Μήνυση και αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση κατέθεσε χθες, Δευτέρα, ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατά του BBC, του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα της Βρετανίας, διεκδικώντας αποζημίωση τουλάχιστον 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αφορμή αποτέλεσε η μετάδοση μονταρισμένων αποσπασμάτων ομιλίας του στις 6 Ιανουαρίου 2021, λίγο πριν από την επίθεση υποστηρικτών του στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο στην Ουάσιγκτον.
Με αυτή την κίνηση, ο Τραμπ ανοίγει για πρώτη φορά διεθνές μέτωπο στη μακροχρόνια αντιπαράθεσή του με μέσα ενημέρωσης, τα οποία κατηγορεί για ψευδή ή μεροληπτική κάλυψη εις βάρος του.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο τρόπος που έγινε το μοντάζ των αποσπασμάτων τον εμφάνιζε να καλεί τους οπαδούς του να μεταβούν στο Κογκρέσο και να δώσουν «κολασμένη μάχη», ενώ είχε αφαιρεθεί η φράση με την οποία ζητούσε η κινητοποίηση να είναι ειρηνική. Τα επίμαχα αποσπάσματα μεταδόθηκαν πριν από την αιματηρή εισβολή στο Καπιτώλιο, που στόχο είχε να εμποδίσει την τυπική επικύρωση της νίκης του δημοκρατικού αντιπάλου του, Τζο Μπάιντεν, στις προεδρικές εκλογές του 2020.
Το BBC έχει ήδη ζητήσει δημόσια συγγνώμη από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, αναγνωρίζοντας ότι υπήρξε σφάλμα κρίσης και παραδεχόμενο πως το μοντάζ δημιουργούσε την εσφαλμένη εντύπωση ότι κάλεσε άμεσα σε άσκηση βίας. Παρ’ όλα αυτά, ξεκαθάρισε ότι δεν θεωρεί πως υφίσταται νομική βάση για την αγωγή.
Ο βρετανικός δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας χρηματοδοτείται μέσω υποχρεωτικού τέλους των τηλεθεατών, γεγονός που –όπως επισημαίνουν νομικοί στη Βρετανία– καθιστά ενδεχόμενη καταβολή αποζημίωσης πολιτικά ιδιαίτερα βαριά, πέρα από το οικονομικό κόστος.
Παραιτήσεις
Αντιμέτωπη με κρίση που συγκαταλέγεται στις σοβαρότερες στα 103 χρόνια της ιστορίας του, η διοίκηση του BBC ανακοίνωσε ότι δεν προτίθεται να μεταδώσει ξανά το επίμαχο ντοκιμαντέρ σε καμία από τις πλατφόρμες του.
Η διαμάχη γύρω από το μονταρισμένο απόσπασμα, το οποίο προβλήθηκε από την εκπομπή Panorama λίγο πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2024 στις ΗΠΑ, πυροδότησε σοβαρή κρίση δημοσίων σχέσεων, με αποκορύφωμα τις παραιτήσεις δύο κορυφαίων στελεχών του δικτύου.
Οι δικηγόροι του κ. Τραμπ υποστηρίζουν ότι το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ προκάλεσε σοβαρό πλήγμα στην υπόληψη και τη φήμη του, καθώς και τεράστια οικονομική ζημία.
Το ενδιαφέρον εντάθηκε περαιτέρω όταν διέρρευσε εσωτερικό έγγραφο του BBC, συνταγμένο από εξωτερικό ελεγκτή για θέματα προτύπων και δεοντολογίας, το οποίο διατύπωνε ανησυχίες για τον τρόπο επεξεργασίας του υλικού, στο πλαίσιο ευρύτερης έρευνας για «προκαταλήψεις» στο δημόσιο δίκτυο.
Η επίμαχη εκπομπή δεν προβλήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Εκτιμάται ότι ο Ντόναλντ Τραμπ κατέθεσε τη μήνυση και την αγωγή στις ΗΠΑ, καθώς στη Βρετανία οι σχετικές προσφυγές πρέπει να γίνονται εντός ενός έτους από τη δημοσίευση, προθεσμία που έχει ήδη παρέλθει από τη μετάδοση του συγκεκριμένου επεισοδίου του Panorama.
Για να υπερκεράσουν τις συνταγματικά κατοχυρωμένες ελευθερίες του λόγου και του Τύπου στις ΗΠΑ, οι δικηγόροι του αμερικανού προέδρου θα πρέπει να αποδείξουν όχι μόνο ότι το μοντάζ δημιούργησε ψευδή και δυσφημιστική εικόνα, αλλά και ότι το BBC παραπλάνησε εσκεμμένα το κοινό του ή ενήργησε με αδιαφορία για τις συνέπειες.
Από την πλευρά του, το BBC ενδέχεται να υποστηρίξει ότι το ντοκιμαντέρ ήταν ουσιαστικά ακριβές, ότι το μοντάζ δεν παρήγαγε ψευδή εντύπωση και ότι η προβολή του δεν έπληξε τη φήμη του κ. Τραμπ, σύμφωνα με νομικούς αναλυτές.
Υπενθυμίζεται ότι αμερικανικά μέσα ενημέρωσης έχουν επιλέξει στο παρελθόν εξωδικαστικούς συμβιβασμούς, καταβάλλοντας αποζημιώσεις στον κ. Τραμπ μετά από αγωγές που άσκησε έπειτα από την εκλογική του νίκη τον Νοέμβριο του 2024.
Ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος έχει κινηθεί νομικά, μεταξύ άλλων, κατά των εφημερίδων New York Times και Wall Street Journal, καθώς και τοπικής εφημερίδας στην Άιοβα, με όλες τις πλευρές να αρνούνται τις κατηγορίες.


