Τη διαφορά αντίληψης στην αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής αναδεικνύει η νέα κόντρα Κυβέρνησης – ΠΑΣΟΚ σχετικά με το casus belli, που έβαλε ξαφνικά φωτιά στο πολιτικό σκηνικό, μετά το ηχηρό μήνυμα Μητσοτάκη στην Τουρκία.
Του Κώστα Πασίση
Στην προκειμένη περίπτωση η Αθήνα προφανώς στοχευμένα, επιδιώκει να κλείσει ένα από τα σοβαρότερα κεφάλαια έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, θέτοντας δημόσια την άρση του casus belli ως βασική προϋπόθεση για οποιαδήποτε συμμετοχή της Τουρκίας στα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα.
Η αντίδραση του Νίκου Ανδρουλάκη, όπως εκφράστηκε σε συνέντευξή του, φαίνεται να υποτιμά τη στρατηγική σημασία της πρωτοβουλίας του Πρωθυπουργού.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ υποστήριξε ότι η Τουρκία δεν έχει θέση στην ευρωπαϊκή άμυνα, επικαλούμενος την αποσταθεροποιητική της στάση και την ιστορική της ευθύνη για την εισβολή στην Κύπρο.
Επιπλέον, εξέφρασε το φόβο ότι η Τουρκία μπορεί να αποδεχθεί προσωρινά την άρση του casus belli για να εξασφαλίσει πρόσβαση στα ευρωπαϊκά προγράμματα, επαναφέροντάς το αργότερα.
Η κριτική αυτή, ωστόσο, αγνοεί τη σοβαρότητα και την πολυπλοκότητα της διαδικασίας που προβλέπει ο κανονισμός SAFE, αναφέρουν κύκλοι του Μαξίμου
Ειδικότερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι η Ε.Ε δεν είναι «αφελής», και οι όροι που τίθενται δεν είναι εύκολο να ανατραπούν. Η ομοφωνία που απαιτείται για τη συμμετοχή τρίτων χωρών διασφαλίζει ότι η Ελλάδα διατηρεί το δικαίωμα βέτο, προστατεύοντας τα εθνικά της συμφέροντα.
«Η άρση του casus belli από την πλευρά της Τουρκίας είναι ένα από τα μεγαλύτερα ζητούμενα της εξωτερικής μας πολιτικής επί δεκαετίες και ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αφελής ούτε οι όροι αυτοί μπαίνουν για να βγαίνουν μετά, υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο Παύλος Μαρινάκης σχολιάζοντας τις δηλώσεις του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη
«Αυτό το οποίο λέει ο κ. Ανδρουλάκης, προφανώς δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Δεν είναι λογικό», είπε κατηγορηματικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Οι συζητήσεις στο παρασκήνιο
Η πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού ήταν μια αμιγώς διπλωματική κίνηση καθώς αυτή την περίοδο έχουν ανοίξει στο παρασκήνιο πολλά κεφάλαια, αναφορικά με τις ευρωτουρκικές σχέσεις, το ρόλο της Άγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο, τις σχέσεις Τραμπ -Ερντογαν και τα εξοπλιστικά της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένων και των υπερσύγχρονων πολεμικών αεροσκαφών F-35 που θέλει διακαώς ο γείτονας μας.
Όπως επισημαίνεται η κίνηση αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη εντάσσεται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής που επιδιώκει να ενισχύσει τη θέση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή και διεθνή σκηνή, αξιοποιώντας τη διπλωματική ισχύ της Ε.Ε.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός με τις πρόσφατες δηλώσεις του έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα, ότι η Ελλάδα δεν θα δεχθεί την ένταξη της Τουρκίας σε ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα χωρίς ουσιαστικές δεσμεύσεις από την πλευρά της Άγκυρας, ιδίως σε ζητήματα που αφορούν την εδαφική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κύπρου.
Η απαίτηση για ομοφωνία στην Ε.Ε. για τη σύναψη συμφωνιών με τρίτες χώρες δίνει στην Ελλάδα τη δυνατότητα να διασφαλίσει ότι οι εθνικές της θέσεις θα ληφθούν σοβαρά υπόψη.
Όπως αναφέρουν έμπειροι αναλυτές επί των διεθνών σχέσεων η στρατηγική του Πρωθυπουργού αποσκοπεί στα εξής.
Πρώτον, ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας εντός της Ε.Ε., αναδεικνύοντας την ανάγκη σεβασμού του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Δεύτερον, θέτει την Τουρκία προ των ευθυνών της, υποχρεώνοντάς την να επανεξετάσει τη στάση της σε κρίσιμα ζητήματα, όπως το casus belli και το Κυπριακό, που παραμένει ανοικτή πληγή και επηρεάζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Τρίτον, δημιουργεί ένα πλαίσιο όπου η Ελλάδα μπορεί να αξιοποιήσει τη γεωπολιτική της θέση για να διαμορφώσει τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή.
Τέλος, να σημειώσουμε ότι τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης δεν είδαν με καλό μάτι τη νέα διπλωματική πρωτοβουλία Μητσοτάκη.