today-is-a-good-day
15.8 C
Athens

Πότε και πώς θα επιστρέψουν οι αρχαιότητες στον σταθμό Βενιζέλου του μετρό

Τέλος του 2023 η Θεσσαλονίκη θα έχει μετρό. Και μετρό, και αρχαία, τόσο στον σταθμό Αγίας Σοφίας όσο και στον πολύπαθο σταθμό Βενιζέλου – και αλλού. Η προ-τελευταία πράξη για τον σταθμό Βενιζέλου «γράφτηκε» χθες βράδυ, στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Το ΚΑΣ γνωμοδότησε ομόφωνα και με πολλούς επαίνους υπέρ της έγκρισης μελέτης για την επαναφορά και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων. Οι εργασίες θα ξεκινήσουν την 1η Απριλίου, ύστερα από την κατασκευή της πλάκας του ανωτέρου ορόφου. Θα ολοκληρωθούν στα τέλη του 23.

Όπως λέει στο Thepresident.gr ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό Νίκος Ταχιάος, τον Ιούνιο θα ξεκινήσουν τα δοκιμαστικά δρομολόγια των συρμών. Οι δοκιμές δεν θα επηρεάσουν την επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων, καθώς υπάρχει απόσταση ανάμεσα στο επίπεδο κίνησης των τραίνων και στο επίπεδο στο οποίο θα βρίσκονται οι αρχαιότητες.

-Οι εργασίες στον σταθμό Βενιζέλου είναι εντός χρονοδιαγράμματος; Ο κ. Ταχιάος απαντά στην ερώτηση αυτή με πλατύ χαμόγελο. «Προηγούμαστε κατά δύο μήνες» λέει λακωνικά.

Η χάραξη του Μετρό Θεσσαλονίκης έχει μήκος 9,6 χλμ. δίδυμης σήραγγας και περιλαμβάνει 13 σταθμούς. Η γραμμή ξεκινά από τη δυτική πλευρά της πόλης με τον Επίσταθμο του Νέου Σιδηροδρομικού Σταθμού, επί της οδού Μοναστηρίου, και καταλήγει στη Ν. Ελβετία, διασχίζοντας το ιστορικό κέντρο και διερχόμενη από περιοχές με πλούσιο πολιτιστικό παρελθόν. Οι αρχαιολογικές έρευνες και εργασίες εκκίνησαν τον Απρίλιο του 2006 συγχρόνως με το τεχνικό έργο. Σταδιακά, από το 2008 έως το 2014 διεξήχθη η κυρίως ανασκαφική έρευνα στους χώρους όπου θα κατασκευαστούν τα κελύφη και οι είσοδοι των σταθμών και ολοκληρώθηκε την περίοδο 2016-2019, με εξαίρεση τον σταθμό «Βενιζέλου», η ανασκαφική έρευνα του οποίου περατώθηκε στις 31 Ιουλίου 2022.

Ο αρχαιολογικός χώρος που αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών στον σταθμό Βενιζέλου, αποτελεί διαχρονική μαρτυρία της πολεοδομικής οργάνωσης της πόλης, που παραμένει αναλλοίωτη για 17 αιώνες. Τα ευρήματα αποτυπώνουν διαχρονικά την πολεοδομική εξέλιξη του αστικού ιστού, στο ύψος της κεντρικής οδού η οποία διέτρεχε από πάντα την πόλη στην ίδια περίπου χάραξη: ο ελληνιστικός δρόμος με τα χαλικόστρωτα καταστρώματά του, ο decumanus maximus της ρωμαϊκής εποχής και της ύστερης αρχαιότητας, η βυζαντινή Λεωφόρος ή Μέση Οδός, ο Φαρδύς Δρόμος της μεταβυζαντινής περιόδου, η σημερινή οδός Εγνατία.

Κατά την πρώτη φάση της ανασκαφικής διερεύνησης ήρθε στο φως με εντυπωσιακή πληρότητα ένα κομμάτι της κοσμικής πόλης της ύστερης αρχαιότητας και των βυζαντινών χρόνων. Πρόκειται για την διασταύρωση του decumanus maximus και του cardo (σύγχρονη οδός Βενιζέλου), 6μ. περίπου χαμηλότερα από την σημερινή κομβική διασταύρωση. Το σταυροδρόμι της αρχαιότητας ορίζεται από πεσσοστοιχίες που διαμορφώνουν εκατέρωθεν των δρόμων στεγασμένα πεζοδρόμια – στοές και σηματοδοτούν μνημειακά τη διασταύρωση με ένα τετράπυλο κάτω από το οποίο διέρχονταν οι δυο μεγάλοι δρόμοι.

Εκατέρωθεν των μαρμαρόστρωτων και λιθόστρωτων οδικών αξόνων αναπτύσσονται κτήρια ιδιωτικά και δημόσια, καθώς και μαρμαρόστρωτη πλατεία (forum) ανοιχτή προς τον decumanus, περιβαλλόμενη δυτικά από στοά. Αυτό το εύρημα εξετάστηκε πολλές φορές από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, με άλλες γνωμοδοτήσεις κάθε φορά.

Εγινε σημαία της αντιπολίτευσης πριν από το 2015 και ύστερα από το 2019. Όμως, κατά τα έτη 2015- 19 τίποτα δεν έγινε στον επίμαχο χώρο. Εν τέλει, κατόπιν προσφυγών στα δικαστήρια ακόμα και στο Συμβούλιο της Επικρατείας, δόθηκε πράσινο φως για την απόσπαση, μεταφορά, επαναφορά και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων. Ενέργειες με τις οποίες διαφωνούσαν οι προσφεύγοντες.

Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών που ακολούθησαν, ήρθαν στο φως παλαιότερες φάσεις από τη ζωή της πόλης κατά τα ρωμαϊκά, μέχρι και τα ελληνιστικά χρόνια. Ακολούθησε η απόσπαση των αρχαιοτήτων ανά στρώμα και το έργο ολοκληρώθηκε με συνθήκες απόλυτης ασφάλειας, χωρίς να προκύψει κανένα απολύτως ζήτημα ούτε κατά την απόσπαση ούτε κατά τη μεταφορά ούτε κατά την απόθεση προς φύλαξη των αρχαιοτήτων. Ολη η επιφάνεια του σκάμματος είναι 1260 τ.μ.

Κάποια από πρωιμότερα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, που αποσπάστηκαν, θα μεταφερθούν στη θέση Διασταύρωση Σιντριβάνι, όπου προβλέπεται να διαμορφωθούν χώροι έκθεσης αρχαιολογικών ευρημάτων. Πρόκειται για  κτηριακές μονάδες που συγκροτούν ενιαία σύνολα με πληρότητα.

Όπως εξήγησαν οι μελετητές στο ΚΑΣ, αναφερόμενοι στην απόσπαση και την επαναφορά σε συνδυασμό με την αποκατάσταση και ανάδειξη των αρχαιολογικών καταλοίπων, «πρόκειται για έργο υψηλής ειδίκευσης που εμπεριέχει δραστικές επεμβάσεις σε όλη την έκταση και στο σύνολο των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν. Τούτο σημαίνει ότι αποκτά χαρακτηριστικά επέμβασης επί μνημείου και επομένως πειθαρχεί στη διεθνώς αποδεκτή επιστημονική δεοντολογία που διέπει αντίστοιχα εγχειρήματα, με την ευρύτητα και τις προσαρμογές που απαιτεί η ιδιαιτερότητα των εν θέματι ευρημάτων.»

Οι μελέτες έχουν εκπονηθεί από εξειδικευμένα μελετητικά γραφεία, που διαθέτουν την απαιτούμενη τεχνογνωσία και εμπειρία.  Κοινή ομάδα εργασίας εκ μέρους των Υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, της Αττικό Μετρό Α.Ε. και μελετητών του αναδόχου, έθεσε το πλαίσιο των προδιαγραφών, κατηύθυνε, συντόνισε και συντονίζει την εξέλιξη των εργασιών

Στόχος της ανάδειξης είναι η προβολή του παλίμψηστου και της διαχρονικής χρήσης του χώρου με τις ελάχιστες δυνατές επεμβάσεις, προκειμένου να καταστούν διακριτές, εύληπτες κι ευανάγνωστες οι οικοδομικές φάσεις ανά εποχές που συνθέτουν το προς ανάδειξη σύνολο.  Για τον λόγο αυτό έχουν επιλεγεί η περιορισμένη χρήση νέου υλικού, οι απολύτως αναγκαίες συμπληρώσεις καθ’ ύψος, η αποκατάσταση των στάθμεων χρήσης,  με υλικά συμβατά με τα αρχαία.

Η μελέτη φωτισμού ανάδειξης (σε επίπεδο προμελέτης) εκπονήθηκε από τους αρχιτέκτονες Μ. Μαγνήσαλη, Θ. Μπιλή και Σταυρούλα Τσέλου. Στόχος της μελέτης  είναι να αναδείξει με τον βέλτιστο τρόπο τα επιμέρους χαρακτηριστικά των ενοτήτων, που απαρτίζουν το αρχαιολογικό σύνολο. Μέσα από τις επιλογές της μελέτης επιδιώκεται η ανάδειξη του αστικού τοπίου της αρχαίας πόλης, ενώ παράλληλα γίνεται προσπάθεια να δημιουργήσει στον επισκέπτη την αίσθηση που προκαλούσε ο φυσικός φωτισμός τα αρχαία χρόνια στο συγκεκριμένο σημείο της πόλης.

Η μελέτη για την επαναφορά και επανατοποθέτηση εκπονήθηκε από τον αρχιτέκτονα -μηχανικό Δημήτριο Κορρέ, και σε αυτήν ενσωματώνεται και τεύχος στατικής μελέτης, που συντάχθηκε από τον πολιτικό–μηχανικό  Δημήτρη Κουτσουρέλη. Το Χρονοδιάγραμμα εργασιών προβλέπεται να είναι διάρκειας έντεκα μηνών με έναρξη προκαταρκτικών εργασιών τον Φεβρουάριο του 2023 και τοποθέτηση της πρώτης ενότητας 1 Απριλίου 2023, με ταυτόχρονες εργασίες συντήρησης και στερέωσης μέχρι την περάτωση της επαναφοράς, τον Δεκέμβριο του 2023. Από τον Ιούλιο του 2023 μέχρι και τον Δεκέμβριο θα υλοποιηθούν όλες οι εργασίες ανάδειξης και ανάταξης των αρχαιοτήτων.

Στον σταθμό Αγίας Σοφίας, έχει ξεκινήσει η επανατοποθέτηση του μεγάλου και σημαντικού κρηναίου οικοδομήματος.

Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ