today-is-a-good-day
17 C
Athens

FAZ: Η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 τίθεται υπό αμφισβήτηση στην Τουρκία

Στις εσωτερικές σελίδες της έντυπης Frankfurter Allgemeine Zeitung δημοσιεύεται ανταπόκριση του Rainer Hermann από την Άγκυρα με τίτλο «Ένας νέος ιδρυτικός μύθος;» και υπότιτλο «Η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 τίθεται στην Τουρκία υπό αμφισβήτηση».

Ακόμη και αν η πλειοψηφία των Τούρκων εγκρίνει την εισβολή του στρατού στη βόρεια Συρία, ο ενθουσιασμός για την «Επιχείρηση Πηγή της Ειρήνης» δεν καταλαμβάνει ολόκληρη τη χώρα. Κριτική εκφράζουν φιλελεύθεροι διανοούμενοι καθώς και πολιτικοί του φιλοκουρδικού HDP, εν μέρει και του αριστερού CHP. Στα μεγάλα ΜΜΕ, ωστόσο, η κριτική δεν βρίσκει απήχηση. Επιπλέον, η κριτική δεν είναι ακίνδυνη υπόθεση, καθώς κάποιοι έχουν συλληφθεί για σύντομες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Σύμφωνα με την επίσημη ορολογία, η Τουρκία δεν βρίσκεται σε πόλεμο, αλλά σε επιχείρηση κατά της τρομοκρατίας.

Ένας από τους πιο προβεβλημένους επικριτές της στρατιωτικής δράσης της Τουρκίας στη βόρεια Συρία είναι ο Mithat Sancar, αναπληρωτής Πρόεδρος του τουρκικού Κοινοβουλίου, ο οποίος χαρακτηρίζει την στρατιωτική επιχείρηση ως «περιπετειώδη και επικίνδυνη». Γιατί, εκτός από το βραχυπρόθεσμο στόχο της διατήρησης της εξουσίας, ο Τούρκος Πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan αποσκοπεί μακροπρόθεσμα στην αμφισβήτηση της ειρηνευτικής Συνθήκης της Λωζάννης του 1923, η οποία είχε καθορίσει τα σύνορα της σημερινής Τουρκίας. Ο Sancar εκπροσωπεί στο Κοινοβούλιο την κυρίως από Κούρδους κατοικούμενη επαρχία Mardin.

Ο Sancar θεωρεί ότι είναι «επιφανειακό» το να δικαιολογεί κανείς την στρατιωτική επιχείρηση μόνο ως υπολογισμένη κίνηση του Erdogan για να εδραιώσει τη εξουσία του. Ο Erdogan πέτυχε μεν, με τη αναθέρμανση των εθνικιστικών συναισθημάτων και την απαίτηση να ηγηθεί ενός «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» να κάνει την εις βάρος του αντιπολίτευση και την κριτική στην εξουσία του να σιωπήσουν προσωρινά. Ωστόσο, ο καθηγητής της Νομικής θεωρεί ότι οι μακροπρόθεσμοι υπολογισμοί του Erdogan είναι πιο σημαντικοί και επικίνδυνοι.

Κατ’ αυτόν, ο Erdogan επιδιώκει υπό την αυταρχική του εξουσία να μεταβάλει την Τουρκική Δημοκρατία. Ο Erdogan και το ΑΚΡ συμπεριφέρονται όπως άλλα δεξιά λαϊκιστικά κινήματα, τα οποία επικαλούμενα προσχηματικά την δημοκρατική τους νομιμοποίηση ανατρέχουν σε ιδιαιτερότητες των χωρών τους. Έτσι, οι επιδιώξεις του Erdogan συμπίπτουν με την 100ή επέτειο του τουρκικού πολέμου της ανεξαρτησίας, ο οποίος διήρκεσε από το 1919 έως το 1923. Ο Erdogan μιλά εδώ και πολλά χρόνια για τη «Νέα Τουρκία» υπό την ηγεσία του.

Για μια νέα κατανόηση της Δημοκρατίας χρειάζονται μύθοι, λέει ο Sancar. Ωστόσο, η προσπάθεια του Erdogan να καταστήσει ιδρυτικό μύθο της κυβέρνησής του την απόπειρα πραξικοπήματος στις 16 Ιουλίου 2016 απέτυχε. Τώρα, με τον «ηρωισμό και τον πόλεμο» προσφέρεται η ευκαιρία για ένα νέο ιδρυτικό μύθο. Σε τελική ανάλυση, στην Τουρκία δεν απαιτείται καμία δικαιολογία για έναν πόλεμο, εξαιτίας της ιερής θέσης που κατέχει ο στρατός.

Ο Erdogan, όπως και πολλοί πολιτικοί πριν από αυτόν, ανατρέχει στο κουρδικό ζήτημα, το οποίο θεωρείται δηλητηριώδες για την Τουρκική Δημοκρατία από ιδρύσεώς της το 1923 και έκτοτε θεωρείται απειλή για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Σε αυτή τη διαδικασία, το κουρδικό ζήτημα έχει καταστεί «ιδεολογία», δηλώνει εκφράζοντας την λύπη του ο Sancar. Έτσι, η στρατιωτική δράση είναι δυνατόν να δικαιολογηθεί με τον «κίνδυνο ενός κουρδικού κράτους» και την «τρομοκρατία» στη βόρεια Συρία, αν και από εκεί δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ επίθεση των Κούρδων κατά της Τουρκίας. Οι Σύριοι Κούρδοι δεν παρενέβησαν στις τουρκικές υποθέσεις, αλλά απλώς φρόντιζαν για την σταθεροποίηση της περιοχής τους. Παράλληλα, οι Κούρδοι της Συρίας φρόντισαν για την αλλαγή της έκβασης του πολέμου κατά του Ισλαμικού Κράτους. «Διαφορετικά, η περιοχή θα είχε διαφορετική εικόνα σήμερα». Αν ο «Κουρδικός Διάδρομος» θα ήταν από μόνος του πραγματικός κίνδυνος για την Τουρκία, θα αρκούσαν κατά τον Sancar μέτρα ασφαλείας στα σύνορα. Ο στόχος, ωστόσο, είναι να μετατραπεί αυτός ο «Κουρδικός Διάδρομος» σε «Τουρκικό Διάδρομο». Σύμφωνα με τον Sancar, αυτός δεν νοείται πλέον μόνον «οριζόντια», δηλαδή παράλληλα με τα τουρκικά σύνορα, αλλά και «κάθετα» προς τις βόρειες ιρακινές πόλεις του Κιρκούκ και της Μοσούλης. Αυτό το όνειρο επιδιώκει η Τουρκία από τη Συνθήκη της Λωζάννης.

Η συνθήκη δεν κατάφερε να επιλύσει το ζήτημα του σε ποιόν θα πρέπει να κατακυρωθεί η επαρχία της Μοσούλης. Έτσι, το άρθρο 3 θέσπισε μια τουρκο-βρετανική Επιτροπή για να διευθετήσει τη διαμάχη. Στη συνέχεια, ο Atatürk σχεδίαζε το 1924 να καταλάβει το Μοσούλη και να εκδιώξει τους Βρετανούς. Αυτό δεν συνέβη. Αντίθετα, το 1926, η Κοινωνία των Εθνών κατακύρωσε την επαρχία στο Ιράκ. Η Τουρκία αποδέχθηκε την απόφαση αργότερα εκείνο το έτος, και κατ’ επέκταση τα σύνορα μεταξύ Ιράκ και Τουρκίας, τα οποία εξακολουθούν να υπάρχουν έως σήμερα. Τούρκοι πολιτικοί έχουν όμως εγείρει επανειλημμένα απαιτήσεις για το Βόρειο Ιράκ. Για παράδειγμα, κατά τον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου το 1991, ο Τούρκος Πρόεδρος Turgut Özal είχε δηλώσει ότι η Τουρκία θα πάρει πίσω την Μοσούλη και τον Κιρκούκ σε αυτόν τον πόλεμο ή στον επόμενο.

Ακόμα και ο σημερινός Πρόεδρος Erdogan αμφισβητεί τις ρυθμίσεις που οδήγησαν στην ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για πρώτη φορά το 2016 μίλησε για «άδικες ρυθμίσεις» στη Συνθήκη της Λωζάννης και για «ήττα της Τουρκίας». Την περασμένη Δευτέρα, είπε ότι αυτό που είχε επιτευχθεί με την Συνθήκη ήταν «το ελάχιστο». Με άλλα λόγια, η Τουρκία θα έπρεπε να έχει πάρει περισσότερα. Επίσης, στα ΜΜΕ που πρόσκεινται στην κυβέρνηση, αυξάνονται οι αναφορές για την «άδικη» Συνθήκη της Λωζάννης.

Η Sancar θεωρεί «πολύ επικίνδυνη» την διάθεση να αμφισβητηθεί η Συνθήκη της Λωζάννης και κατά συνέπεια τα τρέχοντα σύνορα. Θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει ολόκληρη την περιοχή και να πυροδοτήσει θρησκευτικές και εθνοτικές εντάσεις και πολέμους στη Συρία και το Ιράκ. Κίνδυνος για την Τουρκία είναι το οικονομικό, πολιτικό και διπλωματικό κόστος της επιχείρησης. Επιπλέον, οι κοινωνικές εντάσεις αυξάνονται. Έτσι, τις τελευταίες ημέρες συνελήφθησαν οι δήμαρχοι του HDP, για παράδειγμα στο Nusaybin, πατρίδα του Sancar, όπου ο δήμαρχος είχε εκλεγεί με ποσοστό 77%.

Ο Erdogan, ωστόσο, χρησιμοποιεί τον σημερινή, ευνοϊκή γι’ αυτόν διεθνή συγκυρία. Έτσι, η ασάφεια της αμερικανικής πολιτικής στην Μέση Ανατολή δημιουργεί ένα κενό που θα μπορούσε να καλύψει ο Erdogan. Ακόμα και η Ρωσία, η οποία προσπαθεί να δελεάσει την Τουρκία να αναγνωρίσει το καθεστώς Assad, προβαίνει σε υποχωρήσεις έναντι του Ερντογάν για το θέμα του «Κουρδικού Διαδρόμου».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ