Μια κρίσιμη διπλωματική πρωτοβουλία με στόχο την αναστροφή μιας αρνητικής κατάστασης και τον περιορισμό της ζημιάς που προκάλεσε το τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019, αποτελούν οι συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), που ξεκίνησαν στην Αθήνα με τη συνάντηση Γεραπετρίτη με τον ασκούντα χρέη ΥΠΕΞ της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας της Λιβύης Ταχέρ Σαλέμ αλ Μπαούρ.
Του Κώστα Πασίση
Όπως φαίνεται η Αθήνα προέβη σε μια κίνηση «damage control», με σκοπό την επιστροφή των δύο χωρών στο τραπέζι του διαλόγου και την αναζήτηση λύσης που θα εδράζεται στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.
Και όλα αυτά σε μια περίοδο έντονης κινητικότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, στη γειτονιά μας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη νέα συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στη Νέα Υόρκη την ερχόμενη Τρίτη, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές.
Αλλά και την ανακοίνωση κοινών στρατιωτικών ασκήσεων μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου, δύο χωρών που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν αντίπαλοι…
Μέσω των συνομιλιών, η Ελλάδα στοχεύει να αποδείξει ότι η μόνη βιώσιμη λύση είναι η οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών με βάση το Διεθνές Δίκαιο, το οποίο αναγνωρίζει πλήρη δικαιώματα στα νησιά.
Τονίζεται συνεχώς η νομική αστοχία του τουρκολιβυκού μνημονίου και η ανάγκη για μια συμφωνία που να είναι αποδεκτή από όλα τα μέρη.
Παράλληλα, η Ελλάδα επιδιώκει να αναπτύξει τη συνεργασία με τη Λιβύη σε τομείς όπως η ενέργεια, το εμπόριο και η ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης της λιβυκής ακτοφυλακής για τη διαχείριση του μεταναστευτικού.
Αυτές οι κινήσεις ενισχύουν τους διπλωματικούς δεσμούς και δημιουργούν ένα κλίμα εμπιστοσύνης που μπορεί να διευκολύνει την επίτευξη συμφωνίας για την ΑΟΖ.
Να σημειώσουμε ότι η σημερινή κυβέρνηση από την αρχή της θητείας της, με υπουργό Εξωτερικών τον Νίκο Δένδια είχε αποφασίσει να αποκαταστήσει τις διμερείς σχέσεις με τη Λιβύη, επαναλειτουργώντας την πρεσβεία της στην Τρίπολη και πραγματοποιώντας επισκέψεις υψηλού επιπέδου.
Μια πρωτοβουλία που αν μη τι άλλο, αποκαλύπτει τη βούληση της Αθήνας να προσεγγίσει την άλλη πλευρά, παρά τις υφιστάμενες διαφωνίες, αλλά και το γεγονός ότι η Αφρικανική χώρα είναι διαιρεμένη και η κοινή συνισταμένη παραμένει δυσεπίλυτη εξίσωση.
Η Βεγγάζη, η πλευρά Χάφταρ, που εξακολουθεί να διατηρεί σημαντικό στρατιωτικό και πολιτικό έρεισμα στην Ανατολική Λιβύη, δεν αναγνωρίζει την κυβέρνηση Ντμπεϊμπά στην Τρίπολη και κατά συνέπεια θεωρεί ότι δε δεσμεύεται από τις συμφωνίες που εκείνη έχει υπογράψει.
Μέχρι σήμερα τουλάχιστον, η αμφισβήτηση του τουρκολιβυκού μνημονίου από τη Βεγγάζη στηριζόταν αφενός στη μη κύρωσή του από τη Βουλή και αφετέρου στην έλλειψη νομιμοποίησης μιας μεταβατικής κυβέρνησης να προχωρεί σε συμφωνίες τέτοιας εμβέλειας.
Ακόμη, η Άγκυρα, αξιοποιώντας τα διπλωματικά και στρατιωτικά της ερείσματα στη Λιβύη, εντείνει τις πιέσεις προς τον Χάφταρ, με στόχο να κάμψει τις αντιστάσεις του. Ταυτόχρονα, ο στρατηγός εμφανίζεται να συνομιλεί ή καλύτερα να «παίζει» τόσο με την Αθήνα όσο και με την Άγκυρα, διατηρώντας ένα θολό τοπίο, που σίγουρα δε βολεύει τη χώρα μας.
Σενάρια για την επόμενη ημέρα
Για την Ελλάδα το βέλτιστο σενάριο είναι να επιτευχθεί μια συμφωνία οριοθέτησης της ΑΟΖ με τη Λιβύη, η οποία θα ακυρώνει στην πράξη το τουρκολιβυκό μνημόνιο και θα επιβεβαιώνει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.
Αυτό θα αποτελούσε μια μεγάλη διπλωματική επιτυχία και θα ενίσχυε τη θέση της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Το δεύτερο είναι η συνέχιση των συνομιλιών χωρίς αποτέλεσμα. Σε αυτή την περίπτωση, εάν οι συνομιλίες δεν καταλήξουν σε συμφωνία, είτε λόγω της αδυναμίας της λιβυκής κυβέρνησης να δεσμευτεί είτε λόγω εξωτερικών πιέσεων, κυρίως από την Τουρκία, η χώρα μας θα πρέπει να διατηρήσει ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας. Και ταυτόχρονα – όπως επισημαίνεται από διπλωματικές πηγές να θα συνεχίσει να προωθεί τις θέσεις της σε διεθνή φόρα, όπως ο ΟΗΕ και η Ε.Ε., και να ενισχύει τις συνεργασίες της με άλλες χώρες της περιοχής.