Το γεωπολιτικό τοπίο της Ευρώπης χαρακτηρίζεται από κλιμακούμενες εντάσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσίας. Αυτό που ξεκίνησε ως πόλεμος διά αντιπροσώπων στην Ουκρανία έχει εξελιχθεί σε ευρύτερη αντιπαράθεση, με ρητορική και ενέργειες που υποδηλώνουν πιθανή μετάβαση από τον υβριδικό στον άμεσο πόλεμο. Παρατηρούμε μια έκρηξη εξοπλισμών, εμπρηστικές δηλώσεις που προαναγγέλλουν επικείμενη σύγκρουση με τη Ρωσία και τη βαθιά ρωγμή μεταξύ των ευρωπαϊκών ελίτ και της Ουάσινγκτον. Οι εξελίξεις αυτές όχι μόνο αυξάνουν τον κίνδυνο λανθασμένων υπολογισμών αλλά απειλούν να επιδεινώσουν περαιτέρω την ήδη εύθραυστη ευρωπαϊκή οικονομία.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη*

Η πρωτοβουλία «ReArm Europe» της ΕΕ επιδιώκει να κινητοποιήσει έως και 800 δισ. ευρώ, δίνοντας έμφαση στην αυτονομία από αμερικανικούς προμηθευτές όπλων, ενώ η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ το 2025 ενίσχυσε τον νέο στόχο του 5 % του ΑΕΠ. Οι ΗΠΑ έχουν θέσει τελεσίγραφο μέχρι το 2027: η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος των συμβατικών δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ. Αυτή η στροφή δείχνει ότι η Ευρώπη δεν αρκείται πλέον στην αποτροπή μέσω συμμαχίας, αλλά προσπαθεί να χτίσει επιθετικές ικανότητες, με κίνδυνο αυτοεκπληρούμενης προφητείας κλιμάκωσης.
Βρισκόμαστε ενώπιον ενός παιχνιδιού στις παρυφές του γκρεμού. Η ρητορική και από τις δύο πλευρές έχει φτάσει σε επίπεδα Ψυχρού Πολέμου. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν δηλώνει επανειλημμένα ότι η Ρωσία είναι «έτοιμη τώρα» για πόλεμο αν η Ευρώπη τον ξεκινήσει, ενώ ανώτεροι αξιωματούχοι του Κρεμλίνου κατηγορούν τη Δύση ότι παρατείνει τον πόλεμο για κέρδος. Από την άλλη, ο ανώτατος στρατιωτικός διοικητής του ΝΑΤΟ περιγράφει τη Ρωσία σε «προπολεμική λειτουργία», ευρωπαϊκά έγγραφα στρατηγικής χαρακτηρίζουν τη Ρωσία ως τον αρχιτέκτονα της «μοιραίας κρίσης ασφαλείας του 2030», ενώ ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι αρνείται εδαφικές παραχωρήσεις και προειδοποιεί για ρωσικές βλέψεις στα Βαλτικά. Αυτή η αμοιβαία δαιμονοποίηση εξαλείφει τις διπλωματικές διεξόδους και μετατρέπει την Ουκρανία από περιφερειακή διαφορά σε ηπειρωτικό σημείο ανάφλεξης.
Το διαφαινόμενο Διατλαντικό Διαζύγιο, με εμφανές το βαθύ ρήγμα μεταξύ ευρωπαϊκών ελίτ και Ουάσινγκτον, αποτελεί τον πλέον αποσταθεροποιητικό παράγοντα.
Η Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας της κυβέρνησης Τραμπ (Δεκέμβριος 2025) χαρακτηρίζει την Ευρώπη –όχι τη Ρωσία– ως τον κύριο «κακό» της παγκόσμιας αστάθειας, κατηγορώντας τις Βρυξέλλες ότι μπλοκάρουν τις ειρηνευτικές πρωτοβουλίες των ΗΠΑ στην Ουκρανία και υποστηρίζοντας ανοιχτά πατριωτικά – εθνικά κινήματα ως αντίβαρο στον «παγκοσμιοποιητικό ελιτισμό».
Ευρωπαίοι ηγέτες αντιδρούν με ανησυχία, προειδοποιώντας κατά της αμερικανικής «παρέμβασης», ενώ η Μόσχα χαιρετίζει τη στρατηγική ως «κοινή αντίληψη».
Οι αμερικανικοί δασμοί και η αίσθηση εγκατάλειψης της Ουκρανίας αφήνουν τις Βρυξέλλες να αντιμετωπίσουν τον Πούτιν χωρίς την πλήρη στήριξη των ΗΠΑ, μετατρέποντας την «στρατηγική αυτονομία» από όραμα σε αναγκαστική απομόνωση.
Οι εντάσεις αυτές έρχονται σε μια εξαιρετικά εύθραυστη στιγμή για την ευρωπαϊκή οικονομία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ανάπτυξη μόλις 1,2 % για τη ζώνη του ευρώ το 2025, με υποτονική δημιουργία θέσεων εργασίας, επίμονο πληθωρισμό και ευπάθεια σε αμερικανικούς δασμούς. Οι αμυντικές δαπάνες, ενώ θεωρητικά τονωτικές, εκτρέπουν πόρους από αλλά αναπτυξιακά προγράμματα και την κοινωνική πρόνοια, διογκώνοντας τα ελλείμματα.
Μια πλήρους κλίμακας σύγκρουση με τη Ρωσία θα προκαλούσε ενεργειακά σοκ σαν του 2022, θα εκτίνασσε το κόστος και θα μηδένιζε τα εναπομείναντα 100 δισ. ευρώ ετήσιου εμπορίου ΕΕ-Ρωσίας. Σε συνδυασμό με την αποσύνδεση από τις ΗΠΑ, κάτι τέτοιο θα βύθιζε την ευρωζώνη σε ύφεση, διαβρώνοντας την εμπιστοσύνη προς τις Βρυξέλλες.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, ωστόσο, είναι ότι αυτή η αντιπαράθεση είναι σε μεγάλο βαθμό περιττή. Οι ευρωπαϊκοί εξοπλισμοί και η ρητορική, αποκομμένοι από την αμερικανική συγκράτηση, κινδυνεύουν να προκαλέσουν έναν πόλεμο που δεν λύνει καμία βασική διαφορά –ούτε τα σύνορα της Ουκρανίας ούτε τις ρωσικές παρανοϊκές ανησυχίες ασφαλείας– ενώ εκθέτει την ήπειρο σε υβριδική ή συμβατική καταστροφή.
Η αποκλιμάκωση μέσω, επιτέλους, μιας σοβαρής στρατηγικής ευρωπαϊκής ασφάλειας, που θα σέβεται την εθνική ταυτότητα και το εθνικό συμφέρον των κρατών μελών της ΕΕ και όχι η κλιμάκωση, παραμένει ο μόνος λογικός δρόμος. Χωρίς αυτήν, η Ευρώπη δεν κινδυνεύει μόνο με οικονομική καταστροφή, αλλά και με έναν πόλεμο που κανείς πραγματικά δεν θέλει.
*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.
** Η ανάλυση και τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τις απόψεις του συγγραφέα


