Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης μιλάει σε άρθρο του στους Financial Times για το πως η ανάκαμψη της χώρας μας μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για την Ευρώπη.
Με το άρθρο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται στην ελληνική εμπειρία και στους τρόπους με τους οποίους αυτή μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για την Ευρώπη ως προς τις αλλαγές που απαιτούνται σε σειρά οικονομικών και άλλων τομέων. «Η ελληνική περίπτωση δεν αποτελεί πλέον παράδειγμα προς αποφυγή, αλλά μελέτη περίπτωσης μετασχηματισμού», τονίζει χαρακτηριστικά.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο:
«Η Ευρώπη επί σειρά ετών αναγνωρίζει τι πρέπει να κάνει, αλλά δεν δρα με την αναγκαία ταχύτητα. Ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός, Μάριο Ντράγκι, προειδοποίησε πέρυσι ότι χωρίς βαθύτερη ολοκλήρωση η ΕΕ κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε μια παρατεταμένη στασιμότητα. Μεταξύ των βασικών του προτάσεων ξεχωρίζει η ανάγκη για μεγαλύτερη ευελιξία και στόχευση στην κίνηση κεφαλαίων μεταξύ των κρατών-μελών. Η πρόκληση της Ευρώπης σήμερα δεν είναι η απουσία ανάλυσης αλλά η απουσία συντονισμένης εφαρμογής. Η ευρωζώνη χρειάζεται πλέον να μετατρέψει τις κοινές προτεραιότητες σε κοινά αποτελέσματα.
Η εμπειρία της Ελλάδας δείχνει πως αυτή η φιλοδοξία μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή. Την τελευταία δεκαετία, η χώρα μετέτρεψε τις διαρκείς μεταρρυθμίσεις σε διαρκή αξιοπιστία. Το 2024, η Ελλάδα πέτυχε ένα από τα υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα στην Ευρώπη (κοντά στο 4,8% του ΑΕΠ), ενώ διατήρησε ανάπτυξη πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Μόνο έξι από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ εμφάνισαν δημοσιονομικά πλεονάσματα πέρυσι, και τα τέσσερα από αυτά, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, είχαν περάσει από προγράμματα του ΔΝΤ τα τελευταία 15 χρόνια. Στην περίπτωσή μας, μια χώρα που κάποτε θεωρείτο “το προβληματικό παιδί” της ευρωζώνης, δανείζεται πλέον στις διεθνείς αγορές με αποδόσεις χαμηλότερες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες- μια ανατροπή που λίγοι θα προέβλεπαν πριν από μια δεκαετία.
Ο πρόσφατος προϋπολογισμός που κατατέθηκε στο ελληνικό Κοινοβούλιο προβλέπει ανάπτυξη 2,4% το 2026, με το δημόσιο χρέος να αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από το 140% του ΑΕΠ. Πριν από το 2030, το ελληνικό δημόσιο χρέος προβλέπεται να πέσει κάτω από το 120%, σηματοδοτώντας μια καθοριστική και συμβολική ρήξη με το παρελθόν. Η βελτίωση αυτή αντικατοπτρίζει σταθερά και διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα, ισχυρότερη ονομαστική ανάπτυξη και την πρόωρη αποπληρωμή παλαιότερων επίσημων δανείων.
Η δημοσιονομική εξυγίανση έχει πορευτεί παράλληλα με τον εκσυγχρονισμό του κράτους. Πριν από μια δεκαετία, οι πολίτες σχημάτιζαν ουρές στις δημόσιες υπηρεσίες· σήμερα, περισσότερες από 2.000 υπηρεσίες είναι διαθέσιμες μέσω της κυβερνητικής πλατφόρμας gov.gr, η οποία έχει επιταχύνει δισεκατομμύρια ψηφιακών συναλλαγών σε όλο το δημόσιο. Από φορολογικές δηλώσεις μέχρι την ίδρυση εταιρειών, διαδικασίες που κάποτε απαιτούσαν ημέρες, τώρα ολοκληρώνονται σε λίγα λεπτά. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατατάσσει πλέον την Ελλάδα ανάμεσα στις χώρες με τις ταχύτερες επιδόσεις στην ψηφιακή πρόοδο.
Η συζήτηση για την ψηφιακή ταυτότητα βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη σε πολλές χώρες. Στην Ελλάδα, όμως, η μετάβαση έχει ήδη υλοποιηθεί, επειδή κατανοούμε ότι οι ψηφιακές ταυτότητες μειώνουν την απάτη, επιταχύνουν τις συναλλαγές, επιτρέπουν ασφαλή πρόσβαση σε υπηρεσίες και υποστηρίζουν την πρόσβαση όλων σε χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Από το 2022, οι πολίτες φέρουν ψηφιακές ταυτότητες και άδειες οδήγησης στα κινητά τους τηλέφωνα, χρησιμοποιώντας τες για συναλλαγές που απαιτούν απόδειξη ταυτότητας.
Η αξιοπιστία απέναντι στις αγορές και τους πολίτες ενισχύεται όταν οι άνθρωποι βιώνουν την αποτελεσματικότητα των δημόσιων θεσμών στην καθημερινότητά τους. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός έχει εξελιχθεί σε δομικό μοχλό ανάπτυξης και αποτελεί επιτακτική ανάγκη για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα. Ο ρυθμός της τεχνολογικής αλλαγής σημαίνει ότι η παραγωγικότητα, ο ανταγωνισμός και η ψηφιακή ανθεκτικότητα πρέπει να διαμορφώνουν τον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη σκέφτεται και λαμβάνει συλλογικές αποφάσεις για το οικονομικό της μέλλον.
Οι ίδιες δυνάμεις που αναδιαμορφώνουν την παραγωγικότητα και τον ανταγωνισμό, αναδιαμορφώνουν και το χρηματοοικονομικό τοπίο της Ευρώπης. Η Ευρώπη μιλά εδώ και χρόνια για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, που θα ενίσχυε την ενοποίηση των κεφαλαιαγορών και θα ενδυνάμωνε τις τέσσερις ελευθερίες – αγαθά, υπηρεσίες, ανθρώπους και κεφάλαιο. Ωστόσο, η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί τόσο θεσμικές αλλαγές όσο και αλλαγή νοοτροπίας. Η Ένωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων δεν θα προκύψει από διακηρύξεις ή από οδηγίες και κανονισμούς. Προϋποθέτει την επίδειξη βούλησης για τη δημιουργία διασυνοριακής οικονομικής δραστηριότητας και την ανάδειξη ευρωπαϊκών πρωταθλητών.
Η εμπειρία της Ελλάδας προσφέρει μια πρακτική απεικόνιση αυτής της αρχής. Τους τελευταίους μήνες, έχει σημειωθεί ένα κύμα διασυνοριακών συγχωνεύσεων και εξαγορών στον τραπεζικό και χρηματοοικονομικό τομέα, συμπεριλαμβανομένης της εξαγοράς του Χρηματιστηρίου Αθηνών από την Euronext και της επένδυσης της UniCredit στην Alpha Bank.
Κι όμως, παρά την πρόοδο, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει εγχώριες προκλήσεις. Πρέπει να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις για να ανασυγκροτήσει το κεφαλαιακό της απόθεμα. Οι εξαγωγές, αν και αυξανόμενες, εξακολουθούν να αποτελούν μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ σε σχέση με άλλες συγκρίσιμες οικονομίες. Η παραγωγικότητα και οι πραγματικοί μισθοί πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνονται, ώστε να διατηρηθεί η πορεία σύγκλισης με τον ευρωπαϊκό πυρήνα.
Παράλληλα, οι δημογραφικές πιέσεις απαιτούν τολμηρές και φιλικές προς την οικογένεια οικονομικές πολιτικές που θα στηρίζουν τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας και τη δεξαμενή ταλέντου που στηρίζει τη μελλοντική ανάπτυξη. Η πρόσφατη φορολογική μας μεταρρύθμιση αντικατοπτρίζει τη δέσμευση της Ελλάδας να αντιμετωπίσει τη δημογραφική συρρίκνωση, συμπεριλαμβανομένης της σταδιακής κατάργησης του ΕΝΦΙΑ για κύριες κατοικίες μικρών κοινοτήτων – ένα μέτρο που αποσκοπεί στην ελάφρυνση των νέων νοικοκυριών και την αναζωογόνηση των αγροτικών περιοχών.
Η ελληνική περίπτωση δεν αποτελεί πλέον παράδειγμα προς αποφυγή, αλλά μελέτη περίπτωσης μετασχηματισμού. Το σημαντικότερο εξαγώγιμο προϊόν μας σήμερα δεν είναι απλώς η ανάπτυξη, αλλά η απόδειξη ότι η αλλαγή είναι εφικτή- και παραμένει εντός εμβέλειας για το σύνολο της Ευρώπης.»


