today-is-a-good-day
15.8 C
Athens

Ξένος

Με αφορμή τις ευρωεκλογές και το μεταναστευτικό, θα ήταν καλό να δούμε τη σημασία και την πορεία της λέξης ξένος.

Γράφει η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα

Συνηθίζουμε να θεωρούμε ξένους όσους μιλούν άλλη γλώσσα από εμάς, προέρχονται από διαφορετική χώρα ή μας είναι άγνωστοι. Ως ξένο χαρακτηρίζουμε και καθετί παράδοξο ή αυτό που δεν μας ανήκει.

Πολλές φορές κάνουμε λόγο για ξένους πρόσφυγες, ξένους τουρίστες, ξένα χρήματα, ξένη ιδεολογία. Ό,τι δεν μας είναι γνωστό μας ξενίζει, ενώ η παραμονή σε μια άλλη χώρα για μεγάλο χρονικό διάστημα ονομάζεται ξενιτιά και αυτός που φεύγει ξενιτεύεται. Ο ξενιτεμένος μπορεί να αποξενωθεί από τους δικούς του, γιατί -όπως και να το κάνουμε- οι ξένοι τόποι είναι άξενοι, δηλαδή, αφιλόξενοι.

Αλλά και ο Εύξεινος Πόντος είναι κατ’ ευφημισμόν εύξεινος, δηλαδή φιλόξενος, γιατί η ονομασία αυτή αντικατέστησε την παλαιότερη Ἄξεινος Πόντος, αφιλόξενη θάλασσα. Σήμερα την αποκαλούμε Μαύρη Θάλασσα, μια που έτσι αποδίδουμε καλύτερα την εντύπωση που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες και μη Έλληνες για την θάλασσα αυτή. Επειδή κατοικούνταν από άγριες φυλές και ήταν το πέρασμά της δύσκολο την έλεγαν Ἄξεινο Πόντο. Και στο πέρασμα των χρόνων, για να την ξορκίσουν οι ναυτικοί, τής άλλαξαν όνομα.

Η ρίζα της λέξης είναι πολύ παλιά. Απαντάται ήδη στη μυκηναϊκή γλώσσα και στη Γραμμική Β γραφή ήταν ke-se-nu-wi-jo. Μας δίνει το αρχαίο θέμα ξένFος, που στα λατινικά είναι hospes, -tis, στα αγγλικά δίνει το guest, στα γερμανικά το Gast κ.λ.π.

Και στα ελληνικά ο ξένος ήταν ακόμα ο φίλος που προέκυπτε μετά από φιλοξενία. Στα ομηρικά έπη η φιλοξενία είχε ένα πολύ συγκεκριμένο τυπικό. Όποιος και να ζητούσε φιλοξενία σε ένα σπίτι, λογιζόταν ως πρόσωπο ιερό. Του πρόσφεραν στέγη, τροφή, λουτρό και έκαναν ό, τι καλύτερο γι’ αυτόν. Για τρεις μέρες δεν τον ρωτούσαν ποιος ήταν και από πού ερχόταν. Η ταυτότητά του δεν έπαιζε κανέναν ρόλο. Όταν ερχόταν η ώρα να αποχωρήσει, τον γέμιζαν δώρα που ήταν τα ξένια ή ξείνια. Και τα παιδιά των παιδιών οικοδεσπότη και φιλοξενουμένου όφειλαν να θεωρούνται φίλοι από φιλοξενία.

Αυτό τον πολύ ιερό θεσμό προστάτευε ο Ξένιος Ζεύς. Και τα παλιά ξενοδοχεία του ΕΟΤ Ξενία ονομάζονταν.

Τον ξένο θα τον βρούμε ακόμη στον ξενώνα, στον ξεναγό, στον πρόξενο, το προξενείο, τον ξεναγό και σε ένα πλήθος σύνθετων λέξεων όπως, ξενοδουλεύω, ξενοκίνητος. Και η ξενηλασία ήταν η συνήθεια της αρχαίας Σπάρτης να διώχνει τους ξένους από την πόλη, για να μην αλλοιώσουν τον αυστηρό της χαρακτήρα εισάγοντας νέα ήθη. Ο παράξενος ήταν ο μη γνήσιος πολίτης στην Αθήνα του 5ου αιώνα, που δεν είχε και τους δύο γονείς Αθηναίους. Στα νέα ελληνικά έφθασε να σημαίνει τον περίεργο, τον αλλόκοτο.

Κι αυτός ο ξένος έδωσε και το περίφημο επίγραμμα που συνέθεσε ο Σιμωνίδης ο Κείος μετά τη μάχη των Θερμοπυλών και χαράχτηκε πάνω στον τάφο των Τριακοσίων που έπεσαν ηρωικά:

ξεῖν᾿, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι. (Ξένε, διαβάτη, να πεις στους Λακεδαιμονίους ότι είμαστε θαμένοι εδώ, υπακούοντας στα λόγια τους.)

Με τέτοια παράδοση στον τόπο μας και, παρά τα λιγοστά μέσα που διαθέτουμε, στον κάθε λογής αναγκεμένο, που ζητά καταφύγιο στη χώρα μας, προσφέρουμε ξενίαν δεσποτικήν και αβραμιαία φιλοξενία.

*Η Σοφία Μουρούτη – Γεωργάνα είναι φιλόλογος και διδάσκει στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδας

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ