Αν δεν σε νανούρισαν ποτέ με το «Κοιμήσου και παρήγγειλα στη Σμύρνη τα προικιά σου»,
Αν δεν ραγίζει η καρδιά σου κάθε φορά με την ασπρόμαυρη φωτογραφία από την αγαπημένη πόλη να καίγεται,
Αν δεν σε έλεγαν «τουρκόσπορο» οι «άλλοι» την προσφυγική γειτονιά όπου μεγάλωσες, (μερικοί σε λένε ακόμα),
Αν οι γυναίκες της οικογένειας δεν σε φώναζαν «γιαβρί μου» και «τζιέρι μου»,
Αν δεν διδάχτηκες από παιδί πως στον ξένο προσφέρουμε το πρώτο πιάτο της κατσαρόλας και όχι το τελευταίο, που περίσσεψε, ακόμα και όταν είναι ένας άγνωστος που πεινάει (ιδίως τότε),
Αν δεν έμαθες πως δεν λέμε «στην υγειά σου» με τον καφέ, παρά μόνο με νερό,
Αν δεν άκουσες τη γιαγιά σου, την θρυλική και αναλφάβητη γιαγιά Βασιλεία να σπαράζει με το «Μοιρολόι της Παναγιάς»,
Αν δεν έκλαψες με το μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη «Στου Χατζηφράγκου», ιδίως με το τέλος στο οποίο η Κατερίνα σβήνει με το παιδί στην κοιλιά της τις ίδιες ώρες που το Μαργαριτάρι της Ανατολής χάνεται για πάντα, καθώς μπαίνει ο τουρκικός στρατός,
Αν δεν έχεις θαυμάσει τους παλιούς ντενεκέδες με τα λουλούδια μέσα μπροστά στα προσφυγόσπιτα της Νέας Ιωνίας, καταλαβαίνοντας πώς αυτοί οι άνθρωποι που ήρθαν με ένα παπούτσι αγαπούσαν την ομορφιά και φρόντιζαν να την παρέχουν σε όλους,
Αν οι γυναίκες γύρω σου δεν τραγουδούσαν τουρκικά τραγούδια και δεν έλεγαν «τσοτζουκλάρ», τα παιδιά, κάθε φορά που έλεγαν κάτι το οποίο τα παιδικά αυτιά δεν έπρεπε να ακούσουν,
Αν δεν τις συνάντησες τα απογεύματα στα μικρούτσικα κηπάκια ή στα πεζοδρόμια, περιποιημένες, ντυμένες με όση κομψότητα μπορούσαν, να καταγίνονται με τα εργόχειρά τους- και με την κοινωνική κριτική εννοείται,
Αν δεν έχεις ακούσει για «πρόσφιγγες» επειδή μάς μισούσαν και «παστρικές», επειδή οι προγονοί μας στην πατρίδα έκαναν μπάνιο πολύ συχνότερα καθώς είχαν ανώτερο πολιτισμό,
Αν δεν έριξες κρυφά λουλούδια στην παραλία της Σμύρνης, όπου έγινε η μεγάλη σφαγή των αμάχων,
Αν δεν ανατρίχιασες με τους στίχους του Καμπανέλλη στο «Μεγάλο μας τσίρκο»
«Κομμάτια μου ψάχνω να βρω,
να κάνω ρίζα να ξανασταθώ
και να φωνάξω με φωνή
που να ματώσουν οι ουρανοί
όλοι μας σφάζαν και μας πνίγανε μαζί
Εγγλέζοι, Γάλλοι κι Αμερικανοί»
για τις δραματικές ώρες που τα γυναικόπαιδα προσπαθούσαν να φύγουν από την πόλη και τα καράβια των μεγάλων δυνάμεων απέτρεπαν τους ματωμένους ανθρώπους να ανέβουν σε εκείνα,
Αν δεν ξέρεις πως η Ελλάδα μόλις τον Ιούνιο του 1922 είχε εκδώσει νόμο για να απαγορεύσει την είσοδο όσων δεν είχαν ελληνικό διαβατήριο (οι μικρασιάτες είχαν συνήθως οθωμανική υπηκοότητα),
Τότε δεν θα καταλάβεις ποτέ την καταστροφή της Σμύρνης. Γιατί τη λέμε έτσι, πώς με την εθνικιστική πολιτική των Τούρκων επιδιώχθηκε η εθνοκάθαρση, συδαυλισμένη από τους Γερμανούς και πώς χάθηκε για πάντα η Ιωνία από τους Ελληνες. Δεν θα σου πει ποτέ τίποτα η μεγαλύτερη απώλεια της πατρίδας.
Σαν αυτές τις ημέρες πριν από 103 χρόνια έγιναν αυτά και χιλιάδες χιλιάδων άλλα. Η μικρασιατική ακτή άλλαξε πρόσωπο, οι Ρωμιοί, οι εργατικοί, φιλόξενοι, προκομένοι, καλόκαρδοι γείτονες ή σκοτώθηκαν ή έφυγαν, η Ελλάδα ξαφνικά μεγάλωσε σε πληθυσμό αλλά τόση φτώχεια πώς να την παλέψουν;
Ηρθαν, ήρθαμε, και φέραμε μαζί μας άλλες συνήθειες, άλλα φαγητά, άλλο πνεύμα, άλλη παιδεία. Περήφανοι απόγονοι εμείς, ακόμα και σήμερα, που οι νεώτεροι δεν διδάσκονται πια τόσα από τον πανάρχαιο πολιτισμό της Ιωνίας, φροντίζουμε να μην ξεχαστεί.
Είκοσι επτά Αυγούστου ξεκίνησε το μακελειό, με την είσοδο Τσετών και στρατευμάτων στη Σμύρνη. Ο μητροπολίτης Χρυσόστομος λιντσαρίστηκε από τα γεμάτα μίσος άτακτα πλήθη. Μπορούσε να είχε σωθεί, όμως δεν καταδέχτηκε να εγκαταλείψει το ποίμνιό του και ας γνώριζε το τέλος. Η πόλη κάηκε, από φωτιά που έβαλαν οι εχθροί μας, για να μην έχουμε πού να γυρίσουμε. Οι άνδρες φονεύθηκαν ή στάλθηκαν στα τάγματα εργασίας (θανάτου). Πιο ψηλά, η ανατολική Θράκη χάθηκε, επειδή ουδέποτε τη διεκδικήσαμε- εντελώς άδικα. Ο Πόντος τράβηξε κι αυτός τα πάνδεινα.
Σε 3-4 ημέρες, με το παλιό ημερολόγιο, όλα είχαν χαθεί. Επρεπε να ζήσουν σε μια χώρα με άγονα χώματα, (τα εδάφη απέναντι είναι ιδιαίτερα εύφορα) με ντόπιους που δεν τους ήθελαν, με νεκρούς πίσω, με αρρώστιες και φτώχια. Και τα κατάφεραν.
Ακόμα και σήμερα, όσοι δεν ξέρουν το έπος των προσφύγων λένε κάπως επικριτικά: μα εσείς είστε μικρασιάτες! Επικριτικά, ακόμα και όταν αναφέρονται σε κάτι καλό, όπως στην αλληλεγγύη που ανέκαθεν είχαμε.
Περήφανη απόγονος, είπα να μνημονεύσω την επέτειο και τον Σεφέρη, τον μεγάλο Σμυρνιό, με τους συγκλονιστικούς στίχους (ακόμα και αυτόν βρήκε φρικτό κριτικός λογοτεχνίας, επειδή χρησιμοποιεί ντοπιολαλιά, λες και είναι ο μόνος). Οι στίχοι λοιπόν από «Το σπίτι κοντά στη θάλασσα»:
«Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν.
Έτυχε να ’ναι τα χρόνια δίσεχτα· πολέμοι χαλασμοί ξενιτεμοί·
κάποτε ο κυνηγός βρίσκει τα διαβατάρικα πουλιά
κάποτε δεν τα βρίσκει· το κυνήγι
ήταν καλό στα χρόνια μου, πήραν πολλούς τα σκάγια·
οι άλλοι γυρίζουν ή τρελαίνουνται στα καταφύγια».
Και τώρα, τα μεγάλα λάθη.
«Παιδιά, οι κατηγορίες δεν ασκούνται αλλά απαγγέλλονται… Η δίωξη, η πίεση … αυτές ασκούνται» γράφει η φίλη μου Λίνα Β. Τζάμπα φοβάμαι…
«Καλησπέρα είμαι φοιτήτρια και ενδιαφέρομαι να νοικιάσω ένα διαμέρισμα σε ασφαλές περιοχές στο κέντρο, συγκεκριμένα θα ήθελα Περιστέρι Άγιος Ελευθέριος, Άνω και Κάτω Πατήσια». Φοιτήτρια και «ασφαλές περιοχές» πώς να το χωνέψω; Ασε τα υπόλοιπα…
Καπάκι ο συνάδελφος: σήμερα ο ΠΑΟ έκανε την τελευταία προπόνηση υπό καταρρακτώδης βροχή». Τριτόκλιτα, αυτή η μάστιγα.
«Αλλά σε μέρη όπως το Σουδάν και σε όλο τον κόσμο, υπάρχει μια ευρεία αποτυχία προστασίας των εργαζομένων ανθρωπιστικής βοήθειας και προστασίας στα παιδιά που βρίσκονται σε πόλεμο.» Ευρεία αποτυχία προστασίας των εργαζομένων. Απευθείας μετάφραση. Πώς λέμε αφήστε με να ξέρω από το let me know; έτσι.
«Σήμερα στην ΕΡΤ άκουσα κάτι που με σόκαρε» γράφει φίλος. «Κάποιος αποκάλεσε την Ακρόπολη “άυλη πολιτιστική κληρονομιά”.
Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό το λάθος. Δεν είναι λεπτομέρεια — είναι βασική γνώση.
Η Ακρόπολη της Αθήνας ΔΕΝ είναι άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Είναι υλική.
Είναι ναοί, αρχιτεκτονικά έργα, ένα χειροπιαστό και φυσικά υπάρχον μνημείο.
Αυτό ακριβώς σημαίνει υλική πολιτιστική κληρονομιά: μνημεία, κατασκευές, αντικείμενα.»
Η ΕΡΤ ακούει; (σιγά…)
«Ο οδηγός του φορτηγού κινούνταν». Ο οδηγός. Όχι το φορτηγό, το οποίο, προφανώς, κινούνταν.
«Άντε να κινούνταν οι ρόδες, άντε να κινούνταν τα νεύρα του οδηγού, όχι ο οδηγός, βρε αρχισυντάκτες…» γράφει φίλος. Κινούμενο τοπίο η γλώσσα.
«Η εγκατέλειψη της μικρής» προκύπτει διότι λέμε εγκατέλειψε. Ναι, αλλά αν ξέρεις στοιχειωδώς την ελληνική, δεν κάνεις τέτοια λάθη. Λεμονάκι μυρωδάτο της εβδομάδας.
«Είκοσι έξι αντιφάσεις υπέπεσε η εν λόγω». Το ΣΕ, άχρηστο, ή άγνωστο.
Για κάποιον δολοφόνο διαβάζουμε: «Το ποινικό του μητρώο είναι επίσης βεβαρημένο. Τον Νοέμβριο του 2024 είχε συλληφθεί για διοικητική απέλαση, ενώ το 2019 είχε βρεθεί δύο φορές στα χέρια της αστυνομίας για κατοχή ναρκωτικών ουσιών. Νωρίτερα, το 2018, είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός έτους για ψευδή ανωμοτί κατάθεση, ενώ το 2020 εξέτισε ποινή φυλάκισης τεσσεράμισι ετών για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και διακίνηση ναρκωτικών. Η εγκληματική του δραστηριότητα εντοπίζεται ήδη από το 2013, όταν είχε συλληφθεί για πλαστογραφία και παράνομη είσοδο στη χώρα.»
Κι όμως, ήταν εδώ. Το λες και επιτυχία. Των ανόμων.


