Η επιστροφή τμημάτων από γλυπτά του Παρθενώνα δεν έχει σταματήσει τα τελευταία χρόνια. Από τότε που ξεκίνησαν οι πρώτες επαφές για τον επαναπατρισμό θραυσμάτων από το Παλέρμο και το Βατικανό, και οι πρώτες καταθέσεις αιτημάτων στην UNESCO, η καλή δουλειά συνεχίζεται αδιαλείπτως. Τώρα, στο «στόχαστρο» της Ελλάδας είναι το Kunsthistorisches museum της Βιέννης, αλλά και άλλα μουσεία στα οποία βρίσκονται κομμάτια από τα μαρμάρινα γλυπτά που έμελλε να γίνουν τα διασημότερα της χώρας μας. Όχι μόνο για την αξία τους αλλά και για τις περιπέτειές τους.
Σύμφωνα με την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, (συνέντευξη στον ραδιοσταθμό Παραπολιτικά), προχθές έγινε η συνεννόηση στο επίπεδο των δύο Υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Αυστρίας. «Από κει και πέρα, το Μουσείο Ακρόπολης, σε συνεννόηση πάντα με το Υπουργείο Πολιτισμού, αυτόν τον Ιανουάριο, του 2023, έχει απευθύνει επιστολή στο ομόλογό του μουσείο και ζητά την επιστροφή δύο θραυσμάτων.»
Αυτό που έγινε προχθές στη Βιέννη, ήταν «η πολιτική συνεννόηση στο επίπεδο των Υπουργών Εξωτερικών. Το Μουσείο της Αυστρίας είναι αυτό το οποίο θα συνεννοηθεί και θα απαντήσει, αφού πάρει και αυτό τις δικές του αποφάσεις, στο Μουσείο της Ακρόπολης».
Η υπουργός πρόσθεσε επίσης: «Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανείς που μπορεί να αμφισβητήσει ότι την 4ετία αυτή έγιναν τεράστια βήματα σε ό,τι αφορά την οριστική επιστροφή και την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Ήδη δημιουργήσαμε ένα προηγούμενο το οποίο αποτελεί καλή πρακτική και για την UNSECO με την επιστροφή του θραύσματος Fagan από τη Σικελία και την Ιταλία. Συνολικά η κυβέρνηση επενδύει και ασχολείται με αυτό που είναι ένα εθνικό θέμα».
Οι συζητήσεις με το μουσείο της Βιέννης, όπως και με άλλα μουσεία από όσα έχουν θραύσματα των παρθενώνειων γλυπτών, γίνονται από το Μουσείο Ακροπόλεως, σε απευθείας συνεννόηση με το υπουργείο Πολιτισμού της χώρας μας και φυσικά με το υπουργείο Εξωτερικών. Ο γενικός διευθυντής του μουσείου Ακροπόλεως Νικόλαος Σταμπολίδης συνοψίζει σε δύο φράσεις τη γραμμή που ακολουθείται απαρεγκλίτως: «είναι η ίδια γραμμή με τα θραύσματα της Σικελίας και του Βατικανού. Δηλαδή, επανένωση των γλυπτών στο Μουσείο Ακροπόλεως για πάντα, χωρίς δανεισμό».
H ανατίναξη του Παρθενώνα από τον Μοροζίνι κατά τη διάρκεια των Βενετοτουρκικών πολέμων, το βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου του 1687, όταν οβίδα σημάδεψε και χτύπησε την πυριτιδαποθήκη που είχε εγκατασταθεί στον ναό είναι κατά κύριο λόγο υπεύθυνη αυτής της διασποράς των μικρών θραυσμάτων. Αμέσως μετά, άρχισαν να ταξιδεύουν στην Ευρώπη, να δωρίζονται, να πωλούνται, να εκτίθενται σε συλλογές και μετά σε μουσεία. Η δεύτερη μεγάλη λεηλασία θα ερχόταν αργότερα, στα τέλη του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα, όταν οι ξένοι αρχαιολάτρες είχαν πληθύνει επικίνδυνα, με πρώτο φυσικά τον λόρδο Έλγιν.
Πού βρίσκονται σήμερα όμως, άλλα θραύσματα του Παρθενώνα, εκτός από το Βρετανικό Μουσείο, όπου είναι συγκεντρωμένες μετόπες, λίθοι της ζωφόρου και αγάλματα από τα αετώματα;
Το Λούβρο έχει μία μεγάλη πλάκα, μήκους 2, 07 μέτρων και ύψους 96 εκατοστών. Πρόκειται για την λεγόμενη «Πλάκα των Εργαστίνων» (αριθμός VII) από την ανατολική ζωφόρο. Απεικονίζει απεικονίζοντας τις νεαρές παρθένες της Αθήνας, που ύφαιναν το ιερό πέπλο της Αθηνάς για την μεγάλη πομπή των Παναθηναίων. Η «Πλάκα των Εργαστίνων» είχε βρεθεί στα χέρια του Λουί Φοβέλ, πρόξενου των Γάλλων στην Αθήνα και μεγάλου συλλέκτη-αρχαιοκάπηλου. Μέσω αυτού πέρασε στην κατοχή του Σουαζέλ- Γκουφιέ, επίσης Γάλλου διπλωμάτη -πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη, και αρχαιοκάπηλου, και από αυτόν στο Λούβρο στα τέλη του 18ου αιώνα.
Στο Λούβρο βρίσκεται επίσης, και πάλι μέσω του Λουί Φοβέλ μία μετόπη από την νότια πλευρά του Παρθενώνα στην οποία παρουσιάζεται σκηνή από την Κενταυρομαχία. Συγκεκριμένα παριστάνεται μία Λαπιθίδα καθώς προσπαθεί να ξεφύγει από έναν Κένταυρο. Η μετόπη είχε αφαιρεθεί από την Ακρόπολη το 1788 από τον Φοβέλ, ο οποίος την έστειλε στο Παρίσι, όπου και αγοράστηκε από το μουσείο το 1818.
Από τον Παρθενώνα επίσης, συγκεκριμένα από το δυτικό αέτωμα προέρχεται και το μαρμάρινο κεφάλι της Ίριδας (κεφάλι Weber-Laborde για τους Γάλλους), που αποσπάστηκε από τον γλυπτό διάκοσμο, λόγω της έκρηξης από τον βομβαρδισμό του Μοροζίνι. Ένας γραμματέας του και ύστερα από δική του εντολή το είχε μεταφέρει στη Βενετία Ενάμιση αιώνα αργότερα το 1824 αγοράστηκε από έναν συλλέκτη, ονόματι τον Ντάβιντ Βέμπερ και μερικά χρόνια μετά, από τον μαρκήσιο Λεόν Ντε Λαμπόρντ για να περιέλθει τέλος στο Λούβρο το 1928.
Στο Μουσείο Μάρτιν φον Βάγκνερ του Πανεπιστημίου του Βίρτσμπουργκ της Γερμανίας βρίσκεται το κεφάλι ενός Κένταυρου από την νότια μετόπη του Παρθενώνα με την Κενταυρομαχία. Η επιστροφή του στην Ελλάδα είχε ζητηθεί πριν από μερικά χρόνια μέσω της Διεθνούς Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Σύμφωνα με το μουσείο, το έργο στάλθηκε στη Μεγάλη Βρετανία στις αρχές του 19ου αιώνα μαζί με άλλα γλυπτά του Παρθενώνα και στη συνέχεια αγοράστηκε από τον Μάρτιν φον Βάγκνερ, ζωγράφο, γλύπτη, ο αρχαιολόγο και συλλέκτη, αλλά και καλλιτεχνικό πράκτορα του βαυαρού βασιλιά Λουδοβίκου Α’. Ο ίδιος φέρεται να μην γνώριζε, ότι προέρχεται από αρχαίο ελληνικό ναό, όμως άφησε το γλυπτό μαζί με τη συλλογή του το 1858 στο μουσείο, με την εντολή να μην δοθεί αλλού. Επιχείρημα, το οποίο επικαλείται σήμερα το μουσείο.
Από την βόρεια ζωφόρο προέρχεται το ένα μικρό θραύσμα, ύψους μόλις 26 εκατοστών, που βρίσκεται στο Kunsthistorisches Museum της Βιέννης. Σ’ αυτό απεικονίζονται αντικριστά τα κεφάλια δύο γενειοφόρων ηλικιωμένων πολιτών της Αθήνας. Προέρχονται από την ομάδα των «θαλλοφόρων», που ήταν οι άξιοι πολίτες της και συμμετείχαν στην πομπή κρατώντας «θαλλούς», φρέσκα κλαδιά ελιάς δηλαδή, στα χέρια. Η θέση του θραύσματος μάλιστα στη ζωφόρο είναι πιστοποιημένη, χάρις στα σχέδια του γάλλου ζωγράφου Jacques Carrey, ο οποίος είχε βρεθεί στην Αθήνα το 1674 και είχε κάνει λεπτομερείς αποτυπώσεις του Παρθενώνα και των άλλων μνημείων, πριν γίνει η καταστροφή του Μοροζίνι.
Το ίδιο μουσείο έχει στις συλλογές του θραύσμα ύψους περίπου 65 εκατοστών από τη βόρεια ζωφόρου του Παρθενώνα, στο οποίο απεικονίζονται δύο νεαροί ιππείς. Το μαρμάρινο τμήμα της ζωφόρου εκτιμάται ότι αποτέλεσε αναμνηστικό που έφερε κάποιος στρατιώτης από την Αθήνα και αποκτήθηκε από τον μαρκήσιο Τομάζο ντέλι Ομπίτσι για τη συλλογή που διατηρούσε στο κάστρο του Κατάxο. Κατόπιν, πέρασε στα χέρια της αυστριακής βασιλικής οικογένειας μέσω κληρονομιάς κατά τον 19ο αιώνα.
Στο Εθνικό Μουσείο της Κοπεγχάγης βρίσκονται δύο κεφάλια από τη νότια μετόπη ν. 4, πάλι της Κενταυρομαχίας. Είναι ένας Λαπίθης και ένας Κένταυρος, καθώς και τα πίσω άκρα του τελευταίου. Πρόκειται μάλιστα για μία απόδειξη της διασποράς και διαρπαγής των κομματιών του Παρθενώνα, καθώς η μετόπη βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Τα γλυπτά είχαν αφαιρεθεί από τον δανό αξιωματικό του Μοροζίνι Μόριτζ Χάρτμαν μετά τον βομβαρδισμό και το 1688 δωρήθηκαν στο Μουσείο της Κοπεγχάγης. Η 4η μετόπη του νότιου τμήματος απεικονίζει την μάχη του Καινέα με έναν Κένταυρο. Ο Καινέας ήταν άτρωτος, σκότωσε πέντε Κενταύρους στην παραπάνω μάχη και εξοντώθηκε μόνο όταν καταπλακώθηκε από πέτρες και μεγάλα κλαδιά ή κορμούς πεύκων, οπότε βυθίστηκε όρθιος μέσα στη γη κάτω από το μεγάλο τους βάρος και δεν ξαναεμφανίστηκε ποτέ πια. Ο Καινέας συμβόλιζε στην αρχαία ελληνική μυθολογία έναν λαό με πολιτισμό, ενώ ο δεύτερος ήταν εκπρόσωπος των πρωτόγονων Κενταύρων.
Τέλος θραύσματα βρίσκονται και στο Μουσείο του Μονάχου, όπως ένα μαρμάρινο χέρι, που είχε αγοράσει ο ιρλανδός ζωγράφος, περιηγητής και συγγραφέας Έντουαρντ Ντόντουελ για λογαριασμό του Λουδοβίκου της Βαυαρίας.