Είναι σημαντικό η Ουκρανία και οι σύμμαχοί της να προετοιμάσουν οι ίδιοι το μέλλον και να προετοιμαστούν για οποιαδήποτε ασυνέχεια στην οποία θα μπορούσε να οδηγήσει η εκλογή διαφορετικής ηγεσίας στις ΗΠΑ, όπως η εκλογή Τραμπ, τονίζεται στο Δελτίο Πολιτικής Ανάλυσης και Εκτίμησης με τίτλο «Αλλαγή τακτικής στην αντιμετώπιση της ουκρανικής κρίσης», το οποίο δημοσιεύεται από το μη κερδοσκοπικό οργανισμό πολιτικής και έρευνας «Το Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη».
Ειδικότερα, κρίνεται πως ίσως είναι η κρίσιμη στιγμή για τη Δύση αφού επαναξιολογήσει τις αρχές και τους στόχους της να λάβει σοβαρά υπόψη τις αλλαγές στο διεθνές πολιτικό γίγνεσθαι και να πάρει αποφάσεις για τις γεωπολιτικές προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζει, με προεξάρχουσα τη ρωσική απειλή στην Ουκρανία. Σε ό,τι αφορά την Ευρώπη εκφράζεται η πεποίθηση ότι πρέπει να υιοθετήσει ένα περισσότερο δυναμικό βηματισμό συμμετέχοντας με αποφασιστικότητα στις εξελίξεις που αφορούν τουλάχιστον τη γειτονιά μας.
Μάλιστα, διατυπώνεται η εκτίμηση ότι ίσως είναι η στιγμή για ένα σχεδιασμό οικονομίας δυνάμεων, που θα μπορούσε να συνδυασθεί με προτάσεις της ουκρανικής κυβέρνησης για κάποια μακροχρόνια ανακωχή, η οποία θα επέτρεπε και βήματα προς την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση της Ουκρανίας. Σε μια τέτοια εξέλιξη κρίνεται πως ο ρόλος των δυτικών συμμάχων θα ήταν κρίσιμος, δίνοντας την αναγκαία υποστήριξη προκειμένου να προβεί η ουκρανική κυβέρνηση σε μια τέτοια κίνηση.
Σε αυτό το πλαίσιο, προτείνεται, με στόχο μια μακροχρόνια ανακωχή και στο βάθος ειρήνευση, να δημιουργηθεί μια Διάσκεψη Ειρήνης, υπό ευρωπαϊκή αιγίδα, όπου θα μπορούσαν να συνέρχονται αντιπρόσωποι κατά βάση της Ουκρανίας, των δυτικών χωρών και της Ρωσίας. Ακόμη, εκφράζεται η προτροπή πως σε μια προβολή ευρύτερης επιρροής της ΕΕ στην περιοχή, να υπάρξει εμφανής εντατικοποίηση της συνεργασίας της με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, τη Μολδαβία, και την Αρμενία.
Στην αρχή της ανάλυσης, διατυπώνεται η παροδοχή πως το ευρωπαϊκό εγχείρημα συνεχίζει να δοκιμάζεται σκληρά τα τελευταία χρόνια, καθώς μετά την πανδημία βιώνει, μεταξύ άλλων, τον πόλεμο στην Ουκρανία, και τα αποτελέσματα της ενεργειακής κρίσης που αυτός προκάλεσε. Αφού σημειώνεται πως το ίδιο σε σημαντική έκταση ισχύει και για τις ΗΠΑ.
Εστιάζοντας στο πεδίο του πολέμου στην Ουκρανία, εκφράζεται η πεποίθηση ότι η ουκρανική αντεπίθεση του καλοκαιριού δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, καθώς οι στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας προέλασαν μόλις 17 χλμ ανακαταλαμβάνοντας περίπου το 18% από το έδαφος το οποίο έχουν καταλάβει οι Ρώσοι. Επικαλούμενη τον αρχηγό των ουκρανικών δυνάμεων Βαλέρι Ζαλούζνι για τέλμα στο μέτωπο, στην ανάλυση επισημαίνεται ότι θα χρειαζόταν μεγάλη τεχνολογική υπεροχή για να αρθεί το αδιέξοδο και προστίθεται ότι ενώ η ΕΕ είχε υποσχεθεί την παράδοση 1 εκατ. οβίδων στο Κίεβο μέχρι τον επόμενο Μάρτιο, μέχρι στιγμής έχει παραδοθεί περίπου το 30%. Παρεμφερής χαρακτηρίζεται και η εικόνα στις ΗΠΑ, σημειώνοντας ότι η κατάσταση επιδεινώθηκε από τις ανάγκες ενίσχυσης του Ισραήλ στον πόλεμο της Γάζας.
Τέλος, στο πολιτικό πεδίο η ανάλυση εντοπίζει παρεμφερή αβελτηρία και δισταγμούς και υπογραμμίζεται ότι τόσο η Ουκρανία όσο και οι σύμμαχοι της πρέπει να αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα με ρεαλισμό και να μελετούν επιλογές προτού τις αποφασίσουν άλλοι.