16.4 C
Athens

Η Τουρκία του Ερντογάν και το εγκληματικό σύνδρομο της παραίτησης – Γράφει ο Δημήτρης Απόκης

Την ώρα που η πατρίδα μας έχει δεχθεί ένα βαρύτατο πλήγμα ουσιαστικό και από πλευράς εικόνας, λόγω της ανεξέλεγκτης πύρινης λαίλαπας των τελευταίων εβδομάδων, στο παρασκήνιο συνεχίζει να βρίσκεται σε εξέλιξη η εγκληματική, με τον τρόπο που γίνεται, για το εθνικό συμφέρον και την εθνική κυριαρχία, συζήτηση και διαδικασία γύρω από τη διαπραγμάτευση με την Τουρκία, έτσι ώστε να υπάρξει “επίλυση” των διαφορών, που θα οδηγήσει σε ησυχία στο Αιγαίο, με αποτέλεσμα όλοι μας απερίσπαστοι να συνεχίσουμε να ζούμε στον παράλληλο κόσμο μας. Δυστυχώς, η Ελλάδα του σήμερα διακατέχεται από ένα εγκληματικό σύνδρομο παραίτησης.

Του Δημήτρη Γ. Απόκη * 

Τα επιχειρήματα ενάντια σε αυτή την εγκληματική και επιζήμια λογική, έχουν γραφτεί και θα συνεχίσουν να γράφονται το επόμενο διάστημα. Εκείνο όμως που δεν έχει γίνει κατανοητό είναι ότι στη χώρα μας, στην Ευρώπη, τη Δύση ευρύτερα δεν έχει γίνει αντιληπτό ποια πραγματικά είναι η Τουρκία του Ερντογάν και η εξωτερική της πολιτική. Εάν αυτό δεν γίνει κατανοητό, τότε οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια στον τοίχο και σε αποτελέσματα τραγικά για το μέλλον της πατρίδας μας.

Τραγικό, αλλά για την Ελληνική πολιτική ελίτ, και για την πλειοψηφία της πολιτικής ελίτ της Δύσης, η τουρκική εξωτερική πολιτική είναι εξαιρετικά περίπλοκη, με αποτέλεσμα να μην αντιμετωπίζεται με τον ρεαλισμό και τη συνταγή που της αρμόζει.

Είναι σαφές ότι οι εν λόγω ελίτ αδυνατούν να αντιληφθούν ότι ο πειρατής του διεθνούς δικαίου, πρόεδρος της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, είναι ένας ιδεολόγος πιστά προσηλωμένος σε μια νέο-οθωμανική εξωτερική πολιτική. Η φιλοδοξία του, είναι να κάνει την Τουρκία, πάλι, παγκόσμια δύναμη, όπως ήταν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Φιλοδοξεί, επίσης, ως καθαρός ισλαμιστής, να καταστήσει την Τουρκία, ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου.

Για να πετύχει αυτούς τους φιλόδοξους στόχους του, ακολουθεί μια φιλόδοξη, παρεμβατική εξωτερική πολιτική στη Συρία, τη Λιβύη, στη σύγκρουση Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν και στην υποσαχάρια Αφρική.

Την ίδια στιγμή, και ας ενοχληθούν κάποιοι, η ψυχρή και ρεαλιστική πραγματικότητα είναι, ότι ο Ερντογάν είναι πραγματιστής και προϊόν μιας κουλτούρας που έχει τεράστια παράδοση στην τέχνη της διαπραγμάτευσης.

Έχει πλήρη αντίληψη, ότι η Τουρκία είναι μια χώρα με μεγάλες δυνατότητες και μεγάλες αδυναμίες. Έχει πληθυσμό 85 εκατομμυρίων ανθρώπων, ισχυρό στρατό, τον δεύτερο μεγαλύτερο στο ΝΑΤΟ και στρατηγική θέση που την καθιστά πλεονέκτημα για κάθε πιθανό σύμμαχο. Ταυτόχρονα, η οικονομία της είναι αδύναμη και βρίσκεται σε μια επικίνδυνη γειτονιά. Στη γειτονιά της βρίσκονται η Ρωσία και το Ιράν, δύο μεγάλες δυνάμεις. Συνορεύει με τη Συρία, ένα αποτυχημένο κράτος, αλλά ένα κράτος που δίνει καταφύγιο σε Κούρδους, που οι περισσότεροι Τούρκοι πιστεύουν ότι αποτελούν απειλή για το τουρκικό κράτος, λόγω της μεγάλης κουρδικής μειονότητας.

Το τελευταίο διάστημα το ερώτημα που κυριαρχεί στους κόλπους της Δύσης είναι εάν η Τουρκία θα είναι ένα σταθερό μέλος του ΝΑΤΟ; Ή μήπως ρέπει προς μια de facto συμμαχία με τον άξονα, Ρωσίας, Κίνας και Ιράν;

Εκείνο που αδυνατούν να καταλάβουν και να αντιμετωπίζουν οι δυτικές ελίτ, είναι ότι η απάντηση είναι: και τα δύο. Η Τουρκία παίζει ένα περίπλοκο παιχνίδι εξισορρόπησης. Εδώ και αρκετό διάστημα, δεν είναι σταθερό μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά είναι μέλος του ΝΑΤΟ και δεν έχει καμία πρόθεση να φύγει. Η στρατηγική της Τουρκίας του Ερντογάν, είναι και το κάνει, να χρησιμοποιήσει το ΝΑΤΟ για τους δικούς της σκοπούς. Την ίδια στιγμή όμως, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, μπορεί να αποδειχθεί καλός και πιστός σύμμαχος, εάν αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντα της.

Μετά από μήνες επιμονής ότι αντιτίθεται στην είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, για παράδειγμα, ο Ερντογάν έκανε μια μεταστροφή στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας και συμφώνησε να αφήσει τη Σουηδία να γίνει μέλος. Η απόφαση πρέπει να εγκριθεί από την τουρκική εθνοσυνέλευση, η οποία πρόκειται να διακόψει τις εργασίες της για το καλοκαίρι. Η Τουρκία απαιτεί, επιπλέον, η Σουηδία να κάνει περισσότερα για να καταστείλει οργανώσεις που η Τουρκία θεωρεί τρομοκράτες. Επιπλέον, θέλει σουηδική υποστήριξη για τη διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Εν ολίγοις, περισσότερες διαπραγματεύσεις για την είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.

Η οικονομία, ωστόσο, είναι ίσως το βασικό πρόβλημα του Ερντογάν. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας έχει φτάσει σε επίπεδο ρεκόρ και ο Ερντογάν ελπίζει σε αμερικανικές και ευρωπαϊκές επενδύσεις. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την άμβλυνσή του για τη Σουηδία, την είσοδο της οποίας στο ΝΑΤΟ επιθυμούσε διακαώς η Αμερική και άλλα μέλη της συμμαχίας. Και βέβαια, η Τουρκία ζούσε και ζει από την μαύρη οικονομία της.

Ας έρθουμε στη Ρωσία. Η ιστορική πορεία των δυο χωρών, χαρακτηρίζεται από δυο πολέμους μεταξύ τους. Παρόλα αυτά, σήμερα τις ενώνουν κοινά συμφέροντα κατά της Δύσης και όχι μόνον. Η Τουρκία μπορεί να είναι μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά δεν έχει κανένα πρόβλημα να συνεργαστεί με τη Ρωσία. Από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι Ρώσοι, από φυγάδες μέχρι επιχειρηματίες, έχουν συρρεύσει στην Τουρκία, συχνά αγοράζοντας ακίνητα ή ανοίγοντας επιχειρήσεις. Το αποτέλεσμα βοήθησε τη βυθιζόμενη οικονομία της Τουρκίας, αν και σίγουρα όχι αρκετά για να τη φέρει στον αφρό. Το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο είναι απαραίτητα για την τουρκική οικονομία. Η Ρωσία επωφελείται από την προθυμία της Τουρκίας να κάνει παιχνίδι, παρά τις κυρώσεις. Λέγεται ότι πολλές δυτικές επιχειρήσεις έχουν ανοίξει γραφεία στην Τουρκία με την ελπίδα να παρακάμψουν τις κυρώσεις και να συναλλάσσονται με τη Ρωσία.

Έπειτα, υπάρχουν ζητήματα ασφάλειας. Η Τουρκία έχει προμηθεύσει μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην Ουκρανία, αλλά όχι σε επαρκή αριθμό για να απειλήσει πολύ τη Ρωσία. Εν τω μεταξύ, η Ρωσία έχει σημαντική παρουσία στη Συρία, όπου υποστηρίζει το καθεστώς Άσαντ. Η Ρωσία αντιτίθεται στους Κούρδους μαχητές τους οποίους η Τουρκία θεωρεί απειλή – μαχητές τους οποίους υποστηρίζει η Ουάσιγκτον. Με βάση την αρχή ότι ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου, η Τουρκία και η Ρωσία είναι σύμμαχοι στη Συρία. Η Τουρκία και η Αμερική, όχι τόσο πολύ. Η Τουρκία και η Ρωσία έχουν μια μακροχρόνια εχθρότητα. Έχουν λόγο να μην εμπιστεύονται ο ένας τον άλλον, αλλά προς το παρόν, έχουν αμοιβαίο συμφέρον να κάνουν συμφωνίες.

Όσο για την Κίνα, συμβάλλει επίσης σημαντικά στην τουρκική οικονομία. Η Τουρκία, με τη σειρά της, αποσιωπά κάθε διαμαρτυρία σχετικά με τη μεταχείριση της τουρκικής μειονότητας από την Κίνα, των Ουιγούρων.

Η Τουρκία και το Ιράν είναι γείτονες με αντικρουόμενα συμφέροντα στο Αζερμπαϊτζάν, το Ιράκ και τη Συρία. Αλλά μοιράζονται μια αντίθεση στον κουρδικό εθνικισμό. Πέρα από τα κοινά σύνορα, έχουν τεράστιες εμπορικές σχέσεις. Επιπλέον, έχουν μακρά παράδοση ειρηνικών σχέσεων, οπότε διατηρούν μια αξιοπρεπή αν και επιφυλακτική σχέση.

Η Τουρκία του Ερντογάν, ισορροπεί συνειδητά μεταξύ ΝΑΤΟ – Ρωσίας- Ανατολής,  στρέφοντας αποκλειστικά προς Ευρασία.

Εν ολίγοις, η τουρκική εξωτερική πολιτική είναι ένα φιλόδοξο και μερικές φορές επιθετικό μείγμα ιδεολογίας και πραγματισμού, με τα οικονομικά δεινά και την εσωτερική πολιτική να παίζουν καθοριστικό ρόλο. Η Τουρκία συνεχώς ισορροπεί, διαπραγματεύεται και πιέζει. Είναι κάτι λιγότερο από ένα σταθερό μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά παίρνει τη συμμαχία στα σοβαρά παίζοντας έξυπνα. Ταυτόχρονα, δεν διστάζει να συνάψει τις δικές της συμφωνίες με τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν.

Αυτή είναι η πραγματική εικόνα, την οποία η υφιστάμενη ελληνική πολιτική ελίτ, αλλά και η πλειοψηφία της δυτικής ελίτ, αδυνατεί ή τουλάχιστον προσποιείται πως αδυνατεί να κατανοήσει, επιτρέποντας στον πειρατή του διεθνούς δικαίου Ερντογάν, όχι μόνο να επιβιώνει, αλλά αργά και σταθερά να αποκομίζει κέρδη.

Και ερχόμαστε στην επικίνδυνη πορεία, που φαίνεται να έχουν αποφασίσει κάποιοι, εντός και εκτός συνόρων, να βάλουν την Ελλάδα, το μόνο παίκτη, που δεν φαίνεται να το καταλαβαίνει, αλλά έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει τη μπλόφα του Ερντογάν και να τον στριμώξει. Διότι πολύ απλά, βρίσκεται στην ίδια κρίσιμη γειτονιά, έχει απεριόριστες δυνατότητες, είναι ξεκάθαρα δυτική χώρα και σύμμαχος του ΝΑΤΟ, και τα συμφέροντα της συμβαδίζουν πέρα από την Αμερική και την Ευρώπη, με χώρες κλειδιά στην περιοχή.

Κάποιοι λοιπόν, αντί να εφαρμόσουν αυτή την επωφελή για την πατρίδα, το εθνικό συμφέρον, την προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας και ναι τη Δύση ευρύτερα, δείχνουν αποφασισμένοι να καταστήσουν την Ελλάδα, γιουσουφάκι στις επιδιώξεις και τα τερτίπια του πειρατή Ερντογάν, αγνοώντας το casus belli, την αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας, βάζοντας στο ράφι το Κυπριακό, παίζοντας στα ζάρια της εγκληματικής ανοησίας το μέλλον της πατρίδας.

Αυτό το σύνδρομο της παραίτησης, δεν αντέχεται και δεν πρέπει να περάσει.

*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ