Όταν αναφερόμαστε για τις οικονομικές συνέπειες μιας πιθανής Ρώσικης εισβολής στην Ουκρανία εστιάζουμε -ως Ευρωπαίοι – στην κρισιμότητα της ενεργειακής μας εξάρτησης από το Ρώσικο φυσικό αέριο και την μείωση ή το μπλοκάρισμα στην προμήθειά του.
Σίγουρα αυτή η εξέλιξη είναι πολύ σημαντική, αφού το κύμα χάους που θα δημιουργηθεί θα έχει εξαιρετικές επιπτώσεις στα νοικοκυριά, στις επιχειρήσεις, στους χρηματοπιστωτικούς φορείς και τις Κυβερνήσεις, πλήττοντας σοβαρά τις προοπτικές ανάπτυξης της – ήδη ταλαιπωρημένης λόγω πανδημίας – παγκόσμιας οικονομίας.
Του Στέργιου Γιαννάκη *
Υπάρχει όμως ταυτόχρονα και το ερώτημα για το κατά πόσον είναι ικανή η Ρώσικη οικονομία να στηρίξει και να διατηρήσει μια πολεμική προσπάθεια με υψηλή μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα παγκόσμια αστάθεια.
Από την αρχή της πανδημίας και συγκεκριμένα από τον Ιανουάριο του 2020 ως τον Ιανουάριο του 2022 το ρούβλι έχει υποτιμηθεί κατά 20%, με σημαντικές επιπτώσεις κατά κύριο λόγο στις εξαγωγές από τις οποίες εξαρτάται κυρίως το Ρώσικο ΑΕΠ, αλλά οδήγησε και στην αύξηση των τιμών στα εγχώρια καταναλωτικά αγαθά.
Σήμερα δύο στους πέντε Ρώσους δεν έχουν καμία αποταμίευση και το 13% του πληθυσμού, σχεδόν 20 εκατομμύρια, ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας.
Επιπλέον η πανδημία αύξησε την απόσταση της Ρώσικης οικονομίας από εκείνες των αντιπάλων της. Το μερίδιο που κατέχει η Ρωσία στην παγκόσμια οικονομία (λίγο πάνω από 3%) έχει πέσει στα χαμηλότερα επίπεδα του αιώνα.
Είναι βέβαιο όμως ότι θα ήταν λάθος να προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε τις επόμενες κινήσεις του Κρεμλίνου, με όρους οικονομικούς και μόνον.
Η Μόσχα έχει αποδείξει ότι προκειμένου να επιτύχει τους γεωπολιτικούς της στόχους, δεν ορρωδεί μπροστά στα οποιαδήποτε οικονομικά πλήγματα.
Ωστόσο, ένας ανοιχτός πόλεμος με την Ουκρανία και την ανάμειξη ΗΠΑ και Ευρώπης, σε ότι αφορά την βιωσιμότητα, το κόστος και τις προοπτικές, θα δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα στην Μόσχα από εκείνα που της στοίχησαν η ανάμειξή της στις επιχειρήσεις στην Μέση Ανατολή, ή σε κράτη όπως στην Γεωργία, ή η υποστήριξη των φιλορώσων πολιτοφυλάκων του Ντονμπάς.
Θα μπορούσε να στερήσει από την Μόσχα πηγές εισοδήματος και ένα αξιόπιστο νόμισμα, αφού θα υπάρξουν νέες κυρώσεις, καινούργια οικονομική επίθεση από την Δύση, που θα οδηγήσουν σε φαινόμενα φυγής κεφαλαίων και απειλή της οικονομικής βιωσιμότητάς της.
Αν και η οικονομική παράμετρος δεν είναι η πλέον σημαντική διάσταση που μπορεί να φρενάρει την οποιαδήποτε επιχειρησιακή δράση του Κρεμλίνου, δεν παύουν να υπάρχουν και ευχόμαστε να συνεκτιμηθεί τελικά, για να απομακρυνθούν τα χειρότερα.
Με δεδομένη την παγκόσμια ανησυχία για πιθανή εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Δύση διατηρεί ανοιχτούς όλους τους διπλωματικούς διαύλους ελπίζοντας για το καλύτερο, αλλά προετοιμάζεται και για την οποιαδήποτε επιδείνωση.
* Ο κ. Στέργιος Γιαννάκης είναι βουλευτής Πρέβεζας με τη Νέα Δημοκρατία