Πολεμικά σκάφη και μαχητικά αεροσκάφη του ούτω καλουμένου «Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού» (των Ενόπλων Δυνάμεων της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας»), εις μεγάλους αριθμούς, διεξάγουν στρατιωτικές ασκήσεις πέριξ της Ταϊβάν, οι οποίες αποτελούν μέρος μιας από μακρού χρόνου εφαρμοζομένης τακτικής εκφοβισμού της νησιωτικής πολιτείας υπό του Πεκίνου.
Του Δρ. Ηλία Ηλιόπουλου*
Αντιμετωπίζοντες την ολοένα αυξανομένη Απειλή, οι ιπτάμενοι χειριστές μαχητικών αεροσκαφών και οι κυβερνήτες πολεμικών σκαφών των Ενόπλων Δυνάμεων της Δημοκρατίας της Κίνας (Ταϊβάν) υφίστανται μίαν δοκιμασία άνευ προηγουμένου. Ευλόγως δε η προσοχή της κοινής γνώμης εστιάζει σε αυτούς. Τι συμβαίνει, όμως, με τους ολιγώτερον ορατούς, πλην όμως όχι ολιγώτερον σημαντικούς, οπλίτες και ναύτες των στρατιωτικών φρουρών και των ναυτικών σταθμών, που σταθμεύουν επάνω στις απώτερες εξωτερικές νήσους της Ταϊβάν;
Ποίον ρόλον διαδραματίζουν στο πλαίσιον της Πολιτικής Εθνικής Αμύνης και της Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής της νησιωτικής πολιτείας αυτές οι προκεχωρημένες δυνάμεις; Έχει νόημα, άραγε, η υπεράσπιση των νήσων και νησίδων των κειμένων στην εξώτερη περίμετρο της νήσου Ταϊβάν; Και εάν ναι, γιατί;
Αυτά τα ερωτήματα είχε θέσει ο αναλυτής Ian Easton, σε ένα αξιολογώτατο άρθρο του δημοσιευθέν στην σημαντικώτερη αγγλόγλωσση ημερησία εφημερίδα της Ταϊβάν «Taipei Times» προ διετίας (31/7/2023).
Ο Easton απαντούσε με εκείνη την δόση χιούμορ την τόσο οικεία στον λόγο των Αγγλοσαξόνων: «όλα αρχίζουν με τα τρία “G”»! Ήγουν όπλα (guns), φρουρές (guards) και πύλες (gates). Όποιαν στρατιωτική εγκατάσταση ή συναφή δομή ασφαλείας και αν επισκεφθούμε, οπουδήποτε στον κόσμο, θα διαπιστώσουμε ότι αυτή η «τριάς» παραμένει, παντού και πάντοτε, κεφαλαιώδους σημασίας για την ασφάλεια πάσης στρατιωτικής και συναφούς εγκαταστάσεως.
Συχνά η (ορατή!) φρουρά τέτοιων εγκαταστάσεων είναι ολιγάριθμος. Συχνά βλέπει κανείς μόνον μερικούς φρουρούς εν διατεταγμένη υπηρεσία στην πύλη. Σημαίνει μήπως αυτό ότι μπορεί να κατακλυσθούν, αίφνης, και να υπερκερασθούν από μίαν άλλην, πολυαριθμότερη και αποφασιστικώς δρώσα ομάδα ατόμων; Φυσικά, ναι! Σημαίνει, άραγε, αυτό ότι η συγκεκριμένη περιοχή (βάσις κ.λπ.) δεν είναι ασφαλής; Φυσικά, όχι! Όπως γνωρίζουν όλοι όσοι έχουν εξοικείωση με τα στρατιωτικά πράγματα, οι φρουρές των εξωτερικών περιμέτρων των στρατοπέδων και λοιπών εγκαταστάσεων ασφαλείας, απανταχού της γης, υποστηρίζονται από σαφώς μεγαλύτερες δυνάμεις, οι οποίες θα σπεύσουν επί τόπου, ευθύς μόλις ηχήσει συναγερμός.
Η Σχεδίασις της Εθνικής Στρατιωτικής Στρατηγικής της Ταϊβάν ακολουθεί το αυτό πρότυπον. Οι εξωτερικές νήσοι Kinmen, Matsu και Dongyin κείνται εις απόστασιν 190 χιλιομέτρων (άλλως, 100 ναυτικών μιλλίων) δυτικώς των ακτών της νήσου Ταϊβάν. Κάθε νησιωτικόν σύμπλεγμα ομοιάζει προς μίαν πύλη, και δη βαρειά και εξοπλισμένη με παρατηρητήριον, από όπου τα φίλια τμήματα δύνανται να παρακολουθούν τους υδατίνους διαύλους και τις θαλάσσιες οδούς επικοινωνιών, που οδηγούν προς και από τους λιμένες, κόλπους και όρμους της Νοτιοανατολικής Κίνας – με άλλους λόγους, ακριβώς τα σημεία συγκεντρώσεως και επιβιβάσεως, τα οποία θα χρησιμοποιήσουν, κατ’ ανάγκην, οι Ένοπλες Δυνάμεις της ηπειρωτικής Κίνας, προτού αποπλεύσουν, για να πλήξουν την νησιωτική Κίνα.
Θεωρούμενον ως όλον, το εξωτερικόν νησιωτικόν σύμπλεγμα της Ταϊβάν αποτελεί μίαν πρώτης τάξεως και κρισίμου σημασίας αμυντική περίμετρο, προσδίδουσα στην κυρίως νήσο τον τόσον αναγκαίον χρόνον εγκαίρου προειδοποιήσεως, καθώς και τακτική ευελιξία και στρατηγικόν βάθος. Αλλ’ όπως κάθε πρώτη γραμμή αμύνης, παντού και πάντοτε, είναι κάθε άλλο παρά απόρθητος. Εις περίστασιν εσχάτης ανάγκης, οι – επίλεκτες – μονάδες οι σταθμεύουσες επί των εξωτερικών νήσων, νησίδων και βραχονησίδων, αναμένεται να πολεμήσουν μόνες, ανεξαρτήτως άλλων φιλίων μονάδων και άνευ ενισχύσεων υπό του εθνικού κέντρου.
Η αποστολή τους είναι σαφής: να υπερασπισθούν το έδαφός τους, βασιζόμενες επί των ιδίων μέσων και δυνάμεων, και να κρατήσουν όσον το δυνατόν περισσότερον χρόνον, προξενώντας όσον το δυνατόν βαρύτερες ζημίες στον Εχθρό και «αγοράζοντας χρόνον» για λογαριασμό του εθνικού κέντρου, προκειμένου το τελευταίον να προετοιμασθεί όσον το δυνατόν καλλίτερα για την απόκρουση του εισβολέως.
Ορισμένα εκ των οχυρών των νήσων διαθέτουν αξιόλογη δύναμη πυρός, συμπεριλαμβανομένων αντιαεροπορικών πυραύλων μακρού βεληνεκούς, βλημάτων κατά σκαφών επιφανείας και βλημάτων εδάφους-εδάφους – μεταξύ αυτών και τον τροχοφόρο πολλαπλό εκτοξευτή πυραύλων «Ray-Ting 2000» (Thunderbolt 2000).
Σε περίπτωση εισβολής, καταιγισμός πυραύλων και βλημάτων Πυροβολικού των Ενόπλων Δυνάμεων της Ταϊβάν, εκτοξευομένων από των εξωτερικών νήσων, θα κονιορτοποιήσει τα σημεία συγκεντρώσεως των στρατευμάτων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, πέριξ των νοτιωτάτων παρακτίων σινικών επαρχιών Xiamen και Fuzhou, από των οποίων ορμωμένη θα επιχειρήσει η Αμφίβιος Δύναμις Κρούσεως του «Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού» να εισβάλει στην Ταϊβάν. Από πλευράς τους, οι υπερασπιστές της νησιωτικής πολιτείας κρύβουν αριστοτεχνικώς τα Βαρέα Όπλα τους μέσα σε λαβυρίνθους από σήραγγες και ενισχυμένα καταφύγια εσκαμμένα εις μέγα βάθος υπό την επιφάνεια του εδάφους, ούτως ώστε να είναι εις θέσιν να εξακολουθήσουν να μάχονται παρά τον αναμενόμενον αρχικόν σφοδρόν βομβαρδισμόν.
Ο Δρ. Toshi Yoshihara, συγγραφεύς του βιβλίου «Mao’s Army Goes to Sea: The Island Campaigns and the Founding of China’s Navy», παρατηρεί ότι οι νήσοι οι κείμενες στην περίμετρο της Ταϊβάν έχουν ασκήσει υπερμεγέθη επίδραση στην περί Πολέμου Σχεδίαση των Ενόπλων Δυνάμεων της ηπειρωτικής Κίνας. Υπ’ αυτό το πνεύμα, οι Στρατιωτικοί του Πεκίνου τείνουν να αντιλαμβάνονται τις αμφίβιες επιχειρήσεις ως την «σπορά του Σινικού Ναυτικού Δόγματος».
Σε στρατιωτικά εγχειρίδια των Ενόπλων Δυνάμεων της Λ.Δ.Κ. (όρα: Informatized Joint Operations and Taiwan Strait Military Geography) η νησιωτική εξωτερική περίμετρος της Ταϊβάν παρουσιάζεται ως ένα «στιλέτο», το οποίον απειλεί «να κόψει το λαρύγγι» πάσης αποβατικής δυνάμεως. Όσον οι νήσοι αυτές παραμένουν υπό την Κυριαρχία της Ταϊπέϊ, οι Ένοπλες Δυνάμεις της τελευταίας δύνανται να εξαπολύσουν συντριπτικές αιφνίδιες επιθέσεις εναντίον παντός Στόλου συγκεντρωμένου στις νοτιώτατες ακτές της ηπειρωτικής Κίνας, βυθίζοντας τα αποβατικά σκάφη και πνίγοντας τα στρατεύματα της αποβατικής δυνάμεως στον βυθό του Στενού της Ταϊβάν, προτού καλά-καλά εκκινήσουν την εκτέλεση της αποστολής των.
Οι γνώστες της Ιστορίας των αλληλοδιαδόχων Κρίσεων του Στενού της Ταϊβάν αλλά και οι λάτρεις της Στρατιωτικής Ιστορίας, εν γένει, γνωρίζουν ότι εις παλαιότερες εποχές, την δεκαετία του 1950 π.χ., επί των περιμετρικών νήσων εστάθμευαν άνω των 100.000 στρατιωτών της Ταϊβάν – όταν ο μεν πληθυσμός της Κομμουνιστικής Κίνας λιμοκτονούσε, η δε Εθνικιστική Κίνα, όπως την ήξεραν οι παλαιότεροι, προπαρεσκευάζετο πυρετωδώς να εισβάλει στην ηπειρωτική πλευρά του Στενού και να ανατρέψει το καθεστώς του Μάο Τσε-τουγκ αλλά «αδειάσθηκε πανηγυρικώτατα» από την Ουάσιγκτων!
Εν τούτοις, από της δεκαετίας του 1990 και μετέπειτα, εξ αιτίας εσφαλμένων στρατηγικών και πολιτικών, που εφήρμοσαν ορισμένες Κυβερνήσεις της Ταϊβάν, οι νήσοι της εξωτερικής περιμέτρου απεναρκοθετήθησαν και απεστρατιωτικοποιήθησαν. Συνεπεία τούτων, η δύναμις της φρουράς σταδιακώς εμειώθη κάτω των 5.000 ανδρών. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, ο Πρόεδρος Xi Jinping και η ιθύνουσα κομματική και κρατική γραφειοκρατική ελίτ του Πεκίνου είναι αρκετά πιθανόν να έλκονται από την ιδέα εξαπολύσεως μιας αιφνιδίας, συντριπτικής επιθέσεως του «Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού» με σκοπόν την κατάληψη όχι της κυρίως Ταϊβάν αλλά των εξωτερικών νήσων και νησίδων. Οι ενδείξεις δεν λείπουν: συχνή διεξαγωγή αμφιβίων ασκήσεων απέναντι από τις νήσους, αποστολές αναγνωρίσεως (διάβαζε: κατασκοπείας) με χρήση Μη Επηνδρωμένων Αεροσκαφών (drones), δοκιμές προκλήσεως καταρρεύσεως των ηλεκτρονικών συστημάτων των νήσων (black-out) κ.ο.κ.
Έχει καταστεί κοινή πεποίθησις πλειάδος Δυτικών Στρατηγών, Ναυάρχων και αξιωματούχων Υπηρεσιών Πληροφοριών ότι η εισβολή στην Ταϊβάν θα λάβει χώραν, πιθανότατα, μέχρι του έτους 2027. Υπό τοιαύτας συνθήκας, ο ασφαλέστερος τρόπος να πεισθεί η ιθύνουσα γραφειοκρατική ελίτ του Πεκίνου να μη προβεί εις πλήγμα εναντίον των νήσων της εξωτερικής περιμέτρου της Ταϊβάν είναι η ουσιαστική και δραστική ενίσχυση της αμύνης των νήσων. Μόνον έτσι θα εξακολουθήσει να επικρατεί η ειρήνη, προς όφελος των πληθυσμών που διαβιούν εις αμφότερες τις πλευρές του Στενού της Ταϊβάν.
Εξ ου και η Κυβέρνηση τού Προέδρου Lai Ching-te, που διεδέχθη προ έτους εκείνην της Προέδρου Tsai Ing-wen (αμφότερες Κυβερνήσεις τού Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος “DPP”), συνεχίζει τις σύντονες προσπάθειες τής προκατόχου του προς αμυντική θωράκιση της Ταϊβάν.
* Ο Δρ. Ηλίας Ηλιόπουλος διετέλεσε, επί μακράν σειράν ετών, Καθηγητής της Ναυτικής Σχολής Πολέμου και του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος – Deree. Σήμερα διδάσκει στο Τμήμα Τουρκικών και Συγχρόνων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.