Από την κυβερνητική τροπολογία για το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη ξεκίνησε η συνέντευξη του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ Θανάση Κοντογεώργη, το βράδυ της Δευτέρας στον τηλεοπτικό σταθμό Blue Sky. «Το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη είναι στον πυρήνα της συλλογικής μας μνήμης, διακρίνεται από μια ιερότητα», ήταν η εισαγωγική παρατήρηση του υφυπουργού επιχειρηματολογώντας στη συνέχεια πως «σκοπός της διάταξης είναι να υπάρξουν οι αναγκαίες διαδικασίες, προκειμένου να αναδειχθεί και να συντηρηθεί με τον τρόπο που αρμόζει».
Αναφορικά με τον χρόνο κατάθεσης της τροπολογίας, τόνισε ότι «δεν κατατέθηκε στην περίοδο που γινόταν η απεργία πείνας του κυρίου Ρούτσι, αλλά αμέσως μετά» και συνέχισε λέγοντας πως «ήταν μια συζήτηση που υπήρχε εδώ και καιρό». Τελικώς, επελέγη ο συγκεκριμένος χρόνος.
Σε κάθε περίπτωση, «καμία αντιθετική στάση ή διάθεση σε σχέση με τους συγγενείς των θυμάτων, είναι ένα γεγονός που μας έχει όλους συγκλονίσει», διαβεβαίωσε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.
Ενώ στηλίτευσε εκδηλώσεις που γίνονταν στο χώρο, και οι οποίες «είναι για άλλους σκοπούς, αμαυρώνουν τον χώρο και τυγχάνουν πολιτικής εκμετάλλευσης που δεν αρμόζει στο πνεύμα του Μνημείου». Εξάλλου, «εκεί αποδίδουμε τιμές, εκεί αποδίδουν τιμές όλοι οι άνθρωποι που έρχονται για το εξωτερικό».
Σε επόμενο σημείο της συνέντευξης ο Θ. Κοντογεώργης ζήτησε «να διακρίνουμε το υγιές και ανόθευτο συναίσθημα που εκφράσθηκε από μυριάδες Έλληνες σε σχέση με αυτήν την τραγωδία (σ.σ.των Τεμπών), από την απόπειρα, δυστυχώς, εργαλειοποίησης αυτής της τραγωδίας, η οποία (απόπειρα εργαλειοποίησης) φαίνεται σε όλες τις εκφάνσεις και με κάθε αφορμή».
Κατηγορώντας παράλληλα, «ένα κομμάτι της αντιπολίτευσης» για αμετροέπεια και υποδαύλιση παθών που «δεν αρμόζει σε τέτοιες περιπτώσεις», σημείωσε πως «κάτω από το χαλί της εργαλειοποίησης εκ μέρους της αντιπολίτευσης, κρύβεται η ένδεια επιχειρημάτων». Θυμίζοντας επίσης «τον λαϊκισμό και τη ρητορική μίσους» την εποχή της κρίσης, ο Θ. Κοντογεώργης επεσήμανε πως «όλοι αξιολογούμαστε. Η κυβέρνηση προσπαθεί να κάνει τη δουλειά της, με τα καλά της και τα κακά της», επιπροσθέτως «λειτουργεί ως πυλώνας σταθερότητας του πολιτικού συστήματος και για αυτό αξιολογείται».
Επανερχόμενος στην κριτική του κατά των πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης, υποστήριξε ότι «κάποιες φορές ακόμη και η σοβαρή αντιπολίτευση κατέβαλε …φιλότιμες προσπάθειες να στοιχηθεί με την έξαλλη αντιπολίτευση». Κατήγγειλε δε την κριτική της αντιπολίτευσης ότι, τάχα, «τίποτε δεν λειτουργεί στη χώρα, τίποτε δεν έχει βελτιωθεί και στο τέλος να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει ελπίδα».
Αλλάζοντας θέμα, για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, αφού αναγνώρισε εν πρώτοις τις «ευθύνες που έχει και το πολιτικό σύστημα και η δικαιοσύνη ως προς τους χρόνους», διεμήνυσε ότι «η κυβέρνηση έχει μια σταθερή γραμμή, την οποία θα υπηρετήσει»: Την απόλυτη διαφάνεια όσον αφορά τη διαδικασία εξυγίανσης του ΟΠΕΚΕΠΕ.
«Μέσα από αυτή τη διαδικασία ξεκαθαρίζει η ήρα από το στάρι παρόλο που έχει πόνο και κόπο για τους κτηνοτρόφους μας που δυσκολεύονται αυτή τη στιγμή και θα κάνουν υπομονή λίγες εβδομάδες. Μέσα από τη διαδικασία θα υπάρξει σημαντική αναδιάρθρωση και η οποιαδήποτε ενίσχυση θα αφορά τους πραγματικούς αγρότες», διαβεβαίωσε και συμπλήρωσε, «οφείλουμε να προστατέψουμε τα συμφέροντα της χώρας γιατί επαπειλούνται πολλά πρόστιμα, αν δεν γίνει η καταβολή των επιδοτήσεων με το σωστό τρόπο». Για το τι έχει κάνει ως τώρα η κυβέρνηση, απάντησε ότι «ήδη έχει γίνει έλεγχος σε χιλιάδες ΑΦΜ, ήδη έχει προχωρήσει η διοικητική και ποινική διαδικασία για τις ανακτήσεις και ένα μέρος των αδικαιολογήτως καταβληθέντων θα επιστραφούν».
Ακολούθως, «ο ίδιος ο πρωθυπουργός, με δική του τοποθέτηση, ανέλαβε την πολιτική ευθύνη της ούτως ή άλλως διαχρονικής παθογένειας», τέλος, «τα αποτελέσματά μας για τον ΟΠΕΚΕΠΕ θα αξιολογηθούν από τον αγροτικό κόσμο και την κοινωνία στο σύνολό της».
Για τη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών υπογράμμισε ότι «για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά υπουργοί της κυβέρνησης βρίσκονται στη διαδικασία ενώπιον του δικαστικού συμβουλίου, ο κ. Καραμανλής και ο κ. Τριαντόπουλος». «Δεν λειτουργούμε με δύο μέτρα και δύο σταθμά», δήλωσε παραπέμποντας και στη μελλοντική συνταγματική αναθεώρηση του Άρθρου 86.
«Από την κυβέρνηση δεν υπάρχει καμία διαδικασία συγκάλυψης», ήταν το μήνυμα που έστειλε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και προχώρησε σε συγκρίσεις με την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ: «Ο ίδιος ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης (σ.σ. ο κ. Κοντονής) είχε μιλήσει για ένα παρα-Υπουργείο Δικαιοσύνης μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου, έχουμε καταδικασμένους υπουργούς».
Κληθείς να σχολιάσει τη φημολογία περί ανασχηματισμού, ο Θ. Κοντογεώργης απάντησε πως «κάθε τρεις μήνες συζητάμε για ανασχηματισμό, για νέα οικονομικά μέτρα ή για αλλαγή εκλογικού νόμου. Δεν νομίζω ότι αυτά απασχολούν πολύ τους πολίτες, αυτό που τούς απασχολεί είναι να υπάρχει αποτέλεσμα στην καθημερινότητά τους».
Μάλιστα, η ακρίβεια είναι το νο1 υπαρκτό πρόβλημα και «μας απασχολεί καθημερινά», είπε και μίλησε για «διπλή στρατηγική» εκ μέρους της κυβέρνησης: αφενός «σταθερή αύξηση των εισοδημάτων (σε συνταξιούχους, ενοικιαστές, Σώματα Ασφαλείας, μισθωτούς κ.α.)», αφετέρου «βλέπουμε σημάδια αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, βλέπουμε την προσπάθεια του Υπουργείου Ανάπτυξης με τους 2.000 κωδικούς στα σούπερ μάρκετ». Και, επιπλέον, έχουν γίνει κυβερνητικές παρεμβάσεις σε άλλους τομείς, όπως το στεγαστικό, τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, τις τραπεζικές προμήθειες, που ακουμπούν στο κόστος ζωής, προσέθεσε.
Ξεκαθαρίζοντας επίσης τη φημολογία και για νέα φιλολαϊκά μέτρα κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού, σημείωσε: «Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση μπορεί να ενισχύσει συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών με 1,76 δισεκ. Ούτε 1,77, ούτε 2 δισεκ., ούτε 2,5. Οι πολίτες αυτό το κατανοούν». Από εκεί και πέρα, μετακυλίονται κάποια μέτρα για του χρόνου και «θα δούμε πώς θα εξελιχθεί η χρονιά». Συνέστησε πάντως υπομονή να ψηφισθούν πρώτα αυτά που ανακοινώθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και έκλεισε θυμίζοντας ότι «τον Γενάρη οι μισθωτοί θα δουν αυξήσεις στους μισθούς λόγω της φορολογικής μεταρρύθμισης».