Η βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι απλώς υπόθεση οικονομικών μεγεθών. Είναι πρωτίστως πολιτική επιλογή. Αποτυπώνει την πρόθεση μιας χώρας να χτίσει γερές βάσεις για το αύριο, να δώσει πραγματικές ευκαιρίες στους ανθρώπους της και να διαμορφώσει ένα σταθερό και δίκαιο πλαίσιο για την επιχειρηματικότητα. Ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος που κατέθεσε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και υπερψηφίστηκε πρόσφατα από τη Βουλή υπηρετεί αυτήν ακριβώς την προοπτική: φεύγει από τη λογική της διαχείρισης της στασιμότητας και χαράσσει εθνική αναπτυξιακή στρατηγική με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Η σημαντική διαφοροποίηση είναι ότι φεύγει από την επιδοματική προσέγγιση και περνά στην αναπτυξιακή στρατηγική. Στο πλαίσιο αυτό ο νέος Νόμος δεν λειτουργεί αποσπασματικά, ούτε περιορίζεται σε επιδοτήσεις «με το σταγονόμετρο». Δεν εξυπηρετεί μικροπολιτικές ισορροπίες, αλλά θέτει στο επίκεντρο την πραγματική οικονομία. Στοχεύει στην ενίσχυση της παραγωγής, της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας, δίνοντας κίνητρα σε όσους επενδύουν με σοβαρότητα και σχέδιο, ανεξαρτήτως γεωγραφικής περιοχής.
Το πιστοποιεί το γεγονός ότι για α πρώτη φορά διαμορφώνονται δώδεκα εξειδικευμένα καθεστώτα ενίσχυσης, τα οποία αφορούν νευραλγικούς τομείς όπως: Η αγροδιατροφή, οι τεχνολογίες αιχμής, ο τουρισμός, η εφοδιαστική αλυσίδα, η κυκλική οικονομία και οι αλυσίδες αξίας. Πρόκειται για μια σαφή επιλογή που ευθυγραμμίζεται με τις ευρωπαϊκές προτεραιότητες για πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
Επιπρόσθετα εστιάζει στην περιφέρεια και την ισόρροπη ανάπτυξη. Πιο συγκεκριμένα Εισάγεται ειδικό καθεστώς ενίσχυσης για επενδυτικά σχέδια άνω των 2 εκατομμυρίων ευρώ σε παραμεθόριες περιοχές, όπου το ΑΕΠ υπολείπεται του εθνικού μέσου όρου. Τα έργα αυτά θα αξιολογούνται κατά προτεραιότητα και θα χαρακτηρίζονται ως στρατηγικές επενδύσεις.
Τα προσφερόμενα κίνητρα περιλαμβάνουν: Επιχορηγήσεις, φορολογικές απαλλαγές, επιδότηση χρηματοδοτικής μίσθωσης, ταχεία αδειοδότηση και χωροθέτηση. Για το 2025 και το 2026 προβλέπεται η διάθεση 900 εκατομμυρίων ευρώ σε φορολογικά και χρηματοδοτικά εργαλεία. Από αυτά, η Μακεδονία και η Θράκη θα απορροφήσουν τη μερίδα του λέοντος, ως έμπρακτη στήριξη προς την περιφερειακή οικονομία. Παράλληλα, μόνο στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας εγκρίθηκαν 67 επενδυτικά σχέδια, με συνολική ενίσχυση 97 εκατομμύρια ευρώ.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι η διατήρηση της Διεύθυνσης Ιδιωτικών Επενδύσεων στο ΥΜΑΘ, μετά από παρέμβασή μου στην Βουλή, ώστε οι επιχειρήσεις της Βόρειας Ελλάδας να έχουν άμεση πρόσβαση στη διαδικασία αξιολόγησης και έγκρισης επενδυτικών σχεδίων.
Συνοψίζοντας, δεν χωρά καμία αμφιβολία ότι η Ελλάδα αλλάζει. Αφήνει πίσω της τα μοντέλα ανάπτυξης που υπηρετούσαν το παρελθόν και επενδύει συνειδητά σε ένα μέλλον ευκαιριών για όλους – όχι μόνο για τους λίγους ή για τα μεγάλα αστικά κέντρα. Έτσι, ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο με θεσμικά θεμέλια, που ενισχύει την εγχώρια παραγωγή και προσελκύει ποιοτικές επενδύσεις. Δεν είναι ένα τεχνικό νομοσχέδιο – είναι μια πολιτική δήλωση: ότι η Ελλάδα επενδύει ξανά στον εαυτό της. Και αυτή η επένδυση ξεκινά από την Περιφέρεια.
* Ο Θεόδωρος Καράογλου είναι Βουλευτής ΝΔ Β’ Θεσσαλονίκης