Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης απέδειξε για ακόμα μια φορά ότι είναι ο «καθρέφτης» της Θεσσαλονίκης, της Βόρειας Ελλάδας και τελικά της ίδιας της πατρίδας μας. Αντανακλά τις αναπτυξιακές και οικονομικές δυνατότητές της χώρας και λειτουργεί ως το σημείο όπου το όραμα συναντά τον απολογισμό και η προσδοκία μετατρέπεται σε δέσμευση. Υπό αυτό το πρίσμα η φετινή διοργάνωση επιβεβαίωσε με τον πλέον εμφατικό τρόπο ότι την τελευταία εξαετία η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στο επίκεντρο του κυβερνητικού ενδιαφέροντος. Μεγάλα έργα υποδομής υλοποιούνται και άλλα βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. Στρατηγικές επενδύσεις αλλάζουν τον παραγωγικό χάρτη της περιοχής μας και ο Πρωθυπουργός βλέπει το όραμά του να γίνεται πραγματικότητα και η πόλη μας να αναδεικνύεται σε πρωταγωνίστρια της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Όμως η πρόκληση της επόμενης ημέρας δεν είναι μόνο η πρόοδος σε έργα υποδομής. Είναι η ισόρροπη ανάπτυξη της περιφέρειας. Εκείνη που δεν αφήνει πίσω κανέναν, καμία περιοχή, καμία κοινωνική ομάδα. Γιατί δεν αρκεί να προοδεύει μόνο το κέντρο της πόλης. Δεν αρκεί να μετράμε μόνο νέους σταθμούς του Μετρό ή νέα λεωφορεία. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η ανάπτυξη θα διαχέεται από τη Δυτική Θεσσαλονίκη έως την Ανατολική και από την Σίνδο και το Καλοχώρι έως το Αγγελοχώρι, την Περαία, και ακόμη παραπέρα: στο Κιλκίς, τις Σέρρες, την Πιερία, την Ημαθία, την Πέλλα, την Χαλκιδική, την Καβάλα, τη Δράμα, την Κοζάνη, την Αλεξανδρούπολη, το Σουφλί, τα Γρεβενά και την Φλώρινα.
Το γεγονός ότι η Θεσσαλονίκη αλλάζει δεν χωρά καμία αμφιβολία. Το βλέπουμε καθημερινά. Το Μετρό προχωρά. Το Fly Over υλοποιείται. Το Thess INTEC αδειοδοτήθηκε ως μια επένδυση υψηλής τεχνολογίας και διεθνούς απήχησης. Ωστόσο, η επόμενη φάση του κυβερνητικού σχεδιασμού προϋποθέτει κάτι περισσότερο: συνδεσιμότητα, συνοχή, ίσες ευκαιρίες. Σε αυτό το πλαίσιο, το έργο του προαστιακού σιδηρόδρομου, που έχει ορίζοντα ολοκλήρωσης 18 μήνες, καθίσταται αναγκαίο και η δέσμευση της κυβέρνησης είναι ότι θα μπει σε τροχιά υλοποίησης. Η σύνδεση των βιομηχανικών περιοχών της Δυτικής Θεσσαλονίκης με το αστικό κέντρο δεν είναι απλώς ζήτημα μετακινήσεων και καλύτερης εξυπηρέτησης των πολιτών. Είναι ζήτημα παραγωγικής ισότητας. Είναι ο τρόπος να δώσουμε πνοή σε περιοχές που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της τοπικής οικονομίας μας και πολλές φορές δεν βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Ομοίως, έργα όπως η αναβάθμιση των λιμανιών της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας και η διασύνδεση των αγροτικών περιοχών της Μακεδονίας με τα πλησιέστερα μεγάλα αστικά κέντρα, μπορούν να αποτελέσουν το αναπτυξιακό αντίβαρο σε μια εποχή που η ελληνική περιφέρεια κινδυνεύει να ερημώσει.
Αν, λοιπόν, η Θεσσαλονίκη αποκτά τα εφόδια να αναδειχθεί σε Μητρόπολη των Βαλκανίων, τότε η Βόρεια Ελλάδα πρέπει να λειτουργήσει ως ένας ενιαίος αναπτυξιακός χώρος. Με επενδύσεις που δεν θα ανταγωνίζονται η μια την άλλη αλλά θα εξελίσσονται συμπληρωματικά στηρίζοντας τις τοπικές οικονομίες και κοινωνίες. Με πολιτικές που θα ενισχύουν τις υποδομές, την παραγωγή, την καινοτομία σε κάθε νομό, σε κάθε περιοχή.
Αυτή ακριβώς είναι η επόμενη ημέρα της ΔΕΘ. Και η μετάβαση πρέπει να έχει ανθρωποκεντρικό πρόσημο. Να μετριέται όχι μόνο σε χιλιόμετρα νέων δρόμων, αλλά και σε ποιοτικά χαρακτηριστικά: Σε καλύτερη πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες. Σε περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης. Σε ποιοτική εκπαίδευση και καινοτομία. Σε υποδομές που σέβονται το περιβάλλον και υπηρετούν τον πολίτη.
Υπό αυτήν την έννοια η… 90η ΔΕΘ ξεκινά από τώρα. Με σχέδιο. Με συνεργασίες. Με τόλμη. Για μια Θεσσαλονίκη και μια Βόρεια Ελλάδα που δεν τρέχουν πίσω από το μέλλον, αλλά το διαμορφώνουν. Για τη Μακεδονία και τη Θράκη που γίνονται σημείο αναφοράς, όχι μόνο στον χάρτη, αλλά στην καρδιά και στο μυαλό των πολιτών της.
* Ο Θεόδωρος Γ. Καράογλου είναι Βουλευτής ΝΔ Β’ Θεσσαλονίκης