«Σήμερα πράγματι είναι μία μέρα ξεχωριστή καθώς ύστερα από επτά χρόνια συνέρχεται το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδος και Τουρκίας», επεσήμανε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης στις κοινές δηλώσεις με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, αμέσως μετά τη συνάντησή τους στο Μέγαρο Μαξίμου. «Ένα γεγονός το οποίο νομίζω από μόνο του σηματοδοτεί την πρόθεση των δύο χωρών μας να αναζητήσουν νέους δημιουργικούς δρόμους στις μεταξύ τους σχέσεις».
Επεσήμανε ότι στο διάστημα στο οποίο μεσολάβησε αντιμετωπίσαμε πρωτόγνωρες προκλήσεις που δεν γνωρίζουν σύνορα, με ειδική αναφορά στην τριετή πανδημία, κι έναν πόλεμο στην καρδιά της Ευρώπης που προκάλεσε ενεργειακή, πληθωριστική και επισιτιστική κρίση αλλά και μεγάλες φυσικές καταστροφές. Επίσης και στις περιφερειακές συγκρούσεις που εγείρουν σοβαρή ανησυχία.
«Αλλά και οι διμερείς μας σχέσεις γνώρισαν διακυμάνσεις, που κάποιες στιγμές τις απείλησαν επικίνδυνα και μαζί τους την ασφάλεια και την ειρήνη στην Ανατολική Μεσόγειο», είπε ο πρωθυπουργός και υπογράμμισε ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι τους τελευταίους μήνες οι δύο χώρες βαδίζουν σε ένα πιο ήρεμο μονοπάτι.
«Ελλάδα και Τουρκία, Τουρκία και Ελλάδα οφείλουν να ζουν ειρηνικά. Να διατυπώνουν τις διαφορές τους που είναι γνωστές, να τις συζητούν με ειλικρίνεια και να αναζητούν συνέχεια λύσεις. Και αν αυτές δεν γεφυρώνονται, πάντως να μην παράγουν αυτόματα εντάσεις και κρίσεις», τόνισε.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε στη συνέχεια ότι με τον πρόεδρο Ερντογάν εξέτασαν και όλες τις εξελίξεις στην περιοχή αλλά και στον κόσμο. «Εξελίξεις που μας προβληματίζουν, στη Μέση Ανατολή, στην Ουκρανία, στον Καύκασο. Πάντα οφείλουμε να συγκλίνουμε στην ανάγκη τήρησης της διεθνούς νομιμότητας. Στην καταδίκη δηλαδή κάθε μορφής επιθετικότητας, εξτρεμισμού και τρομοκρατίας ανεξάρτητα με τη μορφή με την οποία αυτή εκδηλώνεται. Στον απόλυτο σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών και στην προστασία των αξιών του ανθρωπισμού με ειδική έμφαση στην προστασία των αμάχων.
Όπως επίσης διαφωνούμε και στο Κυπριακό. Για μας το λέω καθαρά δεν υπάρχει άλλη λύση πέραν των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Θα πρέπει να επανεκκινήσει ο διάλογος από κει που διακόπηκε το 2017. Μόνο μέσα απ’ αυτόν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.
Τόνισε επίσης ότι η διακήρυξη που υπεγράφη πριν από λίγο «σεβόμενοι απόλυτα τα δικαιώματα που απορρέουν από την κυριαρχία κάθε χώρας επιβεβαιώνει τη σχέση φιλίας μεταξύ μας, καθορίζει τις αρχές και τα ορόσημα του διαλόγου μας και αναδεικνύει τις δυνατότητες συνεργασία μας, τόσο σε περιφερειακό όσο και σε διεθνές επίπεδο».
Στο σημείο αυτό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι με βάση αυτές τις παραδοχές θα προχωρήσουν και στα επόμενα βήματα με συναντήσεις των δύο αντιπροσωπειών προκειμένου να διευρυνθεί η θετική ατζέντα. «Θα εντείνουμε την οικονομική μας συνεργασία, θα επεκτείνουμε τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και η επόμενη φάση του πολιτικού διαλόγου όταν οι συνθήκες ωριμάσουν μπορεί να είναι η προσέγγιση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, που σύμφωνα με την Ελλάδα συνιστά τη μόνη διαφορά που θα μπορούσε να αρθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας. Με πυξίδα πάντοτε το διεθνές δίκαιο και ειδικά το Δίκαιο της Θάλασσας που αποτελεί τον πιο ασφαλή πλοηγό στη διευθέτηση των διεθνών διαφορών».
Ανέφερε επίσης ότι υπήρξε συμφωνία να συνεχιστούν και οι μεταξύ τους επαφές. «Προτίθεμαι κ. Πρόεδρε να επισκεφθώ μέσα στην άνοιξη και την ‘Αγκυρα, πριν σας συναντήσω τον επόμενο Ιούλιο στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον. Και κλείνω με τη σκέψη ότι η Γεωγραφία και η Ιστορία μας έταξαν να ζούμε στην ίδια γειτονιά. Οι συγκυρίες έφεραν συχνά τον έναν απέναντι στον άλλο, και γνωρίζω ότι υπάρχουν φωνές, -είμαι σίγουρος και στην Ελλάδα και στην Τουρκία – που δε συμφωνούν με αυτή την προσέγγιση. Όμως αισθάνομαι χρέος, ιστορικό χρέος να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία να φέρουμε τα δύο κράτη δίπλα-δίπλα, όπως άλλωστε είναι και τα σύνορά μας. Μέχρι τώρα πετύχαμε οι σχέσεις μας να επανέλθουν σε ήρεμα νερά. Σήμερα στο όνομα των επόμενων γενιών οφείλουμε και οι δύο να χτίσουμε ένα αύριο όπου σε αυτά τα ήρεμα νερά θα φυσήξει κι ένας ούριος άνεμος, ένα αύριο ειρήνης, προόδου και συνεργασίας. Δείχνοντας ευθύνη και ρεαλισμό θέλω σήμερα να κοιτάξω στο μέλλον», είπε κλείνοντας τις δηλώσεις του ο πρωθυπουργός.
Μήνυμα φιλίας και ενότητας έστειλε ο Τούρκος Πρόεδρος, Ταγίπ Ερντογάν, κατά τις κοινές δηλώσεις με τον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, στο πλαίσιο της επίσκεψής του στην Ελλάδα.
Τόνισε ότι Ελλάδα και Τουρκία μοιράζονται την ίδια θάλασσα και είναι φυσικό να υπάρχουν προβλήματα ανάμεσα στις δύο χώρες, πόσο μάλλον ανάμεσα σε δύο αδέλφια. “Θέλουμε να κάνουμε το Αιγαίο θάλασσα ειρήνης” είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ερντογάν
“Επιθυμούμε να γίνουμε παράδειγμα σε όλο τον κόσμο με τα κοινά βήματα που θα κάνουμε ως Τουρκία και Ελλάδα. Το λέω ανοιχτά. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μεταξύ μας τόσο μεγάλο το οποίο να μην μπορεί να επιλυθεί, αρκεί να κινηθούμε με καλή πίστη. Είμαστε πάρα πολύ ικανοποιημένοι που έχει την ίδια αντίληψη ο κ. Μητσοτάκης” πρόσθεσε.
Αναλυτικά οι δηλώσεις του:
“Σας χαιρετώ με τα πιο εγκάρδια συναισθήματα. Επισκέφθηκα τελευταία φορά την Ελλάδα το 2017. Ήταν η πρώτη μετά από 65 χρόνια επίσκεψη σε επίπεδο αρχηγού κράτους. Αισθάνομαι μεγάλη ικανοποίηση που βρίσκομαι ξανά στην Ελλάδα. Θα ήθελα να ευχαριστήσω για την ευγενική υποδοχή. Επιθυμούμε να αναπτύξουμε περαιτέρω την θετική ώθηση που υπάρχει. Το ότι μετά από 7 χρόνια κάνουμε την 5η συνεδρίαση αποτελεί ένδειξη αυτής τη πρόθεσης. Πιστεύω ότι δεν θα υπάρξει άλλο τόσο μεγάλο διάλλειμα για άλλη συνάντηση και αυτό θα είναι καλό και για τις 2 χώρες.
Είχαμε ωφέλιμες συζητήσεις με τον πρωθυπουργό και την Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Στη συνάντηση με τον κ. Μητσοτάκη συζητήσαμε για τα βήματα που μπορούν να γίνουν για την ανάπτυξη της συνεργασίας μας. Στο πλαίσιο της συνέχειας των επαφών μας, τονίσαμε την ανάγκη να κρατηθούν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας και υπογραμμίσαμε ότι ο μηχανισμός του ανώτατου στρατιωτικού συμβουλίου συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας συμβάλει σημαντικά στο να προχωρούν οι σχέσεις των δύο χωρών στο πλαίσιο της θετικής ατζέντας.
Με τη διακήρυξη της Αθήνας περί σχέσεων φιλίας και καλής γειτονίας βεβαιώσαμε τη βούλησή μας για ανάπτυξη των σχέσεών μας. Αισθανόμαστε ικανοποίηση που βλέπουμε τα αποτελέσματα των έργων στο πλαίσιο του σχεδίου κοινής δράσης του 2021. Στη συνάντηση με τον κ. Μητσοτάκη συμφωνήσαμε να ανεβάσουμε στα 10 δις δολάρια το διμερές μας εμπόριο από 5 δις. Τονίσαμε τη σημασία έργων μεταφοράς, όπως η κατασκευή δεύτερης γέφυρας στον σταθμό Υψάλας – Κήπων. Ειλικρινή μας ευχή είναι να επιλύσουμε τα υφιστάμενα προβλήματά μας με κοινές προσπάθειες, στο πλαίσιο του εποικοδομητικού διαλόγου καλής γειτονίας και διεθνούς δικαίου.
Με τον κύριο Μητσοτάκη συζητήσαμε πώς μπορούμε να εξελίξουμε τη συνεργασία στο πεδίο καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Διατύπωσα για μια ακόμη φορά την προσδοκία μας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και χαιρετίσαμε το κλείσιμο του καταυλισμού του Λαυρίου. Υπογράμμισε πως απαιτείται προσοχή προκειμένου να μην σχηματιστούν παρόμοιοι καταυλισμοί που θα δίνουν καταφύγιο σε τρομοκράτες στην Ελλάδα.
Η τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα και ρωμαίικη μειονότητα στη χώρα μας είναι δομικά στοιχεία του ανθρώπινου και του πολιτιστικού μας πλούτου. Η αύξηση της ηρεμίας και της γαλήνης των μειονοτήτων θα επηρεάσει θετικά τις σχέσεις.
Διατύπωσα τις προσδοκίες μας για τις βελτιώσεις που απαιτούνται από το Διεθνές Δίκαιο όσον αφορά την κατάσταση της τουρκικής μειονότητας Δυτικής Θράκης. Η επίτευξη μιας δίκαιης, μόνιμης και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό με βάση τις πραγματικότητες στο νησί, θα είναι προς όφελος ολόκληρης της περιοχής. Ανταλλάξαμε απόψεις με τον Πρωθυπουργό σχετικά με τις διμερείς σχέσεις και τις τρέχουσες περιφερειακές και παγκόσμιες εξελίξεις. Μιλήσαμε για το δράμα που εκτυλίσσεται στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη και κυρίως στη Γάζα.
Από την αρχή η Τουρκία δήλωσε ότι δεν εγκρίνει σε καμία περίπτωση να στοχοποιούνται άμαχοι άμαχοι. Όχι μόνο στη Μέση Ανατολή. Αυτά τα συμβάντα μετατράπηκαν σε μαζική τιμωρία του λαού της Γάζας και σε 17.000 αθώων Παλαιστινίων αμάχων, επί το πλείστον γυναίκες και παιδιά, και αυτό πληγώνει τις συνειδήσεις. Η διεθνής κοινότητα δεν θα πρέπει να σιωπά απέναντι στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και τα εγκλήματα πολέμου που διαπράττονται. Η επίτευξη της μόνιμης εκεχειρίας το συντομότερο δυνατό και η διασφάλιση της απρόσκοπτης ροής των ανθρωπιστικών βοηθειών θα πρέπει να είναι προτεραιότητα για όλους μας. Με τις τελευταίες εξελίξεις είδαμε άλλη μια φορά ότι η ίδρυση ενός ανεξάρτητου, κυρίαρχου με εδαφική ακεραιότητα Παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 67 είναι πλέον αναπόφευκτη. Ανακοινώσαμε ότι ως Τουρκία είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε το καθήκον, την ευθύνη ως εγγυήτρια ως προς την εφαρμογή μιας δίκαιης ειρήνης. Πιστεύω ότι η διεθνής κοινότητα θα δείξει την απαραίτητη ευαισθησία για τη συνέχιση της βοήθειας.
Αξιότιμοι δημοσιογράφοι, είμαστε δύο γειτονικές χώρες που μοιραζόμαστε την ίδια θάλασσα, την ίδια γεωγραφία, το ίδιο κλίμα και μάλιστα το ίδιο πολιτισμό σε πολλούς τομείς. Είναι φυσικό να υπάρχουν προβλήματα ανάμεσα σε δύο χώρες, πόσω μάλλον ανάμεσα σε αδέρφια. Το θέμα είναι η βούληση για την επίλυση αυτών των προβλημάτων και των διαφορών. Εμείς θέλουμε να μετατρέψουμε το Αιγαίο σε μια θάλασσα ειρήνης και συνεργασίας. Επιθυμούμε να γίνουμε παράδειγμα σε όλο τον κόσμο με τα κοινά βήματα που θα κάνουμε ως Τουρκία και Ελλάδα. Το λέω ανοιχτά. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μεταξύ μας τόσο μεγάλο το οποίο να μην μπορεί να επιλυθεί, αρκεί να κινηθούμε με καλή πίστη, να επικεντρωθούμε στη μεγάλη εικόνα. Και να μη γίνουμε από αυτούς που περνούν τη θάλασσα αλλά πνίγονται στο ποτάμι. Είμαστε πάρα πολύ ικανοποιημένοι που έχει την ίδια αντίληψη ο κ. Μητσοτάκης. Ολοκληρώνοντας τα λόγια μου, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κύριο Πρωθυπουργό για τη φιλοξενία του και εύχομαι οι συνομιλίες μας να βγουν σε καλό για τις χώρες και για τους δύο λαούς, τους λαούς μας. Και σας περιμένω για να σας φιλοξενήσω στην επόμενη συνάντηση και θα είμαι αρκετά ικανοποιημένος να το κάνω αυτό.”
Μετά και τις δηλώσεις του Τούρκου προέδρου, ο πρωθυπουργός εξέφρασε για άλλη μια φορά την ικανοποίησή του για την υπογραφή του σημαντικού Συμφώνου Φιλίας και Συνεργασίας και ζήτησε να του επιτραπεί ένα σχόλιο για τα ζητήματα των μειονοτήτων. «Ξέρετε για μας και για μένα προσωπικά, η Θράκη αποτελεί ένα παράδειγμα αρμονικής συνύπαρξης χριστιανών και μουσουλμάνων. Και οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας έχουν και αγωνιζόμαστε πάντα να διασφαλίζουμε στην πράξη, ίσες ευκαιρίες. Σε αυτή την κατεύθυνση αγωνιζόμαστε. Ο προσδιορισμός της ιδιότητας της μειονότητας ως μουσουλμανικής καθορίζεται από την ίδια τη Συνθήκη της Λωζάνης. Χρέος δικό μας είναι αυτό το κλίμα της αρμονικής συνύπαρξης, – είναι χρέος της ελληνικής έννομης τάξης – να το διασφαλίσουμε και να το ενισχύσουμε. Και θέλω να σας διαβεβαιώσω και να διαβεβαιώσω βέβαια και όλους τους μουσουλμάνους συμπολίτες μας ότι προς αυτή την κατεύθυνση, η ελληνική κυβέρνηση θα εξακολουθεί να δουλεύει νυχθημερόν», είπε κλείνοντας τις κοινές δηλώσεις ο πρωθυπουργός.
Αναλυτικά, στις δηλώσεις του μετά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο Μέγαρο Μαξίμου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε:
Αξιότιμε κ. Πρόεδρε της Τουρκικής Δημοκρατίας, αγαπητέ Tayyip, αγαπητοί Υπουργοί,
Σας καλωσορίζω στην Αθήνα και σήμερα πράγματι είναι μία μέρα ξεχωριστή, καθώς ύστερα από επτά χρόνια συνέρχεται το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας και Τουρκίας. Ένα γεγονός το οποίο πιστεύω ότι από μόνο του σηματοδοτεί την πρόθεση των δύο μας χωρών να αναζητήσουν νέους δημιουργικούς δρόμους στις μεταξύ τους σχέσεις.
Είναι αλήθεια ότι το διάστημα το οποίο μεσολάβησε αντιμετωπίσαμε πρωτόγνωρες προκλήσεις, προκλήσεις που δεν γνωρίζουν σύνορα. Μια τριετή πανδημία, έναν πόλεμο στην καρδιά της Ευρώπης ο οποίος προκάλεσε ενεργειακή, πληθωριστική και επισιτιστική κρίση, αλλά και μεγάλες φυσικές καταστροφές από την κλιματική κρίση, που τις βιώσαμε και οι δύο χώρες. Ταυτόχρονα όμως, βιώσαμε και βιώνουμε και περιφερειακές συγκρούσεις, που εγείρουν σοβαρή ανησυχία, πολύ περισσότερο όταν εξελίσσονται στην ευρύτερη περιοχή μας.
Αλλά και οι διμερείς μας σχέσεις γνώρισαν διακυμάνσεις, που κάποιες στιγμές τις απείλησαν επικίνδυνα και μαζί τους την ασφάλεια και την ειρήνη στην Ανατολική Μεσόγειο. Γι’ αυτό και είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι τους τελευταίους μήνες οι δύο χώρες βαδίζουν σε ένα πιο ήρεμο μονοπάτι.
Ελλάδα και Τουρκία, Τουρκία και Ελλάδα, οφείλουν να ζουν ειρηνικά, να διατυπώνουν τις διαφορές τους, που είναι γνωστές, να τις συζητούν με ειλικρίνεια και να αναζητούν συνέχεια λύσεις. Κι αν αυτές δεν γεφυρώνονται, πάντως να μην παράγουν αυτόματα εντάσεις και κρίσεις.
Σε αυτή την κατεύθυνση, κ. Πρόεδρε, τον περασμένο Ιούλιο στο Βίλνιους, συμφωνήσαμε να πιάσουμε και πάλι το νήμα των επαφών μας, με στόχο να αναζητήσουμε τρόπους συνεργασίας. Και αναθέσαμε στους δύο Υπουργούς Εξωτερικών να καθοδηγήσουν τη συγκεκριμένη διαδικασία.
Ο οδικός χάρτης τον οποίον υιοθετήσαμε συμπεριελάμβανε τρία επίπεδα: τον πολιτικό διάλογο, τη θετική ατζέντα και τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Και, στη συνέχεια, οι συνομιλίες των δύο αντιπροσωπειών έγιναν, πρέπει να πω, σε ένα πολύ παραγωγικό κλίμα.
Εμείς οι ίδιοι, αγαπητέ μου Πρόεδρε, βρισκόμαστε για τρίτη φορά μέσα στους τελευταίους έξι μήνες. Στις δύο πρώτες συναντήσεις οργανώσαμε τα επόμενα βήματα και αξιολογήσαμε την πρόοδο όσων συμφωνήσαμε. Και σήμερα, στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, κάνουμε μία ακόμα αποτίμηση αυτών των κοινών προσπαθειών μας.
Προσπάθειες που οδήγησαν σε νέες ή αναβαθμισμένες παλαιότερες συμφωνίες σε πολλά επίπεδα: στην ηλεκτρική ενέργεια, στο εμπόριο, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στην εκπαίδευση, στον αθλητισμό, στην τεχνολογία, στον τουρισμό, στη σύσφιξη των οικονομικών μας σχέσεων. Το διμερές μας εμπόριο αυτή τη στιγμή έχει ξεπεράσει τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ, είναι ρεαλιστικός στόχος μέσα σε μια πενταετία να φτάσει τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ.
Συμφωνήσαμε επίσης την προώθηση της συναντίληψης και ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον αγροτικό τομέα, στην έρευνα, την καινοτομία. Προάγουν τη συνεργασία νέων επιστημόνων και ενισχύουν το εξαγωγικό και το επενδυτικό περιβάλλον και στις δύο μας χώρες.
Στο μεταναστευτικό, διαπιστώσαμε την σημαντική μείωση των ροών το τελευταίο διάστημα, ως αποτέλεσμα της συστηματικής φύλαξης των χερσαίων και των θαλασσίων συνόρων μας, θα πρόσθετα ωστόσο και λόγω της πολύ καλύτερης συνεργασίας της Αστυνομίας, του Λιμενικού και της Ακτοφυλακής και των δύο χωρών. Αυτή η συνεργασία μπορεί να βελτιωθεί και πρέπει να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο.
Αναφορικά με τη σταθερή υποστήριξη της Ελλάδας για την ευρωπαϊκή ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, η χώρα μας στηρίζει τη διευκόλυνση χορήγησης θεωρήσεων, στο πλαίσιο πάντα του ευρωπαϊκού κεκτημένου, ώστε να μπορεί η νέα γενιά της Τουρκίας, οι επιστήμονες, οι επιχειρηματίες, οι φοιτητές να αναπτύξουν στενότερες σχέσεις με την Ευρώπη.
Επιπλέον, η Ελλάδα ζήτησε και εξασφάλισε την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ώστε να ενεργοποιηθεί η δυνατότητα Τούρκων πολιτών και των οικογενειών τους να επισκέπτονται όλο τον χρόνο, για επτά μέρες, δέκα νησιά μας, που είτε διαθέτουν προσφυγικές δομές είτε έχουν άμεσες πορθμειακές συνδέσεις με την Τουρκία.
Είναι μία πρωτοβουλία με ισχυρό μήνυμα, που δηλώνει και μια μεγάλη αλήθεια: ότι τα ελληνικά νησιά αποτελούν γέφυρα επικοινωνίας και φιλίας μεταξύ των δύο λαών.
Όπως επίσης γέφυρες συνεργασίας και φιλίας αποτελούν και οι μειονότητες των δύο χωρών, γιατί η ισονομία και η ευημερία που εξασφαλίζει κάθε κράτος στις μειονότητές του βοηθά στην αμοιβαία κατανόηση και στον αλληλοσεβασμό.
Με τον Πρόεδρο Erdoğan εξετάσαμε και όλες τις εξελίξεις στην περιοχή αλλά και στον κόσμο. Εξελίξεις που μας προβληματίζουν, στη Μέση Ανατολή, στην Ουκρανία, στον Καύκασο.
Πάντα οφείλουμε, όπως είπα, να συγκλίνουμε στην ανάγκη τήρησης της διεθνούς νομιμότητας. Στην καταδίκη, δηλαδή, κάθε μορφής επιθετικότητας, εξτρεμισμού και τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από τη μορφή με την οποία αυτή εκδηλώνεται, στον απόλυτο σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών και στην προστασία των αξιών του ανθρωπισμού, με ειδική έμφαση στην προστασία των αμάχων.
Όπως επίσης διαφωνούμε και στο Κυπριακό. Για εμάς, το λέω καθαρά, δεν υπάρχει άλλη λύση πέραν των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Θα πρέπει να επανεκκινήσει ο διάλογος από εκεί που διακόπηκε το 2017. Μόνο μέσα από αυτόν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος.
Κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ Tayyip, τον Οκτώβριο του 1930 υπογράφηκε στην ‘Αγκυρα το Σύμφωνο Φιλίας, Ουδετερότητας, Διαλλαγής και Διαιτησίας μεταξύ των χωρών μας.
Τότε ο İsmet İnönü είχε δηλώσει πως «καμία διαφορά δεν μπορεί πια να χωρίσει τα δύο έθνη μέσα από την προσέγγιση να διαδραματίσουν ένα σπουδαίο ρόλο». Ενώ, από την πλευρά του, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, Πρωθυπουργός της Ελλάδος είχε αναφέρει: «ερχόμεθα να τείνομεν ειλικρινώς το χέρι και να δηλώσομεν ότι ο μακραίων ανταγωνισμός ετερματίσθη οριστικώς».
Δυστυχώς γεγονότα και ιστορικά πάθη εμπόδισαν τη θέληση των δύο ηγετών από το να γίνει αυτό πραγματικότητα. Η παρακαταθήκη τους, όμως, παραμένει ενεργή και σήμερα. Παραμένει, θα έλεγα, πιο επίκαιρη παρά ποτέ λόγω των κοινών προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε, ώστε σήμερα, 100 χρόνια μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, συνάπτεται Διακήρυξη περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας.
Είναι μία Διακήρυξη που είχε οραματιστεί ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όταν παρέλαβε το 1997 το μεγάλο Βραβείο Ειρήνης και Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί ως μέσο καλόπιστου διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου.
H Διακήρυξη που υπογράψαμε πριν από λίγο, σεβόμενοι απόλυτα τα δικαιώματα που απορρέουν από την κυριαρχία κάθε χώρας, επιβεβαιώνει τη σχέση φιλίας μεταξύ μας, καθορίζει τις αρχές και τα ορόσημα του διαλόγου μας και αναδεικνύει τις δυνατότητες συνεργασίας μας, τόσο σε περιφερειακό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Και με βάση αυτές τις παραδοχές θα προχωρήσουμε σταδιακά και στα επόμενα βήματα. Με συναντήσεις των δύο αντιπροσωπειών θα διευρύνουμε τη θετική μας ατζέντα, θα εντείνουμε την οικονομική μας συνεργασία, θα επεκτείνουμε τα Μέτρα Οικοδόμησης της Εμπιστοσύνης.
Και η επόμενη φάση του πολιτικού διαλόγου, όταν οι συνθήκες ωριμάσουν, μπορεί να είναι η προσέγγιση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, που σύμφωνα με την Ελλάδα συνιστά τη μόνη διαφορά που θα μπορούσε να αχθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας, με πυξίδα πάντοτε το Διεθνές Δίκαιο και ειδικά το Δίκαιο της Θάλασσας, που αποτελεί τον πιο ασφαλή πλοηγό στη διευθέτηση των διεθνών διαφορών.
Και βέβαια, συμφωνήσαμε να συνεχίσουμε και εμείς τις επαφές μας. Προτίθεμαι, κ. Πρόεδρε, να επισκεφτώ μέσα στην άνοιξη και την ‘Αγκυρα, πριν σας συναντήσω τον επόμενο Ιούλιο στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον.
Κλείνω με τη σκέψη ότι η γεωγραφία και η ιστορία μάς έταξαν να ζούμε στην ίδια γειτονιά. Οι συγκυρίες έφεραν συχνά τον έναν απέναντι στον άλλον και γνωρίζω ότι υπάρχουν φωνές -είμαι σίγουρος και στην Ελλάδα και στην Τουρκία- που δεν συμφωνούν με αυτή την προσέγγιση.
Όμως αισθάνομαι χρέος, ιστορικό χρέος, να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία να φέρουμε τα δύο κράτη δίπλα-δίπλα, όπως άλλωστε είναι και τα σύνορά μας.
Μέχρι τώρα πετύχαμε οι σχέσεις μας να επανέλθουν σε ήρεμα νερά. Σήμερα, στο όνομα των επόμενων γενεών, οφείλουμε και οι δύο να χτίσουμε ένα αύριο όπου σε αυτά τα ήρεμα νερά θα φυσήξει και ένας ούριος άνεμος. Ένα αύριο ειρήνης, προόδου και συνεργασίας. Δείχνοντας ευθύνη και ρεαλισμό, θέλω σήμερα να κοιτάξω στο μέλλον.
Και πάλι, καλώς ορίσατε στην Αθήνα.
Μετά την τοποθέτηση του Προέδρου της Τουρκίας Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε:
Αφού εκφράσω για ακόμα μια φορά την ικανοποίησή μου για την υπογραφή αυτού του σημαντικού Συμφώνου Φιλίας και Συνεργασίας, επιτρέψτε μου ένα σχόλιο μόνο για τα ζητήματα των μειονοτήτων.
Ξέρετε, για εμάς και για εμένα προσωπικά, η Θράκη αποτελεί ένα παράδειγμα αρμονικής συνύπαρξης χριστιανών και μουσουλμάνων και οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας έχουν -και αγωνιζόμαστε πάντα να διασφαλίζουμε στην πράξη- ίσες ευκαιρίες. Σε αυτή την κατεύθυνση αγωνιζόμαστε.
Ο προσδιορισμός της ιδιότητας της μειονότητας ως μουσουλμανικής καθορίζεται από την ίδια τη Συνθήκη της Λωζάνης. Χρέος δικό μας είναι αυτό το κλίμα της αρμονικής συνύπαρξης, είναι χρέος της ελληνικής έννομης τάξης, να το διασφαλίσουμε και να το ενισχύσουμε.
Και θέλω να σας διαβεβαιώσω, και να διαβεβαιώσω βέβαια όλους τους μουσουλμάνους συμπολίτες μας, ότι προς αυτή την κατεύθυνση η Ελληνική Κυβέρνηση θα εξακολουθεί να δουλεύει νυχθημερόν».