πανευρωπαϊκό Πρόγραμμα Διαφάνειας, στο οποίο μετέχει και η Ελλάδα και το οποίο έχει συμβουλευτικό και προστατευτικό ρόλο), ξεκαθάρισε αναφορικά με τις νομικές κινήσεις που θα γίνουν από εδώ και πέρα για τη συγκεκριμένη υπόθεση του Σουηδού αμυντικού.
«Υπάρχουν δύο κομμάτια πλέον, της αθλητικής δικαιοσύνης και της ποινικής. Μπορεί να τον καλέσει ο αθλητικός εισαγγελέας που κάνει την ποινική διερεύνηση της υπόθεσης και το δεύτερο κομμάτι είναι να τον καλέσει ο ποδοσφαιρικός εισαγγελέας, δηλαδή από την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία (Ε.Π.Ο.) που κάνει την πειθαρχική διερεύνηση. Μπορεί να κληθεί να δώσει εξηγήσεις ή κάποια στοιχεία αν υπάρχουν για το συγκεκριμένο περιστατικό. Να κάνει δηλαδή μια κατάθεση ώστε να ανοίξει αυτή η υπόθεση και να προστεθούν επίσημα και αυτές οι μαρτυρίες στην υπόθεση που θα έχει σχηματιστεί στην Ε.Π.ΑΘΛ.Α. με βάση και αυτές τις αναφορές που ήρθαν με τα στοιχηματικά δεδομένα» είπε ο κ. Μαυρωτάς και εξήγησε:
«Προκειμένου να αποδειχθεί ένα αδίκημα χειραγώγησης, δεν αρκεί μόνο ένας παράγοντας, ένα στοιχείο, μια καταγγελία, μια μαρτυρία, αλλά χρειάζονται και άλλα πράγματα, όπως για παράδειγμα αν υπάρχουν π.χ. κάποιες ακροάσεις ή αν υπάρχουν και άλλοι μάρτυρες οι οποίοι θα το καταθέσουν ή αν υπάρχουν και στοιχηματικά δεδομένα που συνδράμουν σε αυτή την κατεύθυνση, ώστε να μπορεί ο οποιοσδήποτε να στοιχειοθετήσει καλύτερα και να “δέσει” καλύτερα την υπόθεση».
Στη συνέχεια, ο ρέκορντμαν συμμετοχής στην Εθνική Ομάδα Υδατοσφαίρισης, μίλησε για τις αλλαγές που ενδεχομένως χρειάζεται να γίνουν στο νομοθετικό πλαίσιο, ώστε να είναι αμεσότερη ή και ευκολότερη η δίκη και η καταδίκη, εφόσον υπάρχουν επαρκή στοιχεία, λαμβάνοντας ως παράδειγμα το τι ισχύει στην Κύπρο (σ.σ. point system) ή στην Ιταλία (επαρκείς/σοβαρές ενδείξεις).
«Όσο γρήγορα και αν κάνουμε τις διαδικασίες ως Ε.Π.ΑΘΛ.Α. και να παράγουμε το πόρισμα, μετά πηγαίνουμε στην κανονική δικαστική οδό που έχει τις δικές της διαδικασίες και τους δικούς της ρυθμούς. Το ζητούμενο, κατά τη γνώμη μου, αν θέλετε, εκτός από την ταχύτητα, είναι και το να μην καταρρέουν αυτές οι υποθέσεις στο ακροατήριο, όπως έχουμε δει να συμβαίνει στο παρελθόν.
Να είναι τόσο καλά “δεμένες” ώστε να μπορούν να σταθούν και να παίζουν και τον αποτρεπτικό τους ρόλο απέναντι και σε όσους ενδεχόμενα κάνουν απόπειρες για οποιοδήποτε είδος χειραγώγησης. Να ξέρουν ότι το δίκτυο έχει γίνει πλέον αρκετά πυκνό, ώστε να μην είναι μια ορθολογική επιλογή το στήσιμο, η χειραγώγηση ενός αγώνα. Ότι υπάρχει κόσμος που ξέρει τι να παρακολουθήσει, τι να δει και πού θα το βρει.
Στο πειθαρχικό δίκαιο αρκεί, όπως λέμε, ο βαθμός απόδειξης που είναι το “comfortable satisfaction” δηλαδή η επαρκής αιτιολόγηση και όχι το “beyond reasonable doubt” που είναι το πλέον εύλογης αμφιβολίας που υπάρχει στο ποινικό. Δηλαδή είναι πιο χαμηλός ο βαθμός απόδειξης στο πειθαρχικό δίκαιο με αποτέλεσμα και οι καινούργιος κώδικας δεοντολογίας της ΕΠΟ να έχει διαβαθμίσεις σε σχέση με το συγκεκριμένο αδίκημα της χειραγώγησης αγώνων, ώστε να μπορούν και με επαρκείς ενδείξεις να επιβάλλουν ποινές χωρίς να πάνε στην πλήρη απόδειξη».
Κλείνοντας, τέλος, τη συνέντευξή του ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού επανέλαβε: «Ό,τι και να κάνουμε, γνωρίζουμε ότι δεν θα εξαλείψουμε το φαινόμενο της χειραγώγησης αγώνων, όπως και το ντόπινγκ, αντίστοιχα. Το θέμα είναι να κάνουμε τόσο στενή τη συνεργασία μεταξύ των Αρχών και των αρμόδιων φορέων, ώστε αυτή η επιλογή να είναι ανορθολογική για οποιονδήποτε προσπαθεί να το επιχειρήσει. Να μην περνάει ως μια νέα κουλτούρα, κυρίως στα νέα παιδιά, στους νέους αθλητές».


