Με διαφορετικές προσεγγίσεις και απόψεις εμφανίστηκαν στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής οι εξωκοινοβουλευτικοί φορείς που είχαν κληθεί να καταθέσουν τις απόψεις τους στο νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, που αφορά αλλαγές και τροποποιήσεις στον Κώδικα πολιτικής δικονομίας.
Νωρίτερα, ο Υφυπουργός Δικαιοσύνης, Ιωάννης Μπούγας κατέθεσε 11 νομοτεχνικές βελτιώσεις στο νομοσχέδιο, κάνοντας δεκτές σχετικές προτάσεις των κομμάτων, ενώ διαβεβαίωσε ότι «η ηγεσία του υπουργείου, είναι ανοιχτή στο διάλογο, σημειώνει τις χρήσιμες παρατηρήσεις που γίνονται πάνω σε κρίσιμα ζητήματα, θα ακούσει και τους φορείς και θα προχωρήσει και σε νέες αλλαγές».
«Υπάρχουν διατάξεις που συμφωνούμε, υπάρχουν και κάποιες διατάξεις για τις οποίες έχουμε ενστάσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος, Δημήτρης Βερβεσός.
Παράλληλα, αναγνώρισε ότι η ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης έκανε δεκτές προτάσεις που κατέθεσε ο Δικηγορικός Σύλλογος Ελλάδος κατά την διαβούλευση εκφράζοντας την ικανοποίηση του για την τροποποίηση που αφορά στη διαταγή πληρωμής και τη διαταγή απόδοσης μισθίου μεταφέροντας εξ ολοκλήρου την αρμοδιότητα στους δικηγόρους, χωρίς την μεσολάβηση των γραμματειών των δικαστηρίων.
Ο κ. Βερβεσός πρότεινε ακόμα να υπάρξει ενιαία ρύθμιση χρονικών προθεσμιών, σημειώνοντας ότι «για τους πλειστηριασμούς δημιουργεί πρόβλημα στους οφειλέτες η αναστολή επί ασκήσεως έφεσης, η προθεσμία 5 εργασίμων ημερών».
«Η διάταξη είναι προβληματική. Πρακτικά πολλές φορές φτάνουν οι αποφάσεις εκτέλεσης να εκδίδονται τελευταία μέρα. Το πενθήμερο είναι ασφυκτικό, πρέπει να υπάρξει επαρκές χρονικό διάστημα για την άσκηση εφέσεως και αναστολής εκτέλεσης πλειστηριασμού», σημείωσε
«Συμφωνούμε με την αρχή της επιτάχυνσης, όμως δεν μπορεί να λειτουργεί σε βάρος της δικαιοσύνης και σε βάρος των νέων συναδέλφων», ανέφερε η γενική γραμματέας του ΔΣ της Ένωσης Ασκουμένων και νέων δικηγόρων Αθήνας, Σοφία Συρογιάννη, ενώ εξέφρασε αμφιβολίες για το αν ο ψηφιακός φάκελος θα έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα κατά την εφαρμογή του, χωρίς να υπάρχουν οι κατάλληλες υλικοτεχνικές υποδομές και το ανθρώπινο δυναμικό που θα τον ενίσχυαν.
Για πολύ καλή συνεργασία που υπήρξε με το Υπουργείο Δικαιοσύνης κατά την διάρκεια της διαβούλευσης, έκανε λόγο η Ελένη Κοντογιώργου, πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής Συμβολαιογραφικών Συλλόγων Ελλάδος.
«Η δημιουργία μητρώου διαθηκών, λαμβάνει σάρκα και οστά. Μετά από πολλά χρόνια θα είναι δυνατή η κατάθεση αδημοσίευτων διαθηκών και θα υπάρξει σημαντική μείωση του χρόνου δημοσίευσης διαθήκης. Άμεσα ενώπιον του συμβολαιογράφου θα γίνεται η δημοσίευση», υποστήριξε.
Στο πεδίο των πλειστηριασμών εστίασε ο πρόεδρος του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θράκης, Χρήστος Τερζίδης, υποστηρίζοντας ότι «οι διατάξεις του ποινικού κώδικα τροποποιούνται επί τα χείρω σε ότι αφορά τους πλειστηριασμούς και δεν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση».
Όπως είπε, με την κατάργηση, στην ουσία, του συμβολαιογράφου στην περιφέρεια πλήττεται η ισότητα και η προσβασιμότητα των πολιτών, υπονομεύεται η διαδικασία διαφάνειας, αποδυναμώνεται η περιφέρεια, ενώ δεν υπάρχει καμία τεκμηριωμένη ανάγκη η οποία να επιβάλει αυτή την προσέγγιση της διάταξης».
«Παραβιάζεται η αρχή της ισότητας δεδομένου ότι επιβαρύνονται μόνο οι πολίτες που κατοικούν μακριά, δημιουργείται άνιση πρόσβαση στη διαδικασία, δυσχεραίνεται στον οφειλέτη η άσκηση ενημέρωσης των ένδικων μέσων. Είναι κοινωνικά άδικο το μέτρο ιδιαίτερα για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Η τοπική αρμοδιότητα του συμβολαιογράφου είναι να εξασφαλίζει την εγγύτητα την προσβασιμότητα και την κοινωνική εμπιστοσύνη στη διαδικασία της εκτέλεσης.
Η κατάργηση της τοπικής αρμοδιότητας οδηγεί σε συγκέντρωση μεγάλου όγκου των διαδικασιών στην Αθήνα, οδηγώντας σε δικονομική αποδυνάμωση τα επαρχιακά συμβολαιογραφία που ασχολούνται με την εκτέλεση. Εγείρονται βάσιμες ανησυχίες για το αν οι συμβολαιογράφοι της πρωτεύουσας θα μπορέσουν πρακτικά να ανταπεξέλθουν στον αυξανόμενο όγκο», είπε μεταξύ άλλων.
Έντονους προβληματισμούς για την αποτελεσματικότητα των νέων αλλαγών στον κώδικα πολιτικής δικονομίας, εξέφρασε ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, Παντελής Μποροδήμος, ενώ εξέφρασε την αντίθεση του στην εξ ολοκλήρου μεταφορά της αρμοδιότητας σε δικηγόρους, για τη διαταγή πληρωμής και τη διαταγή απόδοσης μισθίου.
«Η αξιολόγηση αυτή, που έχει χαρακτηριστικά δικαιοδοτικής κρίσης ανάλογα και της δικαστικής απόφασης, προϋποθέτει τουλάχιστον τον τελικό έλεγχο από όργανο που έχει εχέγγυα προσωπικής ανεξαρτησίας κατά το σύνταγμα, στην οποία όμως δεν εμπίπτουν οι δικηγόροι.
Η διαταγή πληρωμής θα γίνεται μέσω πράξης από ιδιώτη, χωρίς δικαίωμα. Οι ίδιοι που θα είναι υπεύθυνοι για τον οικονομικό έλεγχο της αποπληρωμής, δηλαδή των συντελεστών τίτλων, θα είναι ταυτόχρονα και υπεύθυνοι για την έκδοση τους. Η σύγκρουση συμφερόντων είναι περισσότερο από προφανής», υποστήριξε.
Από την πλευρά του ο Φώτης Γιαννούλας, μέλος του ΔΣΑ, απέρριψε τις αιτιάσεις του κ. Μποροδήμου, αντιτείνοντας ότι « κανένα ουσιαστικό δικαίωμα δεν πλήττεται στις ανακοπές και κανένα ζήτημα αντισυνταγματικότητας δεν προκαλεί»
«Δεν έχουμε δικαιοδοτικό έργο να κάνουμε, αλλά διαπιστωτικό. Υπάρχει στις διαταγές πληρωμής κουλτούρα ανακοπών. Ο καθένας θα εξαντλήσει κάθε περιθώριο να ασκήσει ανακοπή. Είτε δεν εκδίδει την διαταγή πληρωμής δικηγόρος, είτε την εκδίδει δικαστής, εγώ που θα προσπαθήσω να αμυνθώ θα κάνω ότι μπορώ για να κάνω την ανακοπή. Άρα κανένα ουσιαστικό δικαίωμα δεν πλήττεται, κανένα ουσιαστικό δικαίωμα δεν τίθεται εν κινδύνω», ανέφερε.
Ικανοποιημένος με τις νέες αλλαγές εμφανίστηκε ο Αναστάσιος Βάππας, γενικός γραμματέας του Δ,Σ της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ακινήτων, σημειώνοντας ότι υπήρξε πολύ καλή συνεργασία με το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
«Προηγήθηκε έγκαιρη διαβούλευση, η διαδικασία που ακολουθήθηκε συνάδει με τις συστάσεις καλής πρακτικής της ΕΕ για το κράτος δικαίου», ανέφερε η Εύα Τζαβαλά, Συντονίστρια του Επιστημονικού προσωπικού της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου».
Όπως είπε «ταχύτητα και ποιότητα πάνε μαζί», ενώ συμφώνησε πλήρως στις προτάσεις του ΔΣΑ σημειώνοντας ότι «χωρεί να γίνει περισσότερη βελτίωση».
Ο Δομένικος- Θεολόγος Δελληβέης, αναπληρωτής γραμματέας του ΔΣ της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, έδωσε έμφαση στην ανάγκη αύξησης του προσωπικού και την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων, τονίζοντας ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι εργάζονται κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες.
Στην έλλειψη δικαστικών υπαλλήλων εστίασε και ο Μιχάλης Μαυρογένης, ταμίας του ΔΣ, της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδος.
Όπως είπε, «η αντανάκλαση όλων των ρυθμίσεων για τον εκσυγχρονισμό και την επιτάχυνση της δικαιοσύνης, θα επιβαρύνουν περισσότερο τους δικαστικούς υπαλλήλους, καθώς παραμένει ίδιο το εργατικό δυναμικό».
«Όχι μόνο δεν γίνεται καμία διευκόλυνση, αλλά αντίθετα τα πράγματα γίνονται χειρότερα για τους δικαστικούς υπαλλήλους, που ήδη είναι επιφορτισμένοι», τονίζοντας την ανάγκη άμεσων μαζικών προσλήψεων, με διαγωνισμό, μέσω ΑΣΕΠ.
Την πλήρη διαφωνία της στο «αντιλαϊκό», όπως το χαρακτήρισε νομοσχέδιο, εξέφρασε η Βάγια Γκουνέλα, γενική γραμματέας του ΔΣ του Σωματείου Μισθωτών Δικηγόρων, ζητώντας την απόσυρση του.
Μίλησε για «αντιδραστικές αλλαγές, με τις οποίες, στο όνομα της επιτάχυνσης, συρρικνώνονται τα εργασιακά δικαιώματα, εξυπηρετούνται τα μεγάλα δικηγορικά γραφεία, εξοβελίζοντας τους μικρούς μισθωτούς δικηγόρους και διευκολύνονται τα φανς στους πλειστηριασμούς».
Την πλήρη αντίθεση του στο νομοσχέδιο εξέφρασε και ο Αλέξανδρος -Ρωμανός Αγγελής, μέλος της Ενωτικής Πρωτοβουλίας Πολιτών κατά των Πλειστηριασμών, υποστηρίζοντας ότι «ήδη η κατάσταση είναι μαύρη και θα γίνει ακόμα πιο δύσκολη, με τα απίστευτα εργαλεία που δίνει στα φαντς για να πετάνε τον κόσμο στο δρόμο».
Ο Γιώργος Χαράλαμπος Κίττης, ταμίας του ΔΣ της Ένωσης Νέων Δικηγόρων, σημείωσε ότι «αυτή η ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα των 5000 νέων δικηγόρων, δεν βρίσκονται στο επίκεντρο της νομοθετικής παρέμβασης», και πρόσθεσε ότι «είναι ανάγκη να «επικαιροποιηθούν οι ισχύουσες διατάξεις για τους ασκούμενους δικηγόρους που σήμερα μένουν εντελώς απροστάτευτοι».