Της Elizabeth Burgos (*)
Η διαχωριστική γραμμή στη Λατινική Αμερική δεν είναι απλώς Δεξιά-Αριστερά. Πρόκειται για μια επιλογή απέναντι στην απόπειρα επανίδρυσης των χωρών με αλλαγή των Συνταγμάτων τους. Αυτό ξεκίνησε στη Βενεζουέλα μετά το τέλος του δόγματος του ένοπλου αγώνα. Όταν έπεσε η Σοβιετική Ένωση, ο Κάστρο κατάλαβε ότι έπρεπε να περάσει σε ένα άλλο στάδιο. Αποφάσισε λοιπόν να χρησιμοποιήσει τη δημοκρατία ως εργαλείο μιας δυναμικής της εξουσίας που είναι συνδεδεμένη με τη σοβιετική, και στη συνέχεια ρωσική κληρονομιά. Αφού οι λαοί ήθελαν δημοκρατία, θα τους την έδιναν με νέα Συντάγματα, χωρίς όμως τη δημοκρατική τους ουσία. Ήταν ένας ελιγμός για να συνεχιστεί αυτό που αποκαλώ «συνταγματικός ολοκληρωτισμός». Και αυτό μεταφράστηκε στην καθημερινή ζωή με την κατάρρευση της οικονομίας και τη γενίκευση της φτώχειας.
Είναι απλό: η Βενεζουέλα, τρίτη πετρελαϊκή δύναμη στον κόσμο, δεν έχει ούτε πετρέλαιο ούτε φυσικό αέριο, ενώ κάποτε έκανε εξαγωγές. Η Βολιβία είχε την ίδια τύχη. Δεν πρόκειται για ζήτημα Δεξιάς ή Αριστεράς, αλλά για την απλή λογική στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων.
Ο Χοσέ Αντόνιο Καστ εξελέγη πρόεδρος με το μεγαλύτερο ποσοστό στην ιστορία της Χιλής. Η νίκη αυτή έρχεται μετά τις διαδηλώσεις κατά της φιλελεύθερης κυβέρνησης του Σεμπαστιάν Πινιέρα, που δεν ήταν αυθόρμητες, δυνάμεις της άκρας Αριστεράς ήθελαν να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση. Στη συνέχεια, ο Γκαμπριέλ Μπόριτς κέρδισε τις εκλογές χάρις σε μια συμμαχία της δημοκρατικής Αριστεράς με τη μη δημοκρατική άκρα Αριστερά. Αλλά η απόρριψη του νέου, πολύ προοδευτικού, Συντάγματος τον Σεπτέμβριο του 2022 άνοιξε τον δρόμο για την εκλογική ήττα αυτής της συμμαχίας.
Η υπόσχεση του Καστ ότι θα μειώσει δραστικά τις δημόσιες δαπάνες δεν αποτελεί ένδειξη ενός λαϊκιστικού κύματος. Οι τηλεφωνικές συνομιλίες μεταξύ Μπόριτς και Καστ αποτυπώνουν τη δημοκρατική παράδοση της Χιλής. Ο Καστ απαγόρευσε στους οπαδούς του να αποδοκιμάσουν την αντίπαλό του, τη Ζανέτ Χάρα, την οποία επαίνεσε για τον τρόπο που υπερασπίστηκε τις ιδέες της. Ο νικητής των εκλογών δεν είναι ένας πινοσετιστής της ακροδεξιάς. Διαπνέεται από ρεπουμπλικανικές αξίες. Θα μπορούσαμε να τον συγκρίνουμε με τον Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν. Η συμμαχία που δημιούργησε θυμίζει το σύμφωνο που είχε συνάψει ο Ρομούλο Μπετανκούρ το 1959 στη Βενεζουέλα και επέτρεψε 40 χρόνια δημοκρατίας. Η Χιλή είναι μια χώρα πολύ μοντέρνα και πολύ δημοκρατική. Δεν γνώρισε ποτέ αντάρτικο, όπως οι περισσότερες λατινοαμερικάνικες χώρες, και δεν ακολούθησε την καστρική γραμμή της ένοπλης πάλης. Ακόμη κι ο Σαλβαδόρ Αλιέντε, που δεν κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία, αναγορεύτηκε σε πρόεδρο από το Κονγκρέσο.
Οι Χιλιανοί θέλουν ασφάλεια, διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης, βελτίωση της δημόσιας υγείας και της παιδείας. Δεν υπάρχει θέμα διάλυσης του κοινωνικού κράτους. Το πρόβλημα ήταν η χαλάρωση στο πεδίο της ασφάλειας. Ξεχνάμε συχνά ότι ένα μέρος των μεταναστών από τη Βενεζουέλα συνδέεται με ολοκληρωτικά σχέδια. Η Χιλή γνωρίζει σήμερα μια πρωτοφανή αύξηση της εγκληματικότητας που συνδέεται με το εμπόριο ναρκωτικών. Το φαινόμενο αυτό εντάσσεται σε μια στρατηγική αποδυνάμωσης των θεσμών, και κυρίως της αστυνομίας. Οι φτωχοί Βενεζουελάνοι φεύγουν από τη φτώχεια και την καταστολή, μια μειοψηφία όμως σπέρνει την αταξία.
Το προηγούμενο κύμα εκλογών στη Λατινική Αμερική, όπου νικούσαν προσωπικότητες της Αριστεράς, έδειχνε μια πολιτική βούληση ευθυγράμμισης με την Κούβα. Αυτό τελείωσε. Δείτε πώς μιλάει ο νέος πρόεδρος της Βολιβίας: τέρμα τα συνθήματα «πατρίδα ή θάνατος», ήλθε η ώρα για το έθνος, την οικογένεια, την παιδεία και την επιστροφή της συνταγματικής τάξης.
(*) H Elizabeth Burgos είναι ιστορικός, ανθρωπολόγος και συγγραφέας από τη Βενεζουέλα
(Πηγή: συνέντευξη στη Figaro)


