today-is-a-good-day
25.3 C
Athens

Λ. Αυγενάκης: Δεν υπάρχει κακή ή καλή βία

Το νομοθετικό πλαίσιο πλέον είναι αρκετά αυστηρό

Το θέμα της αντιμετώπισης της βίας για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν και παραμένει προτεραιότητά μας, τόνισε ο υφυπουργός Αθλητισμού Λευτέρης Αυγενάκης κατά τη συζήτηση της επίκαιρης επερώτησης του ΣΥΡΙΖΑ για την αντιμετώπιση της βίας με αφορμή τον Αθλητισμό. Αναφερόμενος στη δολοφονία του Άλκη Καμπανού, υπογράμμισε πως «οι δράστες συνελήφθησαν άμεσα και η ΕΛ.ΑΣ έδειξε άμεσα αντανακλαστικά και αποτελεσματικότητα».

 

 

Η βία και ο χουλιγκανισμός τόνισε «δεν έχει χρώμα και οπαδικές αποχρώσεις» και δυστυχώς, αποτελεί ένα διαχρονικό και διεθνές πρόβλημα που είναι σύνθετο, πολυδιάστατο, πολυπαραγοντικό και ως τέτοιο το αντιμετωπίζουμε. Ο υφυπουργός αναφέρθηκε στο συνολικό νομοθετικό πλαίσιο που διέπει εν γένει την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας λέγοντας πως και με τον τελευταίο νόμο έχουμε πλέον αρκετά αυστηρό πλαίσιο.

 

 

Για τις αθλητικές λέσχες και συνδέσμους, ανέφερε πως θέλουμε να λειτουργούν νόμιμα και να έχουν υγιή ρόλο. Η αναστολή τους είναι έως την 31η Ιουλίου του 2022, αλλά εάν εναρμονιστούν γρηγορότερα με το νέο νόμο θα φέρουμε διάταξη που θα κάνει πιο σύντομο αυτό το χρονικό διάστημα.

 

 

Υπενθύμισε πως με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού είναι αρμόδια για την έκδοση βεβαίωσης νόμιμης λειτουργίας λέσχης φιλάθλων, παρατήματος ή εντευκτηρίου φιλάθλων. Η διαδικασία και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά ορίζονται σε ΚΥΑ του 2015 και συνοπτικά, προβλέπεται η εγγραφή στο μητρώο της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, η οποία χορηγεί βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας. Η λέσχη, το παράρτημα ή το εντευκτήριο κοινοποιεί υποχρεωτικά τη βεβαίωση στο τοπικό αστυνομικό τμήμα το οποίο εκδίδει και την άδεια λειτουργίας. Πάγια θέση της κυβέρνησης, τόνισε ο υφυπουργός, είναι η ύπαρξη νόμιμης λειτουργίας λεσχών φιλάθλων, με συχνούς ελέγχους και με πλήρη διαφάνεια.

 

 

Αυστηροποιήσαμε το ιδιώνυμο, δηλαδή την απαγόρευση της αναστολής και μετατροπής των στερητικών της ελευθερίας ποινών για ποινικά αδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις. Αποδώσαμε μερίδιο ευθύνης που ανήκει στις ομάδες, δηλαδή στα αθλητικά σωματεία, στις ΠΑΕ και στις ΚΑΕ για δράσεις ή παρατυπίες ή παρανομίες των αναγνωρισμένων λεσχών τους και των οργανωμένων φιλάθλων-μελών τους. Ενδυναμώνουμε το θεσμικό πλαίσιο της Διαρκούς Επιτροπής Αντιμετώπισης της Βίας.

 

 

Επισήμανε πως η εξάλειψή της βίας μέσα και έξω από τα γήπεδα απαιτεί συντονισμένες και κυρίως μακροπρόθεσμες πολιτικές συνεργασίας για αυτό και τα τρία συναρμόδια Υπουργεία, Δικαιοσύνης, Προστασίας του Πολίτη και Υφυπουργείο Αθλητισμού συνεργάζονται στενά. Δίνουμε έμφαση και στην πρόληψη και την καταστολή. Στόχος μας δεν είναι μόνο η αποτελεσματική καταπολέμηση των φαινομένων βίας αλλά και η εμπέδωση της πρόληψης και της διαπαιδαγώγησης των φιλάθλων όλων των αθλημάτων, ούτως ώστε να εκλείψουν τελείως τα νοσηρά περιστατικά από τον αθλητισμό. Η αντιμετώπιση της οπαδικής βίας είναι υπόθεση όλων μας και απαιτεί διαρκή συνεργασία, πέρα από τις αναγκαίες θεσμικές παρεμβάσεις.

 

 

Επέκρινε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι επιδεικνύει «επιλεκτική ευαισθησία και διττή στάση απέναντι στη βία ανάλογα από αυτόν που την ασκεί» και παρατήρησε «κακή ή καλή βία στον αθλητισμό δεν υπάρχει. Είναι έννοιες εντελώς διαφορετικές και φυσικά δεν δεχόμαστε καμίας μορφής βία στον αθλητισμό».

 

 

Γενικεύοντας , μάλιστα κατά της βίας, συμπλήρωσε πως «εμείς, καταδικάζαμε και καταδικάζουμε τη βία απερίφραστα από όπου κι αν αυτή προέρχεται, είτε από την Αριστερά είτε από την άκρα Δεξιά είτε με πολιτικά κίνητρα είτε με οπαδικά είτε με ρατσιστικά είτε με οτιδήποτε. Καταδικάζουμε τη βία χωρίς αστερίσκους και χωρίς υποσημειώσεις. Δεν μπορεί να υπάρχει επιλεκτική ευαισθησία για την καταδίκη της βίας».

 

 

Νωρίτερα, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Θεόφιλος Ξανθόπουλος κατά τη δευτερολογία του, απάντησε στον υφυπουργό λέγοντας πως «η Αριστερά είναι απέναντι στην ατομική βία και το έχουμε δηλώσει σε όλους τους τόνους» και κατηγόρησε τη Νέα Δημοκρατία ότι καταδικάζει τη βία απ’ όπου και αν προέρχεται, όπως λέει χωρίς να μπαίνει στην ουσία αυτού που αποτελεί το κοινωνικό φαινόμενο της βίας. Αυτό είπε είναι μια «υποκριτική στάση που έχετε ως συντηρητική παράταξη απέναντι στη βία, που οδηγεί σε αδιέξοδα» με αποτέλεσμα «αμυνόμενοι και επιτιθέμενοι να έχουν την ίδια αντιμετώπιση». Σχετικά με το ιδιώνυμο ανέφερε πως η αναστολή εκτέλεσης της ποινής ιδίως για τους νέους ή πρωτόπειρους δράστες με χαμηλής βαρύτητας εγκλήματα, απαλείφει με ισοπεδωτικό τρόπο έναν σημαντικό θεσμό ειδικής πρόληψης χωρίς να επιτρέπει στον δικαστή να εκτιμήσει την κάθε ξεχωριστή περίπτωση με βάση την πράξη και την ενοχή του δράστη. Δεν πρέπει είπε εκ των προτέρων η νομοθετική εξουσία να ποδηγετεί τον δικαστή σε ποια απόφαση θα καταλήξει. Αυτό, υπογράμμισε ο βουλευτής, δεν σημαίνει ότι είμαστε ούτε υπέρ της ελεύθερης κίνησης των δραστών ούτε υπέρ της κατάργησης της αναστολής. Είμαστε υπέρ του να δικαιούται ο δικαστής να αποφασίζει ποια ποινή θα επιβάλλει και αν θα ανασταλεί ή όχι αυτή η ποινή.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ