today-is-a-good-day
22.5 C
Athens

Η αρχαία Τενέα είχε μεγάλο πλούτο, δείχνουν τα νομίσματα των ανασκαφών

Τα νομισματικά ευρήματα της Τενέας αποκαλύπτουν την ιστορία της. Μια ιστορία που είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα και γοητευτική. Τα παρουσίασε ο Ιστορικός- Νομισματολόγος δρ Κωνσταντίνος Λαγός, κατά τη διάρκεια πρόσφατης ομιλίας του. Στην εκδήλωση μίλησαν επίσης η Ελενα Κόρκα, επίτιμη Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και επικεφαλής της ανασκαφής στην αρχαία Τενέα και η αρχαιολόγος Βιβή Ευαγγέλογλου.

Όπως ανέφεραν οι ομιλητές, «η Τενέα υπήρξε μια από τις σημαντικότερες πόλεις στην ανατολική περιφέρεια της Κορίνθου που ήκμασε αδιαλείπτως καθ’ όλη την αρχαιότητα και συνδέθηκε με γνωστούς μύθους και παραδόσεις αλλά και γεγονότα που καθόρισαν το ιστορικό γίγνεσθαι και την εξέλιξη της Κορίνθου και όχι μόνον αυτής.

Ο Παυσανίας καταγράφει ότι οι Τενεάτες κατάγονταν από Τρώες αιχμαλώτους που μετέφερε στην περιοχή ο Αγαμέμνονας από την Τένεδο μετά την πτώση της Τροίας. Ενώ ο Στράβωνας αναφέρει ότι στην Τενέα ανατράφηκε ο Οιδίποδας από τον Πόλυβο, βασιλιά της Κορίνθου και ότι οι Τενεάτες αποίκησαν τις Συρακούσες το 734/733 π.Χ, υπό τον Κορίνθιο άρχοντα Αρχία.»

Από το 2013 μέχρι και σήμερα στο πλαίσιο της συστηματικής ανασκαφής της αρχαίας Τενέας υπό τη διεύθυνση της δρ. Έλενας Κόρκα και με φορέα υλοποίησης το ΥΠΠΟ, αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά η θέση της αρχαίας πόλης και σημαντικά αρχαιολογικά της κατάλοιπα, που επιβεβαιώνουν κατά πολύ το χρησμό που καταγράφει ο Στράβωνας :«εὐδαίμων ὁ Κόρινθιος, ἐγὼ δ᾽ εἴην Τενεάτης». Άλλωστε όταν το 146 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατέστρεψαν ολοσχερώς την Κόρινθο, η Τενέα είχε ήδη επαναστατήσει εναντίον της Κορίνθου και είχε αποκτήσει την ανεξαρτησία της. Έτσι συντάχθηκε με τη Ρώμη εναντίον της πρώην μητρόπολής της.

Σύμφωνα με τους ανασκαφείς, «η Τενέα όχι μόνο δεν καταστράφηκε τότε, αλλά όπως επισημαίνει ο Στράβων, η καταστροφή της Κορίνθου συνέβαλε στην περαιτέρω ανάπτυξή της. Είναι βέβαιο ότι εκείνα τα χρόνια οι Τενεάτες θα πρόβαλλαν ιδιαίτερα τον ισχυρισμό τους ότι είχαν τρωική καταγωγή, όπως οι Ρωμαίοι. Η ανεξαρτησία της Τενέας επιβεβαιώνεται πέραν της κοπής δικού της νομίσματος και από επιγραφικές μαρτυρίες των ρωμαϊκών χρόνων. Ήδη από τον 1ο αι. π.Χ. σε επιγραφές πόλεων εκτός Κορινθίας, πολίτες της Τενέας καταγράφονται ως «Τενεάτες» και όχι ως Κορίνθιοι.

Ο Στέφανος Βυζάντιος τον 6ο αι. μ.Χ. κάνει την τελευταία αναφορά στην πόλη της Τενέας. Φαίνεται ότι η πόλη εγκαταλείφθηκε στο τέλος του αιώνα εξαιτίας των αβαροσλαβικών επιδρομών στην Πελοπόννησο.»

Το ερευνητικό πρόγραμμα της αρχαίας Τενέας υποστηρίζεται από μια διεπιστημονική ομάδα στο πλαίσιο συνεργασιών με ελληνικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, αλλά και Υπηρεσίες του ΥΠ.ΠΟ. Κάθε χρόνο στην έρευνα συμμετέχουν και εκπαιδεύονται φοιτητές ελληνικών και ξένων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.

Η ανασκαφή δείχνει ότι η αρχαία πόλη αναπτύχθηκε στην κατάφυτη πεδιάδα που εκτείνεται μεταξύ των χωριών Χιλιομοδίου και Κλένιας. Οι ανασκαφές πλέον βρίσκονται σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο και δίνουν μια σαφή εικόνα της διάρκειας κατοίκησης της περιοχής αλλά και της οργάνωσης της πόλης από τους αρχαϊκούς μέχρι και τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους και συγκεκριμένα τον 6ο αι όταν και εγκαταλείφθηκε.

Οι αρχαιολόγοι σημειώνουν πως ανασκάφηκε «τμήμα ενός εκτεταμένου προϊστορικού οικισμού της πρωτοελλαδικής περιόδου, με κεραμική ντόπια αλλά και εισηγμένη από γνωστά κέντρα της πρωτοελλαδικής περιόδου, όπως η Αίγινα, η Αττική, η Αργολίδα και η Κόρινθο, αλλά και τελετουργικές αποθέσεις, όπως ο περίφημος κτιστός αποθέτης εξαιρετικά μεγάλων διαστάσεων (3,30 διαμ. 4,80μ. βάθος) που είναι μέρος του ευρύτερου οικοδομικού ιστού του συγκεκριμένου οικισμού.

Επιπλέον αποκαλύφθηκε τμήμα ενός ευρύτερου οικοδομικού συγκροτήματος που χρονολογείται από τους αρχαϊκούς μέχρι και τους ελληνιστικούς χρόνους, με τελετουργικές δεξαμενές και χώρους λατρείας και γενικότερα κτίρια υποστηρικτικά ενός ή και περισσοτέρων ιερών. Πολλά από τα ευρήματα, ειδώλια, μικρογραφικά αγγεία, γλυπτά κ.α. καταδεικνύουν σαφέστατα τη λατρεία της Αφροδίτης και αυτό είναι απόλυτα εναρμονισμένο με τον χαρακτήρα της πόλης. Την παρουσία ιερού επιβεβαιώνει και το τμήμα δημόσιας τετράστιχης στοιχηδόν επιγραφής με επιζωγραφισμένη ταινία ερυθρού χρώματος, που χρονολογείται στις αρχές του 5ου αι. π.Χ.»

Επιπρόσθετα η ανασκαφή αποκάλυψε και την οργάνωση της ρωμαϊκής Τενέας, με δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, όπως λουτρικές εγκαταστάσεις, καταστήματα, εργαστήρια όπως κεραμοποιία, ελαιοτριβεία, εργαστήρια μετάλλων, οικίες, αρχαίους δρόμους, αλλά και μεγάλης κλίμακας δημόσια υδραυλικά έργα όπως το Αδριάνειο υδραγωγείο και η υδροδοτική δεξαμενή των 140τ.μ που δείχνουν ταυτόχρονα και τη δυναμική του πληθυσμού της αρχαίας πόλης.

Τέλος, οριοθετήθηκε, κατά προσέγγιση σε μήκος 1,5χλμ., η ανατολική ζώνη των νεκροταφείων της Τενέας και ανασκάφηκε τμήμα τους, με ταφές από τους αρχαϊκούς μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους σε εξαιρετικά ταφικά μνημεία, μεταξύ αυτών και δύο υπέργεια, και εντυπωσιακά πλούσιους σε κτέριση ενταφιασμούς. Οι ανθρωπολογικές αναλύσεις απέδωσαν σημαντικές πληροφορίες για την ταυτότητα και τις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της πόλης, το βιοτικό τους επίπεδο και την παλαιοδιατροφή τους. Ενώ μόλις πρόσφατα επιβεβαιώθηκε η ταύτιση του DNA των Τενεατών με αποίκους της Αμβρακίας.

Ο Κωνσταντίνος Λαγός είπε πως η ανασκαφική έρευνα «απέδωσε μέχρι και σήμερα περί τα 3.500 νομίσματα που χρονολογούνται από τα μέσα του 6ου αι. π.Χ., όταν κόβονται τα πρώτα νομίσματα από πόλεις-κράτη της ηπειρωτικής Ελλάδας, μέχρι και το τέλος του 6ου αι. μ.Χ. Πρόκειται για τεκμήρια της συνεχούς κατοίκησης της πόλης στη διάρκεια της αρχαιότητας, καθώς δεν υπάρχει κενό στη νομισματική κυκλοφορία για πάνω από μία χιλιετία. Επίσης, από τα νομίσματα αυτά αντλούμε στοιχεία για τη διαχρονική ευμάρεια της Τενέας, καθώς και για σημαντικές πτυχές της ιστορίας της αλλά και της κοινωνίας και της οικονομίας της.»

Εξήγησε πως νομίσματα της αρχαϊκής και κλασικής εποχής (6ος-4ος αι. π.Χ.) έχουν βρεθεί σε οικιστικά κατάλοιπα αυτών των περιόδων. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και νομίσματα από θησαυρούς. Ο σημαντικότερος βρέθηκε το 2023 εντός ενός οικοδομικού τετραγώνου με επιμέρους κτίρια και  αποτελείται από 29 αργυρές αρχαίες ελληνικές κοπές που χρονολογούνται από τον ύστερο 6ο αι. π.Χ. μέχρι και τα μέσα του 4ου αι. π.Χ.  Σε αυτόν περιλαμβάνονται πολλά από τα σπανιότερα και πλέον ιστορικά νομίσματα της αρχαίας Ελλάδας. Ορισμένα δε απ’ αυτά θεωρούνται από τα ωραιότερα νομίσματα που έχουν κοπεί ποτέ.

Νομίσματα της αρχαϊκής και κλασικής εποχής έχουν έρθει στο φως στην Τενέα και ως κτερίσματα -«οβολοί του Χάροντα» σε ταφές της πρώιμης ρωμαϊκής αυτοκρατορικής εποχής. Το μεγαλύτερο σε αξία νόμισμα της κλασικής εποχής που βρέθηκε στο νεκροταφείο της Τενέας είναι ένας κορινθιακός στατήρας του πρώτου μισού του 5ου αι. π. Χ. (Πήγασος δεξιά/Προτομή Αθηνάς σε έγκοιλο). Ο στατήρας ήταν η μεγαλύτερη νομισματική αξία που έκοψε η αρχαία Κόρινθος και ως εκ τούτου η παρουσία του στην Τενέα μας δείχνει ότι κατά την κλασική εποχή υπήρχαν σημαντικές εγκαταστάσεις όπου γίνονταν συναλλαγές με νομίσματα μεγάλης αξίας. Είναι πιθανόν το νόμισμα αυτό να σχετίζεται με τη δεξαμενή τελετουργικού χαρακτήρα της αρχαϊκής περιόδου, η οποία ανασκάφηκε στο ίδιο χώρο.

Μεγάλος αριθμός επίσης είναι ο αριθμός των νομισμάτων που χρονολογούνται μεταξύ των τελών του 4ο αι. π.Χ. και το 146 π.Χ., όταν η Κόρινθος καταστράφηκε από τους Ρωμαίους. Οι περισσότερες από τις κοπές αυτές είναι πόλεων γειτονικών της Τενέας, όπως της Κορίνθου, Σικυώνας και Άργους. Επίσης, έχουν βρεθεί και νομίσματα της Αχαϊκής Συμπολιτείας και των μεγάλων ελληνιστικών βασιλείων, όπως της Μακεδονίας και της Πτολεμαϊκής Αιγύπτου.

Ο Στράβων καταγράφει ότι η Τενέα γνώρισε μεγάλη οικονομική ανάπτυξη ως αποτέλεσμα της καταστροφής της Κορίνθου από τους Ρωμαίους. Οι νομισματικές ανακαλύψεις επιβεβαιώνουν την παραπάνω καταγραφή «καθώς δείχνουν ότι η Τενέα, αντίθετα με την Κόρινθο, συνέχισε να κατοικείται στην περίοδο αυτή και η οικονομία της να λειτουργεί κανονικά και χωρίς διακοπή» είπε ο Κ. Λαγός. Το 44 π.Χ. η Κόρινθος επανιδρύθηκε ως ρωμαϊκή αποικία από τον Ιούλιο Καίσαρα και ξεκίνησε και πάλι να κόβει νομίσματα. Η Τενέα δεν επηρεάστηκε, αφού η οικονομική της ευμάρεια συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής περιόδου. Όσον αφορά στα νομισματικά ευρήματα της ρωμαϊκής εποχής, η αρχαιολογική έρευνα στην Τενέα αποκάλυψε σημαντικό αριθμό κοπών του νομισματοκοπείου της ρωμαϊκής Κορίνθου, καλύπτοντας χρονικά την περίοδο από την ίδρυση της αποικίας μέχρι και τη δυναστεία των Σεβήρων (αρχές 3ου αι. μ.Χ.), όταν και σταματούν οι εκδόσεις της Κορίνθου. Εκτός από το νομισματοκοπείο της Κορίνθου, η αρχαιολογική έρευνα στην Τενέα έχει ανακαλύψει και πολλά νομίσματα της ρωμαϊκής εποχής άλλων πόλεων της Πελοποννήσου αλλά και κοπές της Ρώμης. Κάτι που αποτελεί ένδειξη για επαφές της Τενέας με την Ιταλία μέσω ταξιδιωτών που έφθαναν εκεί μέσω Κορίνθου.

«Τα νομισματικά ευρήματα μας βοηθούν να χρονολογήσουμε με κάποια ακρίβεια πότε σταματά η ζωή στην πόλη της Τενέας» είπε ο δρ. Λαγός κλείνοντας την ομιλία του. «Είναι ξεκάθαρο ότι στα τέλη του 6ου αι. μ. Χ. οι κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη. Σύμφωνα με βυζαντινές φιλολογικές πηγές, γύρω στο 580 μ.Χ. ξεκινούν μεγάλες επιδρομές Αβάρων και Σλάβων στην Πελοπόννησο. Η Τενέα όπως άλλες πόλεις της περιοχής εγκαταλείφθηκε ως συνέπεια αυτών των επιδρομών. Είναι στα τελευταία χρόνια της πόλης που η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ένα από τα σημαντικότερα νομισματικά ευρήματά της.

Σ’ ένα από τα κτήρια των καταστημάτων κοντά στα ρωμαϊκά λουτρά, το 2020, βρέθηκε ένας εντυπωσιακός χρυσός θησαυρός από 29 σόλιδους, ένα τρεμίσσιον (1/3 σόλιδου), και ένα μεγάλο χρυσό δακτυλίδι. Ο θησαυρός περιλαμβάνει κοπές Κωνσταντινούπολης και σπανιότατες κοπές σόλιδων Ιουστινιανού της Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για ένα εύρημα που θα αποτελέσει σημείο αναφορά στη βιβλιογραφία των σόλιδων του Ιουστινιανού. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι οι σόλιδοι του Ιουστινιανού στο θησαυρό της Τενέας είναι σε αρίστη κατάσταση. Μάλιστα, κάποιοι που χρονολογούνται μετά το 550 μ.Χ. είναι ακυκλοφόρητοι, και διατηρούν στην επιφάνειά τους ακόμη τη λάμψη του νεόκοπου νομίσματος!»

Ένα άλλο εντυπωσιακό νομισματικό εύρημα, και μάλιστα στο ίδιο κτήριο αλλά σε διπλανό δωμάτιο με αυτό όπου βρέθηκε ο χρυσός θησαυρός ήταν ένας τεράστιος θησαυρός 2.200 χάλκινων νομισμάτων. Αυτά ήταν κυρίως του 5ου και 6ου αι. μ.Χ..

Οι πιο εντυπωσιακοί τάφοι πέριξ του πρώτου ρωμαϊκού μνημείου της Τενέας ανήκουν στην πρώιμη ελληνιστική εποχή (τέλη 4ου-αρχές 3ου αι. π.Χ.). Είναι πλούσια κτερισμένες ταφές με στλεγγίδες, χάλκινα κάτοπτρα, χάλκινα, πήλινα και γυάλινα αγγεία, χρυσά κοσμήματα, επίχρυσο στεφάνι κ.α. Στους τάφους αυτούς δεν βρέθηκαν νομίσματα. Προφανώς για τους συγκεκριμένους νεκρούς, των ανωτέρων κοινωνικών τάξεων της Τενέας, το ρόλο του «οβολού του Χάροντα» έπαιξαν χρυσές δανάκες εξαιρετικής ποιότητας. Όλες αυτές οι δανάκες αντιγράφουν τύπους χάλκινων νομισμάτων της Σικυώνας της πρώιμης ελληνιστικής εποχής και της αξίας του δίχαλκου. Οι χρυσές δανάκες καταδεικνύουν την οικονομική ευμάρεια της Τενέας στην ελληνιστική και πρώιμη ρωμαϊκή εποχή.

Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ