Το 2026 αναμένεται να ληφθούν οι τελικές επενδυτικές αποφάσεις για την υλοποίηση δύο κομβικών ενεργειακών έργων για την Ελλάδα και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη: του δεύτερου πλωτού σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη και της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Αιγύπτου. Αυτό υπογράμμισε σε δηλώσεις του ο πρόεδρος του Ομίλου Κοπελούζου, Δημήτρης Κοπελούζος, σημειώνοντας ότι και τα δύο έργα ενισχύουν τον ρόλο της χώρας ως προμηθευτή ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην ηλεκτρική διασύνδεση με την Αίγυπτο, τονίζοντας ότι μπορεί να εξασφαλίσει σημαντικά χαμηλότερο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, προσδίδοντας στην Ελλάδα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αντίστοιχο με εκείνο που είχε η Γερμανία πριν την εισβολή στην Ουκρανία, όταν εισήγαγε ρωσικό φυσικό αέριο σε τιμές 17% χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Οι νέες ενεργειακές ανάγκες της περιοχής
Στο υπόβαθρο των δύο έργων βρίσκονται οι αυξημένες ενεργειακές απαιτήσεις που διαμορφώνονται από:
-
την απόφαση της ΕΕ για πλήρη απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου έως το τέλος του 2027,
-
την άνοδο της ζήτησης λόγω οικονομικής ανάπτυξης στη ΝΑ Ευρώπη και της λήξης του πολέμου στην Ουκρανία,
-
το κλείσιμο των ανθρακικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, τουλάχιστον στις χώρες-μέλη της ΕΕ.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η απόσυρση του ρωσικού αερίου σε συνδυασμό με την αυξημένη κατανάλωση δημιουργεί πρόσθετες ανάγκες άνω των 30 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ετησίως. Η Ελλάδα, με τις υφιστάμενες και τις υπό ανάπτυξη υποδομές, θα μπορεί να εξάγει έως 10 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως:
-
5 δισ. μέσω του ελληνοβουλγαρικού αγωγού,
-
3,5 δισ. από το σημείο εξόδου στο Σιδηρόκαστρο,
-
1,5 δισ. μέσω της υπό κατασκευή διασύνδεσης με τη Βόρεια Μακεδονία.
Ο κ. Κοπελούζος εκτίμησε ότι ακόμη και μετά το τέλος του πολέμου θα είναι εξαιρετικά δύσκολη η γρήγορη επαναφορά των εισαγωγών ρωσικού αερίου, καθώς έχει χαθεί η εμπιστοσύνη, ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν ήδη επιβαρυνθεί τόσο από τις αυξημένες τιμές ενέργειας όσο και από το κόστος στήριξης της Ουκρανίας, επενδύοντας παράλληλα μεγάλα ποσά σε υποδομές LNG.
Δεύτερο FSRU στην Αλεξανδρούπολη
Ο Όμιλος Κοπελούζου, μέσω της Gastrade (με τη συμμετοχή των ΔΕΣΦΑ, ΔΕΠΑ, Bulgartransgaz και Gaslog), λειτουργεί ήδη πλωτή μονάδα LNG ανοιχτά της Αλεξανδρούπολης και εξετάζει την κατασκευή δεύτερης μονάδας, όπως και άλλοι ενεργειακοί όμιλοι. Ο κ. Κοπελούζος επισήμανε ότι η νέα μονάδα θα είναι ακριβότερη, λόγω της αύξησης του κόστους κατασκευής, που εκτιμάται στα 650 εκατ. ευρώ, έναντι 490 εκατ. ευρώ για την πρώτη, αλλά και λόγω της απουσίας επενδυτικής επιδότησης, η οποία στην πρώτη μονάδα έφτασε τα 226 εκατ. ευρώ. Ως αποτέλεσμα, αναμένονται υψηλότερες ταρίφες χρήσης.
Για τον λόγο αυτό, υπογράμμισε την ανάγκη μείωσης του κόστους διέλευσης του φυσικού αερίου προς τον Βορρά από τους διαχειριστές των συστημάτων μεταφοράς. Παράλληλα, βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις με πιθανούς εταίρους, χρηματοδότες –μεταξύ αυτών τράπεζες και το αμερικανικό κεφάλαιο DFC– καθώς και με μελλοντικούς πελάτες. Εξετάζεται επίσης η αναβάθμιση της υφιστάμενης μονάδας, ώστε η δυναμικότητά της να αυξηθεί από 5,5 σε 6,5 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως.
Ηλεκτρική διασύνδεση με Αίγυπτο
Σε ό,τι αφορά τη διασύνδεση Ελλάδας – Αιγύπτου, σχετική μελέτη δείχνει ότι μπορεί να επιφέρει μείωση της χονδρικής τιμής ηλεκτρικής ενέργειας κατά 21 ευρώ ανά μεγαβατώρα στην ελληνική αγορά. Η συνολική επένδυση, ύψους 13 δισ. ευρώ, περιλαμβάνει –εκτός από το καλώδιο– και μονάδες ΑΠΕ στην Αίγυπτο, κυρίως αιολικά, αλλά και φωτοβολταϊκά και μπαταρίες, που θα τροφοδοτούν τη διασύνδεση.
Ο Όμιλος έχει ήδη υπογράψει μνημόνια πώλησης ενέργειας με 48 μεγάλες βιομηχανίες, κυρίως ελληνικές αλλά και βαλκανικές. Τέλος, τονίστηκε ότι η μείωση του ενεργειακού κόστους θα ενισχύσει τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ θα καταστήσει εφικτές νέες επενδύσεις σε ενεργοβόρες βιομηχανίες και data centers, που έχουν αυξημένες ενεργειακές ανάγκες.


