Είμαστε οι επιβάτες ενός μικρού πλανήτη, που γυρίζει γύρω από ένα αστέρι, στις παρυφές ενός γαλαξία, που έχει τουλάχιστον 100 δισεκατομμύρια αστέρια, κι αυτός ο γαλαξίας είναι μέλος μιας τοπικής ομάδας γαλαξιών, με μεγαλύτερο τον γαλαξία της Ανδρομέδας, με περίπου ένα τρισεκατομμύριο αστέρια κι αυτή η ομάδα ανήκει σε ένα σύμπαν που έχει εκατοντάδες δισεκατομμύρια γαλαξίες. Πώς έγιναν όλα αυτά και, κυρίως, γιατί έγιναν; Έχει η γενεσιουργός αιτία του Σύμπαντος κάποια σχέση με την ανθρώπινη περιπέτεια; Είμαστε ένα σύνολο από ανόργανες ουσίες που κάποια στιγμή θα γίνουν αστρική σκόνη ή υπάρχει και κάτι άλλο; Ο καθένας δίνει τις δικές του απαντήσεις. Ή, αναγνωρίζει την αδυναμία του να δώσει απαντήσεις.
Του Θάνου Τζήμερου
Σ΄ αυτόν τον χώρο, το άγνωστο, τον μεγαλειώδη, τον φοβερό, τον αδυσώπητο, ερχόμαστε γυμνοί κι ανυπεράσπιστοι, κουβαλώντας μια εκ γενετής θανατική καταδίκη και προσπαθούμε να τη διαχειριστούμε. Για πολλούς ανθρώπους η θρησκεία είναι η παρηγοριά τους σ’ αυτή την τραγική μοίρα. Για κάποιους άλλους δεν είναι. Εγώ ανήκω στους δεύτερους. Όχι γιατί αρνούμαι την ύπαρξη ανώτερων δυνάμεων από αυτές του ανθρώπου – το σύμπαν είναι τίγκα από δαύτες – αλλά γιατί το, γεμάτο εσωτερικές αντιφάσεις, ηθικό αφήγημα της θρησκείας δεν με καλύπτει. Καμμιάς θρησκείας. Υπάρχουν πολλά “εκεί έξω” που δεν ξέρω και το μόνο για το οποίο είμαι σίγουρος είναι αυτή η άγνοια. Την ίδια γνώμη είχε και ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Άπειρον το Θείον και ακατάληπτον και τούτο μόνον καταληπτόν: η απειρία και η ακαταληψία».
“Και τότε γιατί γράφεις αυτό το κείμενο με αυτόν τον τίτλο”; θα ρωτήσει κάποιος.
Γιατί η Ορθοδοξία, όπως όλες οι θρησκείες έχει και πολιτική διάσταση. Είναι στοιχείο της πολιτείας και του πολιτισμού μας. Έχει ενσωματωθεί στις παραδόσεις μας, στην κουλτούρα μας, στα έθιμά μας. Έχει διαμορφώσει τον τρόπο σκέψης μας. Και διότι θεωρώ καθήκον μου να προβάλω και να υπερασπιστώ αυτή τη διάσταση, που, νομίζοντάς την δεδομένη, συνηθίζουμε να ξεχνούμε.
Όλες οι θρησκείες ξεκίνησαν την “καριέρα” τους ως σύνθετα συστήματα: μεταφυσικά, νομικά, κοινωνικά και στρατιωτικά. Σύντομα εντάχθηκαν στους μηχανισμούς εξουσίας, όταν δεν δημιουργήθηκαν από τους ίδιους. Αναπόφευκτα, λοιπόν, λειτούργησαν ως χωροφύλακες της σκέψης και καταστολείς κάθε νεωτερισμού. Εφόσον ο θείος λόγος είναι “τέλειος”, είναι και τελικός. Δεν μπορείς να τον τροποποιήσεις. Τέλειος ο πολεμοχαρής Γιαχβέ των Εβραίων, τέλειος και ο μισαλλόδοξος Αλλάχ. Τέλειοι τότε, τέλειοι και σήμερα. Η θρησκεία απεχθάνεται την εξέλιξη.
Ο Χριστιανισμός όμως βρήκε τη λύση. Ακύρωσε την παλιά θρησκεία με τον μόνο τρόπο που γίνεται αυτό: με θεϊκή πρωτοβουλία: «εντολήν καινήν δίδωμι υμίν». Αυτά που ξέρατε, ξεχάστε τα, τώρα ισχύουν άλλα. Και ποια είναι αυτά τα άλλα; “Εντολές” παράξενες, που δεν είχαν ξανακουστεί στην ιστορία των θρησκειών: “Αγαπάτε τους εχθρούς υμών”, “Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού”, “Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτού”. Κοινωνική αντίληψη απίστευτα προχωρημένη για την εποχή της: “Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Χριστώ Ιησού.”
Ο Χριστιανισμός κατάργησε τον θεό – τιμωρό και λανσάρισε τον θεό – φίλο, τον θεό – υπηρέτη, που πλένει τα πόδια των μαθητών. Ακόμα και την αναπόφευκτη σε κάθε ηθικό σύστημα ποινή για τον παραβατικό, την μετέθεσε στο απώτατο μέλλον, αφαιρώντας τη δικαιοδοσία της επιβολής της από τους επίγειους στρατιώτες ή αντιπροσώπους του Θεού, όπως ισχύει στο Ισλάμ. Ό,τι γίνει, θα γίνει στη Δευτέρα Παρουσία, και θα το αναλάβει ο Θεός ο ίδιος. Όχι εσύ, ζηλωτή μου.
Πολλοί μπερδεύουν τις αρχές του Χριστιανισμού με τις φρικαλεότητες που διέπραξε ο κλήρος και η πολιτική εξουσία, κυρίως στη Δύση: τα βασανιστήρια, τις καύσεις αιρετικών και μαγισσών, τους ιερούς πολέμους, τις ιερές σφαγές. Και τις συγκρίνουν, συμψηφίζοντές τες, με τις φρικαλεότητες του Ισλάμ. Υπάρχει μια ουσιωδέστατη διαφορά: αυτές οι πράξεις των κατ’ όνομα Χριστιανών έγιναν ΑΝΤΙΘΕΤΑ με τις εντολές της Καινής Διαθήκης, οι αντίστοιχες του Ισλάμ γίνονται ΣΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ των εντολών του Κορανίου.
Ο Χριστιανισμός είναι μια “αναρχική” θρησκεία που αποπολιτικοποίησε το θρησκευτικό συναίσθημα ( “Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου”, “τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ”), αναγάγοντάς το σε προσωπική σχέση του πιστού με το Επέκεινα. Αρνείται και την επαναστατική βία των Ζηλωτών και την απόσυρση από την κοινωνία των Εσσαίων, αναζητώντας τη λύτρωση μέσω της εσωτερίκευσης. Προτείνει νέες κοινωνικές σχέσεις, που στηρίζονται στην ελεύθερη συναίνεση. Ούτε πολυάριθμες συνάξεις χρειάζονται ούτε μεγαλοπρεπείς ναοί (“Ου γάρ εισί δύο ή τρείς συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί είμι εν μέσω αυτών”), ούτε χρυσοποίκιλτα άμφια ούτε αυτοκρατορικές τελετές, μολονότι όλα αυτά υιοθετήθηκαν από τον κλήρο, δυτικό και ανατολικό. Μια καθαρή καρδιά αρκεί. Ο Θεός θα έρθει και θα κατοικήσει σ΄ αυτή. Το σώμα του πιστού γίνεται ναός του Θεού. (…ουκ οίδατε ότι το σώμα υμών ναός του εν υμίν αγίου πνεύματος εστίν;).
Ο Χριστιανισμός δημιούργησε τον ένθεο άνθρωπο. Πάνω σ΄ αυτή την αντίληψη οικοδομήθηκαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ιερότητα της ανθρώπινης ζωής, ακόμα και η ίδια η έννοια της ανθρωπότητας, ως συλλογική οντότητα. Ο αντιχριστιανός αριστερός που κατηγορεί τη Δύση για απάνθρωπη συμπεριφορά στους σκλάβους ή στους κατακτημένους των αποικιών, χριστιανική αντίληψη εκφράζει! (Η οποία μπορεί να αποδειχθεί η αχίλλειος πτέρνα της Δύσης: τι γίνεται όταν εσύ σκέφτεσαι τη σωτηρία της ανθρωπότητας τη στιγμή που άλλες θρησκείες της ανθρωπότητας σκέφτονται τη δική σου εξόντωση;)
Η πιο αυθεντική έκφραση του Χριστιανισμού της ταπεινότητας υπήρξε η Ορθοδοξία. Όταν σκεφτόμαστε την Ορθοδοξία, ο πρώτος συνειρμός είναι ένα γραφικό ξωκλήσι, που αν σηκώσεις το χέρι αγγίζεις τον Παντοκράτορα. Ενώ ο πρώτος συνειρμός του καθολικισμού είναι οι καθεδρικοί – ουρανοξύστες που σού θυμίζουν συνέχεια την ασημαντότητά σου. Στην Ορθοδοξία, ο Θεός δεν σε κοιτάει από τον μεγαλειώδη τρούλο του, αλλά σκύβει και σε παίρνει από το χέρι.
Η Ορθοδοξία ως πνευματικό σύστημα κατάφερε να παρακάμψει ακόμα και τη διοίκηση της Εκκλησίας, η οποία στο μυαλό του μέσου πιστού συνδέεται συνήθως με την κοσμική εξουσία και τις αντιχριστιανικές συνήθειές της: την πολυτέλεια, την σπατάλη, την επίδειξη, τον αυταρχισμό, την υποκρισία, τις μηχανορραφίες. Ο Έλληνας ορθόδοξος επινόησε τον όρο “παπαδαριό” στηλιτεύοντας την εκκοσμίκευση του κλήρου, αλλά είναι έτοιμος να πεθάνει για τη θρησκεία του, την προσωπική του θρησκεία. Η Ορθοδοξία προσφέρει το υπόστρωμα πάνω στο οποίο ο πιστός χτίζει το δικό του σύστημα αξιών.
Αυτό το πλαίσιο ελευθερίας επέτρεψε την εξέλιξη της κοινωνίας, της επιστήμης, της Τέχνης, ακόμα και της ίδιας της θρησκείας. Η ανύπαντρη έγκυος δεν είναι η πόρνη που πρέπει να λιθοβοληθεί όπως διατάζει το Ισλάμ και η Παλαιά Διαθήκη. Είναι ένα τέκνο του Θεού που χρειάζεται φροντίδα και στοργή. Τι άλλο από εξέλιξη της θρησκείας είναι να γίνονται ταυτόχρονα ο γάμος των γονέων και η βάπτιση του παιδιού; Εξέλιξη της κοινωνίας είναι να μπορεί κάποιος να δηλώνει άθρησκος και να μην κινδυνεύει το κεφάλι του. Ούτε την επιστήμη αντιστρατεύεται ο Χριστιανισμός. Η Καινή Διαθήκη δεν ασχολήθηκε με κοσμολογικά προβλήματα όπως η Παλαιά. Τον Χριστιανισμό δεν τον απασχολεί το πώς έγινε ο κόσμος αλλά το ποια είναι η προοπτική του, σε συνδυασμό με τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου. Τα υπόλοιπα είναι δουλειά της επιστήμης.
Χρειάζεται η θρησκεία στον σύγχρονο κόσμο; Προφανώς! Όσο ο άνθρωπος ψάχνει για παρηγοριά για να διαχειρισθεί τον θάνατο, κάποιος θα του τη δίνει. Χίλιες φορές, αυτός να είναι ο Εσταυρωμένος, “ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου”, παρά ένας αιμοσταγής κατακτητής με το προκάλυμμα του προφήτη. Χίλιες φορές οι διαφορές των Εκκλησιών του Χριστιανισμού να είναι το filioque και τα πρωτεία του Α ή Β ιεράρχη (το πόσο χριστιανικό είναι να τσακώνονται για τα πρωτεία οι εκπρόσωποι του Θεού της ταπεινοφροσύνης ας το αποφασίσουν οι ίδιοι) και να εκφράζονται με δελτία τύπου του Βατικανού ή της Ιεράς Συνόδου, από το να ανατινάζονται σουνίτες σε τζαμιά σιιτών.
Χρειάζεται η Ελλάδα την Ορθοδοξία; Προφανώς! Υποχώρηση της Ορθοδοξίας, σημαίνει προέλαση του Ισλάμ, καθώς, το ξαναλέω, όσοι δεν αντέχουν τη σκέψη πως «χους ει και εις χουν απελεύσει» με κάποια μεταφυσική υπόσχεση θα την υποκαταστήσουν. Προτιμώ χίλιες φορές αυτή να είναι η ανάσταση νεκρών και η ζωή του μέλλοντος αιώνος από τις 72 παρθένες, που σε περιμένουν εδώ και τώρα, ξαναμμένες, σε απόσταση ενός «μπαμ».
Επιπλέον, η Ορθοδοξία έχει ποτίσει την παράδοσή μας. Δεν μπορώ να φανταστώ Χριστούγεννα χωρίς τη φάτνη, το αστέρι της Βηθλεέμ, τους τρεις μάγους, τον Αη Βασίλη, είτε έρχεται από την Καισάρεια είτε από το Ροβανιέμι. Δεν μπορώ να φανταστώ άνοιξη χωρίς Πάσχα, χωρίς το μυρωμένο αεράκι του Επιταφίου, χωρίς την υπόσχεση της αναγέννησης της ζωής μέσα από τον θάνατο. Όπως κι αν προσλαμβάνει ο καθένας αυτές τις έννοιες.
Αισθάνομαι λοιπόν την ανάγκη να υπερασπισθώ τις κοινές ρίζες του Ελληνισμού, τις κοινές μας ρίζες. Διότι όσοι βάλλουν κατά της Ορθοδοξίας δεν το κάνουν από την πλευρά του Διαφωτισμού. Το κάνουν ως αντίπαλοι, ως οπαδοί μιας άλλης εγκόσμιας θρησκείας που – τι σύμπτωση! – έχει τον ίδιο στόχο: την ισότητα και την αδελφοσύνη. Αλλά έχει εντελώς διαφορετικά μέσα για να την πετύχει: την εξολόθρευση όσων δεν υιοθετούν το συγκεκριμένο προλεταριακό μοντέλο ισότητας. Δεν είναι τυχαίο πως οι μεγαλύτεροι πολέμιοι της Ορθοδοξίας είναι ταυτόχρονα και πολέμιοι του έθνους. Όσοι, τέλος, βάλλουν κατά της Ορθοδοξίας, στρώνουν χαλί υποδοχής στο απεχθέστερο, στο πιο απάνθρωπο κοινωνικοοικονομικό σύστημα στην ιστορία της ανθρωπότητας, το Ισλάμ, και μάλιστα στην πιο φανατική εκδοχή του, αυτή που μεταφέρουν μαζί με τα κινητά τους οι “κατατρεγμένοι μετανάστες” που μετά ανακαλύπτουμε ότι ήταν τζιχαντιστές.
Αισθάνομαι επίσης την υποχρέωση να υπερασπιστώ τον σημαντικό ρόλο του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης στην προάσπιση των εθνικών συμφερόντων, τον ρόλο του Αρχιεπισκόπου Αμερικής στη συσπείρωση του ομογενών των ΗΠΑ και γενικά τον ρόλο των απανταχού της γης ορθόδοξων εκκλησιών, ως συνεκτικής δύναμης του απόδημου Ελληνισμού ή ως μηχανισμού lobbying, αν προτιμάτε. Είμεθα έθνος ανάδελφον, που έλεγε και ο παρεξηγημένος Πρόεδρος, και δεν έχουμε την πολυτέλεια τού να μην είμαστε ενωμένοι, όταν διακυβεύονται εθνικά θέματα.
Όποια και αν είναι η προσωπική μας σχέση με το Επέκεινα και τα μεγάλα ερωτήματα της Ύπαρξης, έχουμε, ως Έλληνες, καθήκον να υπερασπιστούμε τα ιερά και τα όσια αυτού του έθνους, ανάμεσα στα οποία κεντρική θέση κατέχει η χριστιανική του ταυτότητα.