Με την συζήτηση επί της Αρχής άρχισε η επεξεργασία του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Καθορισμός αδικημάτων και κυρώσεων σε βάρος φυσικών και νομικών προσώπων για παραβίαση των περιοριστικών μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενσωμάτωση Οδηγίας (ΕE) 2024/1226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Απριλίου 2024 σχετικά με τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων για την παραβίαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης και την τροποποίηση της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1673 και λοιπές διατάξεις» στην Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης.
Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ιωάννης Μπούγας αναφερόμενος στην ενσωμάτωση της κοινοτικής Οδηγίας ανέφερε ότι αυτή ερείδεται στις διατάξεις 29 και 215 της συνθήκης της Λισαβόνας και ειδικότερα για την επιβολή κυρώσεων και περιορισμών που αφορούν στη διακίνηση κεφαλαίων, με σκοπό την προστασία και την κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα μέτρα αυτά μπορούν να αφορούν ένα ευρύ φάσμα, όπως είναι η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η μη διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής, περιορισμός συγκρούσεων, εμπάργκο όπλων, στην έκφραση αντίθετης σε κρατικές δραστηριότητες εσωτερική καταστολή, κατάληψη και κατοχή εδαφών και σε πρόσωπα που υπονομεύουν πολιτικές ή ειρηνευτικές διαδικασίες προκειμένου να προστατευτούν οι σκοποί και οι αρχές της Ε.Ε.
Σχετικά με το άρθρο 18 του νομοσχεδίου με το οποίο εισάγεται η δυνατότητα αποκλεισμού κατηγορουμένου από μέρος ή το σύνολο των στοιχείων μιας δικογραφίας, εάν τίθεται σοβαρός κίνδυνος ζωής ή στα θεμελιώδη δικαιώματα άλλου ανθρώπου ή του δημοσίου συμφέροντος και της εθνικής ασφάλειας, ο υφυπουργός είπε ότι αυτό υπήρξε και σε προγενέστερη Οδηγία. Εφαρμόστηκε από το 2014 έως και το 2019, που σιωπηρά καταργήθηκε με τους Κώδικες που ψήφισε την τελευταία συνεδρίαση πριν τις εκλογές του 2019 η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Ο κ. Μπούγας αναγνώρισε πως «είναι μια διάταξη που πράγματι συγκέντρωσε κριτική και την οποία ασφαλώς σκεφτήκαμε πολύ να την εισηγηθούμε με το συζητούμενο σχέδιο νόμου» τονίζοντας ότι « θα εφαρμόζεται και πρέπει να εφαρμόζεται με εξαιρετική προσοχή και φειδώ, σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας και βεβαίως με βάση τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, έτσι ώστε το δικαίωμα του κατηγορουμένου για πρόσβαση στο υλικό της δικογραφίας να μην συνιστά απειλή για τη ζωή, θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα τρίτου ή για την εθνική ασφάλεια».
Ο υφυπουργός είπε ότι θα πρέπει «να γίνεται μια στάθμιση, μεταξύ του βασικού δικαιώματος του κατηγορουμένου, αλλά και των θεμελιωδών δικαιωμάτων τρίτων προσώπων που μπορεί να απειλούνται ή να τίθενται σε κίνδυνο». Στις αντιρρήσεις των κομμάτων της Αντιπολίτευσης επί του άρθρου 18, ο υφυπουργός υπενθύμισε ότι υπάρχει καταφατική νομολογία και από τα ελληνικά δικαστήρια και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου την οποία επιφυλάχθηκε να την καταθέσει στις επόμενες συνεδριάσεις.
Ο κ. Μπούγας, πάντως, προανήγγειλε πως ότι θα υπάρξει νομοθετική διευκρίνηση στη διάταξη με την οποία « η απόφαση περιορισμού του δικαιώματος πρόσβασης στη δικογραφία κατηγορουμένου, θα είναι μια απόφαση δικαστική, όχι από άλλο Όργανο ή Αρχή που δεν θα έχει δικαστική ή εισαγγελική ιδιότητα, δηλαδή από έναν ανακριτικό υπάλληλο».
Δικαστικός Χάρτης
Ο υφυπουργός, απαντώντας σε επικρίσεις της Αντιπολίτευσης σχετικά με την απονομή και την επιτάχυνση των υποθέσεων την δικαιοσύνη ανέφερε ότι συμπληρώνεται ένα έτος από την εμβληματική μεταρρύθμιση της εφαρμογής του Δικαστικού Χάρτη και όπως θα αποδειχθεί από την αποτίμηση που θα υπάρξει «έχουμε καλύτερες συνθήκες απονομής με βάση τα επίσημα στοιχεία, τα οποία θα επικαιροποιηθούν σε λίγες μέρες, ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης, περισσότερους και καταρτισμένους δικαστές καθόσον έχει ολοκληρωθεί όπως γνωρίζετε από τον περασμένο Μάϊο η επιμόρφωση των δικαστών ειδικής επετηρίδας, δηλαδή των ειρηνοδικείων από τη Σχολή Δικαστών και ήδη σε λίγες μέρες θα είναι απολύτως έτοιμοι να δικάζουν όλες τις αστικές υποθέσεις που θα χρεώνονται από τους προϊσταμένους. Έχουμε περισσότερους δικαστικούς υπαλλήλους, καλύτερες κτιριακές υποδομές, ενώ με καλούς ρυθμούς εξελίσσεται η υλοποίηση των ψηφιακών υποδομών»
Ο κ. Μπούγας απέρριψε την «μαύρο βίβλο του ΠΑΣΟΚ για την Δικαιοσύνη» λέγοντας ότι το κόμμα της αξιωματικής Αντιπολίτευσης μιλά «με αφορισμούς, χωρίς κανένα απολύτως στοιχείο» και «αυτό δείχνει την πολύ μεγάλη απόσταση που χωρίζει το ΠΑΣΟΚ από τις πραγματικές συνθήκες και το νομικό κόσμο σήμερα».
Μάλιστα, ο υφυπουργός κάλεσε το ΠΑΣΟΚ να ρωτήσει τους συνδικαλιστές του, για να έχει ένα μέτρο σύγκρισης, ποια κατάσταση επικρατούσε λίγα χρόνια πριν στην ελληνική δικαιοσύνη και ποια είναι η κατάσταση η οποία επικρατεί σήμερα»
Νομικές Ιδιωτικών πανεπιστημίων- Ρύθμιση για νομικά επαγγέλματα
Ο κ. Μπουγάς κληθείς να σχολιάσει τα προγράμματα σπουδών των υπό ίδρυση νομικών σχολών, ανέφερε ότι «ασφαλώς είναι αρμόδιο να απαντήσει και θα απαντήσει το Υπουργείο Παιδείας. Εγώ όμως θα ήθελα να πω, επειδή ποτέ δεν θέλω να αιφνιδιάζω και πάντα προετοιμάζω την εθνική αντιπροσωπεία γι’ αυτά που θα ακολουθήσουν.
Η κυβέρνηση σε μερικές εβδομάδες, θα προτείνει ένα σχέδιο αναμόρφωσης της πρακτικής άσκησης των δικηγόρων και ασφαλώς των εξετάσεων και το σχέδιο αυτό δεν θα αφορά μόνο τους δικηγόρους. Θα αφορά τα νομικά επαγγέλματα, προϋπόθεση για την άσκηση των οποίων είναι το πτυχίο νομικής σχολής. Ασφαλώς οι προτάσεις της κυβέρνησης θα τεθούν σε δημόσια διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και μέχρι το τέλος του έτους. Και ελπίζω να είμαστε έτοιμοι να αναρτήσουμε στη δημόσια διαβούλευση το σχέδιο νόμου για να νομοθετηθεί μέχρι τέλος του έτους ή τους πρώτους μήνες του 2026».
Ο εισηγητής της ΝΔ Βασίλης Υψηλάντης ζήτησε την υπερψήφιση του νομοσχεδίου τονίζοντας ότι «με γνώμονα τη θεσμική σταθερότητα, την ευρωπαϊκή συνοχή και την προστασία του δημόσιου συμφέροντος, στηρίζουμε αυτό το νομοσχέδιο, με τη βεβαιότητα ότι συνιστά μία από τις πλέον σοβαρές και τεκμηριωμένες παρεμβάσεις της παρούσας κοινοβουλευτικής περιόδου».
Ο εισηγητής της ΝΔ επισήμανε ότι με το παρόν σχέδιο νόμου «η χώρα μας καλείται , για μια ακόμη φορά, να επιβεβαιώσει στην πράξη ότι αποτελεί πυλώνα νομιμότητας, ευρωπαϊκής συνέπειας και θεσμικής ευθύνης» Επισήμανε πως δεν πρόκειται «απλώς για μια τυπική ενσωμάτωση κοινοτικής Οδηγίας. Είναι ένα θεσμικό εργαλείο υψηλής εμβέλειας, με σκοπό την προστασία της ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής κυρώσεων, την ποινική θωράκιση έναντι παραβιάσεων περιοριστικών μέτρων και ταυτόχρονα, ενισχύει την εσωτερική έννομης τάξης, μέσα από διατάξεις με ουσιαστικό περιεχόμενο για την απονομή της Δικαιοσύνης».
Ο κ. Υψηλάντης ανέφερε ότι η ενσωμάτωση της Οδηγίας υπηρετεί τον γενικότερο ευρωπαϊκό αγώνα κατά της καταστρατήγησης κυρώσεων, που συνδέονται με σοβαρά γεωπολιτικά ή οικονομικά ζητήματα από αυταρχικά καθεστώτα μέχρι οργανωμένα δίκτυα παραβίασης διεθνών μέτρων. Προβλέπονται τα ποινικά αδικήματα που συνιστούν παραβίαση των περιοριστικών μέτρων της ΕΕ (π.χ. διάθεση κεφαλαίων, παραβίαση απαγορεύσεων εισαγωγών/εξαγωγών, χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις, καταστρατήγηση κ.ά.). Την ποινική ευθύνη φυσικών και νομικών προσώπων.
Οι σχετικές ποινές είναι προσαρμοσμένες σε σχέση με την βαρύτητα των πράξεων. Καθορίζεται, παράλληλα, το νομικό πλαίσιο για την ημεδαπή δικαιοδοσία, ακόμα και σε περιπτώσεις όπου η πράξη τελείται στο εξωτερικό όταν συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Θεμελιώνεται η υποχρέωση συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών και η σύνδεση με δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η Eurojust, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και η Europol. Στο τρίτο μέρος του σχεδίου νόμου, προβλέπονται οι ειδικές διατάξεις που αφορούν την εφαρμογή των διατάξεων της Οδηγίας.
Για τις λοιπές διατάξεις που έχουν συμπεριληφθεί και αφορούν την Ποινική Δικονομία, ο εισηγητής της ΝΔ είπε ότι «επικαιροποιείται η διαδικασία εξαίρεσης δικαστών. Κατοχυρώνεται η περιορισμένη πρόσβαση στη δικογραφία για λόγους εθνικής ασφάλειας ή προστασίας ζωής. Εναρμονίζονται τα δεδομένα προσωρινής κράτησης με το νέο ανώτατο πλαίσιο ποινών. Ρυθμίζονται τα έξοδα σε ποινικές διαταγές. Θεσπίζεται η δυνατότητα έκτακτης μετακίνησης ιατροδικαστών, με εγγυήσεις νομιμότητας. Προβλέπεται η άμεση ισχύς του νόμου με τη δημοσίευσή του, δηλαδή πρόκειται «για ουσιώδεις και όχι δευτερεύουσες ρυθμίσεις, οι οποίες ενισχύουν τη διαφάνεια, την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα του ποινικού συστήματος. Εξασφαλίζεται η λειτουργική ευελιξία σε κρίσιμες υπηρεσίες. Απαντώνται σε σύγχρονες προκλήσεις απονομής της δικαιοσύνης, με τρόπο θεσμικά ισορροπημένο». Ο κ. Υψηλάντης είπε ότι και με το παρόν νομοσχέδιο αποδεικνύεται ότι « η κυβέρνηση της ΝΔ δεν νομοθετεί αποσπασματικά, ούτε ευκαιριακά»
Η εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ Ευαγγελία Λιακούλη ανέφερε πως το νομοσχέδιο αυτό «μας δίνει την δυνατότητα να δούμε από τη μια πως στέκεται η χώρα μας και η ΕΕ μέσα στις προκλήσεις που διαμορφώνει η πολιτική και οικονομική συγκυρία και από άλλη πως τελικά ο χώρος της Δικαιοσύνης λειτουργεί στην πατρίδα μας και εξελίσσεται μέσα από τα ευρωπαϊκά εργαλεία, όπως και πως εμείς αυτά τα χρησιμοποιούμε».
Για την ενσωμάτωση της Οδηγία είπε ότι είναι «ιδιαίτερα επίκαιρή, σε μια εποχή με πολιτική και ιστορική σημασία, καθώς η Ευρώπη καλείται να αποδείξει εμπράκτως ότι οι αποφάσεις της εφαρμόζονται ενιαία και δεσμευτικά. Αποφάσεις κοινής δράσης και πολιτικές. Με κυρώσεις που δεν λειτουργούν τιμωρητικά αλλά κυρίως ως μέσο πίεσης προς όσους καταπατούν το Διεθνές Δίκαιο εισβάλουν σε γειτονικές χώρες, φυλακίζουν αντιφρονούντες, στηρίζουν την διεθνή τρομοκρατία και προσβάλουν τα ανθρώπινα δικαιώματα» με αναφορές τόσο στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όσο και στην παράνομη κατοχή της Κύπρου, υπογραμμίζονται πως « η Οδηγία αυτή δεν είναι μια στεγνή ρύθμιση Ποινική Δικαίου, αλλά μια θεσμική θωράκιση της αποφασιστικότητα της ΕΕ»
Για τις Λοιπές διατάξει, του νομοσχέδιο αυτού είπε η κυριά Λιακούλη «επιφέρουν σοβαρές αλλαγές σε διατάξεις του Ποινικού Κώδικα και της Ποινικής Δικονομίας». Επέκρινε τις συνεχείς αλλαγές στους Κώδικες που κάνει η Κυβέρνηση λέγοντας ότι πολλές από αυτές «αφορούσαν διατάξεις «δωράκια» – όπως εκείνες που αφορούσαν τους πλειστηριασμούς και τα funds – ή ήρθαν για εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της επικαιρότητας και την επικοινωνία της στιγμής.»
Η κυρία Λιακούλη εξέφρασε την έντονη αντίθεσή της για το άρθρο 18 του νομοσχεδίου λέγοντας ότι «έχουμε τον εν δυνάμει αποκλεισμό του κατηγορουμένου από την πρόσβαση στην δικογραφία ή από μέρους της εάν η πρόσβασή τους αυτή ενδέχεται να θέσει σε άμεσο και σοβαρό κίνδυνο τη ζωή ή τα δικαιώματα άλλου ανθρώπου ή τα συμφέροντα του δημοσίου συμφέροντος ή εθνικής ασφάλειας» Πρόκειται, είπε, για μια διάταξη αυστηροποίησης, ενώ αποτελεί και μια απόδειξη του συνεχούς «μπρος – πίσω στους Κώδικες που κάνει η Κυβέρνηση, καθώς αυτό ίσχυε και πριν το 2019». Η διάταξη αυτή, σημείωσε η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ μετά και στο σκάνδαλο των υποκλοπών ακόμα και του Νίκου Ανδρουλάκη «δεν μας πείθει» για τον σκοπό της, αντίθετα « μας εγείρει πολλά ερωτηματικά» σε σχέση με την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η εισηγήτρια της μειοψηφίας, επίσης εξέφρασε την διαφωνία της για την διάταξη που παρέχει την δυνατότητα με Υπουργική Απόφαση για εξαιρετικούς λόγους που αφορούν τις ανάγκες των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών να μπορεί να μετακινούνται Ιατροδικαστές για δύο χρόνια, χωρίς να εφαρμόζεται το πλαίσιο των μεταθέσεων του Κώδικα των Υπαλλήλων. Αυτό, είπε η κυρία Λιακούλη δεν λύνει το πρόβλημα των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών και έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για παραιτήσεις.
Η εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ , παράλληλα επέκρινε την Κυβέρνηση ότι «παρά τα όσα αναφέρει πως η Δικαιοσύνη εκσυγχρονίζεται και εξελίσσεται, η πραγματικότητα είναι ότι τα δομικά της προβλήματα παραμένουν», έχει φέρει «σε περιδίνηση τον χώρο της Δικαιοσύνης» για αυτό «και οι διεθνείς εκθέσεις μας καταβαραθρώνουν». Η πάταξη της πολυνομίας, η επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης είπε η κυρία Λιακούλη «παραμένουν κενό γράμμα». Η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ εμβόλιμα αναφέρθηκε, όπως είπε, στην καταρράκωση των Θεσμών και της υπονόμευσης της Δικαιοσύνης με τους χειρισμούς της Κυβέρνησης σε υποθέσεις όπως των υποκλοπών, τα Τέμπη, του ΟΠΕΚΕΠΕ. Την ακύρωση στην πράξη της εκλογής των δικαστών από τους δικαστές. Ότι η πρεμιέρα του δικαστικού έτους θα γίνει με αποχή των δικηγόρων, αλλά και στις ανησυχίες που υπάρχουν σχετικά με την ποιότητα των νομικών σχολών των ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Ο ειδικός αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ Θεόφιλος Ξανθόπουλος, από την δική του πλευρά για την Οδηγία είπε ότι «η Κυβέρνηση φέρνει και πάλι καθυστερημένα την ενσωμάτωσή μιας κοινοτικής Οδηγίας που θα έπρεπε να έχει ενσωματωθεί, καθώς ο χρόνος ενσωμάτωσης έχει λήξη από τις 20 Μαΐου του 2025». Ο κ. Ξανθόπουλος είπε πως «μου κάνει εντύπωση η εντελώς αποσπασματική, πρόχειρή και θα έλεγα εν πολλοίς ιδιοτελής προσέγγισης του Υπουργείου Δικαιοσύνης στην συγκεκριμένη Οδηγία». Η Οδηγία αυτή, ανέφερε ο αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ «επιταχύνθηκε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία» και «κατά την άποψή μας επιχειρεί να δημιουργήσει ένα ενιαίο πλαίσιο των κυρώσεων που υιοθετεί η ΕΕ κατά άλλων Κρατών ή οντοτήτων», σημειώνοντας ότι θα πρέπει να δοθεί προσοχή και έμφαση στις παρατηρήσεις που γίνονται στην έκθεση ανάλυση της Οδηγίας. Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε εντελώς προσχηματική την δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου που υπήρξε και μάλιστα μέσα σε λίγες ημέρες του Αυγούστου γι’ αυτό έγιναν και μόλις δύο παρατηρήσεις από ένα άτομο και αυτές για την διάταξη που αφορούν την Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Διαφώνησε, όπως τόνισε ο βουλευτής «με την αυτούσια υιοθέτηση ως ποινική νομοθεσία ενός ενωσιακού κειμένου με άλλη φύση, άλλο περιεχόμενο και με άλλο πλαίσιο».
Για τις Λοιπές διατάξεις του σχεδίου νόμου, ο κ. Ξανθόπουλος είπε ότι «για μια ακόμη φορά τροποποιείται του Κώδικες Ποινικής Δικονομίας, σε οκτώ άρθρα τους» και πρόσθεσε «έχουμε σταματήσει να μετρούμε πλέον τις παρεμβάσεις που κάνετε από το 2019 μέχρι σήμερα στους Κώδικες της Ποινικής Δικονομίας και έχουν γίνει κυριολεκτικά κουρελόχαρτο». Ειδικότερα, χαρακτήρισε το άρθρο 18 περί περιορισμού υπό όρους πρόσβαση του κατηγορουμένου στην δικογραφία «ως την πλέον προβληματική διάταξη του νομοσχεδίου που αξίζει να γίνει πολύ μεγάλη αντιπαράθεση και να δούμε τι θα μας πει η Κυβέρνηση. Προφανώς και παραβιάζει το δικαίωμα της ακροάσεως», σημειώνοντας ότι «και για την παλαιότερη ανάλογη διάταξη που υπήρχε στον ΚΠΔ αντιρρήσεις είχαν εκφραστεί από αρκετούς ποινικολόγους και έγκριτους επιστήμονες». Ο τρόπος διατύπωσης της νέας διάταξης, είπε ο αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ «δεν έχει εγγυήσεις, δεν ορίζεται σε πόσο τμήμα της δικογραφίας και για πόσο χρόνο μπορεί να υπάρχει αυτός ο αποκλεισμός λήψης γνώσης του κατηγορουμένου και δεν ορίζεται ποιος δικαστικός λειτουργός θα λαμβάνει αυτή την απόφαση αποκλεισμού». Επίσης, εξέφρασε τη διαφωνία του με τις διατάξεις που αφορούν την Ιατροδικαστική Υπηρεσία, λέγοντας ότι αφήνει ανοικτό το περιθώριο στον Υπουργό να μετακινεί κατά το δοκούν αρεστούς Ιατροδικαστές για την εξυπηρέτηση υποθέσεων.
Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ Μαρία Κομνηνάκα, ανέφερε ότι το κόμμα της θα καταψηφίσει επί της Αρχής το νομοσχέδιο λέγοντας ότι η Οδηγία είναι «κατανοητό ότι στο επίκεντρό της έχει την ιμπεριαλιστική σύγκρουση» και αποκτά «εξαιρετική σημασία σε μια περίοδο που οι ανταγωνισμοί έχουν κορυφωθεί ενόψει της μοιρασιάς της λείας των πολέμων, αποδεικνύοντας το πως καθορίζεται για τους ιμπεριαλιστές – ληστές “η σωστή πλευρά της Ιστορίας”, που καμία σχέση βεβαίως δεν έχει με την σωστή πλευρά για τους λαούς». Επισήμανε ότι οι ευρωβουλευτές του ΚΚΕ καταψήφισαν την πρόταση της Οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε αντίθεση με τους ευρωβουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ που την υπερψήφισαν δείχνοντας ότι στην πραγματικότητα συμπλέουν, ενώ με το «λευκό» τάχθηκαν οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και της Ελληνικής Λύσης. Η Οδηγία αυτή είπε η βουλευτής, είναι «ένα πρόσθετο επαίσχυντο εργαλείο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας της ΕΕ για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και των αστικών κυβερνήσεων που στρέφονται κατά των λαών». Με την Οδηγία αυτή, υπογράμμισε η κυρία Κομνηνάκα ότι «η ΕΕ παρεμβαίνει απροκάλυπτα στο Ποινικό Δίκαιο των Κρατών- μελών της». Για τις Λοιπές διατάξεις, η βουλευτής σχολίασε πως η επαναλαμβανόμενη οξοποίηση των Κωδίκων του Ποινικού Δικαίου «δείχνει τον τρόπο που νομοθετείται», χαρακτηρίζοντας «επικίνδυνη και προβληματική την περιστολή των δικαιωμάτων του κατηγορούμενου με έννοιες που έχουν γίνει λάστιχο…», με το άρθρο 18 του σχεδίου νόμου. Η αγορήτρια του ΚΚΕ, εμβόλιμα άσκησε έντονη κριτική στις εγκρίσεις ίδρυσης νομικών σχολών από ιδιωτικά πανεπιστήμια για την ποιότητα σπουδών, των υπερπληθυσμό που θα δημιουργηθεί αλλά όπως είπε και για τις δυνατότητες παροχής που παρέχεται για « τσάμπα εργασία φοιτητών που θα βγάζουν την λάντζα σε δικηγορικά γραφεία».
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης Βασίλης Γραμμένος, είπε ότι το νομοσχέδιο αυτό «στην πράξη συνιστά μια τυπική και άκριτη μεταφορά ευρωπαϊκών διατάξεων, χωρίς να διασφαλίζεται ότι αυτές θα προσαρμοστούν ουσιαστικά στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και κυρίως της οικονομίας μας». Γίνεται και πάλι «μια αντιγραφή ευρωπαϊκών διατάξεων και κειμένων που δεν εναρμονίζονται με τις ανάγκες του εθνικού μας διακαίου». Η χώρα, είπε ο βουλευτής, «παρουσιάζεται ως ένας απλός θεατής στην εφαρμογή κυρίως “ξένων” νόμων». Μίλησε για «ανύπαρκτη στρατηγική για την ελληνική κοινωνία, την οικονομία και τις ανάγκες των πολιτών. Αντί για την δημιουργία ενός εργαλείου δικαιοσύνης και ασφάλειας, το παρόν νομοσχέδιο κινδυνεύει να γίνει μια γραφειοκρατική και αποξενωτική διαδικασία που υπονομεύει την αξιοπιστία των Θεσμών και την εμπιστοσύνη των πολιτών στο Κράτος Δικαίου»
Ο αγορητής της Ελληνικής Λύσης, εξέφρασε και αυτός από την πλευρά του την έντονη διαφωνία του με το άρθρο 18 του σχεδίου νόμου λέγοντας ότι «εάν δεν έχει δικαίωμα ο κατηγορούμενος να μάθει την δικογραφία που τον αφορά τότε ποιος έχει δικαίωμα;» και αναρωτήθηκε «ποιος άλλος εκτός του κατηγορούμενου είναι εκείνος που θα πρέπει να ξέρει τα στοιχεία της κατηγορίας που του αποδίδεται προκειμένου να αμυνθεί και να ασκήσει τα δικαιώματά του;» Η διάταξη αυτή είπε «για εμάς είναι αδιανόητη. Καταστρατηγεί κάθε έννοια δίκαιης δίκης, δημοκρατίας και δίκαιης Πολιτείας. Είναι μια διάταξη διολίσθησης σε σκοτεινές περιόδους» και ζήτησε την απόσυρσή της.
Ο κ. Γραμμένος επιφυλάχθηκε να μιλήσει εκτενώς στην Ολομέλεια και για το θέμα των «προστατευόμενων μαρτύρων, ποιοι μπορεί να θεωρούνται ως τέτοιοι, αλλά πως μετά στο να μην μπορούν να ξεκουκουλώνονται και να αποκαλύπτονται». Για εμάς, είπε ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης «δεν θα πρέπει να υπάρχουν προστατευόμενοι μάρτυρες, θα πρέπει να έχει όνομα, ταυτότητα και ότι καταγγέλλει να το κάνει επώνυμα».
Ο ειδικός αγορητής της Νέας Αριστεράς Δημήτρης Τζανακόπουλος για την Οδηγία ανέφερε ότι «εκ πρώτης όψεως μοιάζει με μια τεχνική νομοθεσία», αλλά σημείωσε ότι «οι ποινικές κυρώσεις σε περιπτώσεις παραβίασης περιοριστικών όρων αποσκοπούν στην εφαρμογή των στόχων της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης» και θα έπρεπε να συζητήσουμε τον τρόπο με τον οποίο που αυτά τα περιοριστικά μέτρα επιβάλλονται. Η στρατηγική της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, είπε ο κ. Τζανάκοπουλος «αυτή την εποχή είναι να μετατραπεί η Ευρώπη σε πολεμική βιομηχανία και η οικονομία της σε πολεμική». Ο βουλευτής της Νέας Αριστεράς μίλησε για μια εξωτερική πολιτική της Ένωση που έχει δύο μέτρα και δύο σταθμά, άλλα για το Ουκρανικό και άλλα για το Παλαιστινιακό. Εμείς είπε «με την ψήφο μας δεν πρόκειται να επικροτήσουμε αυτή την πολιτική. Απαιτείται μια άλλη στάση από την ΕΕ αλλά και την ελληνική Κυβέρνηση. Εμείς, ακόμα και σε τέτοιες τεχνικές ρυθμίσεις ανοχή δεν πρόκειται να παράσχουμε»
Για τις Λοιπές διατάξεις του νομοσχεδίου, ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι «από εξαίρεση έχουν γίνει κανόνας» οι συνεχείς, πάνω από 20, παρεμβάσεις στους Ποινικούς Κώδικες, «τινάζοντας στον αέρα την δομή τους». Για το άρθρο 18 του σχεδίου νόμου είπε πως «η στάση μας είναι αρνητική σε τέτοιου είδους περιστολής των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου» Για την διάταξη που αφορά την Ιατροδικαστική Υπηρεσία είπε ότι είναι ενδεικτικό « για την κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών που υπάρχει προς τις Υπηρεσίες αυτές αλλά και την Δικαιοσύνη την ευθύνη την έχει αποκλειστικά η Κυβέρνηση για τον τρόπο που έχει εργαλειοποιήσει την Δικαιοσύνη αλλά και την δημόσια διοίκηση»
Ο ειδικός αγορητής της Νίκης Γιώργος Ρούντας είπε ότι για να εισέλθουμε σε μια ουσιαστική συζήτηση του νομοσχεδίου της Κύρωσης της Οδηγίας θα πρέπει πρώτα να αποσυρθεί για επεξεργασία το άρθρο 18 με την μορφή που έχει κατατεθεί «γιατί παραβιάζει θεμελιώδεις έννοιες δικαίου». Για το νομοσχέδιο και την Οδηγία επιφυλάχθηκε να τοποθετηθεί στις επόμενες συνεδριάσεις.
Η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας Ελένη Καραγεωργοπούλου, είπε ότι το παρόν νομοσχέδιο εκτός του μέρους που αφορούν την Οδηγία , «έχουμε άσχετες διατάξεις μεταξύ τους άλλου περιεχομένου και διαφορετικής αρμοδιότητας Υπουργείων» και αναρωτήθηκε «ποιος είναι ο στόχος της Κυβέρνησης για αυτή την κατάθεσης των άσχετων διατάξεων, οι οποίες και δεν τέθηκαν και στην δημόσια διαβούλευση;».
Αναφορικά με την ενσωμάτωση της Οδηγίας, η βουλευτής ανέφερε ότι «παρατηρούμε μια διάχυτη υποκρισία από μέρους της ΕΕ» σημειώνοντας ότι «τα προβλεπόμενα περιοριστικά μέτρα» στην πραγματικότητα είναι σε πλήρη αντίθεση με τις πολιτικές που εφαρμόζει η ΕΕ κατά του Κράτους του Ισραήλ.
Σχετικά με τις Λοιπές διατάξεις του σχεδίου νόμου, η κυρία Καραγεωργοπούλου καταλόγισε νέες παρεμβάσεις της Κυβέρνησης στις Ιατροδικαστικές Υπηρεσίες σύμφωνα με τα συμφέροντα της Κυβέρνησης. Υποστήριξε ότι στο άρθρο 23 του νομοσχεδίου που αφορούν το Εθνικό Κτηματολόγιο και την Κτηματολογική Διαμεσολάβηση δεν έχουμε απλά κάποια νομοθετική παρέμβαση, αλλά επί της ουσίας. Διαφώνησε με την αυστηροποίηση και ποινικοποίηση της υποβάθμισης του περιβάλλοντος με αστικά απορρίμματα που επέρχεται με το άρθρο 24 του νομοσχεδίου μετατοπίζοντας όπως είπε το πρόβλημα στην ατομική ευθύνη. Για το άρθρο 18 υποστήριξε ότι «είναι τραγικό» ότι απογυμνώνονται επί σκοπού τα δικαιώματα των κατηγορούμενων και σε σχέση με πρόσφατες υποθέσεις.
Η Επιτροπή αποφάσισε αύριο, στις 12 το μεσημέρι, να πραγματοποιηθεί η ακρόαση φορέων. Την Δευτέρα να διεξαχθεί η συζήτηση επί των άρθρων και την Τετάρτη η δεύτερη ανάγνωση του σχεδίου νόμου.