today-is-a-good-day
22.1 C
Athens

Η ντροπή της Ελληνικής Πολιτείας. Του Διονύση Καραχάλιου

Αποτελεί ανατριχιαστικό δείγμα πολιτικής ανεντιμότητας, ιδεολογικής μαλθακότητας και ηθικής κατάπτωσης η, μετά την μεταπολίτευση, στάση της επίσημης ελληνικής πολιτείας έναντι του Ιωάννη Μεταξά. Ευθυγραμμισμένη πλήρως  με τις ανιστόρητες διαστροφές μιας συμπλεγματικής, γεμάτης απύθμενο μίσος και βαθύτατα εκδικητικής αριστεράς, η Ελληνική Πολιτεία αρνείται τις υποχρεώσεις της προς εκείνους που υπερασπίστηκαν την τιμή της και τις αξίες της, εθελοτυφλεί μπροστά στην δύναμη των γεγονότων και υποτάσσεται, άβουλη και ενοχική, στις σκοπιμότητες ενός αχόρταγου και μονολιθικού μηχανισμού ασύστολης προπαγάνδας, που τον τρέφει η ίδια με την ανοχή της και τις φοβίες της. Παραγνωρίζοντας την ιστορική αλήθεια, παγιδευμένη στους  χοντροκομμένους μύθους που, σκόπιμα, αναίσχυντα και προς όφελος της, καλλιέργησε συστηματικά η αριστερά και αναζητώντας διαπιστευτήρια νομιμότητας από τους αμετανόητους επιγόνους και θαυμαστές του ερυθρού ολοκληρωτισμού, η Ελληνική Πολιτεία, που αρχικά στάθηκε όρθια μπροστά στην κομμουνιστική απειλή, «κατάφερε», τελικά, να μετατρέψει τους υπόλογους σε τιμητές, τους σταλινικούς σε δημοκράτες και τους ηττημένους σε νικητές….

Γράφει ο Διονύσης Κ. Καραχάλιος

Είναι γνωστό ότι, από τα μέσα της δεκαετίας του ’30, άρχισαν να συσσωρεύονται απειλητικά τα νέφη του πολέμου στον διεθνή ορίζοντα. Η εδραίωση του ναζισμού στην Γερμανία, η δημιουργία του Άξονα, η κατάληψη της Αιθιοπίας από τον Μουσολίνι, η προσάρτηση της Αυστρίας στην Γερμανία και η χιτλερική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία, είχαν καταστήσει την προοπτική του πολέμου στην Ευρώπη άμεση και αναπόφευκτη. Από την απειλή του πολέμου δεν ήταν δυνατόν να εξαιρεθεί η χώρα μας. Απειλή που διαφαινόταν από καιρό στον ελληνικό ορίζοντα, καθώς οι στρατιές του Χίτλερ σάρωναν την Ευρώπη και η οποία «πήρε σάρκα και οστά» το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940, όταν βρήκε τον Ιωάννη Μεταξά κυβερνήτη της Ελλάδας και τους κομμουνιστές βαθύτατα κοιμισμένους μέσα στην γλυκιά θαλπωρή του Συμφώνου Ρίμπεντροπ – Μολότοφ. Ήδη, από τις 23 Αυγούστου 1939, ο πολυαγαπημένος «πατερούλης των λαών», ο Στάλιν, ονειρευόταν τους καρπούς της συνεργασίας του με τον εκ των υστέρων μισητό, αλλά τότε  αξιαγάπητο και ομόφρονα στην τρέλα και την απληστία, Αδόλφο Χίτλερ… Το  κατάπτυστο Σύμφωνο  απήλλασσε τον Χίτλερ από τον εφιάλτη ενός διμέτωπου αγώνα και άνοιγε την θύρα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφού εγγυάτο στην χιτλερική Γερμανία την σοβιετική ουδετερότητα (Α. Κοραντής, Χίτλερ – Στάλιν, Όταν μοίραζαν την Ευρώπη, Έκδ. Εστία, σελ. 7). Κατά τον Μολότοφ (ομιλία του στο Ανώτατο Σοβιέτ, 31.10.1939), «η κύρια σημασία του Συμφώνου έγκειται στο γεγονός ότι τα δύο μεγαλύτερα κράτη της Ευρώπης συμφώνησαν να θέσουν τέρμα στην εχθρότητα, να εξαλείψουν την απειλή πολέμου και να ζήσουν ειρηνικά το ένα με το άλλο»! Οι ναζί και οι μπολσεβίκοι, αγκαλιασμένοι και αγαπημένοι, πρωτοπόροι και υπέρμαχοι της ειρήνης στην Ευρώπη (!). Ενθουσιασμένη η «Πράβδα» έφθασε στο σημείο να δημοσιεύσει σε τρίστηλο τον λόγο που είχε εκφωνήσει ο Χίτλερ στο Μόναχο και ο Στάλιν, τυπικότατος, απαντώντας στα συγχαρητήρια που είχε λάβει από τον Χίτλερ και τον Ρίμπεντροπ για τα γενέθλιά του, υπογράμμισε ότι : « Η φιλία μεταξύ των λαών της Σοβιετικής Ένωσης και της Γερμανίας, που οικοδομήθηκε με αίμα έχει κάθε λόγο να είναι διαρκής και στερεή» (Ζαν Ελλενστάϊν, Ιστορία του σταλινικού φαινομένου, εκδ. Θεμέλιο, σελ. 145).Φυσικά δεν ανέφερε ότι το αίμα για το οποίο μιλούσε ήταν των  ατυχών Πολωνών, που είδαν την πατρίδα τους να διαμελίζεται από τους δύο τρισευτυχισμένους εταίρους…

Πράγματι, λίγες ημέρες μετά την υπογραφή του Συμφώνου Ρίμπεντροπ – Μολότοφ, οι δύο παρανοϊκοί δικτάτορες, ο φαιός και ο ερυθρός, διαμοίρασαν, από κοινού, όχι μόνον τα ιμάτια, αλλά και τα εδάφη της Πολωνίας, ενώ, στη συνέχεια, ο αχόρταγος Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς  (εικόνισμα λατρευτό στα μάτια του Ζαχαριάδη, του Σιάντου, του Ιωαννίδη και των λοιπών Ελλήνων «υπηκόων» του…) κατέλαβε τα μικρά κράτη της Βαλτικής και υπέταξε την γειτονική και αδύναμη, αλλά, ηρωικώς αντισταθείσα, Φινλανδία, θέτοντας τις βάσεις για το φαινόμενο της «φινλανδοποίησης», όπως αποκλήθηκε, στη συνέχεια, η πλήρης ανυπαρξία εθνικής κυριαρχίας από ένα κράτος τυπικά μόνον ανεξάρτητο…

Οι Έλληνες κομμουνιστές, από γεννήσεως και εκ πεποιθήσεως, άβουλα και πειθήνια όργανα του Στάλιν, έλαβαν αμέσως και εγκολπώθηκαν, χωρίς αναστολές και επιφυλάξεις, το μήνυμα του Συμφώνου Ρίμπεντροπ- Μολότοφ. Με υποδειγματική συνέπεια, που τους υπαγόρευε η δουλική υποταγή τους στην «πατρίδα των λαών» και η σιδερένια κομματική πειθαρχία, που κανοναρχούσε τις αποφάσεις και τις πράξεις τους, φρόντισαν παθιασμένα να μεταλαμπαδεύσουν το σταλινοφασιστικό μήνυμα ανελευθερίας και βαρβαρότητας στον ελληνικό λαό… Και ενώ ο Ιωάννης Μεταξάς, με σύνεση, φρόνηση, αλλά και με επίγνωση και αποφασιστικότητα, προετοίμαζε την χώρα για την μεγάλη ώρα που δεν άργησε να έλθει, οι εγχώριοι υπερασπιστές του Στάλιν αγωνίζονταν να υπονομεύσουν τις προσπάθειές του κυβερνήτη και να οδηγήσουν την πατρίδα στην ντροπή και στην ανυποληψία…

Ιδού πως εκδήλωναν τον «πατριωτισμό» τους:

«Το ΚΚΕ καλεί τους εργάτες και τον ελληνικό λαό να μποϋκοτάρουν με όλες τις μορφές πάλης το μεροκάματο της Κυριακής 13-6-1937 που γίνεται παρά τη θέλησή του και προορίζεται για την αεροπορία. Γιατί οι εξοπλισμοί και η αεροπορία του δικτάτορα Μεταξά δεν αποβλέπουν στην υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της Ελλάδας. Οι εξοπλισμοί αυτοί πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για λογαριασμό του Χίτλερ, για την καταστροφή ανοχύρωτων πόλεων και του άμαχου πληθυσμού, όπως κάνουν οι φασίστες στην Ισπανία» (Προκήρυξη της Κ.Ε. του ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, Έκδ. Σύγχρονη Εποχή, τομ. Δ΄ σελ. 409-411).

Και ακόμη:

«Η φασιστική δικτατορία επιδίδεται σε πρωτοφανείς εξοπλισμούς, επεχτείνει την πολεμική βιομηχανία, ψηφίζει από τώρα νόμους για την πολιτική και οικονομική επιστράτευση του τόπου… και όλα αυτά τα μέτρα  παίρνονται  όχι για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας της χώρας, αλλά για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ανέλαβε η σπείρα που μας κυβερνάει, απέναντι των φασιστικών κρατών. Αποτέλεσμα της αντεθνικής αυτής εξωτερικής πολιτικής είναι η ολοκλήρωση της απομάκρυνσης της Ελλάδος απ’ όλες τις προηγούμενες σύμμαχες χώρες, απ’ όλα τα κράτη που θέλουν την ειρήνη» (Μανιφέστο της Κ.Ε. του ΚΚΕ, 5-11-1937, Επίσημα Κείμενα, τομ. Δ΄ σελ. 435-438).

Είναι ολοφάνερη στα ανωτέρω κείμενα η αδίστακτη και εγκληματική υπονόμευση της κυβερνητικής προσπάθειας για τον, εν όψει του επικειμένου πολέμου, εξοπλισμό της χώρας. Και είναι χαρακτηριστική της νοοτροπίας της υποταγμένης στις σταλινικές ντιρεκτίβες αριστεράς το γεγονός ότι, οι τότε αναίσχυντοι υπονομευτές της εργώδους πολεμικής προετοιμασίας του Ιωάννη Μεταξά, μέμφονται, θρασύτατα, σήμερα την τότε κυβέρνηση για δήθεν «έλλειψη σοβαρής πολεμικής προπαρασκευής» (ενδεικτικά: Τ. Βουρνάς, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, σελ. 12 – Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940-45, Δοκίμιο ομάδας συγγραφέων, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 20)…

Στις αρχές του 1939 το ΚΚΕ διαπιστώνει ότι, « η επιδρομή του φασιστικού άξονα εντείνεται. Ένα ακόμη μικρό κράτος η γειτονική Αλβανία έγινε καπνίζοντα ερείπια κάτω από τις μπόμπες και τα ασφυξιογόνα του Μουσολίνι». (Προκήρυξη της Κ.Ε. του ΚΚΕ, 10-4-1939, Επίσημα Κείμενα, τομ. Δ΄ σελ. 470-471).

Θα περίμενε κανείς ότι, μετά την φασιστική επέκταση στην γειτονική Αλβανία, τα «πατριωτικά» αντανακλαστικά του ΚΚΕ επί τέλους θα ευαισθητοποιούνταν… Όμως, όχι! Στην ίδια προκήρυξη της 10-4-1939, η Κ.Ε. του ΚΚΕ διακηρύττει:

« Η βασιλομεταξική Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της εθνικής μας ανεξαρτησίας. Οι τελευταίες στρατιωτικές μετακινήσεις αποβλέπουν στην εξαπάτηση λαού και στρατού. Η τυχόν επιστράτευση ηλικιών θα χρησιμοποιηθεί για τον εξαναγκασμό του ελληνικού λαού να υποταχθεί στη δικτατορία και τον φασιστικό άξονα […] Έφεδροι, στην περίπτωση επιστράτευσης πάρτε τα όπλα και χρησιμοποιήστε τα ενάντια στον μεγαλύτερο εχθρό της ελληνικής πατρίδας- τη βασιλομεταξική δικτατορία».

Δηλαδή, με τον εχθρό ante portas, το ΚΚΕ θεωρούσε την επιστράτευση μέσον εξαπατήσεως λαού και στρατού και με ανατριχιαστική κυνικότητα υποκινούσε ανταρσία, καλώντας τους εφέδρους να στρέψουν τα όπλα, όχι εναντίον του εχθρού – των Ιταλών – αλλά κατά της ελληνικής κυβέρνησης!…

Χωρίς δισταγμούς και έχοντας  πλήρως υιοθετήσει την γραμμή που είχε χαράξει η Σοβιετική Ένωση, το ΚΚΕ συνεχίζει να επιβεβαιώνει  την τεράστια απόσταση που, εκείνες τις κρίσιμες ώρες, το χώριζε από τον παλμό του Έθνους…  ‘Έτσι, ο «Ριζοσπάστης» έγραψε (13.10.1939) σε κύριο άρθρο του:

«Οι αγγλογάλλοι μεγιστάνες πολεμάνε για τα δικά τους κεφαλαιοκρατικά συμφέροντα ενάντια σ’ όλη την ανθρωπότητα, η οποία με τη σειρά της έχει συμφέρον να στραφεί σύσσωμη ενάντιά τους» !

Η Κ.Ε. του ΚΚΕ, σε μανιφέστο της, με ημερομηνία 20-4-1940, που δημοσιεύθηκε στον «Ριζοσπάστη» (2-5-1940), διεκήρυττε:

«Το πέρασμα της βασιλομεταξικής δικτατορίας στην υπηρεσία των αγγλογάλλων, συντελούμενο μέσα στις συνθήκες της έντασης των σχέσεών τους με την Ιταλία σημαίνει – ούτε λίγο, ούτε πολύ – πρόσκληση να βγάλουν τας μάτια τους πάνω στα ελληνικά εδάφη»!

Ακόμη, σε προκήρυξή του, στις 30-4-1940, προς τον Ελληνικό λαό, το ΚΚΕ υποστήριζε ότι: «ο πόλεμος όπου η δικτατορία ετοιμάζεται να σκοτώσει τα παιδιά σου, να φέρει τον αφανισμό σ’ ολόκληρη τη χώρα, δεν είναι αγώνας για την πατρίδα μας […] Ο πόλεμος που ετοιμάζει η δικτατορία θα μας οδηγήσει στη μοίρα του πολωνικού λαού. Η δικτατορία κατεβαίνει στον πόλεμο αυτό με μοναδικό «σύμμαχό» της την ιμπεριαλιστική Αγγλία» (Συλλογή Κειμένων του ΚΚΕ, τομ. Α΄, ‘Το ΚΚΕ από το 1918 ως το 1926’, με παραρτήματα κειμένων περιόδου 1932/1941, σελ. 507-508).

Δηλαδή, το ΚΚΕ έβλεπε τον προδιαγραφόμενο ελληνοϊταλικό πόλεμο ως αποτέλεσμα της «ιμπεριαλιστικής» πολιτικής Ελλάδος και Αγγλίας κατά της (προφανώς) αμυνόμενης Ιταλίας! Συγχρόνως δε και ενώ γνώριζε «τη μοίρα του Πολωνικού λαού» (που την όρισαν με την… «ειρηνική» συνεργασία τους και την από κοινού εισβολή τους ο Χίτλερ και ο Στάλιν), δεν δίσταζε να υμνολογεί την Σοβιετική Ένωση και να την ευχαριστεί για την … σωτηρία (!) της χώρας μας: «Να ο δρόμος που κι η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει αν θέλει να ζήσει ελεύθερη και ευτυχισμένη. Η Σοβιετική Ένωση γλύτωσε μέχρι σήμερα τη χώρα μας απ’ τον πόλεμο και την υποδούλωση. Τι θα είμαστε σήμερα, αν δεν έκοβε – με την επέμβασή της στη Πολωνία – το δρόμο του Χίτλερ προς τη Ρουμανία και τα Βαλκάνια;» (Μανιφέστο της Κ.Ε. του ΚΚΕ, «Ριζοσπάστης» 2-5-1940, Επίσημα Κείμενα, τομ. Δ΄, σελ. 482/490).

Να λοιπόν που η υποδούλωση της Πολωνίας από τους Σοβιετικούς (και ο από κοινού με τον Χίτλερ διαμελισμός της) έγινε, κατά το ΚΚΕ, προς χάριν της Ελλάδος! Το πόσο βέβαια «έκοψε» η Σοβιετική Ένωση, με αυτή της την πράξη, τον δρόμο του Χίτλερ προς τα Βαλκάνια και την χώρα μας είναι πασίγνωστο…

Πριν, όμως, από αυτόν, τον δρόμο προς την Αθήνα, θέλησε να ανοίξει ο υπερφίαλος Μουσολίνι… Και ο ιταλός πρέσβης Εμανουέλε Γκράτσι, ανέλαβε το δυσάρεστο, γι’ αυτόν έργο, να γνωστοποιήσει το ιταμό φασιστικό μήνυμα στην Ελλάδα. Φυσικά, δεν ξύπνησε τον ελληνικό λαό ο Γκράτσι … Τον Ιωάννη Μεταξά ξύπνησε, μέσα στην κατασκότεινη νύκτα και ενώ ο ελληνικός λαός κοιμόταν βαθειά, ενώ ακόμη πιο βαθειά κοιμόντουσαν, «θύματα» της  ιδεολογικής τους αφέλειας και του άμετρου φανατισμού τους, οι Έλληνες κομμουνιστές…

«Πρέπει να είμεθα, χωρίς άλλο, ευγνώμονες εις τον Ιωάννην Μεταξά, διότι είπε, ολομόναχος, εις το σκοτάδι της νυκτός, το μέγα «ΟΧΙ». Λέγουν όσοι αντικρίζουν με εμπάθειαν αυτά τα ανάγλυφα γεγονότα της Ιστορίας, ότι το «ΟΧΙ» δεν το είπε ο Μεταξάς, ότι το είπεν ο Ελληνικός Λαός. Ναι, το είπεν ο Ελληνικός Λαός, αλλά αφού το είχε ειπεί ο Μεταξάς! Ο ατυχής και συμπαθής Emanuelle Grazzi, εκτελών εντολήν που δεν του άρεσε καθόλου, εξύπνησε, την 3ην πρωινήν, τον Μεταξά και όχι τον Ελληνικόν Λαόν. Εάν έλεγεν ο Μεταξάς ΝΑΙ, πώς θα έλεγεν ΟΧΙ ο Ελληνικός Λαός, που θα εξυπνούσε αργότερα; Θα το έλεγε βέβαια μέσα του και θα το εξεδήλωνε και έμπρακτα, όταν θα οργάνωνε μυστικά την αντίστασή του, αλλά η Αλβανική Εποποιία δεν θα εγράφετο ποτέ. Ας είμεθα, λοιπόν, τίμιοι απέναντι της ιστορίας. Το μέγα ΟΧΙ είναι πράξις του Ιωάννου Μεταξά».

Αυτά δεν τα λέει κάποιος «ακροδεξιός» ή «φασίστας», όπως θα έσπευδε να τον χαρακτηρίσει, η σημερινή «προοδευτική» διανόηση… Τα λέει, με υποδειγματική αμεροληψία, ένα πολέμιος του Ιωάννη Μεταξά, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος («Τα χρόνια του μεγάλου πολέμου 1939-1944»), ο οποίος είχε εκτοπισθεί στην Κύθνο, στην Θάσο και στην Κάρυστο, όπου και τον βρήκε η κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου. Ζήτησε αμέσως να στρατευθεί. Πράγματι, τον Νοέμβριο, εντάχθηκε ως απλός οπλίτης στη 13η Μεραρχία Αρχιπελάγους στην πρώτη γραμμή του μετώπου, στο Πόγραδετς και στην Κορυτσά. Και είπε εκεί το δικό του ΟΧΙ, μαζί με τους ηρωικούς μαχητές της Αλβανικής Εποποιίας, την ώρα που, στα ασφαλή μετόπισθεν, οι κομμουνιστές συνέχιζαν, απτόητοι και ασυγκίνητοι, τον δικό τους «αγώνα»…

Αλλά και ο Γεώργιος Βλάχος, ο αξεπέραστος Γ.Α.Β της «Καθημερινής», που στο παρελθόν είχε επικρίνει τον Ιωάννη Μεταξά, έγραψε (8 Δεκεμβρίου 1940):

«… Καὶ ἔφθασε τότε ἡ μεγάλη στιγμή. Εἴκοσι ὀκτὼ Ὀκτωβρίου, Δευτέρα, τρεῖς τὸ πρωί. Ὁ Μεταξᾶς, μόνος, κοιμᾶται. Τὸ τηλέφωνον. Μία ὁμιλία. Ὁ Γκράτσι. Γύρω του δὲν ἔχει κανένα. Δὲν ἔχει κἂν τὸ γραφεῖον του, δὲν ἔχει ἕνα κλητῆρα. Κανένα. Ἡ ὑπηρεσία, ὅπως ὅλη ἡ Ἑλλὰς τὴν ὥραν ἐκείνην, κοιμᾶται. Πρὸς στιγμήν, ἂς κρατήσωμεν τὴν ἀναπνοήν μας, διότι ἐδῶ πλησιάζομεν τὸν μεγαλύτερον σταθμὸν τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας. Ἡ Ἰταλικὴ Αὐτοκρατορία, μὲ τὰ σαράντα ὀκτώ της ἑκατομμύρια, μὲ τὸν πλοῦτον της, μὲ τοὺς στρατούς της, μὲ τὰ ἀεροπλάνα της, μὲ τὰ ἅρματά της, ἐξύπνησε αἰφνιδιαστικῶς ἕναν ἄνθρωπον καὶ τοῦ ἐζήτησε ἐντὸς τριῶν ὡρῶν τὴν Ἑλλάδα. Καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς – τίς ἐξ ἡμῶν, μὴ γνωρίζων ἀκόμη ἂν ζῆ πραγματικότητα ἢ ἐφιάλτην, δὲν θὰ ἐδίσταζε, δὲν θὰ ἐζήτει ὀλίγων ὡρῶν προθεσμίαν, δὲν θὰ προσεπάθει ν᾿ ἀποφύγη τὸ γεγονός;- καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶπεν: Ὄχι. Ἀμέσως, ἄνευ συζητήσεως, ἄνευ ἐνδοιασμοῦ. Δὲν εἶπεν «ὄχι» ἁπλῶς. Ἐντὸς λεπτοῦ, ὅπως ἐξύπνησεν αὐτὸς ἐντὸς λεπτοῦ, ἐξύπνησε τὴν Ἑλλάδα. Διαταγαί, σχέδια, τηλεφωνήματα, γενικὴ ἐπιστράτευσις, κήρυξις Στρατιωτικοῦ Νόμου, ἐπιτάξεις, προκηρύξεις, ἀγγέλματα ἔγιναν πρὶν ἀνατείλη ὁ ἥλιος καί, ὅταν ἀνέτειλε, ἤδη ἐμάχετο ἡ Ἑλλάς.

Ἐζήσαμεν ἔκτοτε ὥρας ἀνησυχιῶν, ἀγωνίας, ἐνθουσιασμοῦ καὶ χαρᾶς. Εἴδομεν τὴν Δόξαν ἀσθμαίνουσαν νὰ παρακολουθῆ τὰ στρατεύματά μας. Ἠκούσαμεν τοὺς ἀνέμους νὰ μεταφέρουν τὸ ὄνομά μας εἰς ὅλους τοὺς κόσμους καὶ νὰ διαλαλοῦν, γῆ, θάλασσα, ὡς καὶ τὰ ἄστρα, τὴν νίκην μας. Ἐφέραμεν ἕως ἐδῶ, εἰς τὰς Ἀθήνας, τὰ ὅπλα τῶν εἰσβολέων καὶ ἐσύραμεν ὣς ἐδῶ ἀόπλους τοὺς εἰσβολεῖς. Πρὸς στιγμὴν μᾶς ἐφάνη ὅτι ἡ Πλάσις ὁλόκληρος μὲ τοὺς ἡλίους της, μὲ τοὺς κόσμους της, ἐστάθη ὅλη διὰ νὰ προσέξη τὴν μικροσκοπικὰν αὐτὴν γωνίαν τῆς γῆς, ἡ ὁποία καὶ πάλιν ἐμεγαλούργει. Καὶ ἐζήσαμεν εὐτυχεῖς. Τόσον εὐτυχεῖς ὅσον ποτέ. Τόσον εὐτυχεῖς ὥστε τὸ τί θὰ γίνη αὔριον δὲν ἐνδιαφέρει. Ἔχομεν κεφάλαια διὰ τὴν Ἱστορίαν τὰς Νίκας μας, κεφάλαιον γιὰ τὰ παιδιά μας τὸ «Ὄχι».

Τώρα ἡ Α.Ε. ὁ κ. Ἰωάννης Μεταξᾶς, Πρωθυπουργὸς τῆς Ἑλλάδος, ἔφθασεν εἰς τὸ ἀκρότατον σημεῖον τῆς δόξης του. Ἔγινε Γιάννης. Δὲν εἶναι οὔτε ἡ αὐτοῦ Ἐξοχότης οὔτε ὁ Πρωθυπουργὸς οὔτε ὁ Πρόεδρος. Εἰς τὸ στρατιωτικὸν Νοσοκομεῖον, ὅταν ὁ τραυματίας εἶχε γείρει εἰς τὸ προσκέφαλόν του βαρὺς καὶ τὸν ἠρώτησε ἡ ἀδελφὴ νοσοκόμος τί θέλει, ἐκεῖνος ἀπήντησε:

– Θέλω τὸ Γιάννη…

Ὅπως αἱ μελωδίαι διὰ νὰ ζήσουν πρέπει νὰ κατέβουν εἰς τοὺς δρόμους, οὕτω καὶ τῶν δημοσίων ἀνδρῶν τὰ ὀνόματα θὰ ζητήσουν εἰς τοὺς δρόμους, μεταξὺ τοῦ λαοῦ, τὴν ἀθανασίαν. Ὁ κ. Μεταξᾶς ἔχει ἀπέναντι τῆς ἀθανασίας κερδίσει τὴν μάχην του: Εἶπε τὸ ὄχι, ἔγινε Γιάννης… – τί τοῦ μένει; Νὰ γίνη καὶ ἄγαλμα. Θὰ γίνη λοιπόν. Ἀλλ᾿ ὄχι, ὅπως ηὐχήθημεν ἄλλοτε, ἀπὸ μάρμαρον τοῦ Πεντελικοῦ. Θὰ γίνη ἀπὸ τὸν ὀρείχαλκον ποὺ θ᾿ ἀποδώσουν ταπεινωμένα, αἰχμάλωτα, τὰ ἐχθρικὰ πυροβόλα, αὐτὰ ποὺ τὸν ἐξύπνησαν εἰς τὰς τρεῖς τὸ πρωί…».

Ακόμη και ο αριστερών καταβολών δημοσιογράφος Αντώνης Καρκαγιάννης (διευθυντής της «Καθημερινής»), σε άρθρο του (31.10.2007) τονίζει:
«Στα νεότερα χρόνια ο πρώτος στην Αριστερά, αν θυμάμαι καλά, που προσπάθησε να αποκρούσει και να διαλύσει αυτόν τον παράλογο μύθο, ήταν ο δημοσιογράφος και ιστορικός συγγραφέας, ο μακαρίτης Σπύρος Λιναρδάτος. Χωρίς να κρύβει ή να ανακαλεί τη σταθερή και έμπρακτη εναντίωσή του στη δικτατορία του Μεταξά, αισθάνθηκε την υποχρέωση και θέλησε να αποκαταστήσει και να σεβαστεί τα ιστορικά γεγονότα, τα οποία επιβεβαιώνουν ότι ο Μεταξάς ήταν ο πρωτοπόρος και ο ηγέτης της αντίστασης και του αγώνα κατά της φασιστικής επίθεσης του 1940. Η Ιστορία, βλέπετε, δεν είναι πάντοτε ευθύγραμμη και προπαντός δεν είναι πρόθυμη να υποταχθεί σε παράλογα ιδεολογικά σχήματα. Ο Ιωάννης Μεταξάς ήταν αυτός που ήταν, αλλά ήταν και αυτός που πήρε την ιστορική απόφαση να πει το «ΟΧΙ» στους εισβολείς.

Και ο λαός; Δεν θέλω καν να σκεφθώ τι θα έκανε ο λαός ή τι θα έκανε το κράτος αν ο Μεταξάς δεν έλεγε το «ΟΧΙ». Και δεν θέλω να διαγράψω τη σχέση του ηγέτη με τον λαό που ουσιαστικά είναι η σχέση της πολιτικής με την κοινωνία. Την ίδια εκείνη μέρα, λίγες μόνο ώρες μετά το «ΟΧΙ» του Μεταξά, σημειώθηκε εκείνη η λαϊκή έκρηξη που επικροτούσε και έκανε πράξη εκείνο το ιστορικό «ΟΧΙ».

Ενώ λοιπόν η ιστορική πραγματικότητα, όπως την διαμόρφωσαν τα ίδια τα γεγονότα, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι το ΟΧΙ το είπε ο Ιωάννης Μεταξάς, η ανέντιμη και συμπλεγματική αριστερά επιχειρεί, εκ των υστέρων, να κατασκευάσει την δική της «ιστορία»…

Ιδού πως:

« Σοβαρός παράγοντας που συνετέλεσε να πάρει ο πόλεμος κατά της φασιστικής Ιταλίας παλλαϊκό χαρακτήρα ήταν η πατριωτική στάση του ΚΚΕ μόλις εκδηλώθηκε η επίθεση του ιταλικού φασισμού. Το ΚΚΕ έχοντας υπέρτατο γνώμονα το εθνικό συμφέρον κάλεσε τα μέλη του και το λαό να υπερασπιστούν με όλες τους τις δυνάμεις την ανεξαρτησία της χώρας» (Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940-45, Δοκίμιο ομάδας συγγραφέων, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 27).

Και ακόμη:

«Βεβαίως, με την εισβολή των Ιταλών, την πρωτοβουλία για τον παλλαϊκό ξεσηκωμό την πήρε το ΚΚΕ. Στις 2 Νοέμβρη του 1940, σ’ όλες τις αθηναϊκές εφημερίδες δημοσιεύτηκε το ανοιχτό γράμμα του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδη «Προς το λαό της Ελλάδας», γραμμένο από τα μπουντρούμια της Γενικής Ασφάλειας». («Ριζοσπάστης», 28-10-2011).

Πρόκειται για ασύστολη παραποίηση της αλήθειας. Η πραγματικότητα δεν είναι αυτή την οποία επιχειρεί να παρουσιάσει σήμερα η αριστερά, δυστυχώς υπό την συνήθως σιωπηρή «συγκατάθεση» της Ελληνικής Πολιτείας, αλλά αυτή που προκύπτει από την αδιάψευστη αλληλουχία των γεγονότων.

Αγχωμένη από τα συντριπτικά σε βάρος της στοιχεία (τα δικά της δημοσιεύματα),  για την της αδράνεια και την μονομανία της, κατά τις κρίσιμες εκείνες ώρες που γεννιόταν, ερήμην της, το θαύμα του ΟΧΙ, η  κομμουνιστογενής αριστερά προσπάθησε, εκ των υστέρων, με πάθος και επιμονή, να σβήσει από την ιστορία τα δυσάρεστα ίχνη του παρελθόντος της. Και συνέβαλε αποφασιστικά σ’ αυτό το εγχείρημα η Ελληνική Πολιτεία, με την σιωπή της στην διαστρέβλωση της ιστορίας, με την ανοχή της στο ψεύδος και την παραχάραξη, με την ακατανόητη φοβία της μήπως η αλήθεια για το ΌΧΙ του Ιωάννη Μεταξά, στενοχωρήσει τον «λαό», που μετά την μεταπολίτευση υπέκυψε στους κατασκευασμένους μύθους και δέχθηκε την «εξαγνισμένη» αριστερά  ως τιμητή των πάντων και ως αποκλειστικό διαχειριστή της ιστορικής του μνήμης. Πάντοτε υπό την ανοχή και την απάθεια, αν όχι και υπό το «χειροκρότημα» της Ελληνικής Πολιτείας»…

Ως βασικό επιχείρημα  του εκ των υστέρων και πολύ καθυστερημένου «εξαγνισμού» της η κομμουνιστική αριστερά, που αρχικά απέδιδε τον πόλεμο, όχι στα επεκτατικά σχέδια του «Άξονα», αλλά στους «αγγλογάλλους» και στην «βασιλομεταξική σπείρα»,  προβάλλει το αποκαλούμενο «πρώτο γράμμα» του Ν. Ζαχαριάδη (31-10-1940) και, κυρίως, την ακόλουθη περικοπή του:

«ο λαός της Ελλάδας διεξάγει σήμερα ένα πόλεμο εθνικοαπελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό του Μουσολίνι. Δίπλα στο κύριο μέτωπο και ο κάθε βράχος, η κάθε ρεματιά, το κάθε χωριό, καλύβα με καλύβα, η κάθε πόλη, σπίτι με σπίτι, πρέπει να γίνει φρούριο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Κάθε πράχτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα. Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, χωρίς επιφυλάξεις…»

Σ’ αυτό το γράμμα, που δημοσιεύθηκε στον ελληνικό τύπο στις 2-11-1940, στηρίζεται ο μεταπολιτευτικός προπαγανδιστικός μύθος της αριστεράς, σύμφωνα με τον οποίο, κύριοι παράγοντες «που συντέλεσαν ώστε να πάρει η ηρωική αντίσταση του ελληνικού λαού στον πάνοπλο επιδρομέα χαρακτήρα παλλαϊκού πολέμου ήταν […] οι γερές καταβολές της ορθής αντιφασιστικής γραμμής που είχε χαράξει και ακολουθήσει το ΚΚΕ […] και η πατριωτική στάση του μόλις εκδηλώθηκε η επίθεση του φασισμού κατά της χώρας μας» (Σύντομη Ιστορία του ΚΚΕ, Σχέδιο, Μέρος Α΄, 1918/1949, Έκδοσή της Κ.Ε. του ΚΚΕ, σελ. 149-150).

Πως, όμως, ο τότε Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδης, αφοσιωμένος σταλινικός, έλαβε θέση αντίθετη προς την τότε φιλοαξονική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης;

Η «Προσωρινή Διοίκηση του ΚΚΕ», ευφυές δημιούργημα του τότε υπουργού Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκη, με στόχο την υποκατάσταση του πραγματικού ΚΚΕ (που το εκπροσωπούσε η «Παλαιά Κεντρική Επιτροπή»), ακολουθούσε την γραμμή που είχε χαράξει η Κομμουνιστική Διεθνής ΠΡΟ της υπογραφής του γερμανοσοβιετικού Συμφώνου Μολότοφ – Ρίμπεντροπ και προπαγάνδιζε (αφού κατευθυνόταν από τον Μανιαδάκη) την αντιφασιστική γραμμή του «Λαϊκού και Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου», που είχε καθορισθεί στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, στην Μόσχα (27/7-21/8/1935). Ο Ν. Ζαχαριάδης, ευρισκόμενος κατ’ αρχήν στις φυλακές της Κέρκυρας και στη συνέχεια (από 22-1-1940) στα κρατητήρια της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών, δεν είχε επαρκείς πληροφορίες για την επίσημη, (νέα, μετά το Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπνεντροπ) θέση της Σοβιετικής Ένωσης, αφού η πληροφόρησή του – δήθεν μυστική, αλλά, στην πραγματικότητα, έντεχνα κατευθυνόμενη από τον Κ. Μανιαδάκη – γινόταν μέσω της ελεγχόμενης από την κυβέρνηση «Προσωρινής Διοίκησης»! Έτσι, όταν άρχισε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, έγραψε στις 31-10-1940 το προαναφερθέν  «πρώτο γράμμα» του, πιστεύοντας ακράδαντα ότι ακολουθεί πιστά την  σοβιετική γραμμή της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ενώ, η γραμμή αυτή είχε αλλάξει, εν αγνοία του, υπό το βάρος της ισχύουσας γερμανοσοβιετικής συνεργασίας!

Ο Γιάννης Ιωαννίδης, τότε οργανωτικός Γραμματέας του ΚΚΕ, αποκαλύπτει (Γ. Ιωαννίδης, Αναμνήσεις, έκδ. Θεμέλιο, σελ. 68) ότι «Ο Μανιαδάκης δεν ήθελε να δημοσιευτεί το γράμμα του Ζαχαριάδη. Ο Μεταξάς επέμεινε και διέταξε τη δημοσίευσή του».

Είναι εύκολα αντιληπτή η ευφυής επιλογή του Ιωάννη Μεταξά: Στις κρίσιμες εκείνες ώρες, η προβολή θέσεων του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ, που εμφανίζονταν αντίθετες από την επίσημη γραμμή της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ήταν απαραίτητη για την αποτροπή ρηγμάτων στο Εθνικό Μέτωπο. Ο κυβερνήτης, εκείνη την στιγμή, ήθελε εθνική ενότητα και δεν μπορούσε να σκεφθεί την μελλοντική μυθοπλασία, που θα κατασκεύαζε η αριστερά γύρω από αυτό το γράμμα…

Όμως, δεν πρέπει να λησμονούνται τα εξής:

Το γράμμα του Ζαχαριάδη, δημοσιεύθηκε στον ελληνικό τύπο στις 2-11-1940, πέντε ολόκληρες ημέρες μετά το ιστορικό ΟΧΙ και ενώ, ήδη, ο Ελληνικός Στρατός μεγαλουργούσε στα ηπειρωτικά βουνά. Ο λαό είχε ήδη ανταποκριθεί   στο προσκλητήριο της Πατρίδας, χωρίς το γράμμα του Ζαχαριάδη να έχει παίξει τον παραμικρό ρόλο στον εθνικό συναγερμό.
Η «εθνική» στάση του Ζαχαριάδη δεν κράτησε πολύ. Στις 26 Νοεμβρίου 1940- και ενώ ο πόλεμος μαινόταν, με τον Ελληνικό Στρατό να ελευθερώνει την μια μετά την άλλη τις ελληνικές πόλεις της Β. Ηπείρου – στέλνει στην «Προσωρινή Διοίκηση» ένα «δεύτερο γράμμα» και ένα «σχέδιο απόφασης», με την εντολή να δημοσιευθούν στον «Ριζοσπάστη». Η ελεγχόμενη από τον Μανιαδάκη «Προσωρινή Διοίκηση» αρνείται, για προφανείς λόγους, την δημοσίευσή τους, αφού επρόκειτο για αλλαγή «γραμμής» σε σχέση με το πρώτο γράμμα (Μ. Παρτσαλίδης, Διπλή αποκατάσταση της Εθνικής Αντίστασης, έκδ. Θεμέλιο, 1978, σελ. 221-224).

Σ’ αυτό το «δεύτερο γράμμα» του (ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, τομ. Ε΄, σελ. 22-23) ο Ν. Ζαχαριάδης διεκήρυττε ότι: «η Ελλάδα δεν έχει καμιά θέση στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ανάμεσα στην Αγγλία και Ιταλία – Γερμανία» και πρότεινε: «να ζητήσουμε αμέσως από την κυβέρνηση της ΕΣΣΔ να μεσολαβήσει για να γίνει ελληνοϊταλική ειρήνη…».  Στο δε «σχέδιο απόφασης», ο Ζαχαριάδης υποστήριζε ότι: «Ενάντια στη θέληση του λαού ο Μεταξάς έκανε και κάνει πόλεμο ενάντια στην Ιταλία σα μια επιχείρηση αντιλαϊκή – πλουτοκρατική – καταχτητική – φασιστική – ιμπεριαλιστική» !!!

Σε γράμμα της Κ.Ε. του ΚΚΕ, τον Απρίλιο του 1956, η ηγεσία των ελλήνων κομμουνιστών, απευθυνόμενη από το Βουκουρέστι, προς όλα τα μέλη του Κόμματος, τονίζει ανεπιφύλακτα ότι, στο «πρώτο γράμμα» του, ο Ζαχαριάδης, «κάνει ένα χοντροκομμένο πολιτικό λάθος γράφοντας ότι στον πόλεμο αυτό που διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά εμείς οι κομμουνιστές πρέπει να δώσουμε ανεπιφύλακτα όλες μας τις δυνάμεις» ( Η Διάσπαση του ΚΚΕ, Εκδ. Θεμέλιο, τομ. Α΄, σελ. 49-50).
Συνεπώς, το εμφανιζόμενο σήμερα ως «τίτλος τιμής» του ΚΚΕ, «πρώτο γράμμα» του Ζαχαριάδη, δεν ήταν παρά μια «παρέκκλιση» από την επίσημη κομμουνιστική γραμμή, την οποία ο ίδιος έσπευσε να διορθώσει με το «δεύτερο γράμμα» του !

Προηγουμένως και ενώ η νικηφόρα πορεία του  Ελληνικού Στρατού συνεχίζεται, το ΚΚΕ προσφέρει ένα ακόμη δείγμα του «πατριωτισμού» του.  Με το Μανιφέστο της Κ.Ε. στις 7-12-1940, (Συλλογή Κειμένων του ΚΚΕ, παράρτημα κειμένων  της περιόδου 1932-41, σελ. 511) καλεί, «[…] ιδιαίτερα τους εργάτες μεταφορών, ναυτεργάτες, σιδηροδρομικούς, αυτοκινητιστές να σαμποτάρουν με κάθε τρόπο τη μεταφορά πολεμοφοδίων» και «τους εργάτες πολεμικών εργοστασίων να κωλυσιεργούν όσο μπορούν την παραγωγή» !!!

Η μη δημοσίευση του «δευτέρου γράμματος» βοήθησε τον Ζαχαριάδη να αντιληφθεί  τον ρόλο της ελεγχόμενης από τον Μανιαδάκη «Προσωρινής Διοίκησης». Προκειμένου να διευκρινίσει τις πραγματικές του θέσεις, έστειλε ένα «τρίτο γράμμα», στις 15-1-1941, προς όλα τα μέλη του ΚΚΕ και της ΟΚΝΕ ( Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας). Το γράμμα αυτό δημοσιεύθηκε στην «Κομμουνιστική Επιθεώρηση Κατοχής», τον Ιούνιο 1942 (Ανατύπωση της Κομμουνιστικής Επιθεώρησης Κατοχής από την Κ.Ε. του ΚΚΕ, Οχτώβρης 1946, σελ. 49-52). Με αυτό το γράμμα ο Ζαχαριάδης ευθυγραμμίσθηκε πλήρως με την κατευθυνόμενη από την Μόσχα Κομμουνιστική Διεθνή υποστηρίζοντας ότι, «αφού ο Μεταξάς αρνιέται να αποκαταστήσει τις ελευθερίες του λαού, να εξασφαλίσει την ειρήνη της Ελλάδας και κάνει πόλεμο ιμπεριαλιστικό, παραμένει κύριος εχθρός του λαού και της χώρας […] Ο ελληνικός λαός θέλει χωριστή, έντιμη, άμεση ειρήνη με τη μεσολάβηση της ΕΣΣΔ. Αναγνωρίζει την αρχή της αυτοδιάθεσης μέχρι αποχωρισμού για όλους. Οι λαοί και οι φαντάροι της Ελλάδας και της Ιταλίας δεν είναι εχθροί μα  αδέλφια και η συναδέλφωσή τους στο μέτωπο θα σταματήσει τον πόλεμο που κάνουν οι εκμεταλλευτές κεφαλαιοκράτες του».

Δεν χρειάζεται να ειπωθούν περισσότερα. Την ώρα που ο Ιωάννης Μεταξάς απέρριπτε, χωρίς δισταγμό,  το τελεσίγραφο, που ο Γκράτσι του επέδωσε στις 3 η ώρα το πρωί, γράφοντας, με  ανεξίτηλα γράμματα, το ένδοξο ΟΧΙ στην Ιστορία, την ώρα που ο ελληνικός στρατός βούλιαζε τις φασιστικές στρατιές στην Β. Ήπειρο,  το ΚΚΕ υπονόμευε την προσπάθεια του Έθνους να παραμείνει ελεύθερο και  αναζητούσε την ευθυγράμμισή του με τις σταλινικές επιταγές, που την εποχή εκείνη προσδιορίζονταν από το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ –Μολότοφ …

Αυτή είναι, πεντακάθαρη και χωρίς αμφιβολίες, επιφυλάξεις και άθλιες υστερόβουλες σκοπιμότητες, η αλήθεια για το δοξασμένο ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940. Που το είπε, μόνος, εντελώς μόνος, στο σπίτι του, με τον Ιταλό πρέσβη, ο Ιωάννης Μεταξάς, εκείνη την αλησμόνητη σκοτεινή νύκτα… Την νύκτα όπου άναψε το υπέρλαμπρο φως που φλόγισε τις καρδίες των Ελλήνων και τους οδήγησε στο έπος της Αλβανίας… Την φοβερή εκείνη ώρα, ολόκληρη η Ελλάδα κοιμόταν… Και ξύπνησε ελεύθερη, δυνατή και αποφασισμένη, διότι έτσι το θέλησε ο ηγέτης της… Ο Ιωάννης Μεταξάς!

Η διαχρονική μικρότητα της Ελληνικής Πολιτείας, που, μετά την μεταπολίτευση, αρνείται να αποδώσει «τα του Καίσαρος τω  Καίσαρι» και να τιμήσει, όπως τους πρέπει, τον Ιωάννη Μεταξά και το ΟΧΙ,  στερείται οποιασδήποτε, έστω και υποτυπώδους, δικαιολογίας… Αγόμενη και φερόμενη από την ιδεολογική μονομανία, την συμπλεγματική αδιαλλαξία και την ακόρεστη εκδικητικότητα αμετανόητων  σταλινικών καταλοίπων, αλλά και αφελών «δημοκρατών», δεν κατορθώνει να απαλλαγεί από τις φοβίες και τις ενοχές που της επέβαλε, κυνικά και αδίστακτα και με την δική της ανεπίγνωστη συνδρομή, η αριστερά, στην προσπάθειά της να αντιστρέψει το βάρος της ιστορικής ευθύνης που  θέριευε τους εφιάλτες της… Και δυστυχώς το πέτυχε…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ