today-is-a-good-day
19 C
Athens

“Κυβέρνηση και Εθνικό Συμφέρον” – Ανάλυση του Δ.Απόκη μια μέρα μετά την παραίτηση Κοτζιά

Ο Αλεξάντερ Χάμιλτον, θεωρείται ένας από τους ιδρυτές (Founding Fathers), των Ηνωμένων Πολιτειών, και ένας εκ των σημαντικότερων Προέδρων τους, ειδικά στο χώρο της εξωτερικής πολιτικής και της προστασίας του εθνικού συμφέροντος. Μια από τις πλέον σημαντικές τοποθετήσεις του, είχε να κάνει με τη σχέση εθνικού συμφέροντος και κυβέρνησης. Αν και είναι πολύ δύσκολο να την αποδώσει κανείς στα ελληνικά, είχε αναφέρει τα παρακάτω για το σοβαρό αυτό θέμα.

Του Δημήτρη Γ. Απόκη*

«Μια κυβέρνηση, η σύνταξη της οποίας καθιστά ακατάλληλη την εμπιστοσύνη σε αυτή με όλες τις εξουσίες που ένας ελεύθερος λαός θα έπρεπε να μεταβιβάσει σε οποιαδήποτε κυβέρνηση, θα ήταν ένας μη ασφαλής και αθέμιτος θεματοφύλακας των ΕΘΝΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ.»

Έχοντας μελετήσει σε βάθος τον Αλεξάντερ Χάμιλτον, οι χθεσινές εξελίξεις και η παραίτηση του Υπουργού Εξωτερικών, κ. Νίκου Κοτζιά, μου έφεραν στο μυαλό την παραπάνω τοποθέτησή του, η οποία νομίζω είναι εξαιρετικά επίκαιρη για τη  κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η χώρα μας. Και μιλάμε για μια εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση, που εάν συνεχιστεί το κόστος θα είναι αβάστακτο και χωρίς επιστροφή.

Χωρίς τίποτα, ειδικά με τις εξωτερικές παρεμβάσεις ξένων κυβερνήσεων, να είναι σίγουρο, η τύχη της συμφωνίας των Πρεσπών για την ονομασία των Σκοπίων φαίνεται εξαιρετικά αβέβαιη. Η συμφωνία αυτή, έμπνευσης και εκτέλεσης του κ. Κοτζιά, για την οποία μάλιστα αποκόμισε τα διθυραμβικά εγκώμια της γραφειοκρατίας του Στέητ Ντιπάρτμεντ, των Βρυξελλών, της Γερμανίας, της Γαλλίας και άλλων εξωτερικών παραγόντων, αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου σε μια σειρά από αποφάσεις στο χώρο της εξωτερικής πολιτικής οι οποίες έχουν πλήξει και αναμένεται να πλήξουν σημαντικά τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας.

Εκτός της επιζήμιας για το εθνικό συμφέρον συμφωνίας των Πρεσπών, στο κρίσιμο θέμα των Ελληνοτουρκικών, η λογική του κατευνασμού που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια έναντι του καθεστώτος Ερντογάν, αποτελεί ακόμη ένα παράδειγμα μιας εξωτερικής πολιτικής η οποία έχει οδηγήσει σε ζημιά των εθνικών συμφερόντων και ανοικτή αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας.

Το ίδιο ισχύει, αν και δεν πρόλαβε να γίνει ορατό και στο θέμα του Κυπριακού, όπου ο πρώην πλέον Υπουργός Εξωτερικών, ήταν ο ιθύνων νους της όχι πλέον μυστικής πρόσφατης συνάντησης του Προέδρου της Κύπρου, κ. Νίκου Αναστασιάδη με τον Υπουργό Εξωτερικών, κ. Μελβούτ Τσαβούσογλου, στο περιθώριο των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, στη Νέα Υόρκη. Το τι έρχεται σε αυτό το κρίσιμο εθνικό μας θέμα μένει να το δούμε.

Στο μέτωπο των εξαιρετικών όπως χαρακτηρίζονται από τη γραφειοκρατία του Στέητ Ντιπάρτμεντ και το Πεντάγωνο, σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχουμε στη  κυριολεξία φλομώσει στα εγκώμια, και μέχρι στιγμής ουσία μηδέν. Όπως λένε πολύ επιτυχημένα οι ίδιοι οι Αμερικανοί, εγκώμια ναι αλλά, show me the money. Καλό το ενδιαφέρον για επενδύσεις, καλές οι δηλώσεις, αλλά μέχρι εκεί. Που είναι η ουσία για μια χώρα που τη χρειάζεται άμεσα όπως είναι η Ελλάδα. Και ας ευχηθούμε να μη χρειαστεί να θέσουμε σε τεστ τη στήριξη αυτή σε ένα σκληρό τζαρτζάρισμα με την Τουρκία, διότι το πιθανότερο σε μια τέτοια περίπτωση είναι να ακούσουμε την πάγια θέση της Ουάσιγκτον, η οποία είναι ότι οι δυο σύμμαχοι θα πρέπει να κάτσουν στο τραπέζι και με διάλογο να επιλύσουν την οποιαδήποτε διαφορά.

Αλήθεια γιατί ο μέχρι χθες Υπουργός Εξωτερικών και από σήμερα έχων και αυτές τις αρμοδιότητες Πρωθυπουργός, έχουν αποφύγει επιμελώς να αναφέρουν ότι η μόνη διαφορά που έχει η Ελλάδα με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης; Αντί αυτού έχουν ξαφνικά ανοίξει θέματα όπως η αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης, και όλοι γνωρίζουμε ποιος θα είναι αυτός που θα δώσει και ποιος αυτός που θα πάρει στην περίπτωση που κάτσουμε σε αυτό το «αθώο», τραπέζι του διαλόγου μεταξύ συμμάχων.

Η Ελλάδα πολύ σωστά έχει επιλέξει τη στενή σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες στον τομέα της Ασφάλειας, αλλά όπως πολύ σωστά ανέφερε στην κομβική ομιλία του στα Ηνωμένα Έθνη, ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Τράμπ, έχει έρθει η ώρα όλες οι χώρες του κόσμου και ειδικά οι σύμμαχοι να συνεργαστούν με κύριο άξονα το σεβασμό του εθνικού τους συμφέροντος. Ιδού λοιπόν η ευκαιρία, να διεκδικήσει η Ελλάδα την εφαρμογή αυτού του δόγματος από την Ουάσιγκτον.

Πέραν της πάγιας ανοησίας περί ξανθού γένους και του τόξου της Ορθοδοξίας με τη Μόσχα, η απόλυτα σωστή αλλά εξόχως ερασιτεχνική διαχείριση της απέλασης των Ρώσων κατασκόπων από την Αθήνα, είναι ακόμη μια ενέργεια η οποία δημιουργεί κινδύνους για τα εθνικά συμφέροντα.

Και με αφορμή την αναφορά στις σχέσεις με τη Μόσχα, θα ήταν σημαντική παράλειψη να μην αναφερθώ στο κρίσιμο θέμα της σύγκρουσης του Οικουμενικού Πατριαρχείου με το Πατριαρχείο της Μόσχας. Πρόκειται για ένα θέμα το οποίο δεν έχει τύχει της απαιτούμενης προσοχής και μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες περιπέτειες. Είναι πάρα πολύ επικίνδυνο όταν χρησιμοποιούνται θρησκευτικά θέματα ως όπλα σε γεωπολιτικές συγκρούσεις. Ας ελπίσουμε και ας ευχηθούμε ότι η στήριξη που εκφράστηκε από την Ουάσιγκτον προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, κρύβει από πίσω της πραγματικό δόντι, διότι ο πόλεμος σε αυτό το μέτωπο θα είναι αιματηρός.

Σε όλα τα παραπάνω, και δεν είναι μόνο αυτά είναι πολύ περισσότερα, δεν είναι ο κ. Κοτζιάς αυτός που φέρει την ευθύνη. Την ίδια ακριβώς και μεγαλύτερη ευθύνη, φέρει ο Πρωθυπουργός και, από χθες, Υπουργός Εξωτερικών. Και εάν θέλουμε να είμαστε απόλυτα δίκαιοι υπάρχει και ένα ΚΥΣΕΑ, στο οποίο συμμετέχουν πολλοί και είναι και αυτοί υπεύθυνοι. Εάν διαφωνούσαν με όλα τα παραπάνω, υπήρχε και ο δρόμος της παραίτησης. Δεν φταίει μόνο ο κ. Κοτζιάς.

Σε κάθε περίπτωση όπως πολύ σοφά είχε περιγράψει ο Αλεξάντερ Χάμιλτον, η παρούσα κατάσταση είναι πλέον ένας μη ασφαλής και αθέμιτος θεματοφύλακας των εθνικών συμφερόντων σε όλα τα επίπεδα.

*Ο Δημήτρης Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University, μέλος του The International Institute of Strategic Studies, και διετέλεσε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ, και το Πεντάγωνο, στην Ουάσιγκτον.  

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ