Ιστορικός, συγγραφέας, δραματουργός, μεταφράστρια, σκηνοθέτης, η Σίσσυ Παπαθανασίου βλέπει, τις ημέρες αυτές, να ξεδιπλώνονται με επιτυχία οι εκδηλώσεις του Διεθνούς Φεστιβάλ «Αναλόγιο». Σπούδασε νομικά, θέατρο και κινηματογράφο στην Ελλάδα. Συνέχισε τις σπουδές της στην Κοινωνική Ανθρωπολογία, την Ιστορία Πολιτισμών και το Θέατρο στο Παρίσι στην École des Hautes Études en Sciences Sociales και τη Σορβόννη.
Το 2004 ίδρυσε το Διεθνές Φεστιβάλ Αναλόγιο, έναν διεθνή οργανισμό για τη γραφή, τα γράμματα και τις τέχνες, με συνεχή λειτουργία έκτοτε και με την ίδια καλλιτεχνική διευθύντρια. Είναι μέλος της επιτροπής απονομής κρατικών λογοτεχνικών βραβείων της Ελλάδας, της επιτροπής του δικτύου των Φεστιβάλ Θεάτρου των Αραβικών χωρών, της Ινδίας και της Νοτιοανατολικής Ασίας, του προγράμματος greeklit για την επιδότηση μεταφράσεων ελληνικών βιβλίων σε άλλες γλώσσες, του ευρωπαϊκού δικτύου μετάφρασης enlit και Διευθύντρια Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού.
Η συζήτηση μαζί της για το Thepresident.gr έγινε, ακριβώς, για το «Αναλόγιο» έναν θεσμό που επιχειρεί «πάντρεμα» θεάτρου με λογοτεχνία και άλλες τέχνες. Τι ήθελε να πετύχει ξεκινώντας;
Σ.Π.: Πράγματι, καλά το είπατε, το Αναλόγιο, που βαδίζει στην τρίτη δεκαετία ζωής του, είναι πλέον ένας θεσμός στα πολιτιστικά δρώμενα στη χώρα μας και έξω από τα σύνορά της. Η αρχική ιδέα ήταν η δημόσια σκηνοθετημένη ανάγνωση θεατρικών κειμένων από ηθοποιούς που θα κρατούσαν το «κείμενο» στο χέρι, μπροστά σε ένα αναλόγιο. «Μίνι» παραστάσεις με σκηνοθέτη, σκηνικά και μουσική και όλα τα στοιχεία μιας ολοκληρωμένης παράστασης αλλά στο ελάχιστο. Έτσι ώστε κάθε φορά τα κείμενα να ακούγονται και να ερμηνεύονται, αλλά να απαιτείται λιγότερο διάστημα προεργασίας για την παρουσίαση και βεβαίως, μικρότερο κόστος. Επιδιώξαμε να δοθεί βήμα για την πρώτη σκηνική παρουσίαση έργων πρωτοεμφανιζόμενων, ανερχόμενων, αλλά και καθιερωμένων θεατρικών συγγραφέων και δημιουργών και να συγκροτηθεί ένας χώρος, ένας τόπος, σωστότερα, για τη συνάντηση της ελληνικής δραματουργίας με τις δραματουργίες άλλων χωρών.
Στον πυρήνα αυτής της σκέψης βρίσκεται, βέβαια, η παράδοση της απαγγελίας από αρχαιοτάτων χρόνων, αλλά και η εκκλησιαστική παράδοση και η παράδοση που μας κληροδότησαν ρομαντικοί ποιητές όπως ο Λόρδος Μπάυρον για τα δραματικά κείμενα. Το Αναλόγιο, αξιοποιώντας αυτή την παράδοση, την ανανεώνει αξιοποιώντας τις πιο φρέσκες και ρηξικέλευθες, παλαιότερες και νεότερες, εκδοχές του θεατρικού λόγου. Δεν πρόκειται, επομένως, για πάντρεμα της λογοτεχνίας με το θέατρο, αλλά για την ανάδειξη του θεατρικού λόγου ως λογοτεχνικής γραφής και της τελευταίας ως οιονεί σκηνοθετημένης αφήγησης. Στην πορεία, πολλά κείμενα που πρωτοπαρουσιάστηκαν έγιναν πολύ επιτυχημένες παραστάσεις και άλλα ταξίδευσαν σε όλο τον κόσμο. Το Αναλόγιο πολύ πριν αρχίσουμε στην Ελλάδα να συζητούμε για κινητικότητες πρότεινε ένα ανοιχτό πεδίο κινητικότητας, συγχρονιζόμενο με τη σχετική συζήτηση διεθνώς. Λειτούργησε και λειτουργεί προκρίνοντας τη συνομιλία ανάμεσα σε διάφορες και διαφορετικές φωνές, πολιτισμούς, λεκτικές εκδοχές, θεατρικούς τρόπους και τόπους.
– Τόσα χρόνια μετά, το καταφέρατε; Αλλάξατε καθόλου τα πράγματα; Διορθώσατε κάτι;
Σ.Π.: Το Αναλόγιο έχει παρουσιάσει στο κοινό κοντά στα 350 καινούργια ελληνικά και ξένα έργα στο κυρίως πρόγραμμα και περί τις 260 συνολικά εκδηλώσεις, με σχεδόν 2.250 καλλιτεχνικούς συντελεστές. Περισσότεροι από 130 συγγραφείς παρακολούθησαν για πρώτη φορά τα έργα τους επί σκηνής, ενώ μέσω της διοργάνωσης μάς συστήθηκαν νέοι συγγραφείς από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Επίσης, νέοι σκηνοθέτες, ηθοποιοί, μουσικοί, χορογράφοι, φωτογράφοι, εικαστικοί, διάσημοι σήμερα, πρώτη φορά παρουσίασαν την καλλιτεχνική τους πρόταση στο Αναλόγιο. Πολλές παραγωγές του Φεστιβάλ Αναλόγιο παρουσιάστηκαν σε εθνικά και δημοτικά θέατρα, και ελεύθερες σκηνές, ενώ έργα που παρουσιάστηκαν στο Αναλόγιο μεταφράστηκαν και ταξίδεψαν στο εξωτερικό, όπου διεκδίκησαν και κέρδισαν διεθνή βραβεία. Διοργάνωσε θεματικά αφιερώματα, αφιερώματα σε Έλληνες συγγραφείς και σε δραματουργίες άλλων χωρών, εργαστήρια, μεταφράσεις, έκανε διεθνείς προσκλήσεις για συγγραφή έργων, ενώ ανέπτυξε δίκτυα συνεργασίας με ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και διεθνή δίκτυα και φόρα. Το Φεστιβάλ όλα αυτά τα χρόνια, υλοποίησε ειδικά προγράμματα διεύρυνσης κοινού, παρεμβάσεις με παιδιά και εφήβους, πρόσφυγες και μετανάστες, παρεμβαίνοντας, λοιπόν στο πεδίο της κινητικότητας, όπως διαμορφώνεται κάθε φορά στον κοινωνικό σχηματισμό.
Με ρωτήσατε αν αλλάξαμε καθόλου τα πράγματα, αν διορθώσαμε κάτι. Δεν έχουμε την αυταπάτη, όλοι όσοι ασχολούμαστε με το Αναλόγιο ότι ένας έστω και πρωτοποριακός για τα ελληνικά δεδομένα, όπως, νομίζω, φάνηκε από όσα σας είπα, θεσμός μπορεί «να αλλάξει τα πράγματα». Πιστεύουμε, όμως, στο πρώτο πληθυντικό γιατί είναι μια συλλογική προσπάθεια, ότι το στίγμα που ο θεσμός αφήνει στη νεοελληνική πολιτισμική πραγματικότητα είναι ισχυρό, και αυτό φαίνεται από την υποδοχή του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
– Ποιο είναι το βασικό στοιχείο, η βασική ιδέα γύρω από την οποία ξετυλίγεται το Αναλόγιο;
Σ.Π.: Η λέξη Αναλόγιο επελέγη ως τίτλος γιατί παραπέμπει σε τελετουργική ανάγνωση, στην ίδια τη λειτουργία της Ανάγνωσης, ακριβώς όπως και η σκηνική γραφή που προοικονομεί τον λόγο και τον επαναπροτείνει ως πυρήνα της θεατρικής πράξης. Ο τίτλος της διοργάνωσης και σήμα κατατεθέν μας, έδωσε όνομα στη σκηνική φόρμα που προτάθηκε από το Αναλόγιο, και που συστήνει μια διαδικασία για την ανάδειξη νέων θεατρικών έργων διεθνώς. Αναλόγιο πλέον ονομάζεται στην Ελλάδα κάθε δημόσια, σκηνοθετημένη ανάγνωση ενός κειμένου. Στη μακρά παράδοση της λογοτεχνικής, θεατρικής και σκηνικής παράδοσης στη χώρας, το Αναλόγιο αναδεικνύει τη συνέχεια, αλλά, συγχρόνως, αποτελεί μία τομή σε ό,τι αφορά στη δεξίωση νεότερων προβληματικών για την κειμενική διαπίστευση και γραφή, αλλά και την επί σκηνής παράσταση και ερμηνεία της.
– Πώς καταφέρνετε να έχετε τόσο λαμπρούς καλλιτέχνες, μεταφραστές, κ.λπ., κάθε χρονιά, αλλά και σε κάθε εκδήλωση; Πώς γίνονται οι επιλογές;
Σ.Π.: Κάθε προσπάθεια στον χώρο του πολιτισμού κρίνεται από το πόσο ευδιάκριτο είναι το στίγμα της. Αποφύγαμε τις γενικόλογες διακηρύξεις, τις μεγαλεπήβολες διακηρύξεις, κινηθήκαμε με σαφώς προσδιορισμένους στόχους. Επιβεβαιωθήκαμε, εκ του αποτελέσματος. Στο κέντρο, ο διάλογος, η διαρκής αναζήτηση, οι ενδεχομένως τολμηρές προκρίσεις, η γνώση ότι στη χώρα μας αρχικά, στις σκηνές του κόσμου στη συνέχεια, υπάρχουν ζωντανές δυνάμεις, ενδιαφέρουσες, ρηξικέλευθες φωνές, ευφάνταστες προτάσεις. Το στοίχημα είναι να μην τις αρνηθείς, να τις υποδεχτείς και να τις αγκαλιάσεις. Προφανώς, πολιτισμός δεν είναι αποκλειστικά τα αρχαία ερείπια, το αρχαίο κλέος. Εκεί έξω υπάρχουν φωνές που αγωνιούν να εκφραστούν. Κείμενα σε συρτάρια που περιμένουν να δημοσιευτούν, να διαβαστούν, να μεταφραστούν, να συζητηθούν, να παρασταθούν. Σε αυτές τις φωνές και τα κείμενα δίνουμε βήμα. Με σεβασμό αλλά και κριτήρια και αυστηρή επιλογή. Από εκεί και πέρα, χρονιά τη χρονιά, η παρέα μεγαλώνει, οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες που μας εμπιστεύονται τα κείμενά τους αυξάνουν σε μια συνομιλία ζωντανή. Γιατί ο πολιτισμός πάνω απ’ όλα αυτό κάνει: ιδρύει συνομιλίες. Τις συνομιλίες που είμαστε.
– Το κοινό ήταν μαζί σας από την αρχή, ή σιγά σιγά το τραβήξατε όλο και περισσότερο; Τι θέλετε να αποκομίσει από τη διοργάνωση;
Σ.Π.: Το κοινό αγκάλιασε την προσπάθεια εξαρχής. Κατάλαβε τον καινότομο χαρακτήρα του όλου εγχειρήματος, αλλά και τον επαγγελματισμό με τον οποίο το διαχειριστήκαμε. Το κοινό διψά για κείμενα και παραστάσεις.
– Ολα τα ωραία έχουν ένα τέλος κατά το κοινώς λεγόμενο. Δεν πρέπει μάλλον να υπάρχει αμφιβολία περί του ότι το επόμενο Αναλόγιο αρχίζει από τη μέρα που κλείνει το προηγούμενο. Με τι ετοιμάζεστε να μας εκπλήξετε και πάλι;
Σ.Π.: Ακριβώς όπως το είπατε, ήδη έχει δουλεύουμε για την επόμενη διοργάνωση, αλλά θα πρέπει να περιμένετε λίγο.