Σε τουλάχιστον 5 εκατ. ευρώ εκτιμάται ότι ανέρχεται η ζημιά που προκλήθηκε σε βάρος των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ελληνικού Δημοσίου από τη δράση του πολυμελούς κυκλώματος είσπραξης παράνομων επιδοτήσεων από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, με τη χρήση ψευδών δηλώσεων, την εξάρθρωση του οποίου ανακοίνωσε η ΕΛ.ΑΣ., συλλαμβάνοντας 36 άτομα, κυρίως από τη Βόρεια Ελλάδα. Η ζημιά, που χρονολογείται στο διάστημα από το 2018 έως σήμερα, ενδέχεται να υπερβεί τα 10 εκατ. ευρώ.
Για την εξάρθρωση της οργάνωσης πραγματοποιήθηκε το πρωί συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση σε διάφορες περιοχές της χώρας και συγκεκριμένα στους νομούς Θεσσαλονίκης, Πέλλας, Ημαθίας, Ηρακλείου Κρήτης, Αττικής, Ιωαννίνων, αλλά και στο νησί της Σαντορίνης, από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος, με τη συνδρομή αστυνομικών της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, του Τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Κρήτης και της Υποδιεύθυνσης Αστυνομίας Θήρας.
Μεταξύ των 36 συλληφθέντων είναι και τα αρχηγικά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, καθώς κι ένας λογιστής, ο οποίος συνεργαζόταν με το κύκλωμα και υποβοηθούσε τη φερόμενη δράση της.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ., η διερεύνηση της υπόθεσης ξεκίνησε κατόπιν παραγγελίας για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης του Ελληνικού Γραφείου Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων, με χρονικό διάστημα τέλεσης των πράξεων από τον Απρίλιο του 2018 έως τον Μάιο του 2022, καθώς και κατόπιν πληροφοριών που περιήλθαν στο Τμήμα Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων της Υποδιεύθυνσης
Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος. Ερευνώντας την υπόθεση, οι διωκτικές Αρχές διαπίστωσαν ότι η δράση του κυκλώματος συνεχιζόταν μέχρι σήμερα, με την ίδια μεθοδολογία, κοινά αρχηγικά μέλη και ίδιο επιδιωκόμενο σκοπό.
Από τη μελέτη, επεξεργασία και συνδυαστική ανάλυση του συνόλου του προανακριτικού υλικού, προέκυψε η σύσταση και η δράση εγκληματικής οργάνωσης, με δομημένη ιεραρχία και διακριτούς ρόλους, τα μέλη της οποίας ενεργούσαν από κοινού, δραστηριοποιούμενα στη διάπραξη κακουργηματικών απατών σε ολόκληρη την επικράτεια, επιδιώκοντας τον πορισμό παράνομου περιουσιακού οφέλους.
Ο τρόπος δράσης του κυκλώματος
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, τα κατηγορούμενα μέλη του κυκλώματος εντόπιζαν επιλέξιμα, αλλά μη δηλωμένα αγροτεμάχια και βοσκοτόπια προηγούμενων ετών, τα οποία στη συνεχεία καταχωρούσαν προσχηματικά στην εφαρμογή Ε9 τρίτων προσώπων, είτε μελών της οργάνωσης, είτε προσώπων που λειτουργούσαν ως «βιτρίνα». Οι εγγραφές συχνά διαγράφονταν σε σύντομο χρονικό διάστημα ή αιτιολογούνταν με ασαφείς λόγους («επικαιροποίηση», «Α.Τ.Α.Κ.», «λάθος καταχώριση»).
Επιπλέον, υπέβαλλαν είτε μέσω Κέντρων Υποδοχής Δηλώσεων (Κ.Υ.Δ.) είτε με τη χρήση κωδικών taxis, Ενιαίες Αιτήσεις Ενίσχυσης(ΕΑΕ), εκμεταλλευόμενα την εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία των αρχηγικών μελών, καθώς και διαδικαστικά κενά κατά την υποβολή των αιτήσεων.
Ακόμη, κατά την ίδια ανακοίνωση, προέβαιναν σε μαζικές δηλώσεις αγροτεμαχίων ως «ακτημονικών», κατά το έτος 2025. Συγκεκριμένα, οι αιτούντες επισύναπταν λευκές κόλλες ως δήθεν βεβαιώσεις από την Περιφέρεια ή δηλώσεις ταυτοπροσωπίας, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο ορισμένες υποχρεώσεις καταχώρησης (ΑΤΑΚ) και διευκολύνοντας τη λήψη έκτακτων ενισχύσεων.
Παράλληλα, δήλωναν στις ΕΑΕ ψευδείς αριθμούς ζωικού κεφαλαίου, οι οποίοι δεν ήταν συμβατοί με το Εθνικό Μητρώο Ζωικού Κεφαλαίου (συχνά βοοειδή σε ηλικιακές κατηγορίες με υψηλούς συντελεστές ΜΖΚ), προκειμένου να εξασφαλίσουν αυξημένη επιλεξιμότητα και μεγαλύτερη επιφάνεια βοσκοτόπων από τη δημόσια κατανομή.
Τα μέλη του κυκλώματος συνεργάζονταν για την επίτευξη του σκοπού τους με λογιστές και υπαλλήλους ΚΥΔ, οι οποίοι αναλάμβαναν τη σύνταξη, υποβολή και επεξεργασία των αιτήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα επίμαχα αγροτεμάχια βρίσκονταν σε μεγάλη απόσταση από τους τόπους κατοικίας των φερόμενων ιδιοκτητών ή μισθωτών, καθιστώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο αδύνατη την καλλιέργειά τους.
Ο ρόλος των κατηγορουμένων
Σύμφωνα με την έρευνα των διωκτικών Αρχών, τα εμπλεκόμενα πρόσωπα είχαν αναπτύξει διακριτούς ρόλους και συγκεκριμένα:
* 38χρονος, που φέρεται να κατείχε τον ηγετικό ρόλο στην οργάνωση, διαχειριζόταν και συντόνιζε την εγκληματική δραστηριότητα: Εκμεταλλευόμενος την εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία του στη διαδικασία υποβολής Ενιαίων Αιτήσεων Ενίσχυσης (ΕΑΕ) που απέκτησε ως υπεύθυνος έργου σε πιστοποιημένα Κέντρα Υποδοχής Δηλώσεων (ΚΥΔ), εντόπιζε επιλέξιμα αγροτεμάχια και βοσκοτόπια σε περιοχές της επικράτειας που δεν δηλώνονταν από κάποιον. Επιπλέον, επεξεργαζόταν ή υπέβαλλε ΕΑΕ μελών, με τη χρήση των προσωπικών τους κωδικών taxisnet, λαμβάνοντας χρηματική αμοιβή, ενώ προέβαινε σε πράξεις νομιμοποίησης εσόδων, μέσω στοιχηματισμού, αγοράς αυτοκινήτου, διατραπεζικών μεταφορών και πολυτελούς βίου,
* 30χρονη, της οποίας οι τραπεζικοί λογαριασμοί φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν για τη διενέργεια κινήσεων που καταδεικνύουν πράξεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και εμφανιζόταν ως κάτοχος διευθύνσεων IP, από τις οποίες πραγματοποιήθηκε επεξεργασία ή υποβολή ΕΑΕ μελών της εγκληματικής οργάνωσης,
* 68χρονος λειτουργούσε ως ενδιάμεσος, καθώς λάμβανε χρηματικά ποσά από μέλη της εγκληματικής οργάνωσης και τα μετέφερε σε τραπεζικούς λογαριασμούς του 38χρονου, ενώ χρησιμοποιήθηκαν και οι δικοί του τραπεζικοί λογαριασμοί για την πραγματοποίηση κινήσεων που καταδεικνύουν πράξεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες,
* 36χρονος, υπάλληλος Κέντρου Υποδοχής Δηλώσεων, επεξεργαζόταν ή υπέβαλλε ΕΑΕ μελών της εγκληματικής οργάνωσης και καταχωρούσε εικονικά ηλεκτρονικά συμφωνητικά μίσθωσης από διευθύνσεις IP που ανήκουν στον ίδιο και σε έτερο συγγενικό του πρόσωπο. Λάμβανε δε, και διακινούσε χρήματα από και προς τα μέλη, ενώ μετέφερε χρήματα σε τραπεζικούς λογαριασμούς έτερων αρχηγικών μελών και ενός πρώην αρχηγικού μέλους,
* 54χρονος, με την ιδιότητά του ως λογιστής, εμφανιζόταν σε δηλώσεις εμπλεκομένων προσώπων που είχαν υποβληθεί προς την ΑΑΔΕ, ενώ στοιχεία επικοινωνίας του, καθώς και η διεύθυνση κατοικίας ή επιχείρησής του είχαν δηλωθεί στην ΑΑΔΕ από μέλη της εγκληματικής οργάνωσης. Ακόμα, είχε προβεί σε μεταφορές χρηματικών ποσών προς φυσικά πρόσωπα, τα οποία εμφανίζονται ψευδώς ως ιδιοκτήτες ακινήτων, ενώ είχε λάβει χρηματικό ποσό από αρχηγικό μέλος μέσω τραπεζικού λογαριασμού,
* 11 άτομα, βασικά μέλη της οργάνωσης, εμφανίζονται ως ιδιοκτήτες και εκμισθωτές των δηλωμένων ψευδώς δηλώσεων στις ΕΑΕ ακινήτων. Κάποιοι από αυτούς είχαν τροποποιήσει ψευδώς την περιουσιακή τους κατάσταση, είχαν υποβάλει και οι ίδιοι ψευδείς δηλώσεις ΕΑΕ και είχαν λάβει παρανόμως οικονομικές ενισχύσεις, ενώ πολλοί από αυτούς είχαν πραγματοποιήσει τραπεζικές συναλλαγές με τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης και ενός πρώην αρχηγικού μέλους,
* 26 άτομα, λοιπά μέλη της οργάνωσης, υπέβαλλαν ΕΑΕ με ψευδή στοιχεία κατοχής ακινήτων ή/και ζωικού κεφαλαίου με αποκλειστικό σκοπό την παράνομη είσπραξη οικονομικών ενισχύσεων. Πολλοί από αυτούς είχαν πραγματοποιήσει και τραπεζικές συναλλαγές με τα αρχηγικά μέλη και πρώην αρχηγικό μέλος.
Η ροή των χρημάτων
Επιπλέον, η εγκληματική οργάνωση, κατά την ίδια ανακοίνωση, είχε αναπτύξει ένα δομημένο και πολυεπίπεδο σύστημα νομιμοποίησης των παράνομων εσόδων που προέρχονταν από τις αδικαιολόγητες αγροτικές ενισχύσεις, με σκοπό την απόκρυψη της παράνομης προέλευσής τους, την αποφυγή ελέγχων και τη σταδιακή ενσωμάτωσή τους στην οικονομική καθημερινότητα των μελών της:
* οι παράνομες ενισχύσεις καταβάλλονταν σε λογαριασμούς προσώπων που είχαν δηλώσει ψευδώς ιδιοκτησίες ή ζωικό κεφάλαιο. Μάλιστα, αρκετοί εκ των «δικαιούχων» δεν είχαν δηλώσει εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα κατά τα έτη 2023-2024, ενώ η επαγγελματική τους ενασχόληση δεν σχετιζόταν με τον αγροτικό τομέα,
* τα εισπραχθέντα ποσά διακινούνταν αμέσως μέσω μεταφορών σε άλλους λογαριασμούς, συγγενικών ή συνεργαζόμενων προσώπων, με σκοπό να αποσυνδεθούν από την αρχική εγκληματική δραστηριότητα,
* χρησιμοποιούνταν φυσικά πρόσωπα ως «μεσολαβητές» για αναλήψεις, μεταφορές ή καταθέσεις, με σκοπό την περαιτέρω απόκρυψη της διαδρομής των χρημάτων,
* εκδίδονταν εικονικά τιμολόγια για ανύπαρκτες συναλλαγές για να αιτιολογηθεί η ύπαρξη ποσών ως δήθεν επιχειρηματικά έσοδα (συνολικά, εντοπίστηκαν -393- τιμολόγια, συνολικής αξίας άνω των -1,7- εκατομμυρίων ευρώ),
* χρησιμοποιούνταν στοιχηματικοί λογαριασμοί και εφαρμογές χρηματοτεχνολογίας, για καταθέσεις και εσωτερικές μεταφορές, που δυσχέραιναν την ιχνηλάτηση,
* τα «καθαρισμένα» χρήματα χρησιμοποιούνταν για την αγορά περιουσιακών στοιχείων μεγάλης αξίας (π.χ. Ι.Χ., δίκυκλα, αγροτικά μηχανήματα, ρολόγια, κοσμήματα),
* χρησιμοποιούνταν κάρτες κρυπτονομισμάτων για περαιτέρω απόκρυψη της προέλευσης των χρημάτων, ενώ καταγράφηκαν εικονικές μεταβιβάσεις, αλλαγές διευθύνσεων ή ακόμα και λύσεις γάμου, για την αποφυγή δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων.
Κατά τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες, δύο Κέντρα Υποδοχής Δηλώσεων, λογιστικό γραφείο, κατάστημα και τρεις επιχειρήσεις, βρέθηκαν, μεταξύ άλλων και κατασχέθηκαν: 14 Ι.Χ. αυτοκίνητα, 4 δίκυκλα και θεριζοαλωνιστική μηχανή, ως προϊόντα νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, δύο κάρτες κρυπτονομισμάτων, κοσμήματα και ρολόγια, 11 κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ψηφιακά μέσα αποθήκευσης, σφραγίδες επιχειρήσεων, πλήθος ενωτίων αιγοπροβάτων και βοοειδών, πλήθος εγγράφων και χειρόγραφων σημειώσεων και το χρηματικό ποσό των 34.720 ευρώ. Επίσης, σε οικία ενός εκ των κατηγορουμένων κατασχέθηκαν -22- γραμμάρια ακατέργαστης κάνναβης και σχηματίσθηκε αυτοτελής δικογραφία.
Δεσμεύτηκαν 29 τραπεζικοί λογαριασμοί
Παράλληλα, η Αρχή Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες προέβη σε δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών 29 εμπλεκομένων ατόμων, συνολικού περιεχομένου 120.000 ευρώ, τραπεζικής θυρίδας, καθώς και στοιχηματικών λογαριασμών, για τους οποίους θα ακολουθήσει εμπεριστατωμένη έρευνα.
Σημειώνεται ότι, από το σύνολο της δράσης της οργάνωσης, από το 2018 μέχρι σήμερα, η προκληθείσα ζημία σε βάρος των συμφερόντων της Ε.Ε. και του Ελληνικού Δημοσίου υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε τουλάχιστον -5.017.662- ευρώ, ενώ εκτιμάται ότι μετά τον πλήρη έλεγχο του συνόλου των δεδομένων δύναται να υπερβεί τα -10.000.000- ευρώ.
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε σε βάρος τους για -κατά περίπτωση- σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, πρόληψη και καταστολή εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς και παράβαση της νομοθεσίας για την υπεύθυνη δήλωση θα οδηγηθούν ενώπιον του αρμόδιου Ευρωπαίου Εντεταλμένου Εισαγγελέα.