«Είναι κατά τη γνώμη μου παγκόσμια πρωτοτυπία να επιλέγεται ως λύση -ενώ δεν έγιναν περιστατικά οπαδικής βίας αλλά έχουμε απλές διαφωνίες μεταξύ παραγόντων του αθλητισμού- η διακοπή του πρωταθλήματος. Μου φαίνεται σαν ομολογία ότι δεν μπορεί η κυβέρνηση να ελέγξει την κατάσταση», δήλωσε ο Κώστας Τσουκαλάς στην ΕΡΤnews, σχετικά με τις εξελίξεις στο Πρωτάθλημα Ελλάδος στο μπάσκετ.
Υποστήριξε ότι «τα ζητήματα αυτά πρέπει να λυθούν και μάλιστα με ένα τρόπο που θα στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα» και πως «τέτοιες συμπεριφορές συχνά οφείλονται και στο γεγονός ότι υπάρχει ένα γενικευμένο αίσθημα ατιμωρησίας».
«Κανείς δεν μπορεί να είναι υπεράνω του νόμου. Αυτό λοιπόν η κυβέρνηση δεν μπορεί συγκυριακά και α λα καρτ να το παίζει αυστηρή. Θα πρέπει να δείχνει ότι αυτό είναι μία δεδομένη πραγματικότητα» σημείωσε. Παράλληλα εκτίμησε ότι «δεν μπορεί να πάμε σε μια λογική “πονάει κεφάλι, κόβεις κεφάλι” διότι έτσι φαίνεται σαν να είσαι και αδύναμος θεσμικά ως πρωτάθλημα, ως αθλητισμός και ότι όποιος θέλει να κάνει οτιδήποτε τέτοιο, μπορεί να τινάξει μία διαδικασία στον αέρα». Ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι «εμάς βρίσκει σύμφωνους το γεγονός ότι τέτοια περιστατικά πρέπει να τελειώσουν και το κράτος πρέπει να είναι αμείλικτο σε τέτοια περιστατικά».
Παράλληλα, ο κ. Τσουκαλάς υπογράμμισε ότι η ΝΔ «έχει διαλύσει το Δημόσιο με υποστελέχωση, με φαυλοκρατία και με ρουσφέτια» και πως «τώρα οι ίδιοι έρχονται και λένε ότι δεν δουλεύει το Δημόσιο». Υποστήριξε ότι επί ΝΔ το Δημόσιο έχει γίνει πολύ χειρότερο.
Ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ αναφέρθηκε σε σημερινό δημοσίευμα κατά το οποίο η κυβέρνηση θα δώσει σε ιδιωτικές εταιρείες τα χρέη στον ΕΦΚΑ, «να παίρνουν δηλαδή ιδιωτικές εταιρείες τηλέφωνα, όπως κάνουν οι εισπρακτικές για τα δάνεια, και να ενοχλούν τους οφειλέτες». Έθεσε δύο ερωτήματα: «Πρώτον, δεν έχει υπαλλήλους ο ΕΦΚΑ να διεκδικήσουν την καταβολή αυτών των ποσών; Πρέπει οι πολίτες να πληρώσουν ιδιώτες για αυτό το σκοπό;
Τι συμβάσεις είναι αυτές και πόσα χρήματα θα πάρουν; Δεύτερον, θα υπάρχει κώδικας δεοντολογίας ή θα παίρνουν και θα εκβιάζουν καθημερινά εκείνους που έχουν οφειλές στον ΕΦΚΑ;».
Ανέφερε επιπλέον ότι βάσει του δημοσιεύματος θα μπορούν να κάνουν εξατομικευμένες πολιτικές για τον κάθε οφειλέτη. «Δεν υπάρχουν ήδη αλγόριθμοι να γίνουν αυτά; Για ποιο λόγο να εκχωρήσει αυτή την αρμοδιότητα σε εισπρακτικές εταιρείες;».
Σχετικά με το ζήτημα της ασφάλειας των πανεπιστημίων, είπε ότι «η ΝΔ πάει να δημιουργήσει ένα ιδεολόγημα, ενώ η ίδια έχει αποτύχει παταγωδώς στα βασικά θέματα ασφαλείας». Επανέλαβε ότι το ΠΑΣΟΚ προτείνει κάρτα εισόδου και αυτοτελή μονάδα φύλαξης. Είπε ότι αυτά χρειάζονται και προσωπικό και πόρους και πως κάθε πρύτανης αντιλαμβάνεται την ανάγκη να το κάνει αλλά εύλογα ζητά παραπάνω πόρους. Αναφορικά με τους φοιτητές που καταστρέφουν εντός του πανεπιστημιακού χώρου, προβλέπονται ήδη από το νόμο πειθαρχικές ποινές, επισήμανε.
«Όλα αυτά δεν πρέπει λοιπόν να συνδεθούν μόνο με την άσκηση ποινικής δίωξης αλλά να υπάρξουν συγκεκριμένοι κανονισμοί με σεβασμό στο αυτοδιοίκητο. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να βρούμε έναν κώδικα δεοντολογίας που ναι, να έχει και συγκεκριμένες ποινές συμπεριλαμβανομένης και της οικονομικής αποτίμησης σε σχέση με τις ζημιές», ανέφερε. Στην πρόβλεψη ότι όταν κάνει μία τέτοια πράξη ένας φοιτητής θα μπαίνει σε 24μηνη αναστολή, διερωτήθηκε εάν θα αναζητά αποζημίωση στο Δημόσιο σε περίπτωση αθώωσης.
Διευκρίνισε πως «όταν έρθουν τα μέτρα που προτείνει η κυβέρνηση στη Βουλή, εμείς θα τα αξιολογήσουμε» και πως η ΝΔ «προσπαθεί την ιδεοληψία κάποιων ομάδων που υπάρχουν στα πανεπιστήμια να την εργαλειοποιήσει και να την τροφοδοτήσει υπέρ της δικής της ιδεοληψίας». «Απόλυτος στόχος της η ψηφοθηρία», υποστήριξε.
Για τις εξελίξεις στη Μονή Σινά ανέφερε ότι «γνωρίζαμε ότι υπάρχει μία πρωτόδικη απόφαση. Αυτή μάλιστα ήταν εχθρική. Ήδη αμφισβητούσε το περιουσιακό καθεστώς και εκκρεμούσε έφεση» και πρόσθεσε: «Και βλέπεις ότι με τον άνθρωπο που διαπραγματεύεσαι υπάρχει μία συμφωνία. Ξέρεις ότι μπορεί να βγει η απόφαση αυτή και αν είναι εφετειακή, διαβλέπεις την πιθανότητα να ενδυναμώσει την διαπραγματευτική ισχύ της άλλης πλευράς.
Δεν είμαι ειδικός στην αιγυπτιακή δικονομία, αλλά προφανώς το δικαίωμα παραίτησης από δικόγραφα υπάρχει σε όλες τις χώρες». Ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «το ζήτημα είναι ότι χάθηκε πολύτιμος χρόνος και έχουμε φτάσει στο σημείο που είμαστε σήμερα. Άρα η άλλη πλευρά έχει πλέον πιο ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά».
«Βλέπουμε η Τουρκία να επελαύνει και να εντάσσεται στην Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική Άμυνας και Ασφάλεια» είπε και εν συνεχεία αναφέρθηκε αναλυτικά: «Αρχικά ακούγαμε τον όρο “ομονοούντες εταίροι”. Δεν υπάρχει στα κείμενα του κανονισμού. Λέει η κυβέρνηση ότι έβαλε όρους για ομοφωνία όταν αφορά σε κράτη και εταιρείες, οι οποίες θέλουν να συμπράξουν πάνω από 35%.
Μέχρι 35% μπορούν μάλιστα και επιχειρήσεις που έχουν έδρα σε τρίτες χώρες, όπως Τουρκία. Άρα θα μπορεί απευθείας μια τούρκικη εταιρεία να μπει έως 35% και να είναι συμπαραγωγός. Λέει η κυβέρνηση ότι βάλαμε τον όρο ομοφωνία, όμως σε κάποιες ειδικές σχέσεις. Και αυτό παίζεται, γιατί είναι άλλο πράγμα τα ζητήματα άμυνας και ασφάλειας και άλλο εκείνα της βιομηχανίας. Πρέπει να δούμε που θα περνάει κάθε κονδύλι για να εγκριθεί. Της βιομηχανίας θέλει ειδική πλειοψηφία, ενώ τα θέματα άμυνας και ασφάλειας θέλουν ομοφωνία. Ακόμα και αυτό δεν αποτυπώθηκε εγγράφως στη συμφωνία».
Κατόπιν αυτών, σημείωσε ότι η Τουρκία που καλύπτει το πιο μικρό ποσοστό των στόχων της ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας και ασφάλειας από όλες τις χώρες που είναι συνδεδεμένες και παρότι έχει διακόψει την ενταξιακή πορεία της από το 2017, «εισέρχεται με δυναμικό τρόπο στην ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας και ασφάλειας».
«Εδώ βλέπουμε να μεταβάλλεται εις βάρος μας πλήρως το ισοζύγιο διαπραγματευτικής ισχύος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας», τόνισε. Ανέφερε ότι η Τουρκία το πρωί, «στα πλαίσια μιας άσκησης που κάνει μεταξύ Σκύρου και Ψαρών, Χίου και Λέσβου, παρουσιάζει χάρτες, όπου παρουσιάζει ένα πολύ μεγάλο μέρος του Αιγαίου να είναι δικό της».
«Αυτή είναι απάντησή της στη δική μας αποτύπωση του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού. Παράλληλα διαρρέεται πως υπάρχει αλλαγή στάσης και της Ανατολικής Λιβύης απέναντι στο Τουρκολιβυκό Μνημόνιο. Φαίνεται πώς η κυβέρνηση δεν συντήρησε τη σχέση με τον Χαφτάρ. Συνεχίζουμε να έχουμε λοιπόν μια πολιτική προκλήσεων εκ μέρους της Τουρκίας», είπε.
Μετά από όλα αυτά ρώτησε: «Δικαιώνεται η πολιτική κατευνασμού που έχει επιλέξει η κυβέρνηση;». Τόνισε καταληκτικά ότι «η Τουρκία δεν μας απειλεί μόνο με το casus belli. Διατηρεί τη στρατιά του Αιγαίου, ζητά αποστρατικοποίηση των νησιών, κατέχει παράνομα το 40% της Κύπρου. Εμείς θέλουμε την καλή γειτονία, αλλά με όρους επωφελείς και για τις δύο χώρες».