today-is-a-good-day
17.6 C
Athens

Δάφνη

Η δάφνη, ιερό φυτό του Απόλλωνα, χαρακτηριστικό του ελληνικού τοπίου, με το όμορφο πράσινο χρώμα της και τα τριγωνικά, λογχοειδή φύλλα του θα μας απασχολήσει σήμερα. Αρχικά η Δάφνη ήταν η κόρη του ποταμού Λάδωνα, την οποία ερωτεύτηκε ο θεός του φωτός και την κυνηγούσε να την αγκαλιάσει. Εκείνη, για να γλιτώσει το αγκάλιασμά του, μεταμορφώθηκε σε δέντρο. Ο Απόλλωνας, λοιπόν, για να έχει ένα ενθύμιο, έκοψε ένα κλαδάκι και στεφανώθηκε. Από τότε, η δάφνη έγινε το ιερό δέντρο του θεού.

Γράφει η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα

Το φυτό το αναφέρει και ο Όμηρος, συνδέεται με την Πυθία που μασούσε τα φύλλα της πριν δώσει τους χρησμούς της. Γινόταν, δηλαδή, η Πυθία δαφνηφάγος. Με δάφνινα στεφάνια στην αρχαιότητα στεφάνωναν τους νικητές των αγώνων, συνήθεια την οποία διατήρησαν και αργότερα οι Ρωμαίοι. Οι στεφανωμένοι με δάφνη λέγονταν αλλιώς δαφνηκόμοι. Έτσι καθιερώθηκε η δάφνη να ισοδυναμεί με τη δόξα.

Ο τόπος γύρω από το ιερό των Δελφών ήταν δαφνήεις, γεμάτος δάφνες και φυσικά άλλα δαφνηρεφῆ φυτά, σκιαζόμενα από τις δάφνες. Το ιερό μάλιστα του θεού ήταν το δαφνοφορεῖον, γιατί εξάλλου οι πιστοί του επιδίδονταν σε δαφνηφορία, έφερναν δάφνες προς τιμήν του. Κάτι ανάλογο κάνουμε και εμείς την Κυριακή των Βαΐων στην Εκκλησία εις ανάμνηση της εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα.

Εκτός από τη δυνατότητα που έδινε τα φύλλα του δαφνόδεντρου για την πρόβλεψη του μέλλοντος, η δάφνη, βάγια, δαφνολιά ή φυλλάδα ήταν άρτυμα για το φαγητό, ενώ το δαφνόλαδο είχε θεραπευτικές και απολυμαντικές ιδιότητες. Μεταξύ άλλων, λειτουργούσε ως παρασιτοκτόνο και εντομοκτόνο.

Πιθανόν να αποτελεί δάνειο της γλώσσας μας από κάποια από τις μεσογειακές προελληνικές γλώσσες. Υπήρχε πριν κατέβουν οι Έλληνες στο χώρο τον ελλαδικό και ήταν ο θάμνος που γίνεται δένδρο και τον γνωρίζουμε και σήμερα. Την βρήκαν ως λέξη οι Έλληνες από τους Προέλληνες και την διατήρησαν. Στα λατινικά λέγεται laurus, λέξη που μας δίνει την αγγλική laurel, τη γαλλική lauriel, την ισπανική laurel, ενώ τα τουρκικά διατηρούν την ίδια λέξη του ελληνικού λεξιλογίου defne.

H Δάφνη είναι τοπωνύμιο, αλλά και κύριο όνομα. Ως τοπωνύμιο παίρνει τη μορφή Δαφνίτσα, Δαφνούλα, Δαφνέδες, Δαφνώνας, αλλά και Δαφνί.

Η δάφνη στον πληθυντικό γίνεται δάφνες και τότε με αυτές εννοούμε τον θρίαμβο, τη δόξα, τη μεγάλη επιτυχία. Τον υποδέχτηκαν με τιμές και δάφνες λέμε ή μετά βαΐων και κλάδων.

Αυτός που έχει μεγάλες επιτυχίες δρέπει δάφνες, και όχι θρέφει, όπως είπε κάποτε ο Πρωθυπουργός μας εν τη ρύμη του λόγου του. Αν, ωστόσο, αυτές είναι πολλές, χάνει την ταπεινότητά του, γίνεται εγωιστής, επαναπαύεται στις δάφνες του και δεν προσπαθεί περαιτέρω. Μάλιστα, η έκφραση επαναπαύομαι στις δάφνες μου αποτελεί απόδοση στα νέα ελληνικά του γαλλικού je me repose sur mes lauriers.

Ας έλθουμε σε άλλες δάφνινες λέξεις, που τις αντλούμε από τον δαφνώνα τον λεξιλογικό.

Μια κατηγορία των δαφνοειδών είναι οι δαφνίδες, ανθοφόρα δενδρύλλια αειθαλή που βγάζουν μάλιστα μικρούς καρπούς δαφνοκούκια ή δαφνόκουκα.

Όμορφες το καλοκαίρι είναι οι ανθισμένες ροδοδάφνες ή πικροδάφνες, που λέγονται έτσι, γιατί τα φύλλα τους θυμίζουν τα δαφνόφυλλα σε πιο μικρό μέγεθος. Θαύμα να τις κοιτά κανείς ιδιαίτερα αν πίνει ένα ποτηράκι παγωμένη μαυροδάφνη. Γίνεται δαφνογηθής, όπως θα έλεγαν οι αρχαίοι μας, ευχαριστιέται με τη δάφνη που έρχεται από όλες τις μεριές.

Η δάφνη έχει δρέψει λογοτεχνικές και θεατρικές δάφνες στο «Δάφνις και Χλόη», μια ιστορία αγάπης του Λόγγου, συγγραφέα του 3ου αιώνα μ.Χ, και στο «Δάφνες και πικροδάφνες», μια πολιτική σάτιρα των Δημήτρη Κεχαΐδη και Ελένης Χαβιαρά, που πρωτοπαίχτηκε στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν.

Η δάφνη έχει γίνει τραγούδι, με το οποίο ο αείμνηστος Μάνος Χατζιδάκις τραγούδησε την Αθήνα, τής έπλεξε στεφάνι με δάφνη, μυρτιά και αμάραντο. Και τα τρία είναι εικόνες του αθηναϊκού, αττικού τοπίου που τις έκανε στίχο ο Νίκος Γκάτσος. Κάθε φορά που το ακούμε μάς έρχεται στο νου η φωνή της Νάνας Μούσχουρη.

Συνώνυμα της μεταφορικής δάφνης, αυτής των αθλητών και των απανταχού δαφνοστεφανωμένων, είναι το τρόπαιο, ο θρίαμβος, η επιτυχία, η τιμή, ο κότινος.

Αντώνυμα η αφάνεια και η ήττα.

*Η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα είναι φιλόλογος και διδάσκει στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ